Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

ΠΛΑΤΩΝΑΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Εκτός από τις έννοιες που δηλώνουν ένα σύνολο ίδιων πραγμάτων (π.χ. “βιβλίο”), έχουμε και έννοιες που δηλώνουν χαρακτηριστικά πραγμάτων. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την έννοια “λευκό”.(ΔΕΙΤΕ και την ανάρτηση που αναφέρεται στο παράδειγμα της έννοιας "ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ"). Μήπως υπάρχει μία καθαρή ουσία της λευκότητας, που είναι πάντα ίδια και η οποία δίνει στα πράγματα (όταν αυτά μετέχουν, λίγο ή πολύ, σ’ αυτήν) το χαρακτηριστικό της λευκότητας;
Αυτή είναι η αντίληψη του Πλάτωνα. Ο Πλάτων ονομάζει τις καθαρές αυτές ουσίες "ιδέες". Οι ιδέες είναι πράγματα υπαρκτά, ανεξάρτητα από τον αισθητό κόσμο, αιώνια και αμετάβλητα, που μπορούμε να τα προσεγγίσουμε και να τα γνωρίσουμε μόνο με τον νου και όχι με τις αισθήσεις. Με αυτόν τον τρόπο ο Πλάτων οδηγείται σε έναν δυϊσμό. Θεωρεί ότι υπάρχουν δύο κόσμοι, ο αισθητός κόσμος της εμπειρίας μας και ο κόσμος των ιδεών, που είναι νοητός και υπεραισθητός. Στον Μύθο του Σπηλαίου (στο έργο του "Πολιτεία") ο Πλάτων βάζει τον φιλόσοφο να είναι σε θέση να έρθει σε επαφή με τον κόσμο των ιδεών. Σε μια σπηλιά κάτω από τη γη, που έχει την είσοδό της ανοιγμένη στο φως, ζουν από παιδιά άνθρωποι αλυσοδεμένοι από τα πόδια και τον τράχηλο. Πίσω τους, ψηλά και σε απόσταση, υπάρχει φωτιά αναμμένη και στο ενδιάμεσο ένας δρόμος, κατά μήκος του οποίου βρίσκεται ένας μικρός τοίχος, όπως τα παραπετάσματα των θαυματοποιών. Πίσω απ΄ τον τοίχο περνούν άνθρωποι μεταφέροντας πάνω από το ύψος του κάθε λογής αντικείμενα, καθώς και ομοιώματα ανθρώπων και ζώων. Οι σκιές τους προβάλλονται χάρη στο φως της φωτιάς στο βάθος του σπηλαίου, το μοναδικό οπτικό πεδίο των δεσμωτών. Ανήμποροι να κινηθούν και περιοριζόμενοι στη φυσική τους όραση οι έγκλειστοι νομίζουν πως οι σκιές είναι τα ίδια τα αντικείμενα και ο αντίλλαλος από τις ομιλίες εκείνων που κινούνται πίσω από το τοιχίο, η φωνή των σκιών. Ο κόσμος του σπηλαίου και όσα διαδραματίζονται εντός του είναι τόσο δεδομένος, ώστε να μη γεννά την παραμικρή αμφιβολία για το αν είναι αληθινός. Καθηλωμένοι στην ίδια θέση οι έγκλειστοι βλέπουν μόνο σκιές και, ελλείψει άλλων ερεθισμάτων, θεωρούν αυτονόητη την αυθεντικότητά τους. Τα δεσμά τούς στερούν κάθε δυνατότητα κίνησης, αυτενέργειας και διεύρυνσης του οπτικού τους πεδίου. Προσωπική δράση δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνον όρασης αλλά και αυτή δεν είναι άλλο από παθητική παρατήρηση των συμβάντων, αναντίρρητη αποδοχή των δεδομένων των αισθήσεων, άγνοια, πλάνη.
Στον κόσμο του σπηλαίου επικρατεί απόλυτη ομοιομορφία. Κανένας δεσμώτης δεν ξεχωρίζει από τους άλλους, γιατί κανένας δεν έχει συναίσθηση της μοναδικότητας του. Η αυτογνωσία και η ετερογνωσία απουσιάζουν, καθώς δε βλέπουν τίποτε άλλο εκτός από τις σκιές του εαυτού τους και των συνανθρώπων τους. Κάποια στιγμή όμως, ένας από αυτούς κατορθώνει να ελευθερωθεί και να ανέβει στον κόσμο του φωτός. Σηκώνεται, στρέφει το λαιμό του, περπατά, κοιτάζει προς το μέρος της φωτιάς και εν συνεχεία προς τα αντικείμενα που περιδιαβαίνουν το παρατείχισμα. Το πέρασμα από τη σκιά στο αισθητό είναι το πρώτο βήμα, η αρχή μιας επίπονης και κοπιώδους πορείας προς τη γνώση και την αλήθεια.Ο δεσμώτης έρχεται πιο κοντά στο ον και σε αντικείμενα περισσότερο πραγματικά. Πλάι του βρίσκεται κάποιος που διακριτικά τον καθοδηγεί, συζητώντας και ρωτώντας τον σχετικά μ΄ αυτά που πρωτοαντικρίζει. Ο δεσμώτης τότε περιέρχεται στην κατάσταση του απορείν, βρίσκεται σε αμηχανία και αδυνατεί να δώσει μιαν απάντηση, όταν αυτός που είναι δίπλα του τον ρωτά τι βλέπει. απορείν δεν εκφράζει μόνον την πνευματική του σύγχυση, αλλά και τη συνειδητοποίηση της αγνοίας του. Η ύπαρξη των ομοιωμάτων θέτει εκ των πραγμάτων ζήτημα σύγκρισης με τις σκιές τους, αναφορικά με το βαθμό αυθεντικότητας. Ο δεσμώτης καλείται ν΄ αποφασίσει ποιο από τα δύο δεδομένα είναι αληθέστερον.Η πορεία προς τον κόσμο του φωτός σηματοδοτείται από ένα πλήθος δυσχερειών και από οδύνη. Κοιτάζοντας προς το μέρος της φωτιάς ο πλατωνικός ήρωας αλγοι και αδυνατεί να διακρίνει εκείνα ων τότε τάς σκιάς εώρα. Στρέφοντας το βλέμμα του λίγο αργότερα προς την έξοδο του σπηλαίου υποφέρει κι ο πόνος του μεγιστοποιείται όσο περισσότερο πλησιάζει στον κόσμο των νοητών. Αυτομάτως ο δεσμώτης αντιδρά, αμύνεται, επιμένει να θεωρεί τις σκιές αληθέστερες των ομοιωμάτων και προσπαθεί να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση. Αυτό που προκαλεί την αντίστασή του, είναι παραδόξως αυτό που τον παρακινεί να εξέλθει από το σπήλαιο είναι το απορείν, που το τοποθετεί στο μεταίχμιο, ανάμεσα στο παρόν του κόσμου των σκιών και στο άδηλο μέλλον ενός καινούργιου κόσμου. Ο δεσμώτης δε θέλει να διακινδυνεύσει την ασφάλεια της ψευδαίσθησης για μιαν αλήθεια που δεν του εγγυάται εξαρχής κάτι καλύτερο. Η απάρνηση της ζωής του σπηλαίου και το ξεκίνημα μιας καινούργιας πορείας, η οποία, ώσπου να περατωθεί, τον αφήνει μετέωρο στο άγνωστο, συνεπάγεται αναμφίβολα οδύνη, ένα μεγάλο ψυχικό κόστος που δικαιολογημένα θα προσπαθήσει να αποφύγει. Η αντίσταση θα καμφθεί σταδιακά, όταν αρχίσει να συνηθίζει την καινούργια κατάσταση, να εξοικειώνεται με τις νέες συνθήκες. Σταδιακά λοιπόν, ανεβαίνοντας στον κόσμο του φωτός, θα μπορέσει να διακρίνει τις σκιές των νοητών και τα είδωλα τους στις υδάτινες επιφάνειες, έπειτα αυτά τα ίδια και τέλος, τον ήλιο , την υπέρτατη ιδέα του αγαθού επίτροπο του ορατού κόσμου και αιτία ύπαρξης των πάντων.
… «Κι αν ακόμη χρειαζόταν να παραβγεί μ’ εκείνους που είχαν παραμείνει δεσμώτες, προσπαθώντας να διακρίνει τις σκιές, ενώ η όρασή του θα ήταν αδύναμη ωσότου προσαρμοστούν τα μάτια του, σάμπως δεν θα γινόταν ρεζίλι και περίγελως; Δεν θα έλεγαν γι’ αυτόν ότι γύρισε με τα μάτια του χαλασμένα από εκεί πάνω που ανέβηκε; Και δεν θα έλεγαν ότι δεν αξίζει τον κόπο κάν να δοκιμάσει κανείς ν’ ανεβεί επάνω; Και αν περνούσε από το χέρι τους να τον πιάσουν και να τον σκοτώσουν αυτόν που ανέβηκε, δεν θα τον σκότωναν;» Πλάτωνα, ΠΟΛΙΤΕΙΑ, 517α (μετάφραση Ν. Σκουτερόπουλου-Ν.Ξένιου)
Ο Πλάτων ισχυρίζεται ότι η ίδρυση της α ρ ί σ τ η ς π ο λ ι τ ε ί α ς που προτείνει, στηρίζεται στην αληθή και επιστημονική θεώρηση του Όντος, που μόνον ο Φιλόσοφος είναι σε θέση να επιτελέσει. «Γιατί αν οι φιλόσοφοι δεν γίνουν βασιλείς στις πόλεις ή αυτοί που ονομάζονται σήμερα βασιλείς και δυνάστες δεν φιλοσοφήσουν γνήσια κι' όσο χρειάζεται...δεν μπορεί να υπάρξει ευδαιμονία ούτε για τα άτομα ούτε για τις πολιτείες». Αλλά, σύμφωνα με την κριτική του Κορνήλιου Καστοριάδη, ο ισχυρισμός αυτός περί "αρίστης πολιτείαςα" είναι η προσωπική γνώμη του Πλάτωνα, την οποία αυτός θεωρεί ως την μόνη αληθή και επιστημονική, προσπαθεί δε με μεταφυσικά και θεολογικά επιχειρήματα να την κατοχυρώσει, να την καταστήσει έγκυρη και να την προφυλάξει από τις αντιρρήσεις και τις αναιρέσεις.
Κατά τον Κ. Καστοριάδη, η ανθρώπινη δημιουργία δεν καθορίζεται από ορθολογικές διαδικασίες, δεν προ-καθορίζεται από τον Λόγο, αλλά είναι δημιουργία φαντασιακή, ακαθόριστη, μη προκαθορίσιμη, μη καθορίσιμη a priori ορθολογικώς, μη αναγώγιμη, μη υποκείμενη στα σχήματα της αιτιότητας, της λογικής συνεπαγωγής και της τελεολογίας. Από τη στιγμή που η κληρονομημένη σκέψη στηρίζεται σε αυτά τα σχήματα, εγκλωβίζεται ταυτοχρόνως σε αυτά, με αποτέλεσμα να απωθεί και να εξορίζει από την οπτική της τη φαντασία και το φαντασιακό ("H φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας"). Ο Καστοριάδης αρνείται την πλατωνική θεωρία των Ιδεών, την θεωρεί υπεύθυνη για μια σειρά από εμμονές και ψευδαισθήσεις που καθόρισαν την ιστορική εξέλιξη και έκαναν τους λαούς παθητικούς δέκτες των ιδεών της πολιτικής και της οργανωμένης θρησκείας. Στη θέση αυτής της ετεροκαθοριζόμενης κοινωνίας οραματίζεται μιαν αυτο-θεσπιζόμενη κοινωνία, οι πολίτες της οποίας θα έκριναν το καθετί, θα αμφισβητούσαν τον λόγο της τρέχουσας πολιτικής και θα δημιουργούσαν μόνοι τους τις συνθήκες για να γίνει αυτή η κοινωνία δίκαιη και ιδανική.
Στη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα είχε, βέβαια, αντιταχθεί πρώτος πρώτος ο Αριστοτέλης. Πώς είναι δυνατόν, λέει ο Αριστοτέλης, να υπάρχει ένας τέτοιος, ανεξάρτητος από τον αισθητό, κόσμος; Πού βρίσκονται αυτές οι ιδέες; Πώς είναι δυνατόν να σχετίζονται με τα φυσικά αντικείμενα; Ο Αριστοτέλης ονομάζει τα πράγματα ή τις ουσίες αυτές “καθόλου”. Εμείς θα τα ονομάσουμε εδώ καθολικές έννοιες. Για τον Αριστοτέλη οι καθολικές έννοιες (τα “καθόλου”) δεν είναι πράγματα ξεχωριστά από τα φυσικά αντικείμενα, αλλά προκύπτουν από αυτά μέσω νοητικής αφαίρεσης.
Και, για να ξαναέρθουμε στο παράδειγμα με την έννοια του "λευκού": κατά τον Αριστοτέλη, μπορούμε να σχηματίσουμε στον νου μας την καθολική έννοια της λευκότητας, όταν από διάφορα λευκά αντικείμενα αφαιρέσουμε όλες τις άλλες ιδιότητες και κρατήσουμε μόνο την ιδιότητα του λευκού.
Παρόμοια θέση με αυτήν του Αριστοτέλη παίρνουν και οι εμπειριστές φιλόσοφοι (Τζον Λοκ, Ντέιβιντ Χιουμ) όσον αφορά τις καθολικές έννοιες.
Γι’ αυτούς τους φιλοσόφους, όταν σκεφτόμαστε ένα τρίγωνο, σχηματίζουμε στο μυαλό μας μία εικόνα για άποιο τρίγωνο και φροντίζουμε να χρησιμοποιούμε για τον σχηματισμό αυτής της εικόνας μόνο τα χαρακτηριστικά που είναι κοινά σε όλα τα τρίγωνα. Ωστόσο, κάθε εικόνα δεν παύει να είναι κάτι το ατομικό, κάτι που αφορά το μεμονωμένο άτομο.
Πώς η ατομική εικόνα μάς βοηθά να εξηγήσουμε τη γενικότητα της καθολικής έννοιας; Επιπλέον, πώς είναι δυνατόν η λευκότητα, για παράδειγμα, να είναι μέσα στο μυαλό μας; Αυτό που έχουμε στο μυαλό μας είναι η σκέψη μας για τη λευκότητα και όχι η λευκότητα ως ουσία. Αν η καθολική έννοια “λευκό” ήταν σκέψη, τότε οι καθολικές έννοιες δε θα ήταν ίδιες για όλους μας, αφού οι σκέψεις διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Aν πάρουμε το παράδειγμα της ευθείας γραμμής . Πώς φθάνουμε στην αντίληψη της ευθείας γραμμής , όταν στη φύση δεν υπάρχει τίποτε το απόλυτα ευθύ ;
ΚΑΙ ΕΔΩ ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ: ονομάζουμε ευθεία τη συντομότερη δυνατή διαδρομή που οδηγεί από ένα σημείο Α σε ένα σημείο Β. Αυτός ο ορισμός της ευθείας γραμμής προϋποθέτει να έχουμε ως σημείο αναφοράς ένα επίπεδο. Αλλά και η έννοια του επιπέδου είναι μια συμβατική έννοια, επινοημένη από την Ευκλείδεια Γεωμετρία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...