Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

ΕΦΕΣΟΣ- ΛΑΟΔΙΚΕΙΑ

Η Έφεσος ήταν μία από τις σημαντικότερες Ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας σχεδόν στα παράλια του Αιγαίου. Ήταν χτισμένη παρά τον μυχό του Καΰστριου κόλπου Α.ΒΑ. της Σάμου.
Η αρχαία πόλη οικοδομήθηκε στις χαμηλές πλαγιές των λόφων Κορησός και Πρίων οπού στη συνέχεια αυτών εκτεινόταν η εύφορη πεδιάδα της Εφέσου το λεγόμενο Εφέσιο πεδίο. Ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδος βρισκόταν ακριβώς στη πεδιάδα αυτή απέχοντας 1 μίλι (δέκα στάδια) από την πόλη. Η δε γονιμότητα της πεδιάδας της Εφέσου καθώς και η θέση της πόλης της Θαλασσοθέας σε κομβικό σημείο της φυσικής οδού επικοινωνίας της θάλασσας του Αιγαίου με την Μικρασιατική ενδοχώρα συνέβαλαν κατά μέγιστο λόγο στην ακμή της πόλης.
Γύρω στον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Υπήρχε εκεί η πλούσια οικογένεια του Μέλανος, που οι απόγονοί της παντρεύονταν πριγκίπισσες από τη Λυδία. Η Έφεσος βρισκόταν πάντα σε καλές σχέσεις με τις Σάρδεις γιατί από εκεί εξαρτιόταν το διαμετακομιστικό εμπόριο που της άφηνε τόσα πλούτη. Οι στατήρες του Φάνη, οι οποίοι είναι από τα πρώτα ελληνικά νομίσματα, εμφανίστηκαν κατά τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. και θεωρείται πιθανό πως σχετίζονται με την πόλη της Εφέσου βάσει της παράστασης του ελαφιού που φέρουν και της σύνδεσης του ζώου με την Άρτεμη, προστάτιδας της Εφέσου.
Κατά τον 6ο αιώνα πέρασε κάτω από την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της. Περίπου τότε Εφέσιοι -προφανώς μισθοφόροι- κατά παραχώρηση του Φιλέλληνα φαραώ Άμαση έκτισαν ομώνυμη πόλη στις όχθες του Νείλου ποταμού. Πέρασε, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων κι έτσι αποτέλεσε τμήμα του περσικού κράτους. Απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε άλλαξε το όνομά της και ονομάστηκε Αρσινόεια, από το όνομα της γυναίκας του Λυσίμαχου. Την εποχή αυτή ξαναβρήκε την παλιά εμπορική της δραστηριότητα. Αργότερα συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου και έγινε μια από τις πιο αξιόλογες ρωμαϊκές επαρχίες της Ασίας. Το 88 π.Χ. την κατάλαβε ο Μιθριδάτης, μετά όμως από την ήττα του από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, εγκαταστάθηκε εκεί το διοικητήριο του Σύλλα.
Η Έφεσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να κτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια. Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας. Το ιερό της Άρτεμης υπηρετούσαν ιερείς και ιέρειες παρθένοι, που ονομάζονταν Μεγάβυζοι. Ο ναός καταστράφηκε το 356 π.Χ., ξαναχτίστηκε και τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη.
Η αρχαία Έφεσος σε βάθος χρόνου παρήκμασε λόγω της καταστροφής του λιμανιού από τις προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου. Κατά την μεταβυζαντινή εποχή είχε απομείνει μικρός οικισμός που αναπτύχθηκε γύρο από τον ναό Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Αργότερα, όταν στην περιοχή ήλθαν μουσουλμάνοι Τούρκοι, ο οικισμός ονομάστηκε Αγιασολούκ, ονομασία που προήλθε από την παραφθορά της λέξης Άγιος Θεολόγος
Σύμφωνα με την παράδοση η πρώτη χριστιανική εκκλησία στην Έφεσο δημιουργήθηκε τον 1ο αιώνα, από μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή. Την πόλη επισκέφτηκε επίσης ο Απόστολος Παύλος το 55 μ.Χ Η Εκκλησία της Εφέσου ήταν μία από τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες της Μικράς Ασίας και που αποτέλεσε στην συνέχεια μία από τις Επτά Εκκλησίες της Αποκάλυψης στις οποίες στάλθηκε από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη ιδιαίτερη επιστολή «Αποκάλυψη». Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα των πρώιμων και μέσων βυζαντινών χρόνων περιλαμβάνουν πολλές εκκλησίες, λουτρά, και πολυτελείς κατοικίες. Μετά την τουρκική κατάληψη καταστράφηκε. Τώρα απομένουν μόνο ερείπια της αρχαίας πόλης και του ναού, που τα περισσότερα έχουν έρθει στο φως από τις ανασκαφές.
Η χριστιανική ιστορία της Εφέσου ξεκινά ήδη από τον 1ο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με την παράδοση, μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή εγκαταστάθηκαν στην Έφεσο τελώντας υπό την καθοδήγηση του Απόλλωνα, μαθητή του Βαπτιστή. Το 55 μ.Χ. έφθασε στην πόλη ο απόστολος Παύλος, ο οποίος έμεινε εκεί τρία χρόνια και η διδασκαλία του βρήκε αρκετή απήχηση. Η δραστηριότητά του, ωστόσο, συνάντησε αντιδράσεις και έτσι αναγκάστηκε να φύγει από εκεί το 58 μ.Χ., ύστερα από εξέγερση που υποκίνησαν άνθρωποι του ναού της Αρτέμιδος, η λατρεία της οποίας ήταν διαδεδομένη στην πόλη. Ο απόστολος Ιωάννης επίσης εγκαταστάθηκε και δίδαξε στην πόλη (το πιθανότερο μετά το 70 μ.Χ.). Κατά την παράδοση, κοντά στον Ιωάννη ζούσε και η ίδια η Μαρία Θεοτόκος, ενώ θεωρούνταν επίσης ότι η Μαρία Μαγδαληνή πέθανε στην Έφεσο.
Στα μέσα του 4ου αιώνα στην Έφεσο, ο διδάσκαλος Μάξιμος συνέδεε τη φιλοσοφία με τη μαγεία, πρακτική που δεν ήταν αποδεκτή από όλους και που προκάλεσε τους διωγμούς των φιλοσόφων από τον αυτοκράτορα Ουάλεντα (364-378), που με τη σειρά τους προκάλεσαν εξέγερση των κατοίκων της πόλης. Οι παγανιστικές πρακτικές και οι εθνικές λατρείες ωστόσο υποχώρησαν σταδιακά με το πέρασμα του χρόνου. Το γεγονός αυτό γίνεται εμφανές στην Έφεσο κυρίως από τη μετατροπή μνημείων των αρχαίων θεών σε χριστιανικά, από την καταστροφή τους αλλά και από την αυξανόμενη χρήση χριστιανικών συμβόλων. Το όνομα της Αρτέμιδος, που λατρευόταν στην πόλη κατά την αρχαιότητα, σβηνόταν από τις επιγραφές, τα αγάλματά της καταστρέφονταν και τη θέση τους έπαιρναν σταυροί, ενώ ο ναός της Αρτέμιδος, που καταστράφηκε το 262 και κατόπιν επισκευάστηκε, συνέχισε να υπολειτουργεί μέχρις ότου ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (398-404) έθεσε οριστικά τέλος στη λειτουργία του. Σύμφωνα με την παράδοση, η εκκλησία της Εφέσου ιδρύθηκε από τον μαθητή του απόστολου Παύλου Τιμόθεο. Η χριστιανική κοινότητα και κατ’ επέκταση η Εκκλησία σταδιακά αποδέχθηκαν τις παραδόσεις σύμφωνα με τις οποίες η Θεοτόκος, η Μαρία Μαγδαληνή και ένας αριθμός άλλων αγίων έζησαν, πέθαναν και τάφηκαν στην Έφεσο· η παράδοση για την παρουσία της Θεοτόκου στην πόλη έγινε δεκτή πριν από το 431, της Μαρίας Μαγδαληνής πριν από το 630. Δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί το μέγεθος της χριστιανικής κοινότητας της Εφέσου, ωστόσο ο κατάλογος των αγίων και των μαρτύρων της πόλης οδηγεί ίσως στο συμπέρασμα ότι η χριστιανική κοινότητα καθ’ όλη την ύστερη αρχαιότητα ήταν μεγάλη. Η σημασία της Εφέσου ως πρωτοχριστιανικής έδρας για τη διάδοση του χριστιανισμού στη Μικρά Ασία φαίνεται και από το γεγονός ότι η Εκκλησία της είναι μία από τις επτά Εκκλησίες της Μικράς Ασίας που αναφέρονται στην Αποκάλυψη του Ιωάννη.
Λ Α Ο Δ Ι Κ Ε Ι Α
Ολοκληρώθηκε, αρχές Οκτωβρίου φέτος, η αποκατάσταση του αρχαίου θεάτρου της Λαοδίκειας (Φρυγία Τουρκίας) από την ομάδα του καθηγητή Celal Simsek του Πανεπιστημίου του Παμούκαλε (αρχαίας Ιεραπόλεωs), που είχε ξεκινήσει το 2003. Η Λαοδίκεια κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά τη Χαλκολιθική Φάση (5500 π.Χ.).
Κτισμένη στη συμβολή των ποταμών Μαιάνδρου και Λύκου, παρουσιάζει 12000 τετραγωνικά μέτρα μεγάλου αρχαιολογικού και περιηγητικού ενδιαφέροντος, χάρη στις περίστυλες οικίες της, στις κιονοστοιχίες της, στο ρωμαϊκό της υδραγωγείο, στο αμφιθέατρό της, στα λουτρά και στους ναούς της, στις Αγορές της, στις δύο μνημειακές της πύλες, στο Στάδιό της (285 x 70m), στις τέσσερις νεκροπόλεις που την περιβάλλουν, στο κτήριο του αρχαίου Βουλευτηρίου της και στους περιβόλους με τα ερείπια χριστιανικών ναών της. Η Λαοδίκεια (όνομα που της έδωσε ο Σελευκίδης Αντίοχος Β' Θεός προς τιμήν της συζύγου του, ενώ παλαιότερα ονομαζόταν Διόσπολις) έγινε γνωστή από τον αρχαίο ρήτορα Μένανδρο, από τον Θειωδά, κληρονόμο της φιλοσοφικής και ιατρικής σχολής του Σκεπτικού Αινησίδημου, καθώς και από τις αναφορές του αποστόλου Παύλου και του ευαγγελιστή Ιωάννη στην "Αποκάλυψη"(1.11, 3.14-22).
Αρχικά ανήκε στην εξουσία του ελληνιστικού βασιλείου της Περγάμου, επί Αντιόχου εποικίστηκε με σημαντική παροικία Εβραίων που μεταφέρθηκαν εκεί από τη βαβυλώνια αιχμαλωσία, ενώ μετά το 130/129 κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους. Καταστράφηκε επί Νέρωνος, το 66 μ.Χ., από έντονη σεισμική δόνηση και ανοικοδομήθηκε από τον Μάρκο Αυρήλιο. Υπέφερε ιδιαίτερα στη διάρκεια των Μιθριδατικών Πολέμων και ήταν πατρίδα του σοφιστού Πολέμονα (88-144 μ.Χ.), αυτοκράτορα της Τραπεζούντας. Η στρατηγική της θέση την κατέστησε μεγάλο εμπορικό κέντρο, ενώ η ρωμαϊκή αυτοκρατορία τη χαρακτήρισε "ελεύθερη πόλη".
Εκχριστιανίσθηκε στα τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα και επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (όπως μαρτυρούν οι βασιλικές με τα μωσαϊκά, τις τοιχογραφίες και τις επιγραφές της) υπήρξε έδρα χριστιανικής επισκοπής. Μετά τη διαίρεση της Φρυγίας, η Λαοδίκεια έγινε πρωτεύουσα της Παλατιανής Φρυγίας, όπως αναφέρεται στις Notitias Episcopatuum. Το 1255 έπεσε στα χέρια των Σελτζούκων Τούρκων, ανακτήθηκε από τον Ιωάννη Β' Κομνηνό, ενώ ακολούθησε η ισοπέδωσή της από τις εισβολές των Μογγόλων. Από την επιστήμη της Επιγραφικής μαθαίνουμε ότι, σε όλη τη διάρκεια της ακμής της (έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα), η Λαοδίκεια γνώρισε την αγαστή, ειρηνική συνοίκηση του εγχώριου πληθυσμού με τους Μακεδόνες, τους Σελευκίδες, τους Περγαμηνούς, τους Ρωμαίους και τους Εβραίους που κατά καιρούς την εποίκισαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...