Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

ΑΡΧΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ (750-480 π.Χ.) Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ- ΤΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ

Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ Ο όρος "αποικισμός" προέρχεται από το ρ. αποικίζω (στέλνω μακριά από τον οίκο, από την πατρίδα) και δηλώνει την αναγκαστική μετακίνηση, την εγκατάσταση σε άλλη περιοχή και τη δημιουργία νέας πόλης. Το φαινόμενο αυτό διαφέρει από την εξάπλωση των ελληνικών φύλων στα μικρασιατικά παράλια (11ος - 9ος αι. π.Χ.). Η ίδρυση αποικιών την αρχαϊκή εποχή ήταν επιχείρηση οργανωμένη εξ ολοκλήρου από τη μητέρα-πόλη (μητρόπολη). Οι αποικίες, ωστόσο, ήταν νέες πόλεις-κράτη, αυτόνομες και αυτάρκεις. Οι δεσμοί τους με τις μητέρες-πόλεις ήταν χαλαροί, σε μερικές περιπτώσεις ανύπαρκτοι, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις οι σχέσεις ήταν εχθρικές9. Τα αίτια που συνέβαλαν στην ίδρυση των αποικιών ήταν: ♦ η στενοχωρία, όπως αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς, δηλαδή το πρόβλημα που προέκυψε από την αύξηση του πληθυσμού και τις περιορισμένες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης· ♦ η έλλειψη πρώτων υλών, ιδιαίτερα μετάλλων ♦ η αναζήτηση νέων αγορών για την προμήθεια και την πώληση αγαθών ♦ οι εσωτερικές πολιτικές κρίσεις που οδηγούσαν σε απομόνωση μια ομάδα των κατοίκων ♦ οι γνώσεις που διέθεταν για τους θαλάσσιους δρόμους και τις περιοχές εγκατάστασης· ♦ ο ριψοκίνδυνος χαρακτήρας των Ελλήνων εκείνης της εποχής, όπως αντανακλάται μέσα από την Οδύσσεια. Από τα μέσα του 8ου αι. π.Χ. μέχρι και τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. οι Έλληνες εξαπλώθηκαν στη Μεσόγειο και στον Εύξεινο Πόντο, στα όρια του τότε γνωστού κόσμου, περιορίζοντας έτσι τη δραστηριότητα άλλων λαών και ιδιαίτερα των Φοινίκων. Η αποικιστική εξάπλωση επανασύνδεσε ουσιαστικά τους Έλληνες με τη Μεσόγειο και είχε σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, την κοινωνία και την πολιτιστική εξέλιξη αυτής της περιόδου. Όλα τα στοιχεία που καθορίζουν τον ελληνικό πολιτισμό, όπως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, οι πολιτικές πρακτικές, οι αισθητικές αντιλήψεις και γενικότερα ο τρόπος ζωής, οι Έλληνες τα μετέφεραν στις νέες τους πατρίδες. Οι αποικίες εξελίχθηκαν σε χώρους πειραματισμού για τον Ελληνισμό. Στις επαφές τους με τους γηγενείς πληθυσμούς έδωσαν πολιτιστικά στοιχεία και πήραν. Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι η διάδοση της γραφής· το χαλκιδικό αλφάβητο, μια μορφή του ελληνικού αλφαβήτου, διαδόθηκε από τους Χαλκιδείς αποίκους στους ιταλικούς λαούς και έγινε στη συνέχεια το πρότυπο διαμόρφωσης του λατινικού. Η οικονομική κρίση αντιμετωπίστηκε έξω από τα όρια των πόλεων-κρατών, σε ευρύτερο οικονομικό χώρο με την ανάπτυξη του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα της οικονομίας. Το εμπόριο δεν περιορίστηκε στην ανταλλαγή αγαθών, απέκτησε χαρακτήρα εμπορευματοχρηματικό με την κοπή και τη χρήση του νομίσματος. Η εφεύρεση του νομίσματος δεν ήταν μια απλή καινοτομία που διευκόλυνε τις οικονομικές σχέσεις εκείνης της εποχής. Το νόμισμα γίνεται τώρα το κύριο μέσο συναλλαγής. Οι οικονομικές μεταβολές είχαν συνέπειες και στην κοινωνία των πόλεων-κρατών. Νέα κατηγορία πολιτών, αυτοί που πλούτισαν, διεκδίκησε μερίδιο στην άσκηση της εξουσίας. Έτσι, η αριστοκρατικά οργανωμένη κοινωνία πέρασε κρίση. Η δουλεία, τέλος, αναπτύχθηκε λόγω της ανάγκης για περισσότερα και φθηνότερα χέρια. Για πρώτη φορά αυτή την εποχή χρησιμοποιήθηκαν δούλοι αργυρώνητοι, δηλαδή αγορασμένοι, ως παράγοντας οικονομικής ανάπτυξης.
ΤΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ
Η πόλη-κράτος αποτελούσε τον βασικό θεσμό πολιτικής οργάνωσης κατά την αρχαιότητα. Μέσα απ' αυτό το θεσμό λειτούργησαν οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί και ασκήθηκε η εξουσία, από τις εκάστοτε ισχυρές κοινωνικές τάξεις. Είναι ευνόητο ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις και οι πολιτειακές μεταβολές είχαν διαφορετική εξέλιξη σε κάθε πόλη-κράτος. Την πορεία μεταβολής των πολιτευμάτων παρουσιάζει το ακόλουθο θεωρητικό σχήμα: βασιλεία → αριστοκρατία → ολιγαρχία → τυραννίδα → δημοκρατία Η δημιουργία των πόλεων-κρατών συνδέεται με την παρακμή και την πτώση της βασιλείας. Το πολίτευμα της βασιλείας παρέμεινε μόνο σε περιοχές που διατήρησαν το φυλετικό τρόπο οργάνωσης και δε δημιούργησαν πόλεις-κράτη, όπως π.χ. η Ήπειρος, η Μακεδονία κ.ά. Ο ιστορικός βίος του θεσμού της πόλης-κράτους ξεκίνησε με την επικράτηση των ευγενών και την εγκαθίδρυση αριστοκρατικών πολιτευμάτων. Στα αριστοκρατικά καθεστώτα η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αρίστων, εκείνων δηλαδή που αντλούσαν τη δύναμη από την καταγωγή τους και την κατοχή γης. Οι οικονομικές εξελίξεις που προκάλεσε ο αποικισμός με την ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας έφεραν στην επιφάνεια νέες κοινωνικές ομάδες, τους βιοτέχνες, τους εμπόρους, τους ναυτικούς και τους τεχνίτες. Οι νέες κοινωνικές ομάδες όξυναν τον κοινωνικό ανταγωνισμό και διεκδίκησαν μέσα από συγκρούσεις μερίδιο στην εξουσία. Στην κρίση της αριστοκρατικής δομής της κοινωνίας συνέβαλε και ένας άλλος παράγοντας, η οπλιτική φάλαγγα. Ήταν ένα καινούργιο στρατιωτικό σώμα, στο οποίο ανήκαν όσοι από τους πολίτες απέκτησαν την ιδιότητα του πολεμιστή και είχαν την οικονομική ευχέρεια να εξοπλίζονται με δικά τους έξοδα. Η φάλαγγα των οπλιτών οδήγησε στην ανάπτυξη της ιδέας της ισότητας ακόμη και ως προς την άσκηση της εξουσίας. Στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. και τις αρχές του 6ου αι. π.Χ. οι διαφορές οξύνθηκαν και οι αγώνες μεταξύ των ευγενών από τη μία πλευρά και των πλουσίων και του πλήθους από την άλλη έγιναν ιδιαίτερα σκληροί. Η κατάσταση εν μέρει αντιμετωπίστηκε σε πολλές πόλεις με την κωδικοποίηση του άγραφου, εθιμικού δικαίου. Η καταγραφή των νόμων ανατέθηκε σε πρόσωπα κοινής αποδοχής, προερχόμενα κυρίως από την τάξη των ευγενών. Πρόκειται για τους γνωστούς νομοθέτες ή αισυμνήτες, όπως ο Ζάλευκος και ο Χαρώνδας στις αποικίες της Δύσης, ο Πιττακός στη Μυτιλήνη, ο Λυκούργος στη Σπάρτη, ο Δράκων και ο Σόλων στην Αθήνα. Με την καταγραφή των νόμων στις περισσότερες πόλεις διευρύνθηκε η πολιτική βάση, εφόσον η συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πολιτείας έγινε ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των πολιτών, όπως συνέβη στην Αθήνα με τη νομοθεσία του Σόλωνα. Το πολίτευμα κατ' αυτόν τον τρόπο μεταβλήθηκε σε ολιγαρχικό ή, όπως ονομάστηκε διαφορετικά, τιμοκρατικό (ή έκ τιμημάτων πολιτεία), επειδή κριτήριο της διάκρισης των πολιτών ήταν τα «τιμήματα», δηλαδή το εισόδημα. Η επικράτηση των «ολίγων» όμως δεν έδωσε λύσεις στα προβλήματα του πλήθους. Οι αντιθέσεις διατηρήθηκαν και σε ορισμένες περιπτώσεις υποδαυλίστηκαν από πρόσωπα που ήθελαν να εκμεταλλευτούν τις κοινωνικές αναταραχές για να επιβάλουν τη δική τους εξουσία. Τέτοια πρόσωπα συνήθως ήταν ευγενείς που είχαν αναδειχθεί ηγέτες των κατώτερων κοινωνικών ομάδων, με την υποστήριξη των οποίων κατόρθωναν να καταλάβουν την εξουσία. Η προσωπική εξουσία που επέβαλλαν ονομαζόταν τυραννίδα. Η λέξη «τύραννος» ήταν μάλλον λυδικής προέλευσης. Ορισμένοι από τους τυράννους αναδείχθηκαν σε καλούς ηγέτες, που φρόντισαν για την ανάπτυξη της πόλης τους και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των πολιτών. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις τυράννων ήταν ο Πολυκράτης στη Σάμο, ο Περίανδρος στην Κόρινθο, ο Θεαγένης στα Μέγαρα, ο Πεισίστρατος στην Αθήνα κ.ά. Οι περισσότεροι τύραννοι είχαν βίαιο τέλος. Οι δολοφονικές απόπειρες εναντίον τους εκφράζουν με σαφήνεια και τις διαθέσεις των πολιτών. Μετά την πτώση των τυραννικών καθεστώτων, περίπου στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., στις περισσότερες πόλεις επιβλήθηκαν εκ νέου ολιγαρχικά καθεστώτα, σε άλλες, όμως, όπως για παράδειγμα στην Αθήνα, έγιναν μεταρρυθμιστικές νομοθετικές προσπάθειες που άνοιξαν το δρόμο προς τη δημοκρατία (μεταρρύθμιση του Κλεισθένη). Στο δημοκρατικό πολίτευμα κυρίαρχο πολιτειακό όργανο αναδεικνύεται η εκκλησία του δήμου, δηλαδή η συνέλευση όλων των ενήλικων κατοίκων που είχαν πολιτικά δικαιώματα. Σε κάθε πολίτη δινόταν η δυνατότητα να παίρνει το λόγο, να διατυπώνει ελεύθερα την άποψή του (ισηγορία), και να συμμετέχει στη διαμόρφωση και στην ψήφιση των νόμων (ισονομία). Στη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής κάθε πόλη-κράτος παγίωσε μέσα από κοινωνικές ανακατατάξεις και «στάσεις» ένα σύστημα διακυβέρνησης. Οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι της Σπάρτης και της Αθήνας. Η Σπάρτη κατά τον 7ο αι. π.Χ. διαμόρφωσε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα, το οποίο διατήρησε μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση, το 2ο αι. π.Χ. Αντίθετα, η Αθήνα διήνυσε όλο το φάσμα των πολιτειακών εξελίξεων, από την αριστοκρατική οργάνωση τον 7ο αι. π.Χ. μέχρι τη θεμελίωση της δημοκρατίας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ.
Κατά την αρχαϊκή εποχή, ο ποιητικός λόγος αποκτά προσωπικό ύφος, εκφράζει βιώματα και συναισθήματα. Ο πεζός λόγος μέσα από τη σκέψη των πρώτων φιλοσόφων (φυσικών φιλοσόφων) επιχειρεί να εξηγήσει τη δημιουργία του κόσμου αλλά και να αφηγηθεί ήθη, έθιμα λαών, δημιουργώντας τα πρώτα δείγματα ιστορικής γραφής. Η τέχνη, στην αρχή, ήταν επηρεασμένη από πρότυπα της Ανατολής (ανατολίζουσα φάση), στη συνέχεια όμως διαμόρφωσε χαρακτηριστικά που πρόβαλλαν τις ελληνικές αισθητικές αντιλήψεις.


Πριν από λίγα χρόνια μια ομάδα Eλληνοαμερικανών αρχαιολόγων έκανε μία εντυπωσιακή ανακάλυψη. Βρήκαν τα αρχαιότερα στον κόσμο στοιχεία ναυσιπλοΐας στην περιοχή Πλακιάς Ρεθύμνου. Είναι μία σπουδαία ανακάλυψη στην οποία δεν δόθηκε η αρμόζουσα προσοχή, παρά το γεγονός ότι αυτό το εύρημα κατατάχθηκε στη λίστα με τις δέκα κορυφαίες ανακαλύψεις για το 2010. Η έρευνα της ομάδας με επικεφαλής τον Thomas F. Strasser, την κ. Ελένη Παναγοπούλου και με τη συμβολή του καθηγητή του πανεπιστημίου της Βοστώνης κ. Curtis Runnels, αναγκάζει τους μελετητές να θέσουν σε νέα βάση τα ιστορικά δεδομένα, όσον αφορά τις ικανότητες ναυσιπλοΐας των προϊστορικών ανθρώπων. Οι αρχαιολόγοι έκαναν ανασκαφές σε ένα φαράγγι στην Κρήτη και ανακάλυψαν ευρήματα της παλαιολιθικής εποχής στην ευρύτερη περιοχή της Πρέβελη. Εκεί εντόπισαν 30 τσεκούρια και εκατοντάδες άλλα πέτρινα μικροεργαλεία τα οποία βρέθηκαν σκόρπια σε περίπου 20 διαφορετικά σημεία.


Πριν από την ανακάλυψη, οι επιστήμονες πίστευαν ότι οι άνθρωποι που κατοίκησαν την Κρήτη, την Κύπρο, αλλά και κάποια άλλα ελληνικά νησιά και τη Σαρδηνία, έφτασαν σε αυτά τα μέρη πριν από 12.000 χρόνια. Όμως τα εργαλεία που ανακάλυψε η ομάδα των Ελληνοαμερικανών αρχαιολόγων χρονολογούνται πριν από 130.000 χρόνια. Τα εργαλεία, καθώς και το έδαφος που βρέθηκαν, χρονολογήθηκαν με σύγχρονες μεθόδους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι βράχοι και τα σπήλαια της περιοχής ανυψώθηκαν με το πέρασμα του χρόνου λόγω γεωλογικής δραστηριότητας.
Τα τμήματα που ήρθαν στην επιφάνεια αντιπροσωπεύουν τη σειρά των γεωλογικών περιόδων τα οποία αποτέλεσαν και το αντικείμενο μελέτης της ομάδας. Κατά την ανάλυση του γεωλογικού στρώματος που βρέθηκαν τα εργαλεία, η ομάδα έφτασε στο συμπέρασμα ότι το έδαφος αυτό ήταν στην επιφάνεια πριν από 130.000 ως 190.000 χρόνια. Λαμβάνοντας υπ’όψιν το γεγονός ότι η Κρήτη είναι νησί και δεν έχει πρόσβαση απο στεριά εδώ και πέντε εκατομμύρια χρόνια, οι αρχαιολόγοι συμπεραίνουν ότι τα εργαλεία πρέπει να έφτασαν εκεί ακτοπλοϊκώς από προϊστορικούς ανθρώπους. Αυτό σημαίνει ότι η ναυσιπλοΐα υπήρχε στην Μεσόγειο δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν από την εποχή που πίστευαν οι αρχαιολόγοι και ότι οι πρώτοι homo sapiens sapiens ή κάποιοι πρόγονοί τους, χρησιμοποιούσαν σκάφη αξιόπλοα και πραγματοποιούσαν μακρινά ταξίδια.
Πριν από αυτή την ανακάλυψη , το παλαιότερο αποδεδειγμένα θαλάσσιο ταξίδι ήταν ο διάπλους κάποιων homo sapiens sapiens προς την Αυστραλία, όπου χρειάστηκε να καλύψουν μεγάλες αποστάσεις εώς και 71 χιλιόμετρα , γεγονός που συνέβη 60.000 χρόνια πριν, αν και οι χρονολογήσεις αμφισβητήθηκαν. Αυτό που προκαλεί όμως μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι πως η τεχνοτροπία των εργαλείων που βρέθηκαν μοιάζει με κάποια χειροτεχνήματα που ανήκαν σε προϊστορικούς πληθυσμούς της Αφρικής. Για δεκαετίες οι επιστήμονες πίστευαν ότι αυτοί οι πληθυσμοί της Αφρικής έφτασαν στην Ευρώπη και την Ασία μέσω της Μέσης Ανατολής και στη συνέχεια περνώντας μέσα από την σημερινή Τουρκία στα Βαλκάνια.
Τα ευρήματα στην Κρήτη αποτελούν απόδειξη ότι η μετανάστευση των πληθυσμών δεν γινόταν μόνο μέσω ξηράς και ίσως οι διαδρομές να ήταν από τη Βόρεια Αφρική προς την Ισπανία μέσω των Στενών του Γιβραλτάρ ή από την Λιβύη προς την Κρήτη, μία απόσταση περίπου 320 χιλιόμετρα. Αρχικά, υπήρχε η εντύπωση ότι τα πρώτα πλοιάρια δεν ήταν παρά μόνο απλές ξύλινες σχεδίες με ιστία φτιαγμένα από δέρμα ζώων συρραμμένα και στηριγμένα σε κούτσουρα δέντρων για να πιάνουν τον άνεμο. Ωστόσο, ειδικοί στην αρχαία ναυτιλία υποστηρίζουν ότι οι προϊστορικοί ναυτικοί θα χρειάζονταν μια πιο γερή κατασκευή για να διανύσουν την απόσταση από τη βόρεια Αφρική ως την Κρήτη.
Στις παρυφές της ευρωπαϊκής ηπείρου, στο Αιγαίο, κατά την 3η χιλιετία π.Χ. άνθησαν σπουδαίοι πολιτισμοί που αποτέλεσαν το υπόβαθρο του ελληνικού πολιτισμού. Από τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ., όταν οι λαοί της Ανατολής βρίσκονταν στο απόγειο της ανάπτυξής τους, οι Έλληνες κατηύθυναν τα ενδιαφέροντα τους, οικονομικά και πολιτιστικά, πέρα από το Αιγαίο.
Οι επαφές ανάμεσα στους λαούς της Ανατολής και τους Έλληνες καθόλη τη διάρκεια της αρχαιότητας είναι μια ιστορική πραγματικότητα που έχει παρουσιάσει περιόδους ρήξεων αλλά και περιόδους γόνιμων επιδράσεων και ουσιαστικής προσέγγισης. Η Ανατολή υπήρξε συχνά πηγή έμπνευσης καλλιτεχνικής και επιστημονικής για τους Έλληνες. Οι Έλληνες με τα ταξίδια τους ήρθαν σε άμεση επαφή με τα επιτεύγματα των λαών της Ανατολής, αρκετά από τα οποία υιοθέτησαν. Ανταποκρίθηκαν δημιουργικά στις επιρροές τους· όσα πολιτιστικά στοιχεία παρέλαβαν δεν τα μιμήθηκαν, αντίθετα τα ενέταξαν μέσω αφομοιωτικής διεργασίας στην πολιτιστική τους παράδοση.
Ήδη από τον 9ο αιώνα οι Έλληνες είχαν αναπτύξει στενές εμπορικές σχέσεις με την ακτή της Συρίας και της Παλαιστίνης. Μέσα από αυτό τον εμπορικό δρόμο σημαντικές και συχνά πολύτιμες πρώτες ύλες, αλλά και αξιόλογα έργα τέχνης από την Ανατολή, ιδιαίτερα από τη Συρία και τη Μεσοποταμία, άρχισαν να φθάνουν σε ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες στην Ελλάδα. Από το τέλος του 8ου αιώνα και έπειτα οι μαρτυρίες για εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ανατολή πυκνώνουν και γίνονται όλο και πιο συγκεκριμένες.
Τα ποιήματα του Ησιόδου και ιδιαίτερα η "Θεογονία" είναι γεμάτα από στοιχεία που προέρχονται από τους μύθους και τη λογοτεχνία της Μεσοποταμίας και της Συρίας. Ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη του εμπορίου και γενικότερα των επαφών με την Ανατολή έπαιξαν επίσης οι Φοίνικες έμποροι, που ήδη από το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. είχαν φτάσει με τα πλοία τους ως τη δυτική άκρη της Μεσογείου· οι δραστηριότητές τους στην περιοχή του Αιγαίου και πέρα από αυτή περιγράφονται στην Οδύσσεια. Επιπλέον, η εγκατάσταση των Φοινίκων στην Κύπρο, στο Κίτιο και στη Σαλαμίνα τους έφερε σε ακόμη στενότερη επαφή με τους Έλληνες.
Ακόμη σαφέστερη είναι η εικόνα που μας προσφέρουν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Χρυσά, αργυρά και χάλκινα αντικείμενα, από φαγεντιανή, ελεφαντόδοντο και ορεία κρύσταλλο, όλα αναθήματα των ανθρώπων προς τον θεό. Κοσμήματα, ειδώλια, σκεύη, αγγεία, σφραγίδες, σκαραβαίοι, ελεφάντινα διακοσμητικά επίπλων. Αλλά επίσης κύμβαλα, τύμπανα και ασπίδες, αντικείμενα που είχαν άμεση σχέση με τον μύθο της γέννησης του Δία και της προστασίας του από τον Κρόνο. Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σύνολο χάλκινων έργων που φανερώνει την άμεση επίδραση της τέχνης της Ανατολής στην Ελλάδα την εποχή αυτή προέρχεται από το Ιδαίον Άντρον της Κρήτης, δηλαδή την ιερή σπηλιά του βουνού Ίδα. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο, είχε κρύψει τον νεογέννητο Δία η μητέρα του για να τον σώσει από τον αδηφάγο πατέρα του, τον Κρόνο. Την προστασία του νεαρού θεού την είχαν αναλάβει οι Κορύβαντες, πολεμιστές που χτυπούσαν τις ασπίδες τους για να καλύψουν το κλάμα του βρέφους. Δεν πρέπει, επομένως, να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι τα περισσότερα χάλκινα από το Ιδαίον Άντρον είναι ασπίδες. Χαρακτηριστικό για τον μύθο και τη λατρεία είναι το παλαιότερο από τα ευρήματα: ένας χάλκινος δίσκος που χρησίμευε πιθανόν ως τύμπανο σε λατρευτικές τελετές.
Τα έργα αυτά πρέπει να κατασκευάστηκαν στην Κρήτη ειδικά για το ιερό. Ωστόσο, το θεματολόγιο και η τεχνοτροπία των ανάγλυφων παραστάσεών τους έρχονται κατευθείαν από την Ανατολή. Οι φτερωτοί δαίμονες, τα άγρια ζώα, οι σκηνές κυνηγιού και μάχης έχουν τα πρότυπά τους στην τέχνη της Μεσοποταμίας και της Συρίας. Αυτό σημαίνει ότι οι τεχνίτες που τα κατασκεύασαν είτε κατάγονταν από τις περιοχές αυτές είτε είχαν μάθει εκεί την τέχνη τους. Ειδικά για τον δημιουργό του χάλκινου τυμπάνου, που χρονολογείται μάλλον στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. (η ακριβής χρονολόγησή του είναι προβληματική), μπορούμε να πούμε ότι καταγόταν πιθανότατα από τη Συρία. Ταφικά ευρήματα των χρόνων αυτών πιστοποιούν πράγματι την παρουσία στην Κρήτη μεταναστών από τον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Συρίας.
Στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα π.Χ. τα δάνεια από τον πολιτισμό και ειδικότερα από την τέχνη της Συρίας και της Μεσοποταμίας πολλαπλασιάζονται, ταυτόχρονα όμως αφομοιώνονται, καθώς οι Έλληνες τεχνίτες τα προσαρμόζουν στις δικές τους αντιλήψεις και αισθητικές αρχές. Δημιουργείται έτσι και εξαπλώνεται γρήγορα σε όλη την Ελλάδα (με αρκετές τοπικές παραλλαγές) μια τεχνοτροπία που την ονομάζουμε ανατολίζουσα. Μετά τα μέσα του αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες σαφείς επιδράσεις από την αιγυπτιακή τέχνη.
Ανάλογες εξελίξεις παρατηρούμε και σε άλλες περιοχές, ιδιαίτερα στην κεντρική Ιταλία, όπου κατοικούσαν οι Ετρούσκοι, λαός που είχε αναπτύξει στενές εμπορικές σχέσεις με την Ελλάδα και την ανατολική Μεσόγειο. Είναι φανερό ότι το εμπόριο και ο αποικισμός συνέτειναν στην ευρεία και γρήγορη διάδοση νέων καλλιτεχνικών τάσεων και ιδεών. Αλλά οι καινοτομίες δεν είναι μόνο αισθητικές. Οι καλλιτέχνες αναπτύσσουν παράλληλα νέες τεχνικές για την κατεργασία του λίθου και του χαλκού, οι οποίες τους δίνουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν έργα με μνημειακό χαρακτήρα. Τα πρότυπα είναι κατά κανόνα ανατολικά, δεν έχουμε όμως πάντοτε τη δυνατότητα να τα εντοπίσουμε, καθώς πολλά από αυτά δεν έχουν σωθεί. Ιδιαίτερα αισθητή είναι η απώλεια των πολυτελών υφασμάτων που οι Έλληνες και οι Φοίνικες έμποροι έφερναν από τις χώρες της Ανατολής.
Ενδεικτική για την επικράτηση των ανατολικών προτύπων είναι η εμφάνιση στα σημαντικότερα ιερά της Ελλάδας ενός νέου τόπου χάλκινου λέβητα, που έρχεται από τη βόρεια Συρία και αρχίζει να υποκαθιστά, ήδη από το τέλος του 8ου αιώνα π.Χ., τους τρίποδες της γεωμετρικής εποχής με τα πόδια καρφωμένα στο σώμα. Οι νέοι λέβητες δεν έχουν πόδια· τοποθετούνται επάνω σε ανεξάρτητες βάσεις, τριποδικές ή κωνικές από χάλκινο έλασμα, και διακοσμούνται με προτομές ζώων ή μυθικών όντων (κυρίως γρυπών) που χυτεύονται χωριστά και διατάσσονται γύρω από το στόμιο τους. Αξίζει να επισημάνουμε ότι στα παλαιότερα συριακά παραδείγματα τέτοιων λεβήτων οι προτομές είναι σφυρήλατες, και όχι χυτευτές.
Στους αρχαϊκούς χρόνους δημιουργήθηκαν δύο βασικοί αρχιτεκτονικοί ρυθμοί, ο δωρικός και ο ιωνικός.
Κατασκευάστηκαν τα πρώτα μεγάλα αγάλματα, οι κούροι και οι κόρες.
Εξελίχθηκε σε εντυπωσιακό σημείο η κεραμεική τέχνη, με τον μελανόμορφο και τον ερυθρόμορφο ρυθμό.
Οι πρώτες πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες εντοπίζονται κυρίως στην Ιωνία, όπου γεννήθηκε και η φιλοσοφία· γρήγορα, ωστόσο, διαδίδονται και στον υπόλοιπο ελληνικό χώρο, μητροπολιτικό και αποικιακό. Αυτή την εποχή έχουν πλέον αποκρυσταλλωθεί οι θρησκευτικές δοξασίες και ο τρόπος λατρείας των θεών. Τα χαρακτηριστικά της μορφής κάθε θεού γίνονται κοινά σε πανελλήνιο επίπεδο και ορισμένοι τόποι λατρείας εξελίσσονται σε πανελλήνια ιερά με φήμη και πέρα από τα ελληνικά όρια, όπως συμβαίνει με τους Δελφούς, την Ολυμπία, τη Δήλο κ.ά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...