Ανέκαθεν οι άνθρωποι εφεύρισκαν μύθους για να δικαιολογήσουν την ανάγκη τους να κατακτούν όλο και νέους τόπους. Με αυτούς τους μύθους δικαιολογούσαν την ύπαρξή τους, επινοούσαν τις ρίζες τους. Τον τόπο όπου γεννήθηκαν τον χαρακτήριζαν "ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΤΟΠΟ". Σε πολλές περιοχές οι κάτοικοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους "Σπαρτούς", δηλαδή αντιλαμβάνονταν πως "φύτρωσαν", τρόπον τινά, από τον τόπο αυτόν, μετά από μια περίοδο οργής του θεού που ταυτιζόταν, συνήθως, με ένα μυθολογούμενο Κατακλυσμό και μιαν "επανέναρξη" της ιστορικής αφήγησης. Στη μυθολογία γένεσης της αρχαίας Θήβας, ο μυθολογούμενος γενάρχης Κάδμος είχε σκοτώσει τον Δράκο που φρουρούσε την κρήνη κι αφάνιζε όσους πήγαιναν για νερό. Κατόπιν, με συβουλή της Αθηνάς έσπειρε τα δόντια του στη γη κι αμέσως φύτρωσαν ένοπλοι άντρες, οι λεγόμενοι Σπαρτοί, που, σύμφωνα με το Φερεκύδη, ο Κάδμος άρχισε να τους πετροβολεί κι εκείνοι, νομίζοντας ότι λιθοβολούνται μεταξύ τους άρχισαν τη μάχη με αποτέλεσμα να σκοτωθούν όλοι εκτός από πέντε, τον Εχίονα, τον Ουδαίο, τον Χθόνιο, τον Υπερήνορα και τον Πέλωρο.Ο Κάδμος είχε σκοτώσει τον Δράκο που φρουρούσε την κρήνη κι αφάνιζε όσους πήγαιναν για νερό. Κατόπιν, με συβουλή της Αθηνάς έσπειρε τα δόντια του στη γη κι αμέσως φύτρωσαν ένοπλοι άντρες, οι λεγόμενοι Σπαρτοί, που, σύμφωνα με το Φερεκύδη, ο Κάδμος άρχισε να τους πετροβολεί κι εκείνοι, νομίζοντας ότι λιθοβολούνται μεταξύ τους άρχισαν τη μάχη με αποτέλεσμα να σκοτωθούν όλοι εκτός από πέντε, τον Εχίονα, τον Ουδαίο, τον Χθόνιο, τον Υπερήνορα και τον Πέλωρο.
Η πεποίθηση στη δύναμη που δίνει στον άνθρωπο (και πιο συγκεκριμένα στον άντρα) η γη από όπου ξεφύτρωσε, φαίνεται από ένα πλήθος εκφράσεων του λαού: κάποιοι χωρικοί, όταν βλέπουν ότι ένα παιδί «δεν είναι σπαρτός» (δηλαδή αντρειωμένος), λένε την παροιμία: «Δόντια να μην είχε ακόμα θα βύζαινε»!.. Το ίδιο λένε και για τους ανώριμους ανθρώπους: «Ακόμα δεν του φάνηκαν τα δόντια»! Ή: «Ακόμα δεν έβγαλε τον φρονιμίτη»!
Ακόμη και στον Χριστιανισμό, λοιπόν, ο Θεός εμφανίζεται ως "σπορέας" των ανθρώπων.
Βεβαίως, τα πράγματα μπορεί κανείς να τα προσεγγίσει και διαφορετικά. Αρκεί να σκεφτεί πως η πατρίδα δεν είναι ο τόπος διαμονής. Δεν είναι ο τόπος όπου τυχαίνει να γεννηθεί κάποιος. Πατρίδα είναι το μέρος εκείνο που καθένας αισθάνεται και ονοματίζει «σπίτι του». Με επίκεντρο λοιπόν το «σπίτι μας» αρχίζει μέσα μας να στερεοποιείται, να παγιώνεται και να διογκώνεται ο «βιωμένος χώρος» που έλεγε και ο Gaston Bachelard, εντός του οποίου κατοικοεδρεύουν οι εικόνες, οι μνήμες, τα συναισθήματα και “βρίσκει καταφύγιο ο χρόνος που πέρασε κι έχει χαθεί” .
Με άλλα λόγια, από μόνη της η έννοια του χώρου δεν αρκεί. Πρέπει, για να αποκτήσει υπόσταση, να συνδυαστεί, στην ανθρώπινη συνείδηση, με την έννοια του χρόνου.
Ένας τόπος γίνεται πατρίδα όταν κάποιος αφηγηθεί την ιστορία του, όταν από απλή γεωγραφική τοποθεσία μυθολογηθεί και γίνει αφήγηση. Όταν δηλαδή κάποιος με βάση τον “βιωμένο χώρο” του εγκαθιδρύσει μέσα στη γλώσσα μια σειρά από αναγνωρίσιμα “σύμβολα αναγνώσιμα μέσα από κώδικες αληθοφάνειας ”, μια σειρά από αντιλήψεις που έχουν οι άνθρωποι για το πώς πέρασε ο χρόνος από μνημεία, για το πώς έβαλε σύνορα, για το πώς αφουγκράσθηκε τα βράχια, μίλησε με τα δέντρα, πέρασε από μονοπάτια μονοπάτια, συναντήθηκε με ζώα, φυτά, πηγές και ποτάμια… Τότε, με αρχή τον τόπο τους, οι άνθρωποι δημιουργούν ένα συλλογικό αρχείο ομιλιών γεμάτο από κοινές εικόνες, πλούσιες όχι μόνο στις δηλώσεις αλλά κυρίως στις υποδηλώσεις και στους συνειρμούς τους. Με συγκεκριμένη αντίληψη της χρονικότητας, δημιουργούν μια κοινή γλώσσα που μπορεί να εκφέρει λόγο αφηγηματικό, σταδιακά δε μπορεί και να διατυπώσει μια λογική εξιστόρησης.
Βέβαια το συλλογικό αρχείο των κειμένων αυτών διαμορφώνεται και από άλλες «πηγές», πέρα από τα περιεχόμενα του δικού μας, εξατομικευμένου και υποκειμενικά «βιωμένου χώρου και χρόνου». Την αντίληψη για τον τόπο μας τη διαμορφώνουν και οι «άλλοι», αυτοί που δεν είναι συντοπίτες ή συγχωριανοί μας. Είναι οι ξένοι από το εσωτερικό και το εξωτερικό (σκεφτείτε στην περίπτωση της Ελλάδας: οι ρομαντικοί προσκυνητές, οι ταξιδιώτες, οι περιηγητές, οι τουρίστες, αλλά και οι διπλωμάτες, οι αρχαιολόγοι, οι συγγραφείς, οι ιστορικοί, οι κάθε λογής διανοούμενοι, οι καλλιτέχνες...) που επισκέπτονται τον τόπο μας και μιλούν γι’ αυτόν
Άνθρωποι που γνώριζαν την καλλιέργεια της γης, σαν τον επικό ποιητή Ησίοδο, μας «μαθαίνουν» να βλέπουμε και με τα δικά τους μάτια, και να μιλάμε με τα δικά τους λόγια για τον τόπο μας. Έτσι συμπληρώνουμε το συλλογικό αρχείο των ομιλιών, συνυπολογίζοντας και τις ομιλίες των ξένων . Μιλώντας λοιπόν γι’ αυτό το συλλογικό αρχείο των ομιλιών μπορούμε να το φανταστούμε σαν ένα φανταστικό χάρτη, βασισμένο στη γεωγραφία, αλλά φτιαγμένο από τα νοητά της μυθοπλασίας της δικής μας και των άλλων. Πρόκειται για ένα νοητό χάρτη φτιαγμένο από αναδρομές στην ιστορία, από μύθους, από αντιλήψεις που έχουμε για τα ερείπια, από παραδόσεις, από ιδέες «αυτοχθονιότητας» και “αυθεντικότητας”, από αντιλήψεις για την ιστορική συνέχεια, από την επιστράτευση ενός παρελθόντος που σέρνεται έως το παρόν για να δώσει εδώ και τώρα λύσεις και «λύσεις». Αυτή είναι η τοπογραφία της πατρίδας (ακολουθώ τα λόγια του διανοούμενου Θωμά Ψύρρα)
Η ιστορική αφήγηση αναφέρεται διαρκώς σε χώρους: τόπους ανθρώπινης εγκατάστασης, μετακίνηση φυλών στον χάρτη, τόπους νέας εγκατάστασης ή μετεγκατάστασης, τόπους κατάκτησης, νέους τόπους που ανακαλύπτονται. Όλες αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις του χώρου είναι που συνθέτουν τις έννοιες της πατρίδας, του γενέθλιου τόπου, της γενεαλογίας και της καταγωγής,αλλά και της ευημερίας και του πολιτισμού.
Αντίστοιχα, οι διαφορετικές μορφές απώλειας ενός τόπου συνθέτουν τις έννοιες της ξενιτειάς, της περιπλάνησης, της νοσταλγίας, της αναζήτησης εστίας, όπως είναι η περίπτωση της Οδύσσειας του Ομήρου (για τους Έλληνες) και της Αινειάδας του Βιργιλίου (για τους Ρωμαίους).
Είναι χαρακτηριστική η περιπλάνηση της εβραϊκής φυλής μέχρι την εξεύρεση της "γης της επαγγελίας", της γης Χαναάν. Στην εβραϊκή μυθολογία ο Θεός έχει "υποσχεθεί" στον εκλεκτό λαό του τη γη αυτήν, γι'αυτό και ονομάζεται "Γη της Επαγγελίας" (επαγγέλλομαι σημαίνει υπόσχομαι).
Όποτε ένας λαός διαμόρφωνε τη φιλοσοφική πεποίθησή του για τον ιστορικό χώρο που κατά την άποψή του τού αντιστοιχούσε, κατασκεύαζε, αυτομάτως, και μια νοητική σύλληψη της έννοιας του ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ταυτίζοντάς την με την έννοια του ΔΙΚΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Έτσι, για παράδειγμα, ο Περικλής στον "Επιτάφιο" λόγο του, το 429 π.Χ., χαρακτηρίζει την αθηναϊκή πόλη/κράτος ως την "πατρίδα της Δημοκρατίας" και την περιγράφει ως την πιο έξοχη, υποδειγματική, άψογη κοινωνική και πολιτική διοργάνωση της εποχής του.
Δεν είναι τυχαίο το ότι οι Αθηναίοι της κλασικής εποχής (5ος αιώνας π.Χ.) είχαν πολύ συγκεκριμένη αντίληψη για τον ιστορικό τους χώρο. Η Αθήνα ήταν η ΗΔΗ ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΗ "γη της Επαγγελίας" γι'αυτούς. Όσοι κατοικούσαν στην Αθήνα είχαν την εύνοια της τύχης, την εύνοια των θεών, δηλαδή "είχαν τον πολιτισμό με το μέρος τους". Aυτό απεικονίζεται στη γλυπτή πομπή των Παναθηναίων, στη ζωφόρο του Παρθενώνα. Το 334 π.Χ. βασιλιάς της Μακεδονίας αναγορεύεται ο Αλέξανδρος. Εμπνέεται από τα πολεμικά παραδείγματα του πατέρα του, Φιλίππου, και από τη διδασκαλία του παιδαγωγού του, Αριστοτέλη. Με τις κατακτήσεις του διευρύνει την αντίληψη της πόλεως προς την κατεύθυνση της οικουμένης. Η γλώσσα και ο πολιτισμός των Ελλήνων που μεταλαμπάδευσε στα εδάφη που κατέκτησε, επιζούν επί αιώνες. Λαοί που μέχρι τότε αγνοούσαν ο ένας τον άλλον, έρχονται σε επαφή, είτε λόγω των επεκτατικών πολέμων και της διπλωματίας, είτε μέσω των νέων οδών του εμπορίου. Για πρώτη φορά, πληθυσμοί στη Δύση και την Ανατολή θα αντιληφθούν πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος όπου ζουν και θα σφυρηλατήσουν δεσμούς που οδηγούν στην ανταλλαγή εμπορευμάτων και ιδεών. Ο πρόωρος θάνατος του Αλέξανδρου, το 323 π.Χ., αφήνει αναπάντητο το ερώτημα αν θα μπορούσε με τις εξαιρετικές ικανότητές του, να επιτύχει την πολιτική ενότητα της αυτοκρατορίας του. Η αυτοκρατορία του κατακερματίζεται και διαμοιράζεται στους διαδόχους του. Στα ελληνιστικά βασίλεια κατοικεί ένα μωσαϊκό υπηκόων χωρίς καμιά ομοιογένεια από άποψη φυλετική, κοινωνική, πολιτική. «Επίσημη γλώσσα» είναι η ελληνική. Πρόκειται για την εξελιγμένη μορφή της αττικής διάλεκτου που έγινε η παγκόσμια γλώσσα της ελληνιστικής εποχής («ελληνιστική κοινή»). Σε αυτήν γράφονται οι νόμοι, τα επίσημα κείμενα, τα βιβλία (συμπεριλαμβανομένης και της Καινής Διαθήκης αργότερα). Οι παλαιές γλώσσες πάντως διασώζονται ως μητρικές γλώσσες μεγάλων ομάδων πληθυσμού, όπως για παράδειγμα η αραμαϊκή (η γλώσσα του Ιησού) και η αιγυπτιακή. Ο καινούργιος κόσμος μοιάζει να μην έχει όρια. Η μετάβαση από τον προστατευτικό χώρο της πόλεως – κράτους στον κοσμοπολιτισμό, η συμβίωση με τόσους διαφορετικούς ανθρώπους, προκαλεί ανασφάλεια. Ο κόσμος όμως, όχι πια η πόλις, αποτελεί, κατά τον φιλόσοφο Ζήνωνα, θεμελιωτή της στωικής φιλοσοφίας, το νέο πρότυπο της ανθρώπινης κοινότητας: «...να μη ζούμε χωρισμένοι σε κράτη και σε δήμους και σε σύνορα ξεχωριστών δικαίων, παρά όλους τους ανθρώπους να τους λογαριάζουμε για συνδημότες και συμπολίτες μας, και μια ζωή και οργάνωση να υπάρχει...» (Πλούταρχος, Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 329, 6α, μτφρ. Θρ. Σταύρου). Το φιλοσοφικό αυτό όραμα του Ζήνωνα, ο Αλέξανδρος το έκανε πράξη. Ο άνθρωπος της ελληνιστικής εποχής παύει να είναι πολίτης της πόλης του, γίνεται «πολίτης της οικουμένης». Τα ελληνιστικά βασίλεια επιζούν περισσότερο από έναν αιώνα και συνδέονται μεταξύ τους με κοινούς δεσμούς γλώσσας, πολιτισμού και εμπορίου. Βαθμιαία όμως αρχίζουν να εξασθενούν. Το ένα μετά το άλλο υποτάσσονται στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Το πρότυπο αυτοκρατορίας που ίδρυσε ο Αλέξανδρος, όπως συνεχίστηκε από τους διαδόχους του, βρίσκει έκφραση στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Χάρη σε αυτόν τον νεαρό, ιδιοφυή και φιλόδοξο βασιλιά, ο ελληνικός πολιτισμός έγινε οικουμενικός, και επηρέασε βαθύτατα όλο τον αρχαίο κόσμο. Το 330 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος επιλέγει την ελληνική πόλη του Βυζαντίου, στην υδάτινη οδό μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, για να θεμελιώσει τη «νέα Ρώμη», τη «βασιλεύουσα» Κωνσταντινούπολη. Οι τρεις κύριες κατευθυντήριες αρχές που διέπουν τη διακυβέρνηση της ανατολικής ρωμαϊκής (βυζαντινής) αυτοκρατορίας είναι α) η ρωμαϊκή παράδοση στους νόμους και τη διοίκηση, β) ο ελληνικός πολιτισμός, γ) η χριστιανική θρησκεία. Αυτά είναι και τα τρία σπουδαιότερα στοιχεία που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ο 6ος αιώνας σφραγίζεται από τη βασιλεία του Ιουστινιανού. Επιδιώξεις του είναι η αναβίωση της οικουμενικής ρωμαϊκής ηγεμονίας (‘imperium romanum’) και η ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Τον σκοπό αυτό εξυπηρετεί και η ανασύσταση του ρωμαϊκού δικαίου. Έτσι, ένα τιτάνιο, χωρίς προηγούμενο, νομοθετικό έργο ολοκληρώνεται σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα. Πρόκειται για τη συστηματική κωδικοποίηση του ρωμαϊκού δικαίου σε ένα «σώμα», το περίφημο Corpus Iuris Civilis, όπως μετονομάστηκε. Το Βυζάντιο θα χρησιμοποιήσει το απαράμιλλο αυτό εργαλείο για την απονομή δικαιοσύνης σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και θα το μεταβιβάσει ως ανεκτίμητη κληρονομιά για τη νομική επιστήμη στην Ευρώπη των νεότερων χρόνων. Στην παρακμή του Βυζαντίου συντελεί η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους από το 1204 μέχρι το 1261. Στο διάστημα αυτό εντείνονται οι τάσεις ανεξαρτητοποίησης των ισχυρών γαιοκτημόνων και της στρατιωτικής αριστοκρατίας, που είχαν αρχίσει ήδη από παλαιότερα. ΟΙ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΞΕΙΚΟΝΙΣΗΣ σε κάθε περίοδο της Ιστορίας αντικατοπτρίζουν τις αντιλήψεις της κάθε ιστορικής φάσης σχετικά με τον χωροχρόνο. Η Ρωμαϊκή τέχνη αποτελεί μια φυσική συνέχεια της Ελληνιστικής. Η τεράστια καλλιτεχνική παραγωγή συνεχίζεται πάνω στο ίδιο πνεύμα, πολλές φορές με απευθείας αντιγραφές ελληνιστικών έργων. Στην Πομπηία έχουν σωθεί πολλές τοιχογραφίες σχεδόν σε όλα τα σπίτια και τις επαύλεις και παρουσιάζουν τεράστια ποικιλία θεμάτων. Οι τοιχογραφίες μοιάζουν με εικόνες θεατρικών σκηνών και έχουν φιλοτεχνηθεί με την ψευδαισθητική τεχνική (trompe I'oeil), προκειμένου να δημιουργήσουν στους τοίχους προοπτικούς, διακοσμητικούς χώρους. Ο καλλιτέχνης, προκειμένου να «εξαφανίσει» τον τοίχο, προσπαθεί να δημιουργήσει την οπτική απάτη ενός κήπου. Η απεικόνιση είναι λεπτομερής, με ιδιαίτερη έμφαση στο προοπτικό βάθος. Υπενθυμίζω ότι οι δύο βασικές μορφές της αρχιτεκτονικής τέχνης στον Μεσαίωνα ήταν η ρωμανική και η γοτθική. H ονομασία ρομανική αναφέρεται στην τέχνη της Δυτικής Ευρώπης τον 11ο και το 12ο αιώνα η οποία βασίζεται σε μια ελεύθερη μεταφορά των αρχών της ρωμαϊκής τέχνης. Ωραίο παράδειγμα είναι η βυζαντινή τέχνη: ας δούμε πώς καθορίζεται η αισθητική αντίληψη των βυζαντινών από το φιλοσοφικό περίγραμμα της εποχής εκείνης. Στο Βυζάντιο η Ηθική (δηλαδή η διάκριση Καλού και Κακού) είναι σύμφωνη με τις επιταγές του Χριστιανισμού. Αυτό φαίνεται στις απεικονίσεις του Ιησού και των αγίων στη Βυζαντινή Τέχνη: Το ψηφιδωτό αυτό προέρχεται από την κατακόμβη της Πρισίλας, στη Ρώμη, και είναι του 2ου μ.Χ. αιώνα: ο Ιησούς απεικονίζεται ως "καλός ποιμήν", δηλαδή ως ένας αγαθός βοσκός που βόσκει το ποίμνιό του (τους πιστούς, δηλαδή). Τμήμα από το ψηφιδωτό της ουράνιας Ιερουσαλήμ στον Άγιο Γεώργιο (Ροτόντα) στη Θεσσαλονίκη, 5ος αι. Το ψηφιδωτό αντικατοπτρίζει τη νοητική εικόνα που είχαν οι Βυζαντινοί για την ουράνια βασιλεία: την τοποθετούσαν σε ένα υψηλό σημείο (στα ουράνια), αλλά γεωγραφικά τη συνέδεαν με τον ιστορικό τόπο των Ιεροσολύμων. Ένθρονη Παναγία, ζωγραφιά με εγκαυστική μέθοδο από τη Μονή Σινά: η πρωιμότερη βυζαντινή ζωγραφική συνεχίζει την ελληνιστική και ρωμαϊκή παράδοση της τοιχογραφίας αλλά επενδύει τα κλασικά θέματα με αλληγορικό χριστιανικό περιεχόμενο: κοινές απεικονίσεις ψαρέματος απέδωσαν την αλίευση ψυχών, και απεικονίσεις βοσκών που κουβαλούν τα ζώα τους (εικονογραφικός τύπος μοσχοφόρου) απέδωσαν τον Καλό Ποιμένα που επαναφέρει τους παραστρατημένους στον δρόμο της πίστης. Είναι χαρακτηριστικές οι πρωτοχριστιανικές τοιχογραφίες του ναού του Οσίου Λουκά. Τα σημαντικότερα μνημειακά σύνολα ψηφιδωτών τοίχου (εντοίχιων ψηφιδωτών) του 5ου και 6ου αι., της εποχής ακμής της Παλαιοχριστιανικής ψηφιδογραφίας, σώζονται στη Ρώμη, τη Ραβέννα και τη Θεσσαλονίκη. Στη φωτογραφία, συμβολική απεικόνιση της Μεταμόρφωσης του Χριστού, ψηφιδωτό στον Άγιο Απολλινάριο in Classe της Ραβέννας, 549 Οἱ Βυζαντινοὶ ἤ, ὀρθότερα, οἱ "Ρωμιοὶ τῆς Ἀνατολῆς", παίρνοντας τὴ σκυτάλη ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους προπάτορές τους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη ἀναβιβάσει τὴ γλυπτικὴ στὴν ὑπέρτατη τελειότητα, ἐπιδόθηκαν κατὰ κύριο λόγο στὴ ζωγραφική. Στη ζωγραφική οι Βυζαντινοί βρῆκαν, μέσω τῆς φιλοτέχνησης τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἕναν ἀφαιρετικότερο τρόπο προβολῆς τῶν Ἰδεῶν ἀπὸ ἐκεῖνον τῶν ἀρχαίων ἀγαλματοποιῶν. Πέρασαν δηλαδὴ ἀπὸ τὸν τρισδιάστατο τρόπο ἀναπαράστασης στὸν δισδιάστατο, ἀπὸ τὴ μορφὴ στὴν εἰκόνα. Στὰ βυζαντινὰ δηλαδὴ χρόνια, ὁ ἐνθουσιασμὸς μὲ τὴ μορφὴ ἔδωσε σύντομα τὴ θέση του στὸν ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν εἰκόνα. Ἔτσι, οἱ βυζαντινοὶ καλλιτέχνες ἀσχολήθηκαν σχεδὸν ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν εἰκονογραφία. Μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων καὶ τὴν κραταίωση (ισχυροποίηση) τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, μετὰ τὶς εἰκονομαχικὲς ἔριδες καὶ τὴν ἀποκατάσταση τῶν εἰκόνων, ἡ ζωγραφικὴ (τοιχογραφία, εἰκονογραφία, ψηφιδογραφία καὶ μικρογραφία) στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ ἔφτασε σὲ ὕψιστα ἐπίπεδα καλλιτεχνικῆς ἔκφρασης καὶ πνευματικότητας. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ζωγράφος φορητῶν εἰκόνων καὶ μάλιστα ὁ προσωπογράφος τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία ζωγράφισε ἐκ τοῦ φυσικοῦ. Ὅπως ὅμως θρυλεῖται, ἡ ἴδια ἡ Παναγία τοῦ ὑπέδειξε ἐπακριβῶς πῶς νὰ Τὴν ἀπεικονίσει, τοῦ ὑπέδειξε δηλαδὴ νὰ ὑπερβεῖ τὴν ἀπεικόνισή Της ὡς μιᾶς συγκεκριμένης γυναίκας, ὀνόματι Μαρίας, ἐπιλέγοντας τὴν πνευματικότερη ἀπεικόνισή Της ὡς Θεομήτορος. Ὁ θρύλος αὐτὸς μᾶς ὑποδηλώνει πὼς ἡ φορητὴ εἰκόνα ἀπετέλεσε ἐξαρχῆς ὑπέρβαση τῆς ρεαλιστικῆς ἀναπαράστασης ἑνὸς θέματος, ἀφοῦ ἐπιδιώκει νὰ ἀποδώσει τὴν αἰθερικὴ ὑπόσταση τῆς μορφῆς τὴν ὁποία ἀπεικονίζει. Ἄλλωστε καὶ οἱ αἰθερικὲς εἰκόνες τῶν Ἰδεῶν βρίσκονται σὲ ἀνώτερο ἐπίπεδο ἀπὸ ἐκεῖνο τῶν ὑλομορφοποιήσεών τους. Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, ὁ ἐπονομαζόμενος Ἐλ Γκρέκο, «Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ζωγραφίζει τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας» (πρὶν ἀπὸ τὸ 1567), φορητὴ εἰκόνα, αὐγοτέμπερα σὲ ξύλο, Μουσεῖο Μπενάκη, Ἀθήνα. Μύθοι των Κελτών Blodeuwedd: Η ΨΕΎΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ-ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΟΥΑΛΙΚΟΥ ΜΥΘΟΥ Ένας ουαλικός μύθος με τον τίτλο "Spoils of Annwn" αφηγείται την επιδρομή του Αρθούρου στον Άλλο Κόσμο (Annwn) και παραπέμπει στην ομηρική "Νέκυια". Ο Oenghus mac Oc ήταν ιρλανδικός θεός της Νεότητας,γιος των θεϊκών μορφών Daghdha και Boann. Η μάνα του Boann ήταν ήδη έγκυος στον Oenghus όταν παντρεύτηκε, και το παράνομο ζευγάρι εραστών που ήταν οι γονείς του μπόρεσαν, με τη συνεργία του Ήλιου, να κρύψουν τη μοιχεία από τον σύζυγο της μητέρας, τον Nechtan. Rhiannon η Νύμφη των Αλόγων Το πρώτο μέρος του έπους "Mabinogion" αφηγείται την ιστορία του Pwyll, άρχοντα της νοτιοδυτικής Ουαλίας, που ερωτεύτηκε τη νύμφη των αλόγων Rhiannon και μαζί της απέκτησε τον Pryderi ("φροντίδα των αλόγων"). Η ιστορία του Ιερού Δισκοπότηρου Το Holy Grail υποτίθεται πως ήταν το ποτήρι του Μυστικού Δείπνου που χρησιμοποίησε ο Ιησούς. Η πρώτη λογοτεχνική χρήση του δισκοπότηρου έγινε από τον συγγραφέα Chrétien de Troyes στο έργο του Πάρσιφαλ (Perceval), που γράφτηκε ανάμεσα στο 1181 και το 1190. Οι μύθοι του Αγίου Δισκοπότηρου κυριαρχούν στη μεσαιωνική φιλολογία. According to myth, King Arthur’s wizard Merlin still roams Glastonbury Tor. © Alamy Μεσαιωνική "ταπισερί" που ονομάζεται "Ο θρύλος του Άγιου Δισκοπότηρου", έχει ύψος δυόμισι μέτρα και σχεδόν επτά μέτρα μήκος. Εκτίθεται στο Μουσείο Τέχνης του Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας. Αρθούρος και Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης Ο βασιλιάς Αρθούρος (Arturus) θρυλούται πως ήταν επικεφαλής των ηρωϊκών πολεμιστών που ηγήθηκαν της αντίστασης των Βρετανών κατά των επιδρομέων Σαξόνων, ανάμεσα στον πέμπτο και τον έκτο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με τον ποιητή του δέκατου τρίτου αιώνα Layamon, ο Αρθούρος παρήγγειλε σε ξυλουργό την Στρογγυλή Τράπεζα, που χωρούσε 1,600 άνδρες της αδελφότητάς του. O Mάγος Μέρλιν είναι εξέχουσα μορφή των ιστοριών των σχετικών με τον Αρθούρο. Η νύμφη Armorica αναφέρεται ως νεράιδα στη "Ζωή του Μέρλιν" που συνέγραψε το 1150 ο μεσαιωνικός μυθουργός Geoffrey of Monmouth. Πρώιμοι κελτικοί μύθοι ήδη ανέφεραν το Holy Grail, δίνοντας έδαφος σε αφηγήσεις για ήρωες που ξυπνούσαν τους νεκρούς και υπερνικούσαν τα φυσικά φαινόμενα. Οι 150 Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης ξεκίνησαν τον αγώνα τους για επανεύρεση του Άγιου Δισκοπότηρου όταν αυτό εμφανίστηκε, στη γιορτή της Πεντηκοστής, στον ιππότη Camelot. Από τους ιππότες αυτούς κατόρθωσαν τον στόχο τους μόνον ο Σερ Galahad, ο Πάρσιφαλ και ο Σερ Bors. Ο ποιητής Chrétien de Troyes αφηγείται τον έρωτα του Λάνσελοτ με την Γκουίνεβιρ. (εικονογραφία από τον "Θάνατο του Αρθούρου") Επτά μύθοι για τον Ρομπέν των Δασών Επινοημένος, αρχετυπικός ήρωας που αντιπροσωπεύει τον τύπο του "εγκληματία" των μέσων του δέκατου τρίτου αιώνα. Τοποθετείται στην εποχή της βασιλείας του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου και αντιτίθεται στον Ιωάννη τον Ακτήμονα, πρόδρομο της δυναστείας των Τυδώρ. Παρουσιάζεται ως φιλάνθρωπος που δίνει τα κλοπιμαία του στους φτωχούς χωρικούς, ή ως εκτοπισμένος ευγενής του Χάτιγκτον. Σχετική μεσαιωνική μπαλάντα είναι το τραγούδι "The Lyttle Geste of Robyn Hode", που γράφτηκε μεταξύ του 1492 και του 1510. 1880: ο Ρομπέν των Δασών και η Λαίδη Μάριον. Υποτίθεται ότι η σορός του Ρομπέν βρίσκεται στο Kirklees Priory του Yorkshire. Η παρέα του Ρομπέν των Δασών είναι αντιπροσωπευτική των καταπιεσμένων κοινωνικών τάξεων της Αγγλίας εκείνης της εποχής. ΑΥΤΗ Η ΑΜΦΙΣΗΜΗ IMAGO, ΑΥΤΗ Η...ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ FIGURA "(...)omnis(ergo)figura tanto evidentius veritatem demonstrat quanto apertius -per dissimilem similitudinem- figuram se esse et non veritatem probat" "Κάθε αναπαράσταση (άρα) της πραγματικότητας τόσο εμφανέστερα καταδεικνύει την πραγματικότητα (που αναπαριστά), όσο πιο διάτρανα -λόγω της επιφανειακής ομοιότητος αλλά ουσιαστικής ανομοιότητός της με την πραγματικότητα-αποδεικνύει το γεγονός ότι είναι αναπαράσταση και όχι η ίδια η πραγματικότητα!" Θωμάς ο Ακινάτης,13ος αιώνας μ.Χ.
Η πεποίθηση στη δύναμη που δίνει στον άνθρωπο (και πιο συγκεκριμένα στον άντρα) η γη από όπου ξεφύτρωσε, φαίνεται από ένα πλήθος εκφράσεων του λαού: κάποιοι χωρικοί, όταν βλέπουν ότι ένα παιδί «δεν είναι σπαρτός» (δηλαδή αντρειωμένος), λένε την παροιμία: «Δόντια να μην είχε ακόμα θα βύζαινε»!.. Το ίδιο λένε και για τους ανώριμους ανθρώπους: «Ακόμα δεν του φάνηκαν τα δόντια»! Ή: «Ακόμα δεν έβγαλε τον φρονιμίτη»!
Ακόμη και στον Χριστιανισμό, λοιπόν, ο Θεός εμφανίζεται ως "σπορέας" των ανθρώπων.
Βεβαίως, τα πράγματα μπορεί κανείς να τα προσεγγίσει και διαφορετικά. Αρκεί να σκεφτεί πως η πατρίδα δεν είναι ο τόπος διαμονής. Δεν είναι ο τόπος όπου τυχαίνει να γεννηθεί κάποιος. Πατρίδα είναι το μέρος εκείνο που καθένας αισθάνεται και ονοματίζει «σπίτι του». Με επίκεντρο λοιπόν το «σπίτι μας» αρχίζει μέσα μας να στερεοποιείται, να παγιώνεται και να διογκώνεται ο «βιωμένος χώρος» που έλεγε και ο Gaston Bachelard, εντός του οποίου κατοικοεδρεύουν οι εικόνες, οι μνήμες, τα συναισθήματα και “βρίσκει καταφύγιο ο χρόνος που πέρασε κι έχει χαθεί” .
Με άλλα λόγια, από μόνη της η έννοια του χώρου δεν αρκεί. Πρέπει, για να αποκτήσει υπόσταση, να συνδυαστεί, στην ανθρώπινη συνείδηση, με την έννοια του χρόνου.
Ένας τόπος γίνεται πατρίδα όταν κάποιος αφηγηθεί την ιστορία του, όταν από απλή γεωγραφική τοποθεσία μυθολογηθεί και γίνει αφήγηση. Όταν δηλαδή κάποιος με βάση τον “βιωμένο χώρο” του εγκαθιδρύσει μέσα στη γλώσσα μια σειρά από αναγνωρίσιμα “σύμβολα αναγνώσιμα μέσα από κώδικες αληθοφάνειας ”, μια σειρά από αντιλήψεις που έχουν οι άνθρωποι για το πώς πέρασε ο χρόνος από μνημεία, για το πώς έβαλε σύνορα, για το πώς αφουγκράσθηκε τα βράχια, μίλησε με τα δέντρα, πέρασε από μονοπάτια μονοπάτια, συναντήθηκε με ζώα, φυτά, πηγές και ποτάμια… Τότε, με αρχή τον τόπο τους, οι άνθρωποι δημιουργούν ένα συλλογικό αρχείο ομιλιών γεμάτο από κοινές εικόνες, πλούσιες όχι μόνο στις δηλώσεις αλλά κυρίως στις υποδηλώσεις και στους συνειρμούς τους. Με συγκεκριμένη αντίληψη της χρονικότητας, δημιουργούν μια κοινή γλώσσα που μπορεί να εκφέρει λόγο αφηγηματικό, σταδιακά δε μπορεί και να διατυπώσει μια λογική εξιστόρησης.
Βέβαια το συλλογικό αρχείο των κειμένων αυτών διαμορφώνεται και από άλλες «πηγές», πέρα από τα περιεχόμενα του δικού μας, εξατομικευμένου και υποκειμενικά «βιωμένου χώρου και χρόνου». Την αντίληψη για τον τόπο μας τη διαμορφώνουν και οι «άλλοι», αυτοί που δεν είναι συντοπίτες ή συγχωριανοί μας. Είναι οι ξένοι από το εσωτερικό και το εξωτερικό (σκεφτείτε στην περίπτωση της Ελλάδας: οι ρομαντικοί προσκυνητές, οι ταξιδιώτες, οι περιηγητές, οι τουρίστες, αλλά και οι διπλωμάτες, οι αρχαιολόγοι, οι συγγραφείς, οι ιστορικοί, οι κάθε λογής διανοούμενοι, οι καλλιτέχνες...) που επισκέπτονται τον τόπο μας και μιλούν γι’ αυτόν
Άνθρωποι που γνώριζαν την καλλιέργεια της γης, σαν τον επικό ποιητή Ησίοδο, μας «μαθαίνουν» να βλέπουμε και με τα δικά τους μάτια, και να μιλάμε με τα δικά τους λόγια για τον τόπο μας. Έτσι συμπληρώνουμε το συλλογικό αρχείο των ομιλιών, συνυπολογίζοντας και τις ομιλίες των ξένων . Μιλώντας λοιπόν γι’ αυτό το συλλογικό αρχείο των ομιλιών μπορούμε να το φανταστούμε σαν ένα φανταστικό χάρτη, βασισμένο στη γεωγραφία, αλλά φτιαγμένο από τα νοητά της μυθοπλασίας της δικής μας και των άλλων. Πρόκειται για ένα νοητό χάρτη φτιαγμένο από αναδρομές στην ιστορία, από μύθους, από αντιλήψεις που έχουμε για τα ερείπια, από παραδόσεις, από ιδέες «αυτοχθονιότητας» και “αυθεντικότητας”, από αντιλήψεις για την ιστορική συνέχεια, από την επιστράτευση ενός παρελθόντος που σέρνεται έως το παρόν για να δώσει εδώ και τώρα λύσεις και «λύσεις». Αυτή είναι η τοπογραφία της πατρίδας (ακολουθώ τα λόγια του διανοούμενου Θωμά Ψύρρα)
Η ιστορική αφήγηση αναφέρεται διαρκώς σε χώρους: τόπους ανθρώπινης εγκατάστασης, μετακίνηση φυλών στον χάρτη, τόπους νέας εγκατάστασης ή μετεγκατάστασης, τόπους κατάκτησης, νέους τόπους που ανακαλύπτονται. Όλες αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις του χώρου είναι που συνθέτουν τις έννοιες της πατρίδας, του γενέθλιου τόπου, της γενεαλογίας και της καταγωγής,αλλά και της ευημερίας και του πολιτισμού.
Αντίστοιχα, οι διαφορετικές μορφές απώλειας ενός τόπου συνθέτουν τις έννοιες της ξενιτειάς, της περιπλάνησης, της νοσταλγίας, της αναζήτησης εστίας, όπως είναι η περίπτωση της Οδύσσειας του Ομήρου (για τους Έλληνες) και της Αινειάδας του Βιργιλίου (για τους Ρωμαίους).
Είναι χαρακτηριστική η περιπλάνηση της εβραϊκής φυλής μέχρι την εξεύρεση της "γης της επαγγελίας", της γης Χαναάν. Στην εβραϊκή μυθολογία ο Θεός έχει "υποσχεθεί" στον εκλεκτό λαό του τη γη αυτήν, γι'αυτό και ονομάζεται "Γη της Επαγγελίας" (επαγγέλλομαι σημαίνει υπόσχομαι).
Όποτε ένας λαός διαμόρφωνε τη φιλοσοφική πεποίθησή του για τον ιστορικό χώρο που κατά την άποψή του τού αντιστοιχούσε, κατασκεύαζε, αυτομάτως, και μια νοητική σύλληψη της έννοιας του ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ταυτίζοντάς την με την έννοια του ΔΙΚΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Έτσι, για παράδειγμα, ο Περικλής στον "Επιτάφιο" λόγο του, το 429 π.Χ., χαρακτηρίζει την αθηναϊκή πόλη/κράτος ως την "πατρίδα της Δημοκρατίας" και την περιγράφει ως την πιο έξοχη, υποδειγματική, άψογη κοινωνική και πολιτική διοργάνωση της εποχής του.
Δεν είναι τυχαίο το ότι οι Αθηναίοι της κλασικής εποχής (5ος αιώνας π.Χ.) είχαν πολύ συγκεκριμένη αντίληψη για τον ιστορικό τους χώρο. Η Αθήνα ήταν η ΗΔΗ ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΗ "γη της Επαγγελίας" γι'αυτούς. Όσοι κατοικούσαν στην Αθήνα είχαν την εύνοια της τύχης, την εύνοια των θεών, δηλαδή "είχαν τον πολιτισμό με το μέρος τους". Aυτό απεικονίζεται στη γλυπτή πομπή των Παναθηναίων, στη ζωφόρο του Παρθενώνα. Το 334 π.Χ. βασιλιάς της Μακεδονίας αναγορεύεται ο Αλέξανδρος. Εμπνέεται από τα πολεμικά παραδείγματα του πατέρα του, Φιλίππου, και από τη διδασκαλία του παιδαγωγού του, Αριστοτέλη. Με τις κατακτήσεις του διευρύνει την αντίληψη της πόλεως προς την κατεύθυνση της οικουμένης. Η γλώσσα και ο πολιτισμός των Ελλήνων που μεταλαμπάδευσε στα εδάφη που κατέκτησε, επιζούν επί αιώνες. Λαοί που μέχρι τότε αγνοούσαν ο ένας τον άλλον, έρχονται σε επαφή, είτε λόγω των επεκτατικών πολέμων και της διπλωματίας, είτε μέσω των νέων οδών του εμπορίου. Για πρώτη φορά, πληθυσμοί στη Δύση και την Ανατολή θα αντιληφθούν πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος όπου ζουν και θα σφυρηλατήσουν δεσμούς που οδηγούν στην ανταλλαγή εμπορευμάτων και ιδεών. Ο πρόωρος θάνατος του Αλέξανδρου, το 323 π.Χ., αφήνει αναπάντητο το ερώτημα αν θα μπορούσε με τις εξαιρετικές ικανότητές του, να επιτύχει την πολιτική ενότητα της αυτοκρατορίας του. Η αυτοκρατορία του κατακερματίζεται και διαμοιράζεται στους διαδόχους του. Στα ελληνιστικά βασίλεια κατοικεί ένα μωσαϊκό υπηκόων χωρίς καμιά ομοιογένεια από άποψη φυλετική, κοινωνική, πολιτική. «Επίσημη γλώσσα» είναι η ελληνική. Πρόκειται για την εξελιγμένη μορφή της αττικής διάλεκτου που έγινε η παγκόσμια γλώσσα της ελληνιστικής εποχής («ελληνιστική κοινή»). Σε αυτήν γράφονται οι νόμοι, τα επίσημα κείμενα, τα βιβλία (συμπεριλαμβανομένης και της Καινής Διαθήκης αργότερα). Οι παλαιές γλώσσες πάντως διασώζονται ως μητρικές γλώσσες μεγάλων ομάδων πληθυσμού, όπως για παράδειγμα η αραμαϊκή (η γλώσσα του Ιησού) και η αιγυπτιακή. Ο καινούργιος κόσμος μοιάζει να μην έχει όρια. Η μετάβαση από τον προστατευτικό χώρο της πόλεως – κράτους στον κοσμοπολιτισμό, η συμβίωση με τόσους διαφορετικούς ανθρώπους, προκαλεί ανασφάλεια. Ο κόσμος όμως, όχι πια η πόλις, αποτελεί, κατά τον φιλόσοφο Ζήνωνα, θεμελιωτή της στωικής φιλοσοφίας, το νέο πρότυπο της ανθρώπινης κοινότητας: «...να μη ζούμε χωρισμένοι σε κράτη και σε δήμους και σε σύνορα ξεχωριστών δικαίων, παρά όλους τους ανθρώπους να τους λογαριάζουμε για συνδημότες και συμπολίτες μας, και μια ζωή και οργάνωση να υπάρχει...» (Πλούταρχος, Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 329, 6α, μτφρ. Θρ. Σταύρου). Το φιλοσοφικό αυτό όραμα του Ζήνωνα, ο Αλέξανδρος το έκανε πράξη. Ο άνθρωπος της ελληνιστικής εποχής παύει να είναι πολίτης της πόλης του, γίνεται «πολίτης της οικουμένης». Τα ελληνιστικά βασίλεια επιζούν περισσότερο από έναν αιώνα και συνδέονται μεταξύ τους με κοινούς δεσμούς γλώσσας, πολιτισμού και εμπορίου. Βαθμιαία όμως αρχίζουν να εξασθενούν. Το ένα μετά το άλλο υποτάσσονται στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Το πρότυπο αυτοκρατορίας που ίδρυσε ο Αλέξανδρος, όπως συνεχίστηκε από τους διαδόχους του, βρίσκει έκφραση στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Χάρη σε αυτόν τον νεαρό, ιδιοφυή και φιλόδοξο βασιλιά, ο ελληνικός πολιτισμός έγινε οικουμενικός, και επηρέασε βαθύτατα όλο τον αρχαίο κόσμο. Το 330 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος επιλέγει την ελληνική πόλη του Βυζαντίου, στην υδάτινη οδό μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, για να θεμελιώσει τη «νέα Ρώμη», τη «βασιλεύουσα» Κωνσταντινούπολη. Οι τρεις κύριες κατευθυντήριες αρχές που διέπουν τη διακυβέρνηση της ανατολικής ρωμαϊκής (βυζαντινής) αυτοκρατορίας είναι α) η ρωμαϊκή παράδοση στους νόμους και τη διοίκηση, β) ο ελληνικός πολιτισμός, γ) η χριστιανική θρησκεία. Αυτά είναι και τα τρία σπουδαιότερα στοιχεία που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ο 6ος αιώνας σφραγίζεται από τη βασιλεία του Ιουστινιανού. Επιδιώξεις του είναι η αναβίωση της οικουμενικής ρωμαϊκής ηγεμονίας (‘imperium romanum’) και η ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Τον σκοπό αυτό εξυπηρετεί και η ανασύσταση του ρωμαϊκού δικαίου. Έτσι, ένα τιτάνιο, χωρίς προηγούμενο, νομοθετικό έργο ολοκληρώνεται σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα. Πρόκειται για τη συστηματική κωδικοποίηση του ρωμαϊκού δικαίου σε ένα «σώμα», το περίφημο Corpus Iuris Civilis, όπως μετονομάστηκε. Το Βυζάντιο θα χρησιμοποιήσει το απαράμιλλο αυτό εργαλείο για την απονομή δικαιοσύνης σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και θα το μεταβιβάσει ως ανεκτίμητη κληρονομιά για τη νομική επιστήμη στην Ευρώπη των νεότερων χρόνων. Στην παρακμή του Βυζαντίου συντελεί η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους από το 1204 μέχρι το 1261. Στο διάστημα αυτό εντείνονται οι τάσεις ανεξαρτητοποίησης των ισχυρών γαιοκτημόνων και της στρατιωτικής αριστοκρατίας, που είχαν αρχίσει ήδη από παλαιότερα. ΟΙ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΞΕΙΚΟΝΙΣΗΣ σε κάθε περίοδο της Ιστορίας αντικατοπτρίζουν τις αντιλήψεις της κάθε ιστορικής φάσης σχετικά με τον χωροχρόνο. Η Ρωμαϊκή τέχνη αποτελεί μια φυσική συνέχεια της Ελληνιστικής. Η τεράστια καλλιτεχνική παραγωγή συνεχίζεται πάνω στο ίδιο πνεύμα, πολλές φορές με απευθείας αντιγραφές ελληνιστικών έργων. Στην Πομπηία έχουν σωθεί πολλές τοιχογραφίες σχεδόν σε όλα τα σπίτια και τις επαύλεις και παρουσιάζουν τεράστια ποικιλία θεμάτων. Οι τοιχογραφίες μοιάζουν με εικόνες θεατρικών σκηνών και έχουν φιλοτεχνηθεί με την ψευδαισθητική τεχνική (trompe I'oeil), προκειμένου να δημιουργήσουν στους τοίχους προοπτικούς, διακοσμητικούς χώρους. Ο καλλιτέχνης, προκειμένου να «εξαφανίσει» τον τοίχο, προσπαθεί να δημιουργήσει την οπτική απάτη ενός κήπου. Η απεικόνιση είναι λεπτομερής, με ιδιαίτερη έμφαση στο προοπτικό βάθος. Υπενθυμίζω ότι οι δύο βασικές μορφές της αρχιτεκτονικής τέχνης στον Μεσαίωνα ήταν η ρωμανική και η γοτθική. H ονομασία ρομανική αναφέρεται στην τέχνη της Δυτικής Ευρώπης τον 11ο και το 12ο αιώνα η οποία βασίζεται σε μια ελεύθερη μεταφορά των αρχών της ρωμαϊκής τέχνης. Ωραίο παράδειγμα είναι η βυζαντινή τέχνη: ας δούμε πώς καθορίζεται η αισθητική αντίληψη των βυζαντινών από το φιλοσοφικό περίγραμμα της εποχής εκείνης. Στο Βυζάντιο η Ηθική (δηλαδή η διάκριση Καλού και Κακού) είναι σύμφωνη με τις επιταγές του Χριστιανισμού. Αυτό φαίνεται στις απεικονίσεις του Ιησού και των αγίων στη Βυζαντινή Τέχνη: Το ψηφιδωτό αυτό προέρχεται από την κατακόμβη της Πρισίλας, στη Ρώμη, και είναι του 2ου μ.Χ. αιώνα: ο Ιησούς απεικονίζεται ως "καλός ποιμήν", δηλαδή ως ένας αγαθός βοσκός που βόσκει το ποίμνιό του (τους πιστούς, δηλαδή). Τμήμα από το ψηφιδωτό της ουράνιας Ιερουσαλήμ στον Άγιο Γεώργιο (Ροτόντα) στη Θεσσαλονίκη, 5ος αι. Το ψηφιδωτό αντικατοπτρίζει τη νοητική εικόνα που είχαν οι Βυζαντινοί για την ουράνια βασιλεία: την τοποθετούσαν σε ένα υψηλό σημείο (στα ουράνια), αλλά γεωγραφικά τη συνέδεαν με τον ιστορικό τόπο των Ιεροσολύμων. Ένθρονη Παναγία, ζωγραφιά με εγκαυστική μέθοδο από τη Μονή Σινά: η πρωιμότερη βυζαντινή ζωγραφική συνεχίζει την ελληνιστική και ρωμαϊκή παράδοση της τοιχογραφίας αλλά επενδύει τα κλασικά θέματα με αλληγορικό χριστιανικό περιεχόμενο: κοινές απεικονίσεις ψαρέματος απέδωσαν την αλίευση ψυχών, και απεικονίσεις βοσκών που κουβαλούν τα ζώα τους (εικονογραφικός τύπος μοσχοφόρου) απέδωσαν τον Καλό Ποιμένα που επαναφέρει τους παραστρατημένους στον δρόμο της πίστης. Είναι χαρακτηριστικές οι πρωτοχριστιανικές τοιχογραφίες του ναού του Οσίου Λουκά. Τα σημαντικότερα μνημειακά σύνολα ψηφιδωτών τοίχου (εντοίχιων ψηφιδωτών) του 5ου και 6ου αι., της εποχής ακμής της Παλαιοχριστιανικής ψηφιδογραφίας, σώζονται στη Ρώμη, τη Ραβέννα και τη Θεσσαλονίκη. Στη φωτογραφία, συμβολική απεικόνιση της Μεταμόρφωσης του Χριστού, ψηφιδωτό στον Άγιο Απολλινάριο in Classe της Ραβέννας, 549 Οἱ Βυζαντινοὶ ἤ, ὀρθότερα, οἱ "Ρωμιοὶ τῆς Ἀνατολῆς", παίρνοντας τὴ σκυτάλη ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους προπάτορές τους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη ἀναβιβάσει τὴ γλυπτικὴ στὴν ὑπέρτατη τελειότητα, ἐπιδόθηκαν κατὰ κύριο λόγο στὴ ζωγραφική. Στη ζωγραφική οι Βυζαντινοί βρῆκαν, μέσω τῆς φιλοτέχνησης τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἕναν ἀφαιρετικότερο τρόπο προβολῆς τῶν Ἰδεῶν ἀπὸ ἐκεῖνον τῶν ἀρχαίων ἀγαλματοποιῶν. Πέρασαν δηλαδὴ ἀπὸ τὸν τρισδιάστατο τρόπο ἀναπαράστασης στὸν δισδιάστατο, ἀπὸ τὴ μορφὴ στὴν εἰκόνα. Στὰ βυζαντινὰ δηλαδὴ χρόνια, ὁ ἐνθουσιασμὸς μὲ τὴ μορφὴ ἔδωσε σύντομα τὴ θέση του στὸν ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν εἰκόνα. Ἔτσι, οἱ βυζαντινοὶ καλλιτέχνες ἀσχολήθηκαν σχεδὸν ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν εἰκονογραφία. Μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων καὶ τὴν κραταίωση (ισχυροποίηση) τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, μετὰ τὶς εἰκονομαχικὲς ἔριδες καὶ τὴν ἀποκατάσταση τῶν εἰκόνων, ἡ ζωγραφικὴ (τοιχογραφία, εἰκονογραφία, ψηφιδογραφία καὶ μικρογραφία) στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ ἔφτασε σὲ ὕψιστα ἐπίπεδα καλλιτεχνικῆς ἔκφρασης καὶ πνευματικότητας. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ζωγράφος φορητῶν εἰκόνων καὶ μάλιστα ὁ προσωπογράφος τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία ζωγράφισε ἐκ τοῦ φυσικοῦ. Ὅπως ὅμως θρυλεῖται, ἡ ἴδια ἡ Παναγία τοῦ ὑπέδειξε ἐπακριβῶς πῶς νὰ Τὴν ἀπεικονίσει, τοῦ ὑπέδειξε δηλαδὴ νὰ ὑπερβεῖ τὴν ἀπεικόνισή Της ὡς μιᾶς συγκεκριμένης γυναίκας, ὀνόματι Μαρίας, ἐπιλέγοντας τὴν πνευματικότερη ἀπεικόνισή Της ὡς Θεομήτορος. Ὁ θρύλος αὐτὸς μᾶς ὑποδηλώνει πὼς ἡ φορητὴ εἰκόνα ἀπετέλεσε ἐξαρχῆς ὑπέρβαση τῆς ρεαλιστικῆς ἀναπαράστασης ἑνὸς θέματος, ἀφοῦ ἐπιδιώκει νὰ ἀποδώσει τὴν αἰθερικὴ ὑπόσταση τῆς μορφῆς τὴν ὁποία ἀπεικονίζει. Ἄλλωστε καὶ οἱ αἰθερικὲς εἰκόνες τῶν Ἰδεῶν βρίσκονται σὲ ἀνώτερο ἐπίπεδο ἀπὸ ἐκεῖνο τῶν ὑλομορφοποιήσεών τους. Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, ὁ ἐπονομαζόμενος Ἐλ Γκρέκο, «Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ζωγραφίζει τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας» (πρὶν ἀπὸ τὸ 1567), φορητὴ εἰκόνα, αὐγοτέμπερα σὲ ξύλο, Μουσεῖο Μπενάκη, Ἀθήνα. Μύθοι των Κελτών Blodeuwedd: Η ΨΕΎΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ-ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΟΥΑΛΙΚΟΥ ΜΥΘΟΥ Ένας ουαλικός μύθος με τον τίτλο "Spoils of Annwn" αφηγείται την επιδρομή του Αρθούρου στον Άλλο Κόσμο (Annwn) και παραπέμπει στην ομηρική "Νέκυια". Ο Oenghus mac Oc ήταν ιρλανδικός θεός της Νεότητας,γιος των θεϊκών μορφών Daghdha και Boann. Η μάνα του Boann ήταν ήδη έγκυος στον Oenghus όταν παντρεύτηκε, και το παράνομο ζευγάρι εραστών που ήταν οι γονείς του μπόρεσαν, με τη συνεργία του Ήλιου, να κρύψουν τη μοιχεία από τον σύζυγο της μητέρας, τον Nechtan. Rhiannon η Νύμφη των Αλόγων Το πρώτο μέρος του έπους "Mabinogion" αφηγείται την ιστορία του Pwyll, άρχοντα της νοτιοδυτικής Ουαλίας, που ερωτεύτηκε τη νύμφη των αλόγων Rhiannon και μαζί της απέκτησε τον Pryderi ("φροντίδα των αλόγων"). Η ιστορία του Ιερού Δισκοπότηρου Το Holy Grail υποτίθεται πως ήταν το ποτήρι του Μυστικού Δείπνου που χρησιμοποίησε ο Ιησούς. Η πρώτη λογοτεχνική χρήση του δισκοπότηρου έγινε από τον συγγραφέα Chrétien de Troyes στο έργο του Πάρσιφαλ (Perceval), που γράφτηκε ανάμεσα στο 1181 και το 1190. Οι μύθοι του Αγίου Δισκοπότηρου κυριαρχούν στη μεσαιωνική φιλολογία. According to myth, King Arthur’s wizard Merlin still roams Glastonbury Tor. © Alamy Μεσαιωνική "ταπισερί" που ονομάζεται "Ο θρύλος του Άγιου Δισκοπότηρου", έχει ύψος δυόμισι μέτρα και σχεδόν επτά μέτρα μήκος. Εκτίθεται στο Μουσείο Τέχνης του Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας. Αρθούρος και Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης Ο βασιλιάς Αρθούρος (Arturus) θρυλούται πως ήταν επικεφαλής των ηρωϊκών πολεμιστών που ηγήθηκαν της αντίστασης των Βρετανών κατά των επιδρομέων Σαξόνων, ανάμεσα στον πέμπτο και τον έκτο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με τον ποιητή του δέκατου τρίτου αιώνα Layamon, ο Αρθούρος παρήγγειλε σε ξυλουργό την Στρογγυλή Τράπεζα, που χωρούσε 1,600 άνδρες της αδελφότητάς του. O Mάγος Μέρλιν είναι εξέχουσα μορφή των ιστοριών των σχετικών με τον Αρθούρο. Η νύμφη Armorica αναφέρεται ως νεράιδα στη "Ζωή του Μέρλιν" που συνέγραψε το 1150 ο μεσαιωνικός μυθουργός Geoffrey of Monmouth. Πρώιμοι κελτικοί μύθοι ήδη ανέφεραν το Holy Grail, δίνοντας έδαφος σε αφηγήσεις για ήρωες που ξυπνούσαν τους νεκρούς και υπερνικούσαν τα φυσικά φαινόμενα. Οι 150 Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης ξεκίνησαν τον αγώνα τους για επανεύρεση του Άγιου Δισκοπότηρου όταν αυτό εμφανίστηκε, στη γιορτή της Πεντηκοστής, στον ιππότη Camelot. Από τους ιππότες αυτούς κατόρθωσαν τον στόχο τους μόνον ο Σερ Galahad, ο Πάρσιφαλ και ο Σερ Bors. Ο ποιητής Chrétien de Troyes αφηγείται τον έρωτα του Λάνσελοτ με την Γκουίνεβιρ. (εικονογραφία από τον "Θάνατο του Αρθούρου") Επτά μύθοι για τον Ρομπέν των Δασών Επινοημένος, αρχετυπικός ήρωας που αντιπροσωπεύει τον τύπο του "εγκληματία" των μέσων του δέκατου τρίτου αιώνα. Τοποθετείται στην εποχή της βασιλείας του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου και αντιτίθεται στον Ιωάννη τον Ακτήμονα, πρόδρομο της δυναστείας των Τυδώρ. Παρουσιάζεται ως φιλάνθρωπος που δίνει τα κλοπιμαία του στους φτωχούς χωρικούς, ή ως εκτοπισμένος ευγενής του Χάτιγκτον. Σχετική μεσαιωνική μπαλάντα είναι το τραγούδι "The Lyttle Geste of Robyn Hode", που γράφτηκε μεταξύ του 1492 και του 1510. 1880: ο Ρομπέν των Δασών και η Λαίδη Μάριον. Υποτίθεται ότι η σορός του Ρομπέν βρίσκεται στο Kirklees Priory του Yorkshire. Η παρέα του Ρομπέν των Δασών είναι αντιπροσωπευτική των καταπιεσμένων κοινωνικών τάξεων της Αγγλίας εκείνης της εποχής. ΑΥΤΗ Η ΑΜΦΙΣΗΜΗ IMAGO, ΑΥΤΗ Η...ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ FIGURA "(...)omnis(ergo)figura tanto evidentius veritatem demonstrat quanto apertius -per dissimilem similitudinem- figuram se esse et non veritatem probat" "Κάθε αναπαράσταση (άρα) της πραγματικότητας τόσο εμφανέστερα καταδεικνύει την πραγματικότητα (που αναπαριστά), όσο πιο διάτρανα -λόγω της επιφανειακής ομοιότητος αλλά ουσιαστικής ανομοιότητός της με την πραγματικότητα-αποδεικνύει το γεγονός ότι είναι αναπαράσταση και όχι η ίδια η πραγματικότητα!" Θωμάς ο Ακινάτης,13ος αιώνας μ.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου