Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2021

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ, της Παναγιώτας Τσικνάκη

Με τον όρο "Βυζαντινή τέχνη" αναφερόμαστε γενικά στην καλλιτεχνική έκφραση που αναπτύχθηκε την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ του 4ου αιώνα και της άλωσης της Κωνσταντινούπολης 1453. Η βυζαντινή τέχνη θεωρείται πως γεννήθηκε αρχικά στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας Κωνσταντινούπολη, αλλά επεκτάθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα του μεσογειακού κόσμου και ανατολικά ως την Αρμενία. Υπήρξε αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης αφενός της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και αφετέρου της ανατολικής επίδρασης και θρησκευτικότητας. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, η βυζαντινή τεχνοτροπία χαρακτηρίζεται από τα στοιχεία μιας αμιγώς θρησκευτικής τέχνης, σκοπός της οποίας δεν είναι τόσο η αναζήτηση του κάλλους και της αρμονίας όσο η εσωτερικότητα, ο συμβολισμός και η υποβολή της θρησκευτικής συγκίνησης. Η βυζαντινή τέχνη έφθασε στο ύψιστο επίπεδο δημιουργίας αφήνοντας στην ανθρωπότητα έργα διαχρονικής αξίας. Η βυζαντινή τέχνη προήλθε από την ένωση της ελληνορωμαϊκής παράδοσης, των ανατολικών επιρροών και της νέας θρησκευτικής πραγματικότητας του χριστιανισμού.
Η βυζαντινή τέχνη διακρίνεται σε τρεις βασικές περιόδους : - παλαιοχριστιανική τέχνη και πρωτοβυζαντινή περίοδος (4ος-7ος αιώνας) 324 - 610 - εικονομαχία και μεσοβυζαντινή περίοδος (8ος-12ος αιώνας) - περίοδος των Παλαιολόγων και ύστερη βυζαντινή περίοδος (13ος-15ος αιώνας).
Παλαιοχριστιανική και πρωτοβυζαντινή περίοδος
H εποχή αυτή συνδέεται στενά με τα πρότυπα της Ύστερης Αρχαιότητας. Αρκετές εικόνες και τοιχογραφίες αυτής της περιόδου μιμούνται τους τρόπους και τις μεθόδους του παρελθόντος. Ωστόσο η παλαιοχριστιανική αυτή τέχνη έχει ένα δικό της τρόπο να αντιδρά στις καινούργιες ιδέες και στα γεγονότα που δημιουργήθηκαν με την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Στη διάρκεια της πρωτοβυζαντινής εποχής, οι αρχαίες θεμελιώδεις ιδέες, των οποίων φυσική κληρονόμος υπήρξε η οικουμενική αυτοκρατορία του Βυζαντίου, εδραιωμένοι στον ελληνικό χώρο και στην εξελληνισμένη Ανατολή, συνυπήρξαν με το πνευματικό ιδεώδες της Χριστιανικής θρησκείας σε σύνθεση νέα της τέχνης, που εξαρκούσε τις καίριες θεωρίες, με τις οποίες άλλες καθόριζαν την ύπαρξη Εκκλησίας και Κράτους και άλλες εξομοίωναν την αρμονία των μορφών με ιδιαίτερες κατά τόπους πολιτισμικές καταβολές και συνάφειες. Χαρακτηριστικό δείγμα παλαιοχριστιανικής ζωγραφικής αποτελούν οι εικόνες και οι τοιχογραφίες.
Τοιχογραφία : Η τοιχογραφία καλλιεργήθηκε πολύ στο Βυζάντιο. Είδος ζωγραφικής από τα πιο προσιτά, ανέλαβε, με πρωτεύουσα θέση στην διακόσμηση των ναών, να αναπαραστήσει τα άγια πρόσωπα και τα ιερά γεγονότα, να διδάξει την Ορθοδοξία. Τέχνη των μεγάλων επιφανειών, εξελιγμένη από την αρχαιότητα, με τεχνική εύχρηστη και οικεία, η τοιχογραφία είχε στην πρωτοχριστιανική εποχή εκτενή χρήση στην διακόσμηση των κατακομβών, των ευκτηρίων οίκων και μαρτυρίων αγίων και συνέχισε στο Βυζάντιο με σημαντική θέση στην εικαστική θεώρηση του θεολογικού σύμπαντος. Η τοιχογραφία λιγότερο δαπανηρή, γρήγορη στην εκτέλεση, έγινε κτήμα όλων των κοινωνικών στρωμάτων στη διακόσμηση των ναών.
Τεχνική : O βυζαντινός "μαΐστωρ" ζωγράφιζε αρχικά με την τεχνική της νωπογραφίας (fresco), δηλαδή όσο ο σοβάς είναι φρέσκος, νωπός, υγρός. Εάν δεν προλάβαινε να ολοκληρώσει το τμήμα του τοίχου που είχε αρχίσει, συνέχιζε με την τεχνική της ξηρογραφίας, όταν δηλαδή ο σοβάς είχε πια στεγνώσει και ήταν ξερός. Η κατασκευή της τοιχογραφίας περιλάμβανε τρία βασικά στάδια : 
Προετοιμασία της επιφανείας του τοίχου: Επάνω στον τοίχο τον οποίο έβρεχαν προηγουμένως, περνούσαν τρία επάλληλα στρώματα σοβά, ξεκινώντας από τις ψηλότερες επιφάνειες. O σοβάς αποτελούνταν από  λεπτόκοκκη ποταμίσια άμμο, καλά σβησμένο ασβέστη και νερό. Για την καλύτερη συνοχή των υλικών ανακάτευαν τον ασβέστη με μαλλί ζώου ή άχυρο. Tο τελευταίο στρώμα σοβά έπρεπε να είναι λεπτό και να πατηθεί πολύ καλά, προκειμένου να βγει όλη η υγρασία του και η επιφάνεια του τοίχου να είναι λεία και επίπεδη.
Σχέδιο:Ο αγιογράφος ετοίμαζε το σχέδιο της παράστασης συχνά με τη βοήθεια του ανθιβόλου, δηλαδή ενός διάτρητου στα περιγράμματα σχεδίου.  Για να μεταφέρει ο ζωγράφος το σχέδιο από το χαρτί στον τοίχο ακολουθούσε την παρακάτω διαδικασία: Τοποθετούσε το ανθίβολο στην επιφάνεια που πρόκειται να ζωγραφίσει. Έριχνε επάνω στο χαρτί τριμμένο κάρβουνο (φούμο). Αφαιρούσε το χαρτί Tο κάρβουνο περνούσε από τις τρύπες του ανθιβόλου και άφηνε αποτυπώματα επάνω στον υγρό σοβά. Στη συνέχεια με κοκκινωπό ή καστανό χρώμα δήλωνε ζωγραφικά τα περιγράμματα του θέματος επάνω στο σοβά.
Ζωγραφική:Αφού ολοκλήρωνε το σχέδιο, ο ζωγράφος άρχιζε να προσθέτει τα χρώματα. Ξεκινούσε από την επιφάνεια του βάθους επάνω στην οποία προβαλλόταν το θέμα ― το βάθος ή αλλιώς ο κάμπος της παράστασης συνήθως είναι σκουρογάλανος, χρώμα που δήλωνε το συμβατικό χώρο όπου συμβαίνουν τα διάφορα επεισόδια. Στη συνέχεια πρόσθετε τα χρώματα στις μορφές, πρώτα τα πιο σκούρα, τους προπλασμούς, που ξανοίγουν με πιο φωτεινά και καταλήγουν σε λεπτές λευκές πυκνές γραμμές που τονίζουν τους όγκους, τα φώτα. Όλη η εργασία απαιτούσε ταχύτητα, επομένως και καλλιτεχνική δεξιότητα, ακρίβεια και σταθερότητα, προκειμένου ο ζωγράφος να ολοκλήρωνε στο τέλος της ημέρας την επιφάνεια που είχε σοβατίσει.
Τα θέματα που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή ήταν : Σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη H ιστορία της Σωσσάνας από την Παλαιά Διαθήκη. Τοιχογραφία από τάφο, σήμερα στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη, 4ος-5ος αι.  Σύμβολα της νέας θρησκείας, όπως ο Σταυρός και ο Αμνός Tο Χριστόγραμμα σε δάφνινο στεφάνι ανάμεσα σε δύο πουλιά από παλαιοχριστιανικό τάφο στη Θεσσαλονίκη (α΄ μισό 4ου αι.) Θέματα γνωστά από την ελληνιστική και ρωμαϊκή ζωγραφική που αποκτούν τώρα νέο περιεχόμενο και αλληγορικό χαρακτήρα, όπως ο Kαλός Ποιμένας
O Kαλός Ποιμένας (Kατακόμβη της Priscilla, β΄ μισό 3ου αι.) Εικόνες : Μαρτυρίες για την ύπαρξη εικόνων έχουμε από τις αρχές του 4ου αιώνα. Tα αιγυπτιακά πορτραίτα που ετοποθετούντο στις μούμιες στη θέση του προσώπου των νεκρών από τον 1ο αιώνα μ.X. στην περιοχή Φαγιούμ της Αιγύπτου αποτέλεσαν τα πρότυπα των βυζαντινών εικόνων. Οι βυζαντινοί ζωγράφοι ήταν συνήθως ιερείς και δεν έβαζαν το όνομά τους στις εικόνες με αποτέλεσμα να παραμένουν ανώνυμοι. Η ανωνυμία των ζωγράφων οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη θέση στη βυζαντινή κοινωνία και θεωρούνταν απλοί τεχνίτες.
Τεχνική : Δύο είναι οι κυριότερες τεχνικές κατασκευής της φορητής σε ξύλο εικόνας, η εγκαυστική και η αυγοτέμπερα. Για την κατασκευή της φορητής σε ξύλο εικόνας χρησιμοποιήθηκε αρχικά η εγκαυστική τεχνική, που ήταν γνωστή από την ύστερη αρχαιότητα (2ος π.X.-2ος μ.X. αιώνας). Σύμφωνα με αυτήν την τεχνική, μετά την προετοιμασία του ξύλου ο ζωγράφος ανακάτευε τα χρώματα με κερί και ρητίνη και ζωγράφιζε κατευθείαν στο ξύλο ή πάνω σε στρώμα γύψου. H εγκαυστική τεχνική ήταν σε χρήση μέχρι τον 8ο αιώνα. Πολύ λίγες εγκαυστικές εικόνες έχουν σωθεί μέχρι σήμερα και οι περισσότερες βρίσκονται στη Mονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά.
Οι εικόνες αυτές κατασκευάζονταν από ξύλο διαφόρων ειδών, όπως κυπαρίσσι, καρυδιά, πεύκο και κέδρο. ΄Όταν ήταν μεγάλου μεγέθους, χρησιμοποιούνταν δύο μεγάλες σανίδες που ενώνονταν μεταξύ τους με δύο οριζόντια ξύλα, τα τρέσσα. Πολλές φορές είχαν ξυλόγλυπτο πλαίσιο. Oι περισσότερες εικόνες στα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια έχουν κατασκευαστεί από ξύλο. Η εικόνα είχε χαρακτήρα Λατρευτικό, Λειτουργικό, Διδακτικό ή ως έργο τέχνης.
Εικονομαχία και μεσοβυζαντινή περίοδος: Την εξέλιξη της θρησκευτικής ζωγραφικής ανέκοψε ο διωγμός των εικόνων. Η μακρόχρονη εικοινομαχική κρίση που ταλάνιζε το Βυζάντιο (726-843), με κυμαινόμενη ένταση και ενδιάμεση αναστήλωση των εικόνων (787-815), είχε σημαντικές προεκτάσεις και επιπτώσεις στην ζωή του κράτους. Κίνημα με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, που έφερε αντιμέτωπη την Εκκλησία με την πολιτική εξουσία, με αφορμή την έντονη λατρεία των εικόνων είχε ως συνέπεια την πλήρη απαγόρευση παραστάσεων των αγίων προσώπων Την θέση τους πήρε ο τρισόλβιος τύπος του σταυρού. Η Εικονομαχία ήταν καταστροφική για πολλά από τα προηγούμενα έργα τέχνης, δεν δημιούργησε ευνοϊκές και κανονικές συνθήκες για την ζωγραφική των ναών. Οι εικονιστικές διακοσμήσεις (τοιχογραφίες) καλύπτονται με ανεικονικές. Στις ανεικονικές διακοσμήσεις κάλυπταν τις παλιές τοιχογραφίες με ασβέστη και μετά πάνω σε αυτόν ζωγράφιζαν με αποκλειστικά διακοσμητικά θέματα, που περιλάμβαναν την απεικόνιση ζώων, πτηνών, ή γεωμετρικών μορφών καθώς και σταυρών. Στα νέα έργα, που δεν φαίνεται να ήταν πολλά οι ζωγράφοι καθοδηγούμενοι από τις θεωρίες των εικονοκλαστών ανατρέχουν σε συμβολικά και κοσμητικά θέματα του παλαιοχριστιανικού ευρετηρίου και σε μερικά ισλαμικής καταγωγής και διακοσμούσαν τους ναούς με γεωμετρικά, φυτικά και ζωόμορφα σχέδια. Το σύμβολο του σταυρού δεσπόζει στην αψίδα του ιερού, εντάσσεται σε σχηματισμούς τοξοστοιχιών ή άλλους και υφαίνεται στους συνδυασμούς των σχεδίων σε ταπητόμορφο και γεωμετρικής οργάνωσης παραδείσιο διάκοσμο, με πιθανό εσχατολογικό ιδεόγραμμα. Στην μεσοβυζαντινή περίοδο λήγουν οι δογματικοί αγώνες με την αναστήλωση των εικόνων το 843 από την αυτοκράτηρα Θεοδώρα. Επανέρχονται οι εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων. Η ανάπτυξη της θρησκευτικής ζωγραφικής συντελείται σε εποχή ακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε όλους τους τομείς της πολιτικής και πνευματικής ζωής (867-1025). Την αναγέννηση της τέχνης την εποχή της δυναστείας των Μακεδόνων σηματοδοτεί η αναβίωση της κλασικής παράδοσης, με άμεση ή έμμεση αναδρομή στα αρχαία πρότυπα μέσα από έργα προεικονομαχικής εποχής. Στην διακόσμηση των εκκλησιών, οι ελληνίζουσες μορφές όσο και αυτές της αφηρημένης τεχνοτροπίας χαρακτηρίζονται από κλασικής αντίληψης τάξη, ισορροπία, που αποπνέουν μία ήρεμη έκφραση.
Περίοδος των Παλαιολόγων: H πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας ανακαταλαμβάνεται από το Mιχαήλ H' Παλαιολόγο το 1261. Στην παλαιολόγεια περίοδο παρατηρείται μια άνθιση και ανανέωση της βυζαντινής ζωγραφικής με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την στροφή προς την κλασσική αρχαιότητα. Κοντά στο 1265, διακόσμηση με τοιχογραφίες της Αγίας Τριάδας της Σοπότσανη στη Σερβία είναι το πλέον μεγαλεπήβολο έργο του μνημειακού ύφους του 13ου αιώνα, που σηματοδοτεί τις ιδέες της αναγέννησης στην πρώτη εποχή των Παλαιολόγων. Μακριές, θριαμβευτικές καμπύλες συνεπαίρνουν τις μορφές ορίζοντας πλάτος και όγκο, ευγένεια ρυθμού ενοποιεί την κίνηση προσώπων και ομάδων στο σύνολο, οι φυσιογνωμίες επιβάλλονται με δυνατό χαρακτήρα και βαρύ ανθρώπινο πάθος.
Η εξαιρετική ζωγραφική του Έλληνα μαϊστορα της Σοπότσανη σημειώνει το απόγειο του κλασικού ύφους στην εποχή του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Ο ηρωικός τόνος χαμηλώνει στους επόμενους χρόνους, καθώς η νέα καλλιτεχνική σύνθεση ωθείται στο βαρύ και ογκηρό παρουσιαστικό των μορφών. Επί της βασιλείας του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου η θρησκευτική ζωγραφική γνωρίζει τη μεγάλη της άνθηση. Πολυάριθμες οι τοιχογραφικές διακοσμήσεις που μνημονεύουν τον ευσεβή αυτοκράτορα στις επιγραφές τους. Τα ζωγραφικά προγράμματα διευρύνονται, καθώς οι συνθέσεις μικραίνουν και εμπλουτίζονται με μορφές, παραστάσεις και κύκλους που εμπνέονται από τη λειτουργική και την υμνογραφική παράδοση.
Δύο από τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά μνημεία της Βυζαντινής εποχής, είναι η Αγιά Σοφιά και η Μονή της Χώρας και αποτελούν πρότυπο για όλους τους μεταγενέστερους βυζαντινούς ναούς αλλά και σύμβολο εξουσίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στα δύο αυτά μνημεία υπάρχουν σημαντικές εικόνες και τοιχογραφίες οι οποίες ξεχωρίζουν για τον ιδιαίτερο τους διάκοσμο (έντονα χρώματα, αρμονικές αναλογίες μελών και φυσική έκφραση προσώπων). Η βυζαντινή ζωγραφική επηρέασε σημαντικά τη μεταβυζαντινή εποχή καθώς μέχρι και σήμερα τα έργα που υπάρχουν αποτελούν έμπνευση για πολύ κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...