Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΥΡΩΠΗ , του αποφοίτου μας Γ. Κοντογιάννη

Οι ραγδαίες εξελίξεις της τέχνης στη βόρεια Ευρώπη έλαβαν μέρος κυρίως στην Ολλανδία, στη Φλάνδρα και στη Γερμανία. Η Χανσεατική Ένωση, δηλαδή η συμμαχία που είχαν υπογράψει το Αμβούργο και το Λούμπεκ το 1241, ανέδειξε την τεράστια οικονομική και πολιτιστική δύναμη των kontor, των τειχισμένων πόλεων εντός των πόλεων, που ήταν διαπρεπή κέντρα εμπορίου, πλούτου και προόδου, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη που σπαρασσόταν από τους πολέμους, τους λιμούς και τις αρρώστιες.
Γύρω στις 170 ήταν αυτές οι πόλεις-θύλακες (Kontors), με σημαντικότερες αυτήν της Μπριζ (Φλάνδρα), αυτήν του Μπέργκεν (Νορβηγία) και αυτήν του Λονδίνου (Αγγλία).
Το London Kontor ιδρύθηκε επίσημα το 1320 και βρισκόταν δυτικά της γέφυρας του Λονδίνου κοντά στην Upper Thames Street. Γρήγορα εξελίχθηκε σε σημαντική περιτειχισμένη κοινότητα με τις δικές της αποθήκες, ζυγαριά, εκκλησία, γραφεία και σπίτια, αντανακλώντας τη σημασία και την κλίμακα της εμπορικής δραστηριότητας στις εγκαταστάσεις.
Στην αναπαράσταση διακρίνεται τo Oostershuis, το κεντρικό διοικητικό μέγαρο της χανσεατικής λίγκας στην Αμβέρσα.
Mόνο το κόντορ του Μπέργκεν, γνωστό ως Bryggen στη Νορβηγία, έχει διασωθεί μέχρι σήμερα. Το χανσεατικό κόντορ στο Bryggen έκλεισε το 1754 και αντικαταστάθηκε από ένα "νορβηγικό kontor", το οποίο διοικείται από Νορβηγούς πολίτες, αλλά εξακολουθεί να έχει ένα μεγάλο στοιχείο Γερμανών μεταναστών.
Η Aναγέννηση του Βορρά είναι γνωστή για τις μοναδικές τεχνικές στην ζωγραφική με λάδι, τις ρεαλιστικές και γεμάτες έκφραση απεικονίσεις στις Άγιες Τράπεζες, τις προσωπογραφίες σε ξύλινους πίνακες, καθώς και για τις ξυλογραφίες και άλλες μορφές της χαρακτικής. Η γλυπτική δεν ήταν πολύ δημοφιλής, σε αντίθεση με την ξυλογλυπτική, για την οποία φημίζονταν οι Γερμανοί.
Πριν το 1500, η ιταλική αναγέννηση δεν είχε σχεδόν καμία επίδραση στην εξέλιξη της ζωγραφικής και της γλυπτικής στη Βόρεια Ευρώπη . (Αντίθετα, η Ιταλία είχε επηρεαστεί από το Βορρά). Ακόμη και μετά το 1500, ενώ η υψηλή Αναγέννηση άνθιζε, θέματα όπως η θρησκεία, η πολιτική, το κλίμα και οι διαφορετικές καλλιτεχνικές παραδόσεις είχαν την τάση να ελαχιστοποιούν την απορρόφηση των πολιτιστικών ιδεών από τη Φλωρεντία και τη Ρώμη.
Σε ό,τι αφορά τις μορφές της τέχνης, ο Βορράς γνώριζε τόσα λίγα για την πραγματική Αναγέννηση, όσα η Ιταλία για τη γνήσια γοτθική τέχνη. Ωστόσο η πνευματική κίνηση με την οποία η Δυτική Ευρώπη αναδύθηκε από τον Μεσαίωνα ήταν το ίδιο ισχυρή στο Βορρά και στο Νότο. Αν τοποθετήσουμε χονδρικά την έναρξη της νέας εποχής περίπου στο 1492, έτος κατά το οποίο ανακαλύφθηκε ο Νέος Κόσμος - αυτό είναι μόνο το σημείο καμπής της επανάστασης. Το κίνημα που οδήγησε σε αυτήν είχε ξεκινήσει στις αρχές του 15ου αιώνα, από όπου η Ευρώπη είχε βιώσει μια πλήρη ανακατασκευή του πολιτισμού της.
Οι Κάτω Χώρες, ιδιαίτερα η Φλάνδρα (με τα ευημερούντα κέντρα της, όπως η Αμβρέσα , η Γάνδη και η Μπριζ) - εκείνη την εποχή μέρος του μεγάλου Δουκάτου της Βουργουνδίας- ήταν, μαζί με τη Φλωρεντία, η πλουσιότερη και πιο αναπτυγμένη οικονομικά περιφέρεια της Ευρώπης. Όπως και στην Ιταλία, αναπτυσσόταν κι εδώ μια αστική κουλτούρα, στην οποία η επιρροή της ανερχόμενης εμπορευματικής τάξης των αστών βρισκόταν σε άνοδο. Παρά τη γενική αυτή κοινωνική ομοιότητα με τον Νότο, ο Βορράς δεν απολάμβανε ανάλογη επανάσταση στις τέχνες. Η ζωγραφική παρέμεινε προσκολλημένη στις μεσαιωνικές παραδόσεις για σημαντικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Τα ιερά θέματα ενσωματώνονταν στον πραγματικό κόσμο με αργούς ρυθμούς. Οι ζωγράφοι μετέφεραν τις θρησκευτικές σκηνές σε ένα γήινο περιβάλλον, προσπαθώντας να αναπαραγάγουν τον χώρο, το χρώμα, τον όγκο και το φως όσο πιο νατουραλιστικά γινόταν.
Αντίθετα με τους Ιταλούς καλλιτέχνες, οι ζωγράφοι του Βορρά δεν ενδιαφέρθηκαν να αναβιώσουν το πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας. Αντίθετα, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις δυνατότητες που τους προσέφερε η λαδομπογιά και να « αιχμαλωτίσουν » τη φύση ακριβώς όπως την παρατηρούσαν.
Όπως και στην Ιταλία, η θρησκεία κυριαρχεί στη ζωγραφική και στη γλυπτική της εποχής, αλλά με πιο λεπτούς τρόπους και πάντα με γήινες αποχρώσεις. Εάν η ιταλική αναγεννησιακή τέχνη μπορεί να χαρακτηριστεί ονειρική και εξιδανικευμένη, η τέχνη του Βορρά είναι πρακτική, προσγειωμένη και χωρίς πάθος. Το γεγονός αυτό επηρέασε τη δημοτικότητα των διαφόρων ειδών ζωγραφικής, με αποτέλεσμα τα ιστορικά θέματα να παραχωρήσουν τη θέση τους στις προσωπογραφίες, ιδιαίτερα μετά τη Μεταρρύθμιση (περ.1520), οπότε και η Εκκλησία της Ρώμης έπαψε να αποτελεί προστάτιδα των τεχνών στη Βόρεια Ευρώπη.
Η φλαμανδική και ολλανδική ζωγραφική, οι οποίες ασχολήθηκαν τόσο με κοσμικά όσο και με θρησκευτικά θέματα, φημίζονταν για τις ελαιογραφίες και τα φωτεινά τους χρώματα. Οι τοιχογραφίες σπάνιζαν. Το Τέμπλο της Γάνδης αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της ολλανδικής τέχνης των αρχών του 15ου αιώνα, αν και οι Μπος και Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος καινοτόμησαν οι ίδιοι με τα θρησκευτικά τους έργα.
Ενώ η ιταλική τέχνη του 15ου αιώνα βασίστηκε σε μαθηματικά υπολογισμένη γραμμική προοπτική, η ολλανδική τέχνη αξιοποίησε την εμπειρική προοπτική. Αντίθετα με τους καλλιτέχνες της Ιταλίας, οι οποίοι προσπάθησαν να κατανοήσουν τον κόσμο με τη λογική , δημιουργώντας μια «εσωτερική» τους εικόνα, οι Ολλανδοί προσπάθησαν να φτάσουν στον "πάτο" των μυστηρίων του κόσμου με την ακριβή παρατήρηση όλων των πραγμάτων, αποτυπώνοντας την παραμικρή λεπτομέρεια. Οι ζωγράφοι άντλησαν τη γνώση τους για τη συνοχή των πραγμάτων από την άμεση παρατήρηση. Ζωγράφιζαν αυτό ακριβώς που έβλεπαν και ως εκ τούτου ήρθαν πολύ κοντά στην επίδραση της κεντρικής προοπτικής. Η προσέγγιση αυτή, η προσκολλημένη στην παρατήρηση και την εμπειρία, έκανε τους καλλιτέχνες να παρατηρήσουν ότι το περίγραμμα των αντικειμένων διαφέρει ανάλογα με την απόσταση, ενώ η ένταση των χρωμάτων θαμπώνει υιοθετώντας μια γαλαζωπή χροιά. Για τις απόψεις των τοπίων που δάνειζαν βάθος στις απεικονίσεις των εσωτερικών χώρων, εφηύραν - πολύ πριν το Λεονάρντο ντα Βίντσι - την εναέρια και χρωματική προοπτική. Κατά την περίοδο του Μπαρόκ (1600-1700), η εστίαση των Ολλανδών στο λεπτομερή ρεαλισμό αποτέλεσε τη βάση για τη Χρυσή Εποχή του Ολλανδικού Ρεαλισμού.
Χανς Χόλμπαϊν
Αλμπρεχτ Ντίρερ, προσευχόμενα χέρια
Άλμπρεχτ Ντίρερ, Αλληγορία της Μελαγχολίας
div class="separator" style="clear: both;">
Ο Ντύρερ γεννήθηκε το 1471. Ως έφηβος, μαθήτευσε κοντά στον ζωγράφο και ξυλογράφο της Νυρεμβέργης Μίκαελ Βόλγκεμουτ, πριν ξεκινήσει το 1490 για τα πρώτα του ταξίδια, τα οποία θεωρούνται χρόνια περιπλάνησης και ένας τρόπος για να διευρύνει την καλλιτεχνική του εμπειρία. Αναζήτησε τον διάσημο χαράκτη Μάρτιν Σονγκάουερ στο Κόλμαρ, βόρεια της Αλσατίας, αλλά ο χαράκτης είχε πεθάνει πριν φτάσει, Έγινε δεκτός από τα αδέρφια του, που του παραχώρησαν προνομιακή πρόσβαση για να μελετήσει τις εκτυπώσεις του και του επέτρεψαν να πάρει κάποιες μαζί του. Προτού ανακαλύψει το φυσικό του ταλέντο για τη ζωγραφική, τη χαρακτική και την υδατογραφία, είχε πρώτα μαθητεύσει ως χρυσοχόος στο πλευρό του πατέρα του. Ασφαλώς, το επάγγελμα αυτό τον επηρέασε ουσιαστικά στο να αναπτύξει μετέπειτα το δικό του, μοναδικό στιλ ζωγραφικής.
Albrecht Dürer, “Η προσκύνηση των Μάγων” (1504), Gallerie degli Uffizi, Gabinetto Fotografico delle Gallerie degli Uffizi
Το 1494, επέστρεψε στην πόλη του για να παντρευτεί την Άγκνες Φράι, την κόρη ενός διαπρεπούς εργάτη ορείχαλκου. Για να του επιτραπεί να λειτουργήσει ανεξάρτητα, σύμφωνα με τους κανόνες της Νυρεμβέργης, ήταν απαραίτητο να παντρευτεί και ο Ντύρερ καθιερώθηκε πλέον ως καλλιτέχνης.
Το 1495-96 ξεκίνησε για το πρώτο από τα δύο εκτεταμένα ταξίδια του στη Βενετία, ενώ είχε ξεσπάσει επιδημία πανώλης στη Νυρεμβέργη. Εκεί συνάντησε τον Τζιοβάνι Μπελίνι, που ήταν τότε εξήντα ετών, τον οποίο περιέγραψε ως «τον μεγαλύτερο καλλιτέχνη από όλους». Η επίδραση του Μπελίνι στον Ντύρερ ήταν άμεση, σε έργα όπως το «Μαντόνα και Παιδί» του 1497. Το πλούσιο χρώμα, οι γλυπτικές φιγούρες του ιερού ζεύγους, η πυραμιδική τους διάταξη, η κουρτίνα πίσω τους και η θέα του τοπίου πέρα – καθένα από αυτά τα στοιχεία είναι επιρροή του Μπελίνι.
H συγχώνευση καλλιτεχνικών στοιχείων που προήλθαν από τις δυο πλευρές των Άλπεων στα έργα του επηρέασε πολλούς Βορειοευρωπαίους καλλιτέχνες, από τον Γιαν Γκόσαερτ μέχρι τον Χανς Χολμπάιν τον Νεότερο.
Albrecht Dürer, "Αριστερή φτερούγα γαλάζιου κορακοειδούς" (ca. 1500 και "Mικρός λαγός" (1502), © the ALBERTINA Museum, Vienna
"Χέρια σε στάση προσευχής" (1508), The ALBERTINA Museum, Vienna
Επιστρέφοντας στη Νυρεμβέργη από τη Βενετία επικεντρώθηκε στην ξυλογραφία και ολοκλήρωσε τρεις κορυφαίες σειρές ξυλογραφιών με θρησκευτικά θέματα: Την «Αποκάλυψη», τη «Ζωή της Παναγίας» και το «Μεγάλο Πάθος».
Οι 15 εικόνες με θέμα την «Αποκάλυψη» (1498), που καθεμία απεικονίζει μια σκηνή από το «Βιβλίο της Αποκάλυψης», που έδωσαν στην τέχνη της ξυλογραφίας μια πρωτοφανή δραματική δύναμη, δημοσιεύτηκαν αρχικά σε έναν μόνο τόμο. Ο Ντύρερ συνδύασε την έντονη λεπτομέρεια της βόρειας γοτθικής παράδοσης με τη συνθετική σαφήνεια και την απόδοση ενός θέματος σε τρεις διαστάσεις της Ιταλίας. Επιπλέον, εκμεταλλεύτηκε καλλιτεχνικά την εσχατολογική διάθεση της εποχής: το τέλος του αιώνα που πλησίαζε προκαλούσε φόβους για το επικείμενο τέλος του κόσμου.
Το 1505 πραγματοποίησε ένα δεύτερο ταξίδι στην Ιταλία, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια και επισκέφτηκε την Μπολόνια και τη Φλωρεντία. Πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα στη Βενετία, μελετώντας το έργο του Ραφαήλ και του Λεονάρντο ντα Βίντσι, και ήταν η εποχή που με βάση την αλληλογραφία του γίνεται αντιληπτό ότι απόλαυσε μεγάλη αναγνώριση. Στην Μπολόνια συνάντησε επίσης τον μοναχό και μαθηματικό Λούκα Πατσιόλι, γνωστό για το έργο του πάνω στις αναλογίες και τη χρυσή τομή. Το 1505 πραγματοποίησε ένα δεύτερο ταξίδι στην Ιταλία, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια και επισκέφτηκε την Μπολόνια και τη Φλωρεντία. Πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα στη Βενετία, μελετώντας το έργο του Ραφαήλ και του Λεονάρντο ντα Βίντσι, και ήταν η εποχή που με βάση την αλληλογραφία του γίνεται αντιληπτό ότι απόλαυσε μεγάλη αναγνώριση. Στην Μπολόνια συνάντησε επίσης τον μοναχό και μαθηματικό Λούκα Πατσιόλι, γνωστό για το έργο του πάνω στις αναλογίες και τη χρυσή τομή.
Εκτός από τις ξυλογραφίες, ο Ντύρερ διέπρεψε και στη χαρακτική. Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι ο «Αδάμ και η Εύα» του 1504, όπου αποτύπωσε την τελειότητα του πρώτου ζευγαριού του κόσμου πριν την εκδίωξή τους από τον παράδεισο, δείχνοντάς τους σε εξιδανικευμένες, σχεδόν πανομοιότυπες πόζες εκατέρωθεν του Δέντρου της Γνώσης.
Η μορφή του Αδάμ εμπνεύστηκε από τον ελληνιστικό Απόλλωνα Μπελβεντέρε (γλυπτό που είχε ανασκαφεί πρόσφατα κοντά στη Ρώμη) και αυτή της Εύας από διάφορα κλασικά αγάλματα της Αφροδίτης. Στο χαρακτικό αυτό υπάρχει εκπληκτική τονική γκάμα και λεπτότητα γραμμής, που είναι φανερή από την ξεχωριστή απόδοση του ανθρώπινου δέρματος, του δέρματος του φιδιού, της γούνας των ζώων και του φλοιού των δέντρων και των φύλλων.
Σήμερα θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους χαράκτες όλων των εποχών, ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης της Γερμανίας και πρωτεργάτης της γερμανικής Αναγέννησης. Δημιούργησε περίπου 260 ξυλογραφίες και 100 γκραβούρες, καθώς και έργα παγκοσμίου φήμης όπως ο «Ρινόκερως», οι «Τέσσερις Καβαλάρηδες της Αποκάλυψης», το «Αδάμ και η Εύα», ο " Άγιος Ευστάθιος" και η "Μελαγχολία".
Άλμπρεχτ Ντύρερ | Κεφαλή του δωδεκάχρονου Ιησού (σπουδή για το έργο "Ο Χριστός ανάμεσα στους γιατρούς"), 1506 | The Albertina Museum, Vienna
Κανένας άλλος καλλιτέχνης από τη βόρεια Ευρώπη δεν κέρδισε τέτοια εκτίμηση για την τέχνη του στην Αναγεννησιακή Ιταλία. Ο Ντύρερ έζησε εξαιρετικές στιγμές, μέσα στην εποχή της πρόκλησης του Λούθηρου προς την Καθολική Εκκλησία, την ανακάλυψη νέων ηπείρων, την εξάπλωση της τυπογραφίας και, κυρίως, την εκτεταμένη, συλλογική ανησυχία που επικρατούσε λόγω της πεποίθησης ότι ο κόσμος θα τελείωνε πριν από το 1500. Η περιέργεια, ο χαρακτήρας του Ντύρερ σε συνδυασμό με τη μεγάλη του δημιουργικότητα τον έκαναν να εκμεταλλευτεί τις συναρπαστικές, αν και ανησυχητικές, εποχές. Το 1506, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βενετία, ο Γερμανός καλλιτέχνης εξοργίστηκε από τα ειρωνικά σχόλια ορισμένων ντόπιων καλλιτεχνών που υποστήριζαν ότι, παρά τα μεγάλα χαρίσματά του ως χαράκτη, δεν ήταν και πολύ ζωγράφος. Η απάντηση του Ντύρερ ήταν το έργο πέντε ημερών (opus quinque dierum) «Ο Ιησούς ανάμεσα στους γιατρούς» του 1506, που βρίσκεται στο Museo Nacional Thyssen-Bornemisza, στη Μαδρίτη. Δημιουργήθηκε στη Βενετία, κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στην Ιταλία, και η σύνθεση απηχεί ξεκάθαρα τη σύγχρονη ιταλική ζωγραφική. Έτσι, ο Γερμανός καλλιτέχνης συνδυάζει επιδέξια τους δύο κόσμους της Αναγέννησης, της Βόρειας Ευρώπης και της Ιταλίας. Με την επισήμανση του χρόνου κατά τον οποίο δημιούργησε το έργο, ήθελε να αποδείξει ότι όχι μόνο ζωγράφιζε επιδέξια, αλλά μπορούσε να το κάνει με ταχύτητα.
Μέσα από τα ταξίδια του στις Άλπεις, την Ιταλία, τη Βενετία και την Ολλανδία, ο Ντύρερ αντάλλαξε ιδέες και στυλιστικές λύσεις με Ολλανδούς και Ιταλούς καλλιτέχνες της Αναγέννησης, πράγμα που τροφοδότησε την περιέργεια και τη δημιουργικότητά του και αύξησε τη φήμη και την επιρροή του σε όλη την Ευρώπη. Ο Ντύρερ δεν απαξιώθηκε ποτέ, σε μια καριέρα που διήρκεσε τέσσερις δεκαετίες. Μάλιστα, από το 1515 ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Μαξιμιλιανός Α΄ του χορήγησε ετήσια ισόβια αποζημίωση για να εργαστεί σε μια σειρά από έργα, συμπεριλαμβανομένου του πορτρέτου του, όπως και το χαρακτικό για τον Άγιο Ευστάθιο που ακολουθεί:
Χανς Χόλμπαϊν
Οι Κάτω Χώρες, ιδιαίτερα η Φλάνδρα (με τα ευημερούντα κέντρα της, όπως η Αμβέρσα, η Γάνδη και η Μπριζ) - εκείνη την εποχή μέρος του μεγάλου Δουκάτου της Βουργουνδίας - ήταν, μαζί με τη Φλωρεντία, η πλουσιότερη και πιο αναπτυγμένη οικονομικά περιφέρεια της Ευρώπης. Όπως και στην Ιταλία, αναπτυσσόταν κι εδώ μια αστική κουλτούρα, στην οποία η επιρροή της αστικής τάξης βρισκόταν σε άνοδο. Παρά τη γενική αυτή κοινωνική ομοιότητα, ο Βορράς δεν απολάμβανε ανάλογη επανάσταση στις τέχνες. Η ζωγραφική παρέμεινε προσκολλημένη στις μεσαιωνικές παραδόσεις για σημαντικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Τα ιερά θέματα ενσωματώνονταν στον πραγματικό κόσμο με αργούς ρυθμούς. Οι ζωγράφοι μετέφεραν τις θρησκευτικές σκηνές σε ένα γήινο περιβάλλον, προσπαθώντας να αναπαράγουν το χώρο, το χρώμα, τον όγκο και το φως, όσο πιο νατουραλιστικά γινόταν.Η φλαμανδική και ολλανδική ζωγραφική, οι οποίες ασχολήθηκαν τόσο με κοσμικά όσο και με θρησκευτικά θέματα, φημίζονταν για τις ελαιογραφίες και τα φωτεινά τους χρώματα. Οι τοιχογραφίες σπάνιζαν.
Το Τέμπλο (Τρίπτυχο) της Γάνδης αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της ολλανδικής τέχνης των αρχών του 15ου αιώνα, αν και οι Μπος και Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος καινοτόμησαν οι ίδιοι με τα θρησκευτικά τους έργα.Ενώ η ιταλική τέχνη του 15ου αιώνα βασίστηκε σε μαθηματικά υπολογισμένη γραμμική προοπτική, η ολλανδική τέχνη αξιοποίησε την εμπειρική προοπτική. Αντίθετα με τους καλλιτέχνες της Ιταλίας, οι οποίοι προσπάθησαν να κατανοήσουν τον κόσμο με τη λογική, δημιουργώντας μια «εσωτερική» τους εικόνα, οι Ολλανδοί προσπάθησαν να φτάσουν στον πάτο των μυστηρίων του κόσμου με την ακριβή παρατήρηση όλων των πραγμάτων, αποτυπώνοντας την παραμικρή λεπτομέρεια. Οι ζωγράφοι άντλησαν τη γνώση τους για τη συνοχή των πραγμάτων από την άμεση παρατήρηση. Ζωγράφιζαν αυτό ακριβώς που έβλεπαν και ως εκ τούτου ήρθαν πολύ κοντά στην επίδραση της κεντρικής προοπτικής. Η προσέγγιση αυτή, η προσκολλημένη στην παρατήρηση και την εμπειρία, έκανε τους καλλιτέχνες να παρατηρήσουν ότι το περίγραμμα των αντικειμένων διαφέρει ανάλογα με την απόσταση, ενώ η ένταση των χρωμάτων θαμπώνει υιοθετώντας μια γαλαζωπή χροιά. Για τις απόψεις των τοπίων που δάνειζαν βάθος στις απεικονίσεις των εσωτερικών χώρων, εφηύραν - πολύ πριν το Λεονάρντο - την εναέρια και χρωματική προοπτική. Κατά την περίοδο του Μπαρόκ (1600-1700), η εστίαση των Ολλανδών στο λεπτομερή ρεαλισμό αποτέλεσε τη βάση για τη Χρυσή Εποχή του Ολλανδικού Ρεαλισμού. Ανάμεσα στους επιφανέστερους Ολλανδούς καλλιτέχνες συναντούμε τους: Ρομπέρ Καμπέν (περ.1378-1444), γνωστό για έργα όπως το «Τρίπτυχο του Σέιλερν» (1410), για την «Αγία Τράπεζα των Μερόντε» (1425) και για τον "Ευαγγελισμό" του.
Γιαν βαν Άικ (1390-1441), γνωστό για την «Αγία Τράπεζα της Γάνδης» (1432) και το «Γάμο των Αρνολφίνι» (1434).
Rogier Van der Weyden (1400-1464), γνωστό για τον αξιοσημείωτο ρεαλισμό του, όπως στην αριστουργηματική του «Αποκαθήλωση» (1435), για την «Εκκλησία της Νότρ Νταμ ντι Ντεόρ» (σήμερα στο Μουζέο ντελ Πράδο, Μαδρίτη).
Χιούγκο βαν ντερ Γκόουζ (1440-1482), γνωστό για την «Αγία Τράπεζα των Πορτινάρι» (1475) που άσκησε επιρροή στη Φλωρεντία της πρώιμης Αναγέννησης.
Ιερώνυμος Μπος (1450-1516), γνωστό για τον «Κήπο των Επίγειων Απολάυσεων» (1510-1515) και άλλα ηθικοπλαστικά έργα.
Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος (περ.1525-1569) και Πίτερ Μπρίγκελ ο νεώτερος.
Χανς Μέμλινγκ
Ροτζίερ βαν ντερ Βάιντεν H ΦΛΑΜΑΝΔΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
Στην Ολλανδία κορυφαίος συγγραφέας αναδεικνύεται ο ανθρωπιστής και εισηγητής της ερασμικής προφοράς της αρχαίας ελληνικής γλώσσας Έρασμος. Στο έργο του "Μωρίας εγκώμιον" (Laus stultitiae) καυτηριάζει την αμάθεια και τον σχολαστικισμό.
Ιερώνυμος Μπος
Κουεντίν Μετσύς
Ο Έρασμος σε προσωπογραφία του Χανς Χόλμπαϊν
Η ευρύτερη περιοχή της σημερινής Ολλανδίας, μαζί με το σημερινό Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και όμορα εδάφη, αναφέρεται ως μέρος των Δεκαεπτά Επαρχιών των Κάτω Χωρών, κατά τη βασιλεία του Καρόλου του Ε΄, Άγιου Ρωμαίου Αυτοκράτορα και βασιλιά της Ισπανίας κατά τον 16ο αιώνα. Το 1568 είναι η αρχή του ογδηκονταετούς πολέμου μεταξύ των επαρχιών αυτών και της Ισπανίας για τα κυριαρχικά δικαιώματα σε αυτές. Το 1579, το βόρειο τμήμα των δεκαεπτά επαρχιών σχημάτισε την Ένωση της Ουτρέχτης, η οποία ουσιαστικά αποτέλεσε μία συμφωνία αλληλοϋποστήριξης μεταξύ τους στην άμυνα απέναντι στον ισπανικό στρατό. Η Ένωση της Ουτρέχτης αναφέρεται και ως το πρώτο ιστορικό σημείο εμφάνισης των Κάτω Χωρών ως ξεχωριστή θεσμική οντότητα. Το 1581 οι βόρειες επαρχίες υιοθέτησαν τη Δήλωση της Άρνησης, με την οποία διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους και αποκήρυξαν τον Φίλιππο τον Β΄ της Ισπανίας.
Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων, του Ιερώνυμου Μπος
Τρίπτυχο του Χιούγκο βαν ντερ Γκόους
Ιαν βαν Άικ
Πήτερ Μπρίγκελ ο Πρεσβύτερος
Γιαν βαν Άικ, λεπτομέρεια από το Τρίπτυχο της Γάνδης
Ο αγώνας των Ολλανδών ενάντια στους Ισπανούς επηρέασε τη βασίλισσα Ελισάβετ η Α΄ της Αγγλίας, η οποία το 1585 υπέγραψε συνθήκη μαζί τους με την υπόσχεση αποστολής στρατού για την υποστήριξή τους στον πόλεμο για την ανεξαρτησία τους. Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, σχεδόν 7.500 στρατιώτες έφτασαν στην Ολλανδία από την Αγγλία κάτω από τις διαταγές του Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, πρώτου κόμη του Λέστερ. Ο αγγλικός στρατός όμως αναλώθηκε σε ανώφελες εκστρατείες στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς να έχει κάποιο ουσιαστικό αντίκτυπο στην ολλανδική εξέγερση. Ο Ντάντλεϊ επέστρεψε το 1586 στην Ολλανδία με στρατό, αλλά ούτε και τότε συνεισέφερε σε κάποιο σημαντικό αποτέλεσμα. Ο Φίλιππος ο Β΄ της Ισπανίας, γιος του Καρόλου του Ε΄, δεν ήταν διατεθειμένος να παραδώσει τις Κάτω Χώρες και ο πόλεμος συνεχίστηκε μέχρι και το 1648, όταν ο βασιλιάς Φίλιππος ο Δ΄ τελικά αναγνώρισε την ανεξαρτησία των επτά βορειοδυτικών επαρχιών της περιοχής με τη συνθήκη ειρήνης του Μίνστερ. Τμήματα των νότιων επαρχιών παρέμειναν στην κατοχή των Ολλανδών και έτσι αποτέλεσαν και αυτά μέρος του νέου ανεξάρτητου κράτους.
Τρεις είναι οι κορυφαίοι αναγεννησιακοί επιστήμονες που άνοιξαν τον δρόμο της νεότερης επιστήμης: Ο Κοπέρνικος, ο Παράκελσος και Ο Βεζάλ. Ο πολωνός Νικόλαος Κοπέρνικος (1473-1543) διατύπωσε τη θεωρία του ηλιοκεντρικού συστήματος, που πρώτος είχε συλλάβει τον 3ο αιώνα π.Χ. ο Αρίσταρχος ο Σάμιος. Ο ελβετός γιατρός Θεόφραστος Παράκελσος (1493-1541) διατύπωσε επαναστατικές θεωρίες για τη χημεία, την ιατρική και τη φαρμακευτική. Ο φλαμανδός Αντρέ Βεζάλ (1514-1564) ασχολήθηκε με την ανατομία και αποκάλυψε τα μυστικά του ανθρώπινου σώματος, με βάση επιστημονικές παρατηρήσεις.
Το έργο των πρωτοπόρων επιστημόνων της Αναγέννησης συνέχισαν λίγο αργότερα άλλοι σημαντικοί επιστήμονες. Ο Ιωάννης Κέπλερ (1571-1630) διατύπωσε τους νόμους της κίνησης των πλανητών, ενώ ο Γαλιλαίος ολοκλήρωσε και επιβεβαίωσε τη θεωρία του Κοπέρνικου, αλλά για τις ιδέες του οδηγήθηκε στην Ιερή Εξέταση. Τέλος, ο άγγλος Φραγκίσκος Βάκων (1561-1626) συνέβαλε στην εξέλιξη της επιστήμης αναδεικνύοντας την πρωταρχική σημασία του πειράματος και της εμπειρίας.
Ο ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΩΝΙΑ
Στον χώρο, περίπου, της σημερινής Πολωνίας σημειώνονταν από τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια εισβολές διάφορων λαών. Από τα τέλη του 5ου αι. και τις αρχές του 6ου σλαβικά κυρίως φύλα εγκαταστάθηκαν στα βαθύπεδα του Βιστούλα και του Όντερ και δημιούργησαν τις πρώτες οργανωμένες κοινωνίες. Από τον 9ο αι. σχηματίστηκε μια μορφή κράτους, που οριστικοποιήθηκε όμως μόνο στις τελευταίες δεκαετίες του 10ου αι., υπό την ηγεμονία του Μιέσκο Α’, που έγινε ιδρυτής της δυναστείας των Πιάστ.
Στα χρόνια της βασιλείας του Μιέσκο (960-992) το πολωνικό κράτος επεκτάθηκε στη Σιλεσία και στην Πομερανία και οι κάτοικοι εκχριστιανίστηκαν (Βάπτισμα της Πολωνίας). Ο γιος και διάδοχός του Βολέσλαος Α’ ο Ανδρείος (992-1025) κατάφερε να του αναγνωριστεί ο τίτλος του βασιλιά από τον αυτοκράτορα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και επέκτεινε την κυριαρχία του. Με τους συνεχείς πολέμους όμως και κυρίως τις καταπιεστικές επιδρομές των Τευτόνων Ιπποτών, το κράτος εξασθένησε και βαθμιαία χωρίστηκε σε μικρά δουκάτα. Το 1333 ο Καζιμίρ Γ' ο Μέγας (1333-1370), από τη δυναστεία των Πιαστ, κατάφερε να ενώσει και πάλι το κράτος, να το επεκτείνει και να δημιουργήσει στους Πολωνούς το αίσθημα της εθνικής συνείδησης. Σε αυτόν οφείλεται και η ίδρυση του πανεπιστημίου της Κρακοβίας (1364). Τον Καζιμίρ διαδέχτηκε στον θρόνο ο Λουδοβίκος Α΄ ο Μέγας και αυτόν η κόρη του Εδβίγη, η οποία, μετά τον γάμο της με τον ηγεμόνα των Λιθουανών Λαδίσλαο Γιγκέλο, πέτυχε την ένωση του πολωνικού με το λιθουανικό βασίλειο. Ο Λαδίσλαος Β', όπως ονομάστηκε ως βασιλιάς της Πολωνίας, κατατρόπωσε το 1410 τους Τεύτονες Ιππότες και επέκτεινε το κράτος του προς τα ανατολικά.
Μετά τον θάνατο του Λαδίσλαου ακολούθησαν δύο σχεδόν αιώνες στους οποίους οι Πολωνοί αντιμετώπισαν συνεχείς πιέσεις από μέρους των Οθωμανών Τούρκων, των Πρώσων και των Ρώσων και το κράτος τους συρρικνώθηκε κατά πολύ. Στο τέλος του 17ου αιώνα ο Ιωάννης Σομπιέσκι κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες προκειμένου να σώσει την Πολωνία από την οριστική καταστροφή. Με τη νίκη του κατά των Οθωμανών στη Βιέννη (δεύτερη πολιορκία Βιέννης, 1683) και την εκδίωξή τους από την Ουγγαρία και το πολωνικό έδαφος, έφερε μία ευεργετική αναλαμπή στην ιστορική πορεία του κράτους. Όμως, ενώ τα άλλα κράτη της Ευρώπης είχαν δημιουργήσει ισχυρές κεντρικές εξουσίες και είχαν προχωρήσει σε νέες, εξελιγμένες μορφές κοινωνικής οργάνωσης και τεχνολογίας, η Πολωνία είχε παραμείνει ένα μεσαιωνικό, ουσιαστικά, κράτος με φεουδαρχική κοινωνική δομή, από όπου έλειπε η δημιουργική αστική τάξη. Έτσι, μετά το θάνατο του Σομπιέσκι (1696), τρομερή αναρχία, που προκλήθηκε κυρίως από τις αυθαιρεσίες των ευγενών, οδήγησε το κράτος στο χάος. Συνεχείς επεμβάσεις από μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων επιτάχυναν τη διάλυση της χώρας, τα εδάφη της οποίας αποτέλεσαν το αντικείμενο των κατακτητικών διαθέσεων της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...