Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΣΙΑΣ

Η Πρωσία (Preußen, λατ.: Borussia, Prussia, <προ + Ρωσία [<ρουσίζω ροδίζω, ο>ου, δ>σ - είμαι κοκκινωπός] = η χώρα που βρίσκεται πριν από τη Ρωσία) ονομάστηκε η περιοχή της Γερμανίας, που μέχρι το 1945 αποτελούσε την πιο εκτεταμένη περιφέρεια της χώρας, με 13 επαρχίες, στην οποία ανήκε και η πρωτεύουσα Βερολίνο. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέρη του ανατολικού τμήματος της Πρωσίας ανήκουν στην Πολωνία και στην Ρωσία. Η Πρωσία εκτεινόταν από τα γαλλικά σύνορα ως τα σύνορα με την άλλοτε ΕΣΣΔ. Στο νότο τα σύνορά της σχηματίζονταν από τον ποταμό Μάιν και τον Θουριγγικό Δρυμό. Αρχικά ήταν μικρή περιοχή στην σημερινή Μαζουρία της βόρειας Πολωνίας, στο Καλίνινγκραντ και στην περιοχή Κλάιπεντα της Λιθουανίας. Το έδαφος της Πρωσίας περιέλαβε την Παλαιά Πρωσία (Δυτική Πρωσία και Ανατολική Πρωσία), την Πομερανία, το μεγαλύτερο μέρος της Σιλεσίας, το Βραδεμβούργο, τη Λουσιτανία, τη επαρχία της Σαξονίας, του Αννόβερου, του Σλέσβιχ-Χολστάιν, της Βεστφαλίας, της Έσσης - Νασσάου, της Ρηνανίας. Υπήρξαν όμως μερικές περιοχές στη βόρεια Γερμανία που δεν έγιναν ποτέ τμήμα της Πρωσίας, όπως το Όλντενμπουργκ, το Μέκλενμπουργκ και οι πόλεις - κράτη της Χανσεατικής Ένωσης. Αν και η Πρωσία ήταν κυρίως προτεσταντικό γερμανικό κράτος, υπήρξαν σημαντικοί ρωμαιοκαθολικοί πληθυσμοί στη Ρηνανία και σε διάφορες περιοχές, όπως το Πόζεν, η Σιλεσία, η δυτική Πρωσία και Βάρμια της ανατολικής Πρωσίας. Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί τα καθολικά νότια γερμανικά κράτη, ειδικά η Αυστρία και η Βαυαρία, αντιστάθηκαν στην Πρωσική ηγεμονία για πολύ καιρό. Από το 1466 μέχρι το 1772, η περιοχή αυτή ήταν χωρισμένη σε δύο τμήματα, το Βασίλειο της Πρωσίας που ήταν υπό την διοίκηση της Πολωνίας, και την περιοχή του Τευτονικού Τάγματος. Μετά το τέλος της Δυναστείας των Πρώσων η περιοχή αυτή το 1618 πέρασε ως κληρονομιά στο πριγκιπάτο του Βρανδεμβούργου. Το 1657 με την συνθήκη του Βέλαου η περιοχή αυτή αποσπάσθηκε και απόκτησε την ανεξαρτησία της. Ο πρίγκηπας Φρειδερίκος Α (1688-1713) έγινε μονάρχης της περιοχής.
To 1211 o Ανδρέας Β' της Ουγγαρίας παραχώρησε στους Τεύτονες Ιππότες περιουσία στην Τρανσυλβανία, με αντάλλαγμα τις υπηρεσίες στην άμυνα της ηγεμονίας του έναντι των επιδρομέων Κουμάνων. Οι Τεύτονες υπήρξαν απείθαρχοι, με συνέπεια, λίγα χρόνια αργότερα, ο Ανδρέας Β΄ να τους εκδιώξει από την Τρανσυλβανία. Το 1226 προσέλαβε τους Τεύτονες στην υπηρεσία του ο Κορράδος, δούκας της Μαζοβίας, με σκοπό να τον βοηθήσουν να υποτάξει και να προσηλυτίσει τις παγανιστικές φυλές της Πρωσίας. Κατά την διάρκεια των επόμενων 60 ετών οι Τεύτονες υπέταξαν τους τοπικούς πληθυσμούς, πραγματοποιώντας εκτεταμένες σφαγές, και στα υποδουλωμένα εδάφη δημιούργησαν ένα δικό τους κράτος με έδρα το Μαρίενμπουργκ. Ταυτόχρονα με την υποταγή της Πρωσίας οι Τεύτονες κινήθηκαν ανατολικότερα και, αφού απορρόφησαν το Λιβονικό Τάγμα του Ξίφους, το οποίο έλεγχε περιοχές της Λιβονίας και της Εσθονίας, εξαπλώθηκαν σε μεγάλο τμήμα της Βαλτικής. Η πορεία τους ανατολικότερα ανακόπηκε το 1242, όταν ηττήθηκαν από τους Ρώσους της Ηγεμονίας του Νόβγκοροντ στην Μάχη των Πάγων. Οι Τεύτονες τα επόμενα χρόνια στράφηκαν κατά των Λιθουανών. Μετά από πολυετείς μάχες ηττήθηκαν τελικά απ’ αυτούς και τους συμμάχους τους Πολωνούς, στη Μάχη του Τάννενμπεργκ το 1410. Τα σύνορα μεταξύ της Πρωσίας και της Λιθουανίας καθορίστηκαν τελικά με την Συνθήκη του Μέουνο, το 1422. Το 1454 πόλεις της Δυτικής Πρωσίας επαναστάτησαν εναντίον του Τευτονικού τάγματος και ζήτησαν την βοήθεια της Πολωνίας. Μετά από πόλεμο 13 ετών οι Τεύτονες ηττήθηκαν και με την Δεύτερη συνθήκη ειρήνης του Τορν, που υπογράφηκε το 1466, αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν την Δυτική Πρωσία στην Πολωνία.
Το 1525 ο Μέγας Μάγιστρος του τάγματος των Τευτόνων Ιπποτών, Αλβέρτος της Πρωσίας, του οίκου των Χοεντσόλερν, αφού έγινε Προτεστάντης Χριστιανός, μετέτρεψε τα Τευτονικά εδάφη σε κοσμικό κράτος, ιδρύοντας το Δουκάτο της Πρωσίας, του οποίου υπήρξε ο πρώτος Δούκας. Το Δουκάτο εκτεινόταν σε μία στενή έκταση ανατολικά του Βιστούλα και έδρα του ήταν η Καινιξβέργη. Δύο γενεές αργότερα η Πρωσία ενώθηκε με το Βρανδεμβούργο, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό του κράτους της Πρωσίας-Βρανδεμβούργου. Η εγγονή του Αλβέρτου της Πρωσίας Άννα, κόρη του Δούκα Αλβέρτου-Φρειδερίκου, παντρεύτηκε τον ξάδελφό της Ιωάννη Σιγισμούνδο του Βρανδεμβούργου. Μετά τον θάνατο του Αλβέρτου-Φρειδερίκου, χωρίς να αφήσει αρσενικούς απογόνους, ο Ιωάννης Σιγισμούνδος κληρονόμησε το Δουκάτο της Πρωσίας, ενώνοντάς το με την επικράτεια του Βρανδεμβούργου. Το νέο κράτος περιλάμβανε γεωγραφικά αποκομμένες μεταξύ τους περιοχές από τον Ρήνο μέχρι τη Βαλτική. Κατά την πρώτη φάση του Δεύτερου Βορείου πολέμου (1664-1660) ο δούκας Φρειδερίκος Γουλιέλμος Α΄ έθεσε το δουκάτο υπό το στέμμα της Σουηδίας. Τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο στέμμα της Πολωνίας. Την περίοδο αυτή το Δουκάτο της Πρωσίας αύξησε τον βαθμό αυτονομίας του και έθεσε της βάσης της μετατροπής του σε Βασίλειο.
Στις 18 Ιανουαρίου 1701 ο Φρειδερίκος Α΄, γιος του Εκλέκτορα του Βραδεμβούργου και Δούκα της Πρωσίας Φρειδερίκου Γουλιέλμου, αναβάθμισε την Πρωσία σε βασίλειο, ενώ ο διάδοχός του Φρειδερίκος Γουλιέλμος Α΄ υπήρξε ο δημιουργός της ισχυρής Πρωσίας, αφού, κατά την διάρκεια της βασιλείας του, η Πρωσία επεκτάθηκε αποκτώντας την μισή Σουηδική Πομερανία, με τη συνθήκη της Στοκχόλμης του 1720. Τον Φρειδερίκο Γουλιέλμο Α διαδέχτηκε το 1740 ο Φρειδερίκος Β΄ που απέκτησε το προσωνύμιο Μέγας. Την χρονιά που ανέβηκε στον θρόνο ο Φρειδερίκος Β τα πρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην αφύλακτη Σιλεσία. Το γεγονός υπήρξε αφορμή για τρεις πολέμους που ονομάστηκαν Σιλεσιανοί. Ο τρίτος Σιλεσιανός πόλεμος υπήρξε μέρος του Επταετούς Πολέμου για την διαδοχή του Αυστριακού θρόνου (1740-1748) που σάρωσε ολόκληρη την Ευρώπη. Στον επταετή πόλεμο ο Φρειδερίκος Β συμμάχησε με την Μεγάλη Βρετανία, το Ανόβερο και την Έσση, ενώ εναντίον του συνασπίστηκαν η Αυστρία, η Γαλλία, η Ρωσία και η Σαξονία. Με το τέλος του πολέμου η Πρωσία κατάφερε να διατηρήσει την Σιλεσία. Το 1772 η Πρωσία επεκτάθηκε ακόμα περισσότερο έπειτα από τον πρώτο διαμελισμό της Πολωνίας. Η Πρωσία συμμετείχε στους πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1795 υπέγραψε ανακωχή και αποσύρθηκε. Αναμίχθηκε όμως στη συνέχεια στους Ναπολεόντειους Πολέμους, στους οποίους αρχικά ηττήθηκε και μετατράπηκε σε κράτος-δορυφόρο της Γαλλίας. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στην Ρωσία η Πρωσία εισήλθε πάλι στον πόλεμο στον αντιγαλλικό συνασπισμό. Στο Συνέδριο της Βιέννης η Πρωσία ωφελήθηκε αποκτώντας την Ρηνανία και την Βεστφαλία. Οι κτήσεις αυτές ήταν ζωτικής σημασίας για την μετέπειτα ισχυροποίηση της χώρας, που την κατέστησαν πρωταγωνίστρια της Γερμανικής ενοποίησης.
Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος (Friedrich Wilhelm 1620 – 1688), μέλος του οίκου των Χοεντσόλερν, γιος του Εκλέκτορα του Βρανδεμβούργου Γεωργίου Γουλιέλμου και της Ελισάβετ Καρλότας του Παλατινάτου, ήταν επίσης Εκλέκτορας του Βρανδεμβούργου και δούκας της Πρωσίας από το 1640 μέχρι το θάνατό του. Η στρατιωτική ανδρεία του και οι πολιτικές του ικανότητες τον έκαναν δημοφιλή, γνωστό ως Μεγάλο Εκλέκτορα. Τηρώντας πολιτική θρησκευτικής ανοχής, ήταν πιστός οπαδός του Καλβινισμού, που συνδέθηκε με την ανερχόμενη εμπορική τάξη, και πέτυχε την ανοικοδόμηση του κράτους του μετά τον 30ετή Πόλεμο. Στο στρατιωτικό πεδίο είχε σημαντικές επιτυχίες εναντίον των Σουηδών, που εισέβαλαν στη χώρα του, αλλά αποκρούστηκαν οριστικά το 1678. Ο ίδιος διέγνωσε τη σπουδαιότητα ου εμπορίου και το υποστήριξε δυναμικά. Οι εσωτερικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησε, ισχυροποίησαν την Πρωσία στον πολιτικό χάρτη της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης μετά την Ειρήνη της Βεστφαλίας (1648) και προετοίμασαν την αναβάθμισή της από δουκάτο σε βασίλειο, που υλοποιήθηκε από τον γιο και διάδοχό του Φρειδερίκο Α.
Ο Φρειδερίκος Α (Friedrich I, 1657 –1713), μέλος της δυναστείας Χοεντσόλερν, γιος του προηγούμενου Εκλέκτορα και Δούκα Φρειδερίκου Γουλιέλμου, ήταν (ως Φρειδερίκος Γ) Εκλέκτορας του Βραδενβούργου (1688–1713) και Δούκας της Πρωσίας και επομένως της ένωσης Βρανδεμβούργου-Πρωσίας, την οποία, μετά από έγκριση του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους Λεοπόλδου Α, αναβάθμισε σε βασίλειο, και έγινε ο πρώτος βασιλιάς «στην Πρωσία» (1701–1713), αποφεύγοντας τον τίτλο «βασιλιάς της Πρωσίας» για να μην θίξει τα αυτοκρατορικά δικαιώματα του Λεοπόλδου Α. Από τη μεριά της μητέρας του, ήταν εξάδελφος, του βασιλιά της Αγγλίας Γουλιέλμου Γ. Αναδείχτηκε προστάτης των τεχνών, ιδρύοντας την Καλλιτεχνική Ακαδημία στο Βερολίνο το 1696.
Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Α (Friedrich Wilhelm I, 1688 –1740), γιος του προηγούμενου βασιλιά Φρειδερίκου Α και της Σοφίας Καρλότας του Αννόβερου, γνωστός ως «Στρατιώτης Βασιλιάς», ήταν βασιλιάς στην Πρωσία και Εκλέκτορας του Βρανδεμβούργου από το 1713 μέχρι τον θάνατό του. Ως βασιλιάς προσπάθησε να βελτιώσει την κατάσταση της Πρωσίας. Αντικατάστησε την υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία με φόρο, ενθάρρυνε την γεωργία, αποξήρανε βαλτώδεις περιοχές, θέσπισε κανόνες για τους αξιωματούχους του δημοσίου και μερίμνησε για την εξασφάλιση της άμυνας της χώρας του. Εφάρμοσε αυστηρή οικονομική πολιτική που άφησε τα ταμεία του κράτους γεμάτα. Πραγματοποίησε μεταρρυθμίσεις στον πρωσικό στρατό, που συνέβαλαν στην ισχυροποίησή του τα επόμενα χρόνια. Μεταχειρίστηκε με σκληρότητα τον γιο του και διάδοχό του Φρειδερίκο Β και τον πέρασε από στρατοδικείο και τον φυλάκισε επί 65 μήνες, όταν προσπάθησε να δραπετεύσει στην Αγγλία, προκαλώντας την παρέμβαση του Αψβούργου αυτοκράτορα Καρόλου ΣΤ.
Ο Φρειδερίκος Β΄ (Friedrich II, 24 Ιανουαρίου 1712 - 17 Αυγούστου 1786), ο επικαλούμενος και Μέγας, μέλος του Οίκου των Χοεντσόλερν, γιος του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Α΄ και εγγονός του Φρειδερίκου Α΄, ήταν βασιλιάς της Πρωσίας (1740-1786). Ο πατέρας του προσπάθησε να τον αναθρέψει με την άκαμπτη αυστηρότητα που έδειχνε στα στρατιωτικά γυμνάσια, με το πλέον βαρύ και αυστηρό πρωτόκολλο που χαρακτήριζε τη πρωσική βασιλική αυλή. Ο μικρός Φρειδερίκος υποχρεωνόταν να ξυπνάει πολύ νωρίς το πρωί, αποστήθιζε μεγάλες προσευχές, φορούσε πάντα στρατιωτική στολή, ακολουθούσε ένα απαράβατο πρόγραμμα ακαδημαϊκών σπουδών και γυμναστικών ασκήσεων και κοιμόταν πολύ νωρίς. Η μητέρα του, αντίθετα, είχε έντονο ενδιαφέρον για τα καλλιτεχνικά θέματα και η επιρροή της στον νεαρό Φρειδερίκο εξόργιζε τον πατέρα του, ο οποίος, για να σκληραγωγήσει τον γιο του, τον μεταχειριζόταν με τρόπο που έφθανε στα όρια της κτηνωδίας. Ο έφηβος Φρειδερίκος υποχρεωνόταν να γευματίζει καθισμένος στην πιο υποτιμητική θέση του τραπεζιού μακριά από τους γονείς του. Ο πατέρας του συχνά τον κτυπούσε μπροστά σε ξένους επισκέπτες και μία φορά τον έσυρε από τα μαλλιά στους διαδρόμους του ανακτόρου. Σε ηλικία 18 ετών ο Φρειδερίκος επιχείρησε να φύγει από την Πρωσία και να αναζητήσει άσυλο στον θείο του, βασιλιά της Αγγλίας, αλλά το σχέδιο του προδόθηκε και ο διάδοχος συνελήφθη και κατέληξε στην απομόνωση στο κάστρο του Κυστρίν, αφού προηγουμένως μπροστά στα μάτια του διατάχθηκε η εκτέλεση του φίλου του αξιωματικού φον Κάττε, που προσπάθησε να τον βοηθήσει στη δραπέτευσή του. Μετά την αποφυλάκισή του, πεπεισμένος πλέον ότι κάθε περαιτέρω αντίσταση στην πατρική βούληση ήταν ανώφελη, ακολούθησε πιστά τις προσταγές του πατέρα του, και υποχρεώθηκε να αναλάβει τη διοίκηση ενός συντάγματος γρεναδιέρων και να ασχολείται με τα κοινά του κράτους. Το 1732 υπό τη πίεση του πατέρα του νυμφεύθηκε τη Γερμανίδα πριγκήπισσα Ελισάβετ Κριστίνα της Βρουνσβίκης-Μπέβερν, χωρίς να ερωτηθεί.
Όταν τελικά ανέβηκε στο θρόνο της Πρωσίας σε ηλικία 28 ετών, το 1740, μετά τον θάνατο του πατέρα του, έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αναζωογόνησης της οικονομίας και ενίσχυσης του στρατού, ο οποίος αποτελούσε και την κυριότερη μέριμνα του. Ως βασιλιάς υπήρξε ιδιαίτερα συγκεντρωτικός και αυταρχικός, και έδειχνε ελάχιστη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους, τρέφοντας μία μόνιμη καχυποψία ("Όσοι περισσότεροι δημόσιοι λειτουργοί, τόσοι περισσότεροι κλέφτες"). Η εφευρετικότητα του σε ό,τι αφορούσε την πολεμική τέχνη ήταν αδιαμφισβήτητη. Η εμπειρία και το σωματικό σθένος, που του εξασφάλισε η σκληρή διαπαιδαγώγηση ("Είμαι πάνω στο άλογο μου ακόμη και άρρωστος, όταν άλλοι στη θέση μου θα βρίσκοταν στο κρεβάτι κλαψουρίζοντας"), συνδυάστηκε με την οξύνοια και την αποφασιστικότητά του.
Επεξέκτεινε το κράτος του σε σημαντικό βαθμό, αντιμετωπίζοντας τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις με επιτυχία, ιδιαίτερα κατά τον Επταετή Πόλεμο διαδοχής του Αυστριακού Θρόνου (1740 – 1748), με το τέλος του οποίου η Πρωσία είχε καταστεί μεγάλη δύναμη στην Ευρώπη. Οι εξαιρετικές ικανότητές του στην διπλωματία και στο πεδίο της μάχης, η μεγάλη του μόρφωση, και οι γνωριμίες με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Βολταίρος, του χάρισαν την προσωνυμία Φρειδερίκος ο Μέγας. Πέθανε σε ηλικία 74 ετών και είναι θαμμένος έξω από το θερινό ανάκτορο στο πάρκο Σανσουσί (Sans Souci = χωρίς σκοτούρες) στο Πότσδαμ μαζί με τα 11 κυνηγετικά σκυλιά του.
Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Β΄ (Friedrich Wilhelm II 1744 –1797), γιος του πρίγκηπα Αύγουστου Γουλιέλμου (δεύτερου γιου του βασιλιά Φρειδερίκου Γουλιέλμου Α και αδελφού του προηγούμενου βασιλιά Φρειδερίκου Β), ήταν βασιλιάς της Πρωσίας, διάδοχος του άτεκνου Φρειδερίκου Β. Ο νωχελικός και φιλήδονος χαρακτήρας του ήταν αντίθετος με αυτόν του προκατόχου και θείου του. Η Πρωσία εξασθένησε εσωτερικά και εξωτερικά και δεν ανταποκρίθηκε ικανοποιητικά στις προκλήσεις της Γαλλικής Επανάστασης. Η θρησκευτική πολιτική του, που αποσκοπούσε στην αποκατάσταση ενός παραδοσιακού Προτεσταντισμού, ήταν αντίθετη με το πνεύμα του Διαφωτισμού της εποχής του. Ήταν όμως προστάτης των τεχνών, πάτρονας του Μπετόβεν και του Μότσαρτ, ταλαντούχος τσελίστας και ο ίδιος, και υπεύθυνος για την ανέγερση αξιόλογων κτιρίων, όπως ο Πύργος του Βρανδεμβούργου στο Βερολίνο. Απέκτησε επτά παιδιά με την δεύτερη σύζυγό του, αλλά διατήρησε μόνιμη εξωσυζυγική σχέση με την Βιλχελμίνα Ένκε κόμισσα του Λίχτενάου, μια φιλόδοξη και μορφωμένη γυναίκα, με την οποία απέκτησε πέντε εξώγαμα παιδιά.
Ως βασιλιάς έγινε δημοφιλής, όταν προσπάθησε να ελαφρύνει τα οικονομικά βάρη των πολιτών, αναμορφώνοντας το καταπιεστικό φορολογικό σύστημα των προκατόχων του, καταργώντας το κρατικό μονοπώλιο του καφέ, του καπνού και της ζάχαρης και κατασκευάζοντας δρόμους και αρδευτικά κανάλια. Παράλληλα ενθάρρυνε τη χρήση της γερμανικής γλώσσας και τη φοίτηση σε σχολεία και πανεπιστήμια. Το 1788 εξέδωσε θρησκευτικό διάταγμα, με το οποίο απαγόρευε τη διδασκαλία κηρυγμάτων που δεν περιέχονταν στα επίσημα βιβλία των ιερέων, ενώ λόγιοι όπως ο Εμμανουήλ Καντ απαγορευόταν να ομιλούν στο κοινό για θρησκευτικά θέματα. Με δεδομένη τη διαίρεση της γερμανικής κοινωνίας σε καλβινιστές, λουθηρανούς και καθολικούς, το διάταγμα αυτό συνέβαλε στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Στον στρατιωτικό τομέα και στα εξωτερικά ζητήματα η πολιτική του δεν είχε επιτυχία. Η εκστρατεία στην Ολλανδία το 1787 και η προσπάθεια συμμαχίας με τη Ρωσία και Αυστρία εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης, συμμετέσχε στην προσπάθεια της Αυστρίας για την αποκατάσταση του Λουδοβίκου ΙΣΤ, λαμβάνοντας προσωπικά μέρος στους ανεπιτυχείς πολέμους του 1792-93, εναντίον της Γαλλίας. Μολονότι η εδαφική έκταση της Πρωσίας αυξήθηκε μετά τον τρίτο διαμελισμό της Πολωνίας το 1795, τα νέα εδάφη απορρόφησαν σημαντικά ποσά για την αποτελεσματική διοίκησή τους. Πέθανε σε ηλικία 53 ετών και τον διαδέχτηκε ο γιος του Φρειδερίκος Γουλιέλμος Γ.
Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Γ' (Friedrich Wilhelm III, 3 Αυγούστου 1770 - 7 Ιουνίου 1840) ήταν βασιλιάς της Πρωσίας κατά τα έτη 1797-1840. Ανέβηκε στον θρόνο λίγο πριν από την έναρξη των Ναπολεόντειων πολέμων και, παρά τη θέλησή του, έλαβε μέρος στον Δ Συνασπισμό εναντίον του Ναπολέοντα το 1806 (Πρωσία, Ρωσία, Αγγλία κατά της Γαλλίας, μάχες στην Ιένα, Άουερστεδ, Φρίντλαντ, Συνθήκη Τιλσίτ 1807). Έζησε το τέλος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του γερμανικού έθνους, το 1806, όταν μετά την ήττα στο Αούστερλιτς ο Φραγκίσκος Β κατέθεσε το αυτοκρατορικό στέμμα. Συμμετέσχε στον ΣΤ Συνασπισμό το 1813 (Ρωσίας, Πρωσίας, Αγγλίας, Σουηδίας, Αυστρίας κατά της Γαλλίας, μάχες στο Λούτσεν και Μπάουτσεν, ήττα Ναπολέοντος στη Λειψία) και στον Ζ Συνασπισμό το 1815 που κατέληξε στην τελική ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό, όπως και στο Συνέδριο της Βιέννης που καθόρισε την τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη, μετά την ήττα του Γάλλου ηγεμόνα.. Το 1815 συμμετείχε στην ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας Αυστρίας, Ρωσίας, Πρωσίας, μετά την οποία η Πρωσία αύξησε για πρώτη φορά την επιρροή της στα γερμανικά κρατίδια, με τελική κατάληξη την δημιουργία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας υπό την ηγεσία της Πρωσίας το 1871.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...