Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

ΕΚΘΕΣΗ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ: "Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ"

Η γλώσσα είναι παντοδύναμη. Την παντοδυναμία της αυτήν την γνωρίζουν οι εξουσίες, και μάλιστα οι εξουσίες των ολοκληρωτικών καθεστώτων, και την εκμεταλλεύονται προκειμένου να επιβάλουν τη βούληση τους. Φτάνουμε έτσι στις ολοκληρωτικές γλώσσες (les langages totalitaires), οι οποίες στηρίζονται κυρίως στη βουλητική λειτουργία της γλώσσας. Μια λειτουργία που προσπαθεί να αλλοιώσει/κάμψει τη βούληση του δέκτη, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα την αλλοτρίωσή του, την ολοσχερή εξάρτησή του και την πλύση εγκεφάλου του.
Την πιο δυνατή γλώσσα σήμερα, λένε, τη διαθέτει εκείνος που διαθέτει την πιο μεγάλη δύναμη, και την πιο μεγάλη δύναμη τη διαθέτει εκείνος που ελέγχει και κατευθύνει τον τύπο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, χωρίς να αγνοούμε τον ψίθυρο και τους κάθε είδους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς των ολοκληρωτικών καθεστώτων, οι οποίοι (μηχανισμοί) με άκρως μελετημένους τρόπους και με επιστημονική μεθοδικότητα χρωματίζουν και προσφέρουν στην κοινή γνώμη, ό,τι κάθε φορά συμφέρει στην εξουσία την οποία υπηρετούν. Η δύναμη αυτή της εξουσιαστικής γλώσσας μεταβάλλει, όπως είπαν, σε αγέλες προδομένων παλιάτσων τα ανθρώπινα πλάσματα.
Ας κάνουμε, όμως, ένα ακόμη βήμα. Η γλώσσα, κατά κάποιους, αποτελεί το πεδίο των κοινωνικών αγώνων. Δεν εξεικονίζει ούτε αντανακλά τους αγώνες, δεν είναι το ίχνος της πάλης των ανθρώπων για επιβίωση και επιβολή, αλλά η ίδια η γλώσσα είναι η πάλη και ο αγώνας. Η λέξη, λέει ο Μπαχτίν, είναι το ιδεολογικό σημείο το οποίο κοινωνικά είναι πολυτονισμένο. Άλλωστε την ίδια γλώσσα τη χρησιμοποιούν ομιλητές που ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Συνεπώς μέσα σε κάθε ιδεολογικό σημείο δεν μπορεί παρά να συγκρούονται αντιφατικοί δείκτες αξίας. Αυτό σημαίνει ότι η λέξη δεν αντανακλά απλώς την πάλη των κοινωνικών τάξεων, αλλά συμμετέχει σ' αυτήν. Έτσι η κυρίαρχη τάξη προσπαθεί να εξαλείψει τους άλλους τόνους από τη λέξη και να επιβάλει σ' αυτήν τον έναν, τον δικό της τονισμό.
Θα ήταν κουραστικό να κάνουμε λόγο για τις σχολές, τις θεωρίες και τα ρεύματα της ανάλυσης του λόγου της εξουσίας. Προσφέρει ενδιαφέρον υλικό η διεθνής βιβλιογραφία, η οποία αναφέρεται στις σχέσεις γλώσσας, εξουσίας και ιδεολογίας. Δεν αντέχουμε όμως στον πειρασμό να μη μεταφέρουμε από το βιβλίο της Josiane Boutet "Εισαγωγή στην Κοινωνιογλωσσολογία" την απόπειρα του Μπρεχτ για αποκατάσταση της αλήθειας με την πρακτική ανατροπής ενός ναζιστικού λόγου. Πρόκειται για την αποκάλυψη ενός υποκριτικού χριστουγεννιάτικου μηνύματος, το οποίο απευθύνει προς τον γερμανικό λαό ο διαβόητος συνεργάτης του Hitler, ο Rudolf Es.
Η πρακτική της αποκάλυψης συνίσταται στη συστηματική αποδιοργάνωση και εκ νέου αναδιάρθρωση των γλωσσικών τύπων και της διαπλοκής τους. Ανάμεσα από τα γλωσσικά σημεία και τις μεγαλύτερες δομές τους αναζητά και βρίσκει ο Mπέρτολτ Μπρεχτ τα λανθάνοντα σημαινόμενα και αποκαλύπτει τις υποκριτικές δομές του λόγου με τα ταρτουφικά τους μηνύματα. Για να το πετύχει, μελετά κάθε πρόταση και επισημαίνει την κενή επιχειρηματολογία, ώστε να αναδυθεί μέσα από τον μεγαλόσχημο και προσεκτικά δομημένο εξουσιαστικό λόγο ο παραλλαγμένος πραγματικός λόγος και η θαμμένη αλήθεια.
Έλεγε σε δημόσιο λόγο του ο προπαγανδιστής Rudolf Es: "Δίκαια περήφανοι για το πνεύμα της αυτοθυσίας και αλληλεγγύης του γερμανικού λαού, θα μπορούσαμε να πούμε σήμερα. Αυτή την παραμονή Χριστουγέννων, αυτόν το χειμώνα, η Γερμανία δεν αφήνει κανένα από τα παιδιά της πεινασμένο κτλ."
Και έρχεται ο Μπέρτολτ Μπρεχτ και αποκαθιστά το κείμενο του Ες : "Περήφανοι για το πνεύμα των καπιταλιστών, που θυσίασαν ένα μέρος από αυτά που είχαν θυσιάσει γι' αυτούς αυτοί που δεν έχουν τίποτε στην κατοχή τους, και περήφανοι για την προθυμία τους να συντρέξουν αυτούς που κρατάνε μέσα στη μιζέρια, θα μπορούσαμε να πούμε σήμερα: Αυτή την παραμονή των Χριστουγέννων, αυτόν τον χειμώνα οι γερμανοί καπιταλιστές δεν αφήνουν κανένα φτωχό να πεθάνει εντελώς από την πείνα κτλ."
Αποδιαρθρώνει έτσι ο Μπρεχτ και αποκαλύπτει την ιδεολογία της εξαπατητικής γλώσσας της εξουσίας, η οποία παγιδεύει και ευνουχίζει τα θύματά της. Τα μέσα που χρησιμοποιεί είναι η εμπειρική και διαισθητική πρακτική του παραφρασμένου λόγου. Δείχνει όμως πειστικά ότι η γλώσσα ούτε αθώα είναι ούτε ουδέτερη, αλλά ούτε και βρίσκεται έξω και πέρα από την κοινωνική πάλη των τάξεων. Αυτού του είδους η ανάγνωση κειμένων της εξουσίας επιβάλλει έναν διαρκή συσχετισμό των συστατικών στοιχείων του λόγου με την ιστορική και πολιτική θέση του ρήτορα. Αυτό κάνει εμπειρικά και διαισθητικά ο Μπρεχτ, ο οποίος, αν και δεν είναι ειδικός αναλυτής/ερμηνευτής τέτοιων κειμένων, εντούτοις φτάνει στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, γιατί έχει το χάρισμα του ποιητή να συναιρεί μέσα του τον κόσμο και την αλήθεια.
Η προσέγγιση και η ανάλυση του εξουσιαστικού λόγου (λόγοι πολιτικών, διατάγματα, προκηρύξεις, διαφημίσεις, άρθρα σε εφημερίδες, νομοθεσίες κτλ., καθώς και κάθε λόγος στον οποίο υποκρύπτονται εξουσιαστικές τάσεις) προϋποθέτουν, οπωσδήποτε, την εφαρμογή μεθοδολογίας με την οποία θα επισημανθεί και θα αποκαλυφθεί η λανθάνουσα και αναιδώς κραυγάζουσα συχνά εξουσιαστική υποκρισία. Πάντως κάποια από τα γνωρίσματα που βοηθούν στην ανάγνωση και την αποκάλυψη αυτής της γλωσσικής ποικιλίας είναι τα ακόλουθα.
Πρώτα πρώτα είναι μια γλώσσα με έντονο στην ουσία, λανθάνοντα, όμως, συχνά από πλευράς μορφοσύνταξης, χαρακτήρα διαταγής. Γίνεται μέσα σε ελλειπτικές και ονοματικές προτάσεις ευρύτατη χρήση ουσιαστικών συνοδευόμενων κατά κανόνα από προσδιορισμούς, οι οποίοι υπογραμμίζουν αυταπόδεικτες αλήθειες με τρόπο δογματικό και απόλυτο. Αρκεί να θυμηθεί κανείς εκείνη την ανεπανάληπτη ρήση του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου "Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών" ή άλλες ανάλογες, με τις οποίες ο πομπός επιβάλλει στον δέκτη την αναπαραγωγή σεβαστών αξιών ή θεσμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ονοματικός λόγος κυριαρχεί, ενώ περιορίζεται ο ρηματικός λόγος ή κάθε άλλος λόγος παραστατικός που με την ευκρίνειά του και την ενέργειά του μπορεί να οδηγήσει στη δραστική σκέψη. Αλλά και όταν χρησιμοποιείται το ρήμα, προτιμούνται οι εξακολουθητικοί χρόνοι οι οποίοι αφανίζουν τις συγκεκριμένες χρονικές στιγμές και τονίζουν τη διάρκεια και την αιωνιότητα.
Προτιμά η γλώσσα της εξουσίας λεκτικό συμβολισμό, ο οποίος μέσα από μονοσήμαντο και κατευθυνόμενο μονόλογο, φιλικό συχνά, καλλιεργεί την αοριστία, τη γενικότητα, την ασάφεια, την ταυτολογία, τη μυστικοπάθεια, τον ημικαταληπτό λόγο. Ο τελευταίος πάλι έντεχνα αλλά σταθερά επιδιώκει τη δημιουργία αποστάσεων και χάσματος ανάμεσα στον πομπό (που είναι "σοφός", "παντογνώστης", "παντοδύναμος", "άνθρωπος σπάνιας ποιότητας") και στον δέκτη, ο οποίος πρέπει να αισθάνεται ασήμαντος, κατώτερος και γι' αυτό εξαρτημένος από τον πομπό.
Από πλευράs περιεχομένου, η γλώσσα της εξουσίας εκμηδενίζει τη σκέψη και την κριτική και προβάλλει δομικά στοιχεία αντικριτικά, καθώς επιβάλλει με δογματικότητα και απολυτότητα τα "αναμφισβήτητης" αξίας μηνύματα του πομπού.
Μια τέτοια γλώσσα, βέβαια, δεν μπορεί παρά να είναι: αποστεωμένη και μουσειακή, αφού δεν ερευνά, δεν κρίνει, δε συσχετίζει, δεν διαλέγεται, αλλά συντηρεί και μεταφέρει με μεγαληγορία και βεβαιότητα "αιώνιες και μοναδικές" αξίες και "αλήθειες"' αυταρχική, αφού δεν υπάρχουν περιθώρια διαλόγου και ο δέκτης παίρνει εντολή να συντονίζεται στα μηνύματα του πομπού· υπερβατική, αφού θραύει ή αγνοεί τις ποικίλες μορφές της καθημερινότητας και με την υπέρβαση της πραγματικότητας και τη γενίκευση (και τη θέωση) του λεκτικού συμβολισμού δοκιμάζει να υποβάλει τα περιεχόμενα των μηνυμάτων της, στεγαζόμενα ερμητικά σε αποδεκτές και μεγάλες αξίες: οικογένεια, πατρίδα, θρησκεία κτλ.
Θα μπορούσαμε, δηλαδή συνοπτικά να πούμε ότι η γλώσσα της εξουσίας είναι γλώσσα φθοράς και διαφθοράς και όχι γλώσσα επικοινωνίας, αφού διασαλεύεται αυθαίρετα η σχέση συμβόλων και συμβολιζομένων, σημαινόντων και σημαινομένων, καθώς τα σημεία φορτίζονται με τα αντίθετά τους σημασιολογικά φορτία. Είναι γνωστό π.χ. πως σ' ολόκληρο τον κόσμο οι δικτατορίες επιβάλλονται εν ονόματι της σωτηρίας των δημοκρατικών ελευθεριών των λαών. Η στρέβλωση, δηλαδή, και η αυθαιρεσία της διαφθοράς θριαμβεύουν σε βάρος της γλώσσας και του επικοινωνιακού της χαρακτήρα.
Η μόνη που μπορεί να βοηθήσει τον σημερινό άνθρωπο και να αντισταθεί στη δύναμη και την ευτελιστική γοητεία της εξουσιαστικής γλώσσας είναι, νομίζω, πάλι η γλώσσα. Είναι το υπερόπλο που έχει την ικανότητα να εξουδετερώνει τα όπλα της τρέλας και της αυταρχικότητας. Και γόμωση αυτού του υπερόπλου είναι εξάπαντος η παιδεία με τις δυναμικές της. Αυτές θα βαθύνουν την κοίτη της ανθρώπινης σκέψης, θα καλλιεργήσουν την αρετή του ανθρώπου, θα τον καταστήσουν ευαίσθητο στο ωραίο και στην ανθρωπιά, θα τον συνδράμουν να αποκτήσει μηχανισμούς αντίστασης και να κατακτήσει την ελευθερία του. Γιατί την πιο μεγάλη δύναμη πιστεύω ότι τη διαθέτει η πιο ελεύθερη ψυχή. Αυτή έχει και την πιο δυνατή γλώσσα. Δυνατότερη ακόμη και από τη γλώσσα της εξουσίας. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε την απάντηση του στρατηγού Μακρυγιάννη στον Δεριγνύ (Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα»):
Αφού το δυνάμωσα, σε δυο ημέρες ήρθε ο Χατζημιχάλης με τους ανθρώπους μου, οπού μου πήρε, ήρθε ο Κωνσταντήμπεγης Μαυρομιχάλης, μ' ολίγους κι ο Υψηλάντης με τους ανθρώπους του, όλους δεκαπέντε. Εκεί οπούφκιανα τις θέσεις τους εις τους Μύλους ήρθε ο Ντερνύς να με ιδεί. Μου λέγει: "Τι κάνεις αυτού; αυτές οι θέσες είναι αδύνατες· τι πόλεμο θα κάμετε με τον Μπραΐμη αυτού; - Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κι εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει· και θα δείξωμεν την τύχην μας σ' αυτές τις θέσες τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ' έναν τρόπον, ότι η τύχη μάς έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και έως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνει και δεν μπορούνε· τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση οπού είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς. –Τρεμπιέν", λέγει κι αναχώρησε ο ναύαρχος.
Βαθιά η γλώσσα γιατί βγαίνει από βαθιά ψυχή. Τόσο βαθιά όσο βαθιά είναι η συνείδηση του Ελληνισμού που τη γεννάει. Μόνον που αυτό το βάθος δεν το υποψιάζεται η ανεμόεσσα σκέψη των σημερινών ανθρώπων που ζητούν όλες τις λύσεις των προβλημάτων τους στη μηχανή. "Τα μεγάλα προβλήματα της ζωής, λέει ο L. Wittgenstein, δε λύνονται στην επιφάνεια, αλλά μονάχα στο βυθό. Σε επιφανειακές διαστάσεις παραμένουν άλυτα". Και στο βυθό βρίσκεται η ψυχή του ανθρώπου.
Τα αίτια, λοιπόν, της κρίσης της γλώσσας (και της γλώσσας της εξουσίας) παραπέμπουν στα αίτια της κρίσης της παιδείας, τα οποία με τη σειρά τους παραπέμπουν στην κρίση του ανθρώπου.
Είναι ο λόγος πάλι, ο Δίκαιος Λόγος, ο οποίος μπορεί να αντισταθεί αποτελεσματικά στην ευτελεστική δύναμη του Άδικου Λόγου. Γιατί την πιο μεγάλη δύναμη δεν τη διαθέτουν οι πλανητάρχες ή τα Μ.Μ.Ε., όπως επικρατεί να θεωρείται. Την πιο μεγάλη δύναμη τη διαθέτει η πιο ελεύθερη ψυχή, η ψυχή με την πιο βαθιά παιδεία. Αυτή έχει και τον πιο δυνατό λόγο. Δυνατότερο και από το λόγο της εξουσίας. Είναι ο λόγος του Προμηθέα προς τον Δία, της Αντιγόνης προς τον Κρέοντα, του Μακρυγιάννη προς τον Δεριγνύ. Και είναι βαθύς αυτός ο λόγος, γιατί αναδύεται από βαθιές ψυχές. Τόσο βαθιές όσο βαθιά είναι η συνείδηση της παιδείας του λαού που τις γεννάει. Μόνο που αυτή τη διάσταση του βάθους του "επ' αληθείαις" πολιτισμού, δεν την υποψιάζεται η ανεμόεσσα σκέψη των απαίδευτων και όσων άλλων ζητούν τις λύσεις των προβλημάτων στη βία και στη μηχανή.
Η δύναμη της γλώσσας του σημερινού ανθρώπου. Αυτήν πρέπει να αντιτάξει στην όποια "δύναμη" των ισχυρών της γης και στις εξουσίες. Όταν δεν είναι κενός λόγος, αλλά όταν έχει για γόμωσή της την παιδεία, με τις ανεξάντλητες δυναμικές της. Η παιδεία έχει τη δύναμη να εξανθρωπίζει τον άνθρωπο: απόρροια της αγωγικής πράξης, κατά την οποία παιδεύοντες, παιδευόμενοι και παιδευτικές αξίες βρίσκονται σε μια δυναμική αγωνιστική αλληλενέργεια, ένα σπάνιο αγαθό, που δεν πραγματώνεται παρά μόνον με την παιδεία, πηγάζει από βάθη όπου σβήνει η διαφορά του ατομικού και του εθνικού εγώ και συ από την ταυτότητα της ζωής. Σβήνει η διαφορά και αναδύεται ως κατηγορική προσταγή η φωνή της ηθικής, η οποία ορίζει την ανθρώπινη ποιότητα. Ο άνθρωπος τότε πραγματώνει την ανώτερη φύση του, την πνευματική του ουσία. Υψώνεται, δηλαδή, στη σφαίρα της ελευθερίας.
(Έκφραση/Έκθεση Γ' Λυκείου, σελ. 68)
ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Η εκπαιδευτική διαδικασία για να πετύχει τους στόχους της, πρέπει να στηρίζεται στον δημιουργικό και αποτελεσματικό διάλογο. Το ήθος και ο τόνος της φωνής του εκπαιδευτικού βοηθούν στον διάλογο και στη διδακτική διαδικασία. Μια φράση του εκπαιδευτικού «δε με κατάλαβες», μπορεί να είναι φιλική, αλλά και αυταρχική, εξουσιαστική, ανάλογα με το ύφος, με τον τόνο της φωνής και το συνολικό επικοινωνιακό πλαίσιο της τάξης. Άλλωστε, σύμφωνα με τα σύγχρονα παιδαγωγικά μοντέλα διδασκαλίας, τα «μη», τα «δεν», τα «πρέπει» και τα «απαγορεύεται» του εκπαιδευτικού αποθαρρύνουν τους μαθητές, διαταράσσουντην ατμόσφαιρατης μαθησιακής διαδικασίας και μπορεί να μεταβάλουν το σχολείο σε χώρο φρονηματισμού, σε χώρο μικροεξουσιών και συχνά αυθαιρεσιών.
Εκφράσεις, που δηλώνουνεξουσία σε όλες τις διαβαθμίσεις της, ακόμα και από έναν φιλικό στα παιδιά εκπαιδευτικό, είναι οι ακόλουθες: «Πρόσεχε, είσαι άτακτος», «βγες έξω», «πάψε πια», «έλα ναηρεμήσουμε». «γιατί δε διαβάζεις», «μας δουλεύεις ότι διάβασες» (αυτό εμπεριέχει και δόση ειρωνείας), «τι ανοησίες λες παιδί μου» κ.ά. Εξουσία, επίσης, εκφράζουν τα «θέλω» και τα «πρέπει» του εκπαιδευτικού,που σηματοδοτούν τις σχέσεις μαθητών και διδασκόντων στο σχολικό περιβάλλον.
Η «εξουσιαστική» γλώσσα του εκπαιδευτικού μπορεί να ωθήσει το μαθητή σε «αντιεξουσιαστική» συμπεριφορά, που άδικα θεωρείται απειθαρχία και επισύρει την ανάλογη τιμωρία. Ακόμα, πέρα από τον λόγο και τη γλώσσα του εκπαιδευτικού, το σχολείο ως δομή, αλλά και τα εκπαιδευτικά έγγραφα, ασκούν τη δική τους εξουσία,που έχει σχέση με τη φιλοσοφία της εκπαίδευσης γιατο πρότυπο ανθρώπου που θέλει να διαπλάσει.
Βέβαια, αυτή η εκδοχή έμμεσης εξουσίας δεν έχει καμία σχέση με την άμεση εξουσία, βία και αυταρχισμό που διαχέεται στην εκπαίδευση σε εποχές πολιτικής εκτροπής. Δηλαδή, κατά τη δικτατορία του 1967-1974,οαυταρχισμός στην εκπαίδευση ως πρακτική καθημερινή και ως εντολές άνωθεν ήταν έντονος και απροκάλυπτος. Ενδεικτικά, αναφέρω τις εκθέσεις ουσιαστικών προσόντων των εκπαιδευτικών, που ήλεγχαν όλα τα άλλα παρά ότι ενδιαφέρονταν οι συντάκτες τους για το πόσο καλός και αποτελεσματικός ήταν ο εκπαιδευτικός.
Από σταχυολόγηση λέξεων και φράσεων σε έκθεση του 1971 έχουμε: «σεβασμός, σεμνότης, προσήλωσις, αφοσίωσις εις την πατρίδα, πίστις εις την θρησκείαν, ικανότης του σκέπτεσθαι λογικώς και ταχέως, τήρησιςτου μέτρου εις πάσαν εκδήλωσιν, σεβασμός προς την ιεραρχίαν» (χρήση της καθαρεύουσας, έναρθρο απαρέμφατο, συσσώρευση αφηρημένων ουσιαστικών, δηλαδή γλώσσα εξουσίας). Σε άλλη έκθεση επιθεωρητή,κατά τη δικτατορία, διαβάζουμε: «O διδάσκαλος Δ.Π. ιδιαιτέρωςδιακρίνεται δια την πίστιν του εις τα εθνικά ιδανικά. Είναι άριστος οικογενειάρχης και καλός χριστιανός και εκκλησιάζεται τακτικώς. Πειθαρχεί εκουσίως και γνωρίζει νά άρχη και να άρχηται» (ιδεολογικό τρίπτυχο: Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια, εκμετάλλευση του αρχαίου λόγου και τηςκαθαρεύουσας). Είναι ολοφάνερο ότι όποιος ξέφευγε από αυτά τα πλαίσια ήταν κακός εκπαιδευτικός και μη «νομιμόφρων».
Ο αυταρχισμός και η συμμόρφωση κυριαρχούν, όπως και ο μακροπερίοδος λόγος και οι αλλεπάλληλες γενικές, που επιβάλλονται στον δέκτη ως ανώτερη γλώσσα, φορτισμένη πολιτιστικά και ιδεολογικά. (από διδακτορική διατριβή για τον "Αυταρχισμό στην Ελληνική Εκπαίδευση")
ΚΕΙΜΕΝΟ 3 (Αισχύλου, Προμηθεύς,μετ: Στέλλα Μπαζάκου-Μαραγκουδάκη):
Προμηθέας στον Ερμή: "Σκύβε, προσκύνα, θώπευε πάντοτε τους κρατούντες! Πιο λίγο κι απ' το τίποτα με νοιάζει για το Δία. Αυτόν το λίγο τον καιρό ας άρχει, ας αρπάζει· η δύναμή του στους θεούς πολύ δε θα κρατήσει… Μα βλέπω κι έρχεται εδώ του Δία ο ταχυδρόμος, αυτού του νέου τύραννου το πρόθυμο τσιράκι· κάτι καινούριο βέβαια έρχεται ν' αναγγείλει".
Ερμής: "Σ' εσένα τον… σοφότατο, τον βαρυπικραμένο, που αμάρτησες προς τους θεούς δίνοντας στους ανθρώπους τιμές, στον κλέφτη της φωτιάς το λόγο απευθύνω: Προστάζει ο πατέρας μου να πεις αυτούς τους γάμους που φλυαρείς πως πρόκειται να χάσει την αρχή του· και όχι με αινίγματα βέβαια και ασάφειες, μα καθαρά και ξάστερα· και μη με αναγκάσεις να κάνω διαδρομή διπλή άσκοπα, Προμηθέα· το βλέπεις πως δεν κάμπτεται με κάτι τέτοια ο Δίας".
Προμηθέας: "Ο λόγος μεγαλόστομος και έπαρση γεμάτος, για υπηρέτη των θεών κομμένος και ραμμένος… Καινούρια η εξουσία σας, πρόσφατη, και θαρρείτε ότι σε κάστρα άπαρτα θα κατοικείτε αιώνια… Όμως δεν είδα απ' αυτά να πέφτουν δυο τυράννους; κι αυτόν που τώρα κυβερνάει θα δω να πέφτει τρίτος άτιμα και ταχύτατα· μήπως και το νομίζεις πως σκιάζομαι νέους θεούς, τρέμω και θα λουφάξω; Πολύ μακριά βραδιάζεσαι… Πάρε το δρόμο που 'ρθες ανάποδα τώρα εσύ και ξαναγύρνα πίσω. Δεν θα την άλλαζα ποτέ, βάλ' το μες στο μυαλό σου, αυτή τη δυστυχία μου με τη δική σου λάτρα."
Ερμής: "Με το κατάντημα αυτό μοιάζεις να καμαρώνεις!".
Προμηθέας: "Μα καμαρώνω! Κι εύχομαι έτσι να καμαρώνουν και τους δικούς μου τους εχθρούς! Μέσα σ' αυτούς κι εσένα!"
Ερμής: "Κι εμέ λοιπόν κατηγορείς γι' αυτήν τη συμφορά σου";
Προμηθέας: "Μάλιστα! Τους θεούς μισώ όλους, με μια κουβέντα, όσους ευεργετήθηκαν κι άδικα με παιδεύουν. Όμως ο χρόνος που γερνάει όλα μας τα διδάσκει".
Ερμής: "Εσένα δεν σε δίδαξε να βάλεις λίγη γνώση!".
Προμηθέας: "Σίγουρα! Δεν θ' απηύθυνα τον λόγο σ' ένα δούλο!… Να ξέρεις, Ερμή, δεν υπάρχει βάσανο ούτε και άλλη τέχνη να μ' αναγκάσει να του πω ο Δίας ό,τι θέλει, προτού μου λύσει τα δεσμά αυτά που με παιδεύουν… Έτσι, ας πέσει απάνω μου η φλόγα πυρωμένη, με υποχθόνιες βροντές, λευκόφτερες νιφάδες τα πάντα αναστατώνοντας ας τα αναταράξει· δε με λυγίζει τίποτα!!!".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...