Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ-ΜΗΛΙΩΝ (από την "Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου" του Θουκυδίδη)

ΠΑΡΑΘΕΤΩ, ΕΔΩ, ΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΩΝ ΤΗΣ ΜΗΛΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΗΛΙΟΥΣ (από την "Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου" του Θουκυδίδη):
Το επόμενο καλοκαίρι ο Αλκιβιάδης έφτασε στο Άργος με είκοσι καράβια κι έπιασε όσους Αργείους θεωρούνταν ακόμη ύποπτοι και άνθρωποι των Λακεδαιμονίων, τριακόσιους άντρες, και οι Αθηναίοι τους απόθεσαν για ασφάλεια στα κοντινά νησιά, σε όσα εξουσίαζαν. Εκστρατεύσανε επίσης οι Αθηναίοι εναντίον της Μήλου με τριάντα δικά τους καράβια, έξι Χιώτικα και δυό Λεσβιακά, και με χίλιους διακόσιους οπλίτες, τριακόσιους τοξότες και είκοσι ιπποτοξότες Αθηναίους, και περίπου χίλιους πεντακόσιους οπλίτες συμμάχους νησιώτες. Οι Μήλιοι είναι άποικοι των Λακεδαιμονίων και δεν ήθελαν να γίνουν υπήκοοι των Αθηναίων, όπως οι άλλοι νησιώτες στην αρχή κράτησαν ουδετερότητα και παρέμεναν ήσυχοι, έπειτα, όταν οι Αθηναίοι μεταχειρίζονταν βία εναντίον τους στρατοπέδευσαν στη γή τους, έφτασαν σε ανοιχτό πόλεμο. Όταν λοιπόν τηγοί Κλεομήδης του Λυκομήδη και Τεισίας του Τεισιμάχου, και πριν τα διαπραγματεύσεις. Τους πρέσβεις αυτούς οι Μήλιοι δεν τους παρουσίασαν στη συνέλευση του λαού, αλλά τους κάλεσαν να πουν αυτά για τα οποία είχαν έρθει στους άρχοντες και τους πρόκριτους.
AΘΗΝΑΙΟΙ: Επειδή οι προτάσεις μας δεν θα γίνουν προς τον λαό, για να μην εξαπατηθεί το πλήθος ακούοντάς μας να εκθέτουμε, σε συνεχή αγόρευση, επιχειρήματα ελκυστικά και ανεξέλεγκτα (γιατί καταλαβαίνομε πως αυτό το νόημα έχει το ότι μας φέρατε μπροστά στους λίγους), εσείς οι συγκεντρωμένοι εδώ κάνετε κάτι ακόμη πιο σίγουρο: μην μας απαντάτε και σεις με συνεχή λόγο, αλλά σε κάθε σημείο που νομίζετε πως δεν μιλάμε όπως είναι το συμφέρον σας, να μας σταματάτε και να λέτε τη γνώμη σας. Και πρώτα πρώτα πείτε μας αν συμφωνείτε με όσα προτείνουμε.
ΜΗΛΙΟΙ: Την καλή σας ιδέα να δώσουμε μεταξύ μας με ησυχία εξηγήσεις δεν την κατακρίνουμε, οι πολεμικές όμως ετοιμασίες που δεν είναι μελλοντικές , αλλά παρούσες ήδη, βρίσκονται σε φανερή αντίθεση με την πρότασή σας αυτή. Γιατί βλέπουμε ότι γίνεστε εσείς οι ίδιοι κριτές των όσων πρόκειται να ειπωθούν και ότι στο τέλος της συζητήσεως, σύμφωνα με κάθε πιθανότητα, θα μας οδηγήσει σε πόλεμο, αν εξαιτίας του δικαίου του δικού μας επικρατήσουμε λεκτικά και αρνηθούμε να υποχωρήσουμε, ενώ θα μας οδηγήσει στην υποδούλωση σε περίπτωση που μας πείσετε και υπακούσουμε.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Αν ήρθατε σ’ αυτή τη συνεδρίαση για να κάνετε εικασίες για τα μελλούμενα ή για τίποτε άλλο, κι όχι, απ’ την τωρινή κατάσταση κι απ’ όσα βλέπετε, να σκεφτείτε για τη σωτηρία της πολιτείας σας, μπορούμε να σταματήσουμε τη συζήτηση. Αν, πάλι, πρόκειται να συζητήσουμε τους τρόπους σωτηρίας σας, μπορούμε να συνεχίσουμε.
ΜΗΛΙΟΙ: Είναι φυσικό και συχωρείται, στη θέση που βρισκόμαστε, το να πηγαίνει ο νους μας σε πολλά, κι επιχειρήματα και σκέψεις. Αναγνωρίζουμε ότι η σημερινή συνάντηση γίνεται βέβαια για τη σωτηρία μας: γι’αυτό, αν το νομίζετε σωστό, ας γίνει η συζήτηση με τον τρόπο που προτείνετε.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Κι εμείς λοιπόν δεν θα πούμε με ωραίες φράσεις μακρούς λόγους, που δεν πρόκειται να σας πείσουν, ή ότι δικαίως έχουμε την ηγεμονία σας, επειδή νικήσαμε τους Πέρσες, ή ότι τώρα εκστρατεύομε εναντίον σας, επειδή αδικιόμαστε. Και μην θαρρείτε πως θα μας πείσετε είτε λέγοντας πως, ενώ είστε άποικοι των Λακεδαιμονίων, δεν πήρατε μέρος στον πόλεμο στο πλευρό τους είτε λέγοντας πως δεν μας κάνατε κανένα κακό (...) Ξέρετε πολύ καλά ότι οι δυνατοί κάνουν όσα τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και δέχονται τους όρους των δυνατών.
ΜΗΛΙΟΙ: Όπως εμείς τουλάχιστο νομίζουμε, είναι χρήσιμο (αναγκαστικά συζητούμε γι’ αυτό, επειδή εσείς τέτοια βάση βάλατε στη συζήτησή μας: να αφήσουμε κατά μέρος το δίκαιο και να μιλάμε για το συμφέρον) να μην καταργήσετε σεις αυτό το κοινό καλό, αλλά να υπάρχουν, γι’ αυτόν που κάθε φορά βρίσκεται σε κίνδυνο, τα εύλογα και τα δίκαια και να ωφελείται κάπως αν πείσει, έστω κι αν τα επιχειρήματά του δεν βρίσκονται μέσα στα πλαίσια του αυστηρού δικαίου. Κι αυτό δεν είναι σε σας λιγότερο συμφέρον από ό,τι σε μας, γιατί, αν νικηθείτε, θα μπορούσατε να γίνετε παράδειγμα στους άλλους για να σας επιβάλουν την πιο μεγάλη τιμωρία.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Εμείς για το τέλος της ηγεμονίας μας, αν αυτή ποτέ καταλυθεί, δεν ανησυχούμε, γιατί δεν είναι επικίνδυνοι στους νικημένους όσοι, όπως οι Λακεδαιμόνιοι, ασκούν ηγεμονία πάνω σ’ άλλους (άλλωστε η αντιδικία μας δεν είναι με τους Λακεδαιμόνιους), αλλά επικίνδυνοι είναι οι υπήκοοι, αν τυχόν ξεσηκωθούν και νικήσουν εκείνους που τους εξουσιάζουν. Όσο γι’ αυτό, ας μείνει σε μας η φροντίδα να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο. Εκείνο όμως που θέλομε τώρα να σας ξεκαθαρίσουμε είναι πως βρισκόμαστε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας και πως όσα θα πούμε τώρα σκοπό έχουν τη σωτηρία της πολιτείας σας, επειδή θέλουμε και χωρίς κόπο να σας εξουσιάσουμε και για το συμφέρον και των δυό μας να σωθείτε.
ΜΗΛΙΟΙ: Και πως είναι δυνατόν να είναι εξίσου συμφέρον δικό μας να γίνουμε δούλοι, όπως δικό σας συμφέρον είναι να γίνετε κύριοί μας;
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Επειδή εσείς θα έχετε τη δυνατότητα να υποταγείτε πρίν πάθετε τις πιο μεγάλες συμφορές, κι εμείς, αν δεν σας καταστρέψουμε, θα έχουμε κέρδος.
ΜΗΛΙΟΙ: Ώστε οριστικά δεν δέχεστε να μείνουμε ήσυχοι και έτσι να παραμείνουμε φίλοι σας αντί για εχθροί σας, σύμμαχοι όμως κανενός απ’ τους δυό σας;
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Όχι, γιατί δεν μας βλάφτει τόσο η έχθρα σας, όσο η φιλία σας. Η φιλία σας, στα μάτια των υπηκόων μας, θα ήταν απόδειξη αδυναμίας, ενώ το μίσος σας απόδειξη της δύναμής μας.
ΜΗΛΙΟΙ: Κρίνετε πως έτσι πρέπει να αντιλαμβάνονται το σωστό όσοι σας υπακούουν, ώστε να βάζουν στην ίδια μοίρα εκείνους που δεν έχουν καμμιά φυλετική σχέση μαζί σας με εκείνους που οι περισσότεροί τους είναι άποικοί σας, μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς αποστάτησαν και υποτάχτηκαν;
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Ναι, γιατί νομίζουν ότι λόγια που στηρίζονται στο δίκαιο δεν λείπουν από κανέναν, πιστεύουν όμως πως όσοι διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους κι ότι εμείς δεν εκστρατεύουμε εναντίο τους από φόβο. Ώστε το να σας υποτάξουμε, εκτός του ότι θα αύξανε τους υπηκοούς μας, θα μας προσέφερε και ασφάλεια, ιδίως εάν εσείς, νησιώτες και πιο αδύναμοι από άλλους, δεν υπερισχύσετε απέναντι μας που είμαστε κυρίαρχοι στη θάλασσα.
ΜΗΛΙΟΙ: Και δεν νομίζετε ότι υπάρχει ασφάλεια στην πρότασή μας εκείνη; Γιατί κι εδώ πάλι είναι ανάγκη, όπως εσείς μας υποχρεώσατε ν’ αφήσωμε τους δίκαιους λόγους και ζητάτε να μας πείσετε να υποχωρήσουμε μπροστά στο δικό σας συμφέρον, έτσι κι εμείς να σας εξηγήσουμε το δικό μας συμφέρον, αν τυχόν συμπίπτει με το δικό σας, και να προσπαθήσουμε να σας πείσουμε. Γιατί πως είναι δυνατό να μην κάμετε εχθρούς σας όσους τώρα είναι ουδέτεροι, αν αυτοί, βλέποντας τα όσα έγιναν εδώ, πιστέψουν πως κάποτε θα επιτεθείτε σε αυτούς που είναι τώρα εχθροί σας, και αν στρέψετε εναντίον σας εκείνους που ποτέ δεν σκέφθηκαν να γίνουν, παρά τη θέλησή τους;
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Καθόλου, γιατί δεν νομίζουμε ότι είναι πιο επικίνδυνοι για μας που, κατοικώντας κάπου στην στεριά, εξαιτίας της ελευθερίας τους, θα αργήσουν πολύ να πάρουν μέτρα προφύλαξης εναντίον μας, αλλά οι νησιώτες, όσοι, όπως σεις, βρίσκονται κάπου ανεξάρτητοι, κι όσοι είναι κιόλας ερεθισμένοι από τις αναγκαίες πιέσεις της ηγεμονίας μας. Αυτοί λοιπόν, με το να στηριχτούν πολύ στην απερισκεψία, μπορούν να οδηγήσουν, και τον εαυτό τους κι εμάς, σε φανερούς κινδύνους.
ΜΗΛΙΟΙ: Αν εσείς, για να μην χάσετε την ηγεμονία σας, και οι υπήκοοί σας για να απαλλαγούν απ’ αυτήν, αψηφάτε τόσους κινδύνους, είναι φανερό πως εμείς, που είμαστε ακόμη ελεύθεροι, θα δείχναμε μεγάλη ευτέλεια και δειλία αν δεν κάναμε το παν να αποτρέψουμε την υποδούλωσή μας.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Όχι, αν αποφασίσετε συνετά γιατί δεν αγωνίζεστε με ίσους όρους για να δείξετε την ανδρεία σας, δηλαδή να μην ντροπιαστείτε πιο πολύ πρόκειται να αποφασίσετε για τη σωτηρία σας, για το να μην αντιστέκεστε στους πολύ πιο δυνατούς από 'σάς.
ΜΗΛΙΟΙ: Ξέρουμε όμως πως καμμιά φορά οι τύχες του πολέμου κρίνονται πιο δίκαια, και όχι με βάση την αριθμητική διαφορά ανάμεσα στους δυό αντίπαλους. Σ’εμάς η άμεση υποχώρηση δεν δίνει καμμιάν ελπίδα, ενώ με το ν’ αγωνιστούμε υπάρχει ακόμη ελπίδα να μείνουμε όρθιοι.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Η ελπίδα, παρηγοριά την ώρα του κινδύνου, όσους την απολαμβάνουν λόγω της δύναμής τους, και να τους βλάψει ακόμα δεν τους καταστρέφει. Όσοι όμως, στηριγμένοι πάνω της, τα παίζουν όλα για όλα (γιατί απ’ τη φύση της η ελπίδα οδηγεί σε σπατάλη δυνάμεων), μονάχα όταν αποτύχουν αποδέχονται τη μοίρα τους. Αυτό σεις, αδύναμοι και που η τύχη σας κρίνεται από μια μονάχα κλίση της ζυγαρίας, μην θελήσετε να το πάθετε ούτε να μοιάσετε με τους πολλούς που, ενώ μπορούν ακόμη να σωθούν με ανθρώπινα μέσα, όταν τους βρούν οι συμφορές και τους εγκαταλείψουν οι βέβαιες ελπίδες, καταφεύγουν στις αβέβαιες, τη μαντική και τους χρησμούς και όσα άλλα τέτοια, πράγματα που δίνουν φρούδες ελπίδες οδηγώντας τον άνθρωπο στην καταστροφή.
ΜΗΛΙΟΙ: Κι εμείς, το ξέρετε καλά, θεωρούμε πως είναι δύσκολο να αγωνιστούμε εναντίον της δύναμής σας, μαζί κι εναντίον της τύχης, αν αυτή δεν σταθεί αμερόληπτη. Όσο για την τύχη πιστεύουμε, ότι δεν θα αξιωθούμε απ’ τους θεούς χειρότερης, γιατί θεοφοβούμενοι εμείς αντιμετωπίζουμε τη δική σας αδικία. Όσο δε για τη δύναμη που δεν έχουμε, τις ελλείψεις μας θα τις συμπληρώσει η συμμαχία των Λακεδαιμονίων, που είναι αναγκασμένη να μας βοηθήσει, αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστο από φυλετική συγγέννεια κι από αίσθηση της αιδούς. Δεν έχουμε λοιπόν καθόλου παράλογα τόσο θάρρος.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Αλλά κι εμείς νομίζομε πως δεν θα μας λείψει η εύνοια των θεών γιατί δεν ζητούμε και δεν κάνομε τίποτε που να βρίσκεται έξω από ό,τι πιστεύουν οι άνθρωποι για τους θεούς ή επιθυμούν στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Έχουμε τη γνώμη για τους θεούς και την βεβαιότητα για τους ανθρώπους, ότι, αναγκασμένοι από έναν φυσικό νόμο, επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους όπου είναι πιο δυνατοί. Τον νόμο αυτό ούτε εμείς τον θεσπίσαμε ούτε, ήδη θεσπισμένο, πρώτοι εμείς τον εφαρμόσαμε: αντίθετα, τον βρήκαμε να υπάρχει και θα τον αφήσουμε να υπάρχει παντοτινά εφαρμόζοντάς τον. Και ξέρουμε πως και σεις και άλλοι, αν αποκτούσατε την ίδια δύναμη με μας, θα κάνατε τα ίδια. Σε ό,τι αφορά την εύνοια των θεών, έχουμε κάθε λόγο να μην φοβόμαστε πως θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση. Όσο για την ιδέα σας για τους Λακεδαιμονίους, στην οποία στηρίζετε την πεποίθηση ότι από αιδώ θα σας βοηθήσουν, ενώ μακαρίζουμε την αθωότητά σας δεν ζηλεύομε την αφροσύνη σας. Πραγματικά οι Λακεδαιμόνιοι στις μεταξύ τους σχέσεις και στις συνήθειες του τόπου τους δείχνονται πολύ ενάρετοι.Στη συμπεριφορά τους όμως απέναντι στους άλλους, μόλο που θα ’χε κανείς πολλά να πει για το πως φέρονται, θα μπορούσε πολύ καλά να τα συνοψίσει λέγοντας πως, απ’ όλους τους λαούς που ξέρομε, αυτοί δείχνουν ολοφάνερα ότι θεωρούν τα ευχάριστα έντιμα και τα συμφέροντα δίκαια. Κι αλήθεια η τέτοια νοοτροπία τους δεν είναι καθόλου ευνοική προς τις τωρινές παράλογες ελπίδες σας για σωτηρία.
ΜΗΛΙΟΙ: Όμως εμείς γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έχομε αυτή τη στιγμή πιο πολύ την πεποίθηση ότι οι Λακεδαιμόνιοι, για το συμφέρον το δικό τους, δεν θα θελήσουν να προδώσουν τους Μηλίους, που είναι άποικοί τους, και να φτάσουν να γίνουν αναξιόπιστοι στους φίλους τους Έλληνες και ωφέλιμοι στους εχθρούς τους.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Και δεν νομίζετε ότι το συμφέρον βρίσκεται στην ασφάλεια, ενώ το δίκαιο και το έντιμο κατορθώνονται με κινδύνους, τους οποίους οι Λακεδαιμόνιοι, τις περισσότερες φορές, ελάχιστα αποτολμούν;
ΜΗΛΙΟΙ: Νομίζουμε ότι και τους κινδύνους για χάρη μας θα αναλάβουν αυτοί πιο πρόθυμα, κι ότι θα θεωρήσουν πως είναι πιο σίγουροι αν για μας κι όχι γι άλλους τους αναλάβαιναν, τόσο γιατί για τις πολεμικές επιχειρήσεις βρισκόμαστε κοντά στην Πελοπόννησο όσο και γιατί στα φρονήματα, εξαιτίας της φυλετικής συγγένειας, είμαστε πιο αξιόπιστοι από άλλους.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Εγγύηση γι’ αυτούς που καλούνται να συμπολεμήσουν δεν είναι η φιλική διάθεση αυτών που τους καλούν, αλλά το κατά πόσον υπερέχουν σε πραγματική δύναμη. Κι αυτό το λογαριάζουν οι Λακεδαιμόνιοι περισσότερο από κάθε άλλον (από έλλειψη άλλωστε εμπιστοσύνης στη δική τους ετοιμασία, μονάχα με πολλούς συμμάχους εκστρατεύουν εναντίον των γειτόνων τους), ώστε δεν φαίνεται πιθανό ότι αυτοί, μ’ εμάς θαλασσοκράτορες, θα στείλουν στρατό σε ένα νησί.
ΜΗΛΙΟΙ: Στο χέρι τους είναι να στείλουν κι άλλους κι ακόμη το Κρητικό πέλαγος είναι πλατύ και μες σ’ αυτό είναι πιο δύσκολο οι θαλασσοκράτορες να συλλάβουν παρά αυτοί που θέλουν να ξεφύγουν να σωθούν. Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση που αποτύγχαναν σ’ αυτό, θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον της γής σας κι εναντίον των υπολοίπων συμμάχων σας, σ’ όσους δεν έφτασε ο Βρασίδας και τότε θα ’χετε να αγωνιστείτε όχι για μια χώρα που δεν σας ανήκε ποτέ, αλλά για πράγματα πιο δικά σας, την ίδια τη συμμαχία ή τη γή σας.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Ξέρετε από την πείρα σας πως κάποια απ’αυτά είναι ενδεχόμενο να συμβούν, αλλά δεν αγνοείτε επίσης ότι οι Αθηναίοι ποτέ ως σήμερα δεν αποτραβήχτηκαν από καμμιά πολιορκία μόνο και μόνο επειδή φοβήθηκαν άλλους. Έχουμε παρατηρήσει κάτι, ωστόσο: ενώ είπατε ότι θα σκεφτείτε για τη σωτηρία σας, στην τόσο πλατιά συζήτηση δεν έχετε πεί τίποτε στο οποίο βασισμένοι λογικοί άνθρωποι θα πίστευαν ότι μπορούν να σωθούν! Τα πιο δυνατά σας στηρίγματα είναι μελλοντικές ελπίδες, ενώ τα μέσα που έχετε είναι πενιχρά ώστε να υπερισχύσετε, αν συγκριθούν μ’ εκείνα που αυτή τη στιγμή βρίσκονται παραταγμένα εναντίον σας. Να ξέρετε πως δείχνετε μεγάλη απερισκεψία αν, αφού ζητήσετε να αποσυρθούμε, δεν αποφασίσετε, όσο ακόμη είναι καιρός, κάτι άλλο, πιο φρόνιμο απ’ αυτά. Μην πάει ο νους σας στην ντροπή που τόσο συχνά καταστρέφει τους ανθρώπους, όταν αντιμετωπίζουν κινδύνους φανερούς και ταπεινωτικούς. Γιατί πολλούς, ενώ ακόμη σε θέση να δουν ξεκάθαρα σε ποιους κινδύνους οδηγούνταν, τους παράσυρε η δύναμη μιας ελκυστικής λέξης, της λεγόμενης ‘αιδούς’, και, νικημένοι απ’ τη λέξη, στην πράξη έπεσαν θεληματικά σε αγιάτρευτες συμφορές κι ακόμη απόχτησαν ντροπή πιο ταπεινωτική, αφού αυτή ήταν αποτέλεσμα ανοησίας και όχι κακής τύχης. Αν σκεφτείτε φρόνιμα, θα αποφύγετε κάτι τέτοιο και δεν θα νομίστε άπρεπο να υποχωρήσετε στην πολιτεία την πιο δυνατή, που σας προτείνει όρους λογικούς, να γίνετε δηλαδή σύμμαχοί της πληρώνοντας φόρο, διατηρώντας τη χώρα σας, και, ενώ σας δίνεται η εκλογή ανάμεσα στον πόλεμο και στην ασφάλεια, εσείς να μην διαλέξτε τα χειρότερα επιζητώντας να φανείτε ανώτεροι. Γιατί εκείνοι που στους ίσους δεν υποχωρούν, στους δυνατότερους φέρνονται φρόνιμα και στους κατώτερους δείχνονται μετριοπαθείς, απ΄όλους εκείνοι πιο πολύ προκόβουν. Σκεφτείτε λοιπόν, όταν εμείς αποσυρθούμε, και συλλογιστείτε πολλές φορές ότι αποφασίζετε για την πατρίδα, για τη μια και μόνη πατρίδα σας, κι ότι απ’ τη μιάν αυτήν απόφασή σας θα εξαρτηθεί η ευτυχία ή η δυστυχία της.
Οι Αθηναίοι αποχώρησαν από τη συζήτηση και οι Μήλιοι, όταν μείνανε μόνοι τους, επειδή αποφάσισαν παραπλήσια με’ εκείνα πού έλεγαν πρωτύτερα, αποκρίθηκαν τα εξής: ΜΗΛΙΟΙ: Ούτε γνώμη διαφορετική από την προηγούμενη έχουμε, Αθηναίοι, ούτε μέσα σε λίγες στιγμές θα στερήσουμε μια πόλη, που υπάρχει εδώ κι εφτακόσια χρόνια, από την ελευθερία της, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στην τύχη, που χάρη στην εύνοια των θεών την προστατεύει ως τώρα, και στη βοήθεια των ανθρώπων κι ιδιαίτερα των Λακεδαιμονίων, θα προσπαθήσουμε να τη σώσουμε. Σας προτείνομε όμως να είμαστε φίλοι σας, εχθροί με κανένα απ’ τους δυό σας, και να φύγετε απ’ τη γή μας, αφού κάνωμε συνθήκη πού θα την κρίνωμε ωφέλιμη και στους δυό μας .
Οι Μήλιοι λοιπόν τόσα μονάχα αποκρίθηκαν κι οι Αθηναίοι αποχωρώντας πιά οριστικά από τις διαπραγματεύσεις είπαν: ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Πραγματικά, όπως καταλήξαμε ύστερα απ’ αυτή την απόφασή σας, είστε οι μόνοι που κρίνετε τα μελλοντικά πιο καθαρά απ’ αυτά που βλέπετε μπροστά στα μάτια σας, και τα άγνωστα, επειδή τα θέλετε, τα αντιμετωπίζετε σαν να συμβαίνουν στην πραγματικότητ,α τα χετε παίξει όλα και στηριγμένοι ολότελα στους Λακεδαιμονίους, την τύχη και τις ελπίδες θα τα χάσετε όλα.
Οι Αθηναίοι πρέσβεις γύρισαν στο στρατόπεδο και οι στρατηγοί, αφού οι Μήλιοι δεν υποχωρούσαν σε τίποτε, άρχισαν αμέσως τις εχθροπραξίες, κι αφού μοίρασαν τη δουλειά στα στρατιωτικά τμήματα της κάθε πόλης ζώσαν κυκλικά με τείχος τους Μηλίους. Ύστερα οι Αθηναίοι άφησαν φρουρά από δικούς τους στρατιώτες και συμμάχους, στη στεριά και στη θάλασσα, και έφυγαν με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού. Οι υπόλοιποι έμειναν και πολιορκούσαν τον τόπο. Την ίδια εποχή οι Μήλιοι, πάλι σ’ άλλο σημείο, κυρίεψαν ένα μέρος απ’ το τείχος των Αθηναίων που τους έζωνε, όπου οι φρουροί δεν ήταν πολλοί. Ύστερα απ’ τα γεγονός αυτό ήρθε κι άλλος στρατός απ’ την Αθήνα, με αρχηγό τον Φιλοκράτη του Δημέα κι οι Μήλιοι, επειδή πολιορκούνταν πιά πολύ στενά, έγινε μάλιστα και κάποια προδοσία από ανάμεσά τους, συνθηκολόγησαν με τους Αθηναίους με τον όρο να αποφασίσουν εκείνοι για την τύχη τους. Κι αυτοί σκότωσαν όσους Μηλίους ενήλικους έπιασαν, κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Το νησί το αποίκισαν οι ίδιοι στέλνοντας αργότερα πεντακόσιους αποίκους.
ΑΛΛΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Αθηναίοι:– Εάν ήλθατε στη διάσκεψη αυτή για να διεισδύσετε με εικασίες στα μυστικά του μέλλοντος, ή για άλλον λόγο και όχι για να δείτε πώς μπορείτε να σώσετε το κράτος σας, αντιμετωπίζοντας κατά μέτωπο την παρούσα κατάσταση, τότε η συζήτηση μπορεί να παύσει. Αλλά εάν ήλθατε για τον τελευταίον αυτόν σκοπό, τότε να εξακολουθήσουμε. Μήλιοι: – Είναι φυσικό και συγγνωστό γι’ ανθρώπους ευρισκομένους στη θέση μας, να προσφεύγουν σε πολλά επιχειρήματα και υποθέσεις. Αναγνωρίζομε όμως ότι αντικείμενο της συνδιασκέψεως αυτής είναι η σωτηρία μας και παρακαλούμε να διεξαχθεί η συζήτηση με τον τρόπο που προτείνετε. Αθηναίοι: Έχει καλώς……….εμείς εν τούτοις, δεν θα χρησιμοποιήσομε ωραίες φράσεις, υποστηρίζοντας με πολλά λόγια, που δεν πρόκειται να πείσουν κανένα ότι την ηγεμονία μας αποκτήσαμε δικαίως λόγω του ότι ενικήσαμε τους Πέρσες, ή ότι επιδιώκομε την επανόρθωση αδικιών οι οποίες έγιναν εις βάρος μας. Ζητούμε όμως και από σας να μη νομίσετε ότι θα μας πείσετε, ισχυριζόμενοι ή ότι ως άποικοι των Λακεδαιμονίων, δεν ελάβατε μέρος εις τον πόλεμο παρά το πλευρό μας, ή ότι δεν μας προξενήσατε κανένα κακό. Νομίζομε, αντιθέτως ότι επιβάλλεται να επιδιώξομε και σεις και εμείς εκείνο που θεωρούμε αληθινά κατορθωτό, αφού πραγματικά και οι δύο γνωρίζομε ότι κατά τη συζήτηση των ανθρωπίνων πραγμάτων, το επιχείρημα της δικαιοσύνης έχει αξία μόνο μεταξύ ίσων, σε ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του. Μήλιοι: Αλλ’ αφού αναγκαζόμεθα να μιλήσομε για το συμφέρον, το οποίο εθέσατε ως βάση της συζητήσεως, παραμερίζοντας το δίκαιο, εμείς τουλάχιστον θεωρούμε χρήσιμο να μην παραγνωρίσετε το κοινό συμφέρον αλλά ν’ αναγνωρισθεί ότι για τον εκάστοτε κινδυνεύοντα, το εύλογο είναι και δίκαιο και να επιτραπεί σ’ αυτόν να επιδιώξει, με την πειθώ, μερικά ωφελήματα και πέραν του αυστηρού δικαίου. Αυτό εξ άλλου, συμφέρει και σας εξ ίσου, αφού αν ποτέ ηθέλατε ηττηθεί, η τιμωρία σας θα ήταν τόσο μεγάλη, ώστε να μπορεί να χρησιμεύσει στους άλλους ως παράδειγμα. Αθηναίοι: Αλλά εμείς δεν ανησυχούμε για ενδεχομένη κατάλυση της ηγεμονίας μας. Γιατί επίφοβοι για τους ηττηθέντες δεν είναι εκείνοι που, όπως οι Λακεδαιμόνιοι, έχουν συνηθίσει ν’ ασκούν ηγεμονία σε άλλους (άλλωστε δεν έχομε σήμερα να κάνομε με τους Λακεδαιμονίους) αλλά ο πραγματικός κίνδυνος προέρχεται από ενδεχομένη εξέγερση κατά των ασκούντων την ηγεμονία και επικράτηση των υπηκόων των. Και τη φροντίδα μεν της αντιμετωπίσεως τέτοιων κινδύνων, μπορείτε να την αφήσετε σ’ εμάς. Αλλά θέλομε ν’ αποδείξομε, ακριβώς, ότι ήλθαμε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας και ότι σκοπός των όσων θα ειπούμε είναι η σωτηρία της πόλεώς σας. Διότι επιθυμούμε να επιτύχομε την εφ’ υμών ηγεμονία ακόπως και να μην καταστραφείτε, προς το κοινό συμφέρον και των δύο μας. Θουκυδίδης Θουκυδίδης Σας θέλουμε «εχθρούς» Μήλιοι: Αλλά πώς είναι δυνατόν να είναι εξ ίσου συμφέρον για εμάς να γίνομε δούλοι, και συγχρόνως να είναι δικό σας συμφέρον να γίνετε κυρίαρχοί μας; Αθηναίοι: Διότι σας παρέχεται η ευκαιρία να υποταχθείτε, αποφεύγοντας τα έσχατα δεινά, εμείς δε θα ωφεληθούμε μη καταστρέφοντάς σας. Μήλιοι: Ώστε, δεν θα μας δεχθείτε να είμεθα φίλοι σας και όχι εχθροί σας, αλλά να διατηρήσομε την ειρήνη και την ουδετερότητά μας; Αθηναίοι: Όχι. Γιατί η έχθρα σας μας βλάπτει πολύ λιγότερο από τη φιλία σας. Και τούτο διότι εις τα όμματα των υπηκόων μας, η φιλία σας θα είναι τεκμήριο αδυναμίας, ενώ το μίσος σας θα είναι τεκμήριο ότι είμαστε ισχυροί. Μήλιοι: Ώστε, λοιπόν, τέτοια αντίληψη του πρέποντος έχουν οι υπήκοοί σας, ώστε να θέτουν σε ίση μοίρα εκείνους, που δεν συνδέονται με σας με κανένα δεσμό, με εκείνους που είτε είναι άποικοί σας, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους, είτε μετέπεσαν σε τάξη υπηκόων γιατί αποστάτησαν; Αθηναίοι: Όσον αφορά στα επί του δικαίου στηριζόμενα επιχειρήματα, θεωρούμε ότι και σεις και εμείς δεν στερούμεθα τέτοιων, νομίζουμε όμως ότι όσοι διατηρούν την ελευθερία των οφείλουν τούτο στη δύναμή των, εμείς δε δεν επιτιθέμεθα κατ’ αυτών, ένεκα φόβου. Ώστε, η υποταγή σας, αφού άλλωστε και νησιώτες είσαστε και ασθενέστεροι από άλλους, όχι μόνο θα επεξέτεινε την ηγεμονία μας, αλλά και θα απεδείκνυε ότι δεν είσθε ανώτεροι από εμάς, που είμαστε κυρίαρχοι της θαλάσσης. Μήλιοι: Αλλά δεν νομίζετε, ότι τέτοια ασφάλεια παρέχει η πολιτική, που εμείς προτείνομε; Γιατί οφείλομε και πάλι, αφού μας βγάζετε από το έδαφος των επί του δικαίου στηριζόμενων επιχειρημάτων και μας επιβάλλετε να υποταχθούμε στο συμφέρον σας, να σας εξηγήσομε ποιο είναι το δικό μας συμφέρον και να προσπαθήσομε να σας πείσομε να το αποδεχθείτε, αν τούτο συμβαίνει να είναι συγχρόνως και δικό σας. Διότι πώς είναι δυνατόν να μην κάνετε εχθρούς σας, όσους τυχόν είναι σήμερα ουδέτεροι, όταν, βλέποντας αυτοί την τύχη μας, αντιληφθούν, ότι θα έλθει ημέρα, κατά την οποία θα επιτεθείτε και κατ’ αυτών; Και με την πολιτική σας αυτή τι άλλο κατορθώνετε, παρά να ενισχύσετε εκείνους που είναι ήδη εχθροί σας και να στρέψετε εναντίον σας παρά τη θέλησή των, εκείνους που ουδέποτε σκέφθηκαν να γίνουν εχθροί σας; Αθηναίοι: Καθόλου. Διότι επικίνδυνοι εχθροί μας δεν είναι κυρίως όσοι κατοικώντας επί της στερεάς, απολαύουν ασφαλώς την ελευθερία των και, ως εκ τούτου πολύ θα σκεφθούν πριν λάβουν προφυλακτικά εναντίον μας μέτρα, αλλ’ οι νησιώτες, και όσοι απ’ αυτούς είναι ανεξάρτητοι όπως σεις, και όσοι είναι ήδη ερεθισμένοι λόγω της ακουσίας υποταγής των υπό την κυριαρχία μας. Γιατί αυτοί παρασυρόμενοι, συνήθως, από απερισκεψία, είναι δυνατόν να περιαγάγουν και τους εαυτούς των και εμάς σε προφανή κίνδυνο. «Πριν γίνουμε δούλοι» Μήλιοι: Αλλ’ εάν αντιμετωπίζετε μεγάλους κινδύνους, και σεις για να μη στερηθείτε της ηγεμονίας σας και οι ήδη υπήκοοί σας για ν’ απαλλαγούν από αυτήν, είναι προφανές ότι εμείς, που είμαστε ακόμη ελεύθεροι, θα είμαστε πολύ ποταποί και άνανδροι εάν δεν δοκιμάζαμε τα πάντα προτού γίνομε δούλοι. Αθηναίοι: Όχι, εάν θελήσετε μόνο να σκεφθείτε νηφάλια. Διότι δεν ανταγωνίζεσθε προς ίσους περί ανδρείας, ώστε η υποχώρησή σας να συνεπάγεται καταισχύνη αλλά πρόκειται να σκεφθήτε για την ίδια τη σωτηρία μας, η οποία θα έλθει αν αποφύγετε ν’ αντιταχθήτε στους πολύ ισχυροτέρους. Μήλιοι: Γνωρίζομε όμως ότι κάποτε οι τύχες του πολέμου επιμερίζονται με περισσότερη ισότητα μεταξύ των αντιπάλων, από όσο θα μπορούσε κανείς να περιμένει αποβλέποντας στην άνιση δύναμή τους. Και για εμάς, η μεν άμεση υποχώρηση σημαίνει απώλεια κάθε ελπίδας, ενώ, αν πολεμήσομε, υπάρχει ακόμη ελπίδα να μείνομε σώοι. Αθηναίοι: Η ελπίδα είναι πράγματι παρηγοριά σε ώρα κινδύνου και όσες φορές κανείς, στηριζόμενος σ’ αυτήν, διακινδυνεύει μόνο ό,τι έχει ως περίσσευμα, τότε αυτή φέρει μεν βλάβη αλλ’ όχι και πλήρη καταστροφή. Αλλ’ όταν η άκρατη φύση της ελπίδας παρασύρει κάποιον στο να ρίξει τον περί των όλων κύβο, τότε μόνο αντιλαμβάνεται αυτός την αληθινή φύση της, όταν η καταστροφή έχει ήδη επέλθει και, όταν ο παθών λάβει την πείρα της, τίποτε δεν έχει πλέον απομείνει για να προφυλαχθεί εναντίον της. Μη θελήσετε να πάθετε τούτο σεις που είσθε ασθενείς και των οποίων η ύπαρξη εξαρτάται από μια ροπή της πλάστιγγος. Και μην κάμετε όπως οι πολλοί, που ενώ μπορούν ακόμη να σωθούν με ανθρώπινα μέσα, μόλις περιέλθουν σε αμηχανία και εγκαταλειφθούν από τις φανερές ελπίδες καταφεύγουν σε ελπίδες χιμαιρικές, τη μαντική και τους χρησμούς και άλλα παρόμοια, όσα, διεγείροντας ελπίδες, οδηγούν στον όλεθρο. Μήλιοι: Να είσθε βέβαιοι ότι και εμείς αντιλαμβανόμεθα πόσο δύσκολο είναι ν’ αγωνισθούμε κατά της δυνάμεώς σας συγχρόνως και κατά της τύχης, εάν αυτή δεν είναι αμερόληπτη. Πιστεύομε όμως, ως προς μεν την τύχη, ότι δεν θα τεθούμε από τους θεούς σε θέση μειονεκτική, αφού, ενώ είμαστε ευσεβείς, αντιμετωπίζομε αδίκους, ως προς δε την ανεπάρκεια των δυνάμεών μας, ότι θα τη συμπληρώσει η ομοσπονδία των Λακεδαιμονίων, που είναι υποχρεωμένη να μας βοηθήσει, και αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστον και χάρη στη συγγένειά μας προς αυτούς και από εντροπή. Και γι’ αυτό, το θάρρος μας δεν είναι τόσο παράλογο, όσο ίσως υποθέτετε. Όλα για το συμφέρον Αθηναίοι: Αλλά και εμείς νομίζομε, ότι δεν θα μας λείψει η εύνοια των θεών. Διότι εις ό,τι ζητούμε και πράττομε, καθόλου δεν απομακρυνόμεθα από ό,τι οι άνθρωποι πιστεύουν εν σχέσει προς τις θρησκευτικές των πεποιθήσεις ή από τις ανθρώπινες επιθυμίες και τους σκοπούς των. Καθόσον, ως προς τους θεούς μεν πιστεύομε, ως προς δε τους ανθρώπους καλώς γνωρίζομε, ότι, ωθούμενοι από ακάθεκτη φυσική ορμή, άρχουν παντού, όπου η δύναμή των είναι επικρατέστερη. Τον νόμο αυτόν, ούτε εμείς εθέσαμε, ούτε πρώτοι εμείς εφαρμόσαμε. Τον ευρήκαμε ισχύοντα και θα τον κληροδοτήσομε ισχύοντα αιωνίως, γνωρίζοντας ότι και σεις, επίσης, και κάθε άλλος, εάν είχατε όση εμείς δύναμη, θα εκάμνατε το ίδιο. Και ως προς μεν την ευμένεια των θεών, έχομε έτσι κάθε λόγο να μη φοβόμαστε ότι θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση. Όσον αφορά όμως στις προσδοκίες σας για τους Λακεδαιμονίους, με βάση τις οποίες πιστεύετε ότι αυτοί θα σας βοηθήσουν ωθούμενοι από το αίσθημα της δικής τους τιμής, εάν μακαρίζομε την απλότητά σας, δεν ζηλεύομε, όμως την ανοησία σας. Διότι αναγνωρίζομε, πράγματι, ότι οι Λακεδαιμόνιοι απέναντι στους εαυτούς των και τους εγχωρίους θεσμούς των δείχνονται κατ’ εξοχήν ευάρεστοι, ως προς τη συμπεριφορά των όμως απέναντι των άλλων, μολονότι πολλά θα είχε κανείς να ειπεί, μπορεί πολύ καλά να τα συγκεφαλαιώσει λέγοντας ότι διακρίνονται περισσότερο από όλους τους ανθρώπους που γνωρίζομε, ως ταυτίζοντες το ευχάριστο με το έντιμο και το συμφέρον με το δίκαιον. Και τέτοια αντίληψη, ελάχιστα με την αλήθεια ανταποκρίνεται προς τις παρούσες ανόητες ελπίδες σας σωτηρίας. Μήλιοι: Αλλ’ εμείς, ένεκα ακριβώς του λόγου αυτού πιστεύομε, προ πάντων, ότι οι Λακεδαιμόνιοι, χάριν του ιδίου του συμφέροντός των, δεν θα θελήσουν να εγκαταλείψουν τους Μηλίους, που είναι άποικοί των, και να καταστούν έτσι προς μεν τους Έλληνες φίλους των ύποπτοι, προς δε τους εχθρούς των ωφέλιμοι. Αθηναίοι: Αλλά, δεν νομίζετε ότι το συμφέρον συμβαδίζει με την ασφάλεια, ενώ η άσκηση της δικαιοσύνης και της τιμής συνεπάγεται κινδύνους, τους οποίους οι Λακεδαιμόνιοι αποφεύγουν, ως επί το πλείστον, ν’ αντιμετωπίζουν; Μήλιοι: Αλλά και τους κινδύνους τούτους φρονούμε ότι θ’ αναλάβουν οι Λακεδαιμόνιοι προθυμότερα χάριν ημών και ότι θα θεωρήσουν αυτούς λιγότερο επισφαλείς, παρά αν επρόκειτο ν’ αναληφθούν χάριν άλλων, καθόσον, εάν λάβομε ανάγκη της συνδρομής των, ευρισκόμεθα πλησίον της Πελοποννήσου και, ένεκα της κοινότητος των πολιτικών φρονημάτων, είμαστε άξιοι περισσότερης εμπιστοσύνης από άλλους. melos_sparta_and_athens_416_bce-svg Το ψευδές αίσθημα της τιμής! Αθηναίοι: Αλλ’ εκείνο στο οποίο εμπιστεύεται ο προσκαλούμενος ν’ αγωνισθεί παρά το πλευρόν άλλου, δεν είναι η εύνοια του προσκαλούντος, αλλ’ η τυχόν υπεροχή αυτού σε πραγματική δύναμη. Στην υπεροχή αυτή αποβλέπουν, πολύ περισσότερο μάλιστα από κάθε άλλον, οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι τόσο λίγο εμπιστεύονται τα δικά τους μέσα, ώστε μόνο μετά πολλών συμμάχων εκστρατεύουν εναντίον των γειτόνων των και για τον λόγο αυτόν, δεν είναι πιθανόν ότι θα διαπεραιωθούν σε νήσο, εφ’ όσον εμείς κυριαρχούμε στη θάλασσα. Μήλιοι: Αλλ’ έχουν συμμάχους, τους οποίους μπορούν να στείλουν. Το Κρητικό πέλαγος, εξ άλλου, είναι ευρύ και η δι’ αυτού σωτηρία αυτών που θέλουν να διαφύγουν την προσοχή ευκολότερη παρά τη σύλληψή των από τους κυριαρχούντες στη θάλασσα. Αλλά και αν απετύγχαναν σ’ αυτό, θα μπορούσαν να στραφούν κατά του δικού σας εδάφους και εναντίον των λοιπών συμμάχων σας, στους οποίους δεν έφθασε ο Βρασίδας. [Λακεδαιμόνιος στρατηγός, ο οποίος το 8ο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου (424-423 π.Χ.) εξεστράτευσε στη Χαλκιδική και κατέλαβε την Αμφίπολη]. Και τότε θα έχετε ν’ αγωνισθείτε όχι για την κατάκτηση χώρας που δεν σας ανήκει, αλλά για πράγματα που σας ενδιαφέρουν αμεσότερα, δηλαδή για την άμυνα των δικών σας συμμάχων και της δικής σας γης. Αθηναίοι: Είναι ενδεχόμενο να συμβεί το ένα ή το άλλο από αυτά. Αλλά από τέτοια ενδεχόμενα έχομε εμείς ήδη πείρα. Εξ άλλου, δεν αγνοείτε και σεις ότι οι Αθηναίοι ποτέ δεν απεσύρθησαν από καμιά πολιορκία από φόβο τρίτου. Παρατηρούμε εν τούτοις, με λύπη μας, ότι μολονότι εδηλώσατε ότι κυρία μέριμνά σας θα είναι η σωτηρία της πόλεώς σας, σε όλη αυτή τη μακρά συζήτηση δεν είπατε τίποτε επί του οποίου στηριζόμενος εχέφρων άνθρωπος θα ενόμιζε ότι μπορεί να σωθεί. Αλλά το ισχυρότατο έρεισμά σας είναι μελλοντικές ελπίδες, ενώ τα υπάρχοντα μέσα σας, αντιπαραβαλλόμενα προς ό,τι ευρίσκεται ήδη παραταγμένο εναντίον σας είναι ανεπαρκή για να σας εξασφαλίσουν τη σωτηρία. Και θα δείξετε πολύ παραλογισμό εάν αφού αποσυρθούμε, δεν θελήσετε όπως έχετε ακόμη καιρό, να φθάσετε σε διαφορετική απόφαση, σωφρονέστερη από την παρούσα στάση σας. Διότι δεν μπορούμε να υποθέσομε ότι θα τείνετε το αυτί σας προς το ψευδές εκείνο αίσθημα τιμής, το οποίο καταστρέφει τόσες φορές τους ανθρώπους, όταν αντιμετωπίζουν κινδύνους προφανείς και γι’ αυτό ατιμωτικούς. Διότι πολλούς – μολονότι μπορούν ακόμη να ιδούν εγκαίρως πού φέρονται- παρασύρει η καλουμένη τιμή, με το δελεαστικό της όνομα, ώστε γινόμενοι θύματα μιας λέξεως, να περιπέσουν πράγματι εκουσίως σε αθεράπευτες συμφορές και να επισύρουν επί πλέον, από μόνοι των αίσχος, που είναι τόσο μάλλον ατιμωτικό, όσο είναι αποτέλεσμα μωρίας και όχι ατυχίας. Τούτο θ’ αποφύγετε σεις, εάν φανείτε φρόνιμοι. Ούτε θα θεωρήσετε εξευτελιστικό να υποκύψετε σε μεγάλη δύναμη, η οποία σας προτείνει όρους επιεικείς, προσφέροντας σε σας να γίνετε σύμμαχοί της και να διατηρήσετε τη χώρα σας, καταβάλλοντας φόρο υποτελείας. Και όταν σας δίνεται η εκλογή μεταξύ πολέμου και ασφαλείας, δεν θα θεωρήσετε ότι η αξιοπρέπεια σας επιβάλλει να επιμείνετε ισχυρογνωμόνως στη χειρότερη λύση. Καθόσον, εκείνοι συνήθως ευδοκιμούν, όσοι απέναντι μεν των ίσων δεν υποκύπτουν, προς δε τους ανωτέρους συμπεριφέρονται καλώς και προς τους υποδεεστέρους δείχνονται επιεικείς. Σκεφθείτε λοιπόν εκ νέου, όταν εμείς αποσυρθούμε, και μη λησμονείτε ότι πρόκειται να κρίνετε για την τύχη της μιας και μόνης πατρίδος σας και με μια απόφαση, από την οποία εξαρτάται η καλή ή κακή της τύχη. Μετά το μάθημα πολιτικού ρεαλισμού, οι Αθηναίοι απεχώρησαν από τη συνδιάσκεψη και περίμεναν την απάντηση των Μηλίων. Οι Μήλιοι αφού διασκέφθηκαν για λίγο μόνοι τους, απήντησαν τα εξής: Μήλιοι:«Ούτε την πρώτη απόφασή μας μεταβάλλομε Αθηναίοι, ούτε θα θελήσομε, εις διάστημα ολίγων στιγμών, να στερηθούμε την ελευθερία πόλεως, την οποία κατοικούμε επί επτακόσια ήδη έτη. Στηριζόμενοι τουναντίον και εις την τύχη η οποία κατά θεία συγκατάβαση, μας επροφύλαξε μέχρι τώρα, και εις την βοήθεια των ανθρώπων και δη των Λακεδαιμονίων, θα προσπαθήσουμε να σωθούμε. Σας προτείνομε, όμως, να δεχθήτε τη φιλία και ουδετερότητά μας και ν’ αποσυρθήτε από το έδαφός μας, αφού συνομολογήσομε ειρήνη, η οποία θα κριθεί συμφέρουσα για αμφοτέρους.» Η απάντηση αυτή των Μηλίων δεν ήταν εντελώς στερημένη βάσεως – μολονότι πολύ ριψοκίνδυνη εν όψει της θανάσιμης απειλής, που επικρεμόταν επί των κεφαλών των. Και τούτο διότι και προηγουμένως, κατά το έκτο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου (426 π.Χ.), οι Αθηναίοι είχαν επιχειρήσει κατά της Μήλου, στέλνοντας μοίρα εξήντα πλοίων και δύο χιλιάδες οπλίτες, υπό την αρχηγία του Νικίου υιού του Νικηράτου. Ήθελαν να εξαναγκάσουν τους Μηλίους να ταχθούν με το μέρος τους στον πόλεμο αλλ’ αυτοί αν και νησιώτες, ηρνούντο να υποταχθούν στους Αθηναίους και δεν ήθελαν να λάβουν μέρος στη συμμαχία των. Επειδή όμως, μολονότι οι Αθηναίοι ερήμωναν τη γη των, οι Μήλιοι δεν υπέκυπταν, οι πρώτοι απέπλευσαν τότε το έκτο έτος του πολέμου, από τη Μήλο και εστράφησαν σε άλλες πολεμικές επιχειρήσεις στον Ωρωπό, στην Τανάγρα κ.λπ. Τώρα όμως το 16ο έτος του πολέμου, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Και οι Αθηναίοι, αποχωρώντας τώρα οριστικά από τη συνδιάσκεψη, είπαν: Αθηναίοι:«Εάν κρίνομε λοιπόν από την απόφασή σας αυτή, είσθε οι μόνοι οι οποίοι κρίνετε καθαρότερα τα μέλλοντα παρά τα προ των οφθαλμών σας ευρισκόμενα και παρασυρόμενοι από την επιθυμία σας, βλέπετε τα αόρατα, σαν να είχαν πραγματοποιηθεί ήδη. Εστηρίξατε τα πάντα εις τους Λακεδαιμονίους, και τύχη και ελπίδες, και θα χάσετε τα πάντα». Η σφαγή Οι Αθηναίοι πρέσβεις επέστρεψαν εις το στρατόπεδο και οι στρατηγοί, αφού ήταν πλέον βέβαιο, ότι οι Μήλιοι δεν υποχωρούν, άρχισαν να κατασκευάζουν τείχος γύρω από την πόλη των Μηλίων, αφού κατένειμαν το έργο μεταξύ των αποσπασμάτων των διαφόρων πόλεων. Όταν ετελείωσαν το τείχος, άφησαν απόσπασμα αθηναϊκού και συμμαχικού στρατού για να πολιορκεί από ξηρά και θάλασσα την πόλη και ανεχώρησαν, με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού. Επωφεληθέντες οι Μήλιοι, κατέλαβαν με νυκτερινή έφοδο το μέρος του περιτειχίσματος των Αθηναίων, όπου ήταν η αγορά των, εφόνευσαν μερικούς Αθηναίους και αφού εισήγαγαν στην πόλη των σίτο και όσα άλλα χρήσιμα μπόρεσαν, απεσύρθησαν και έμειναν αδρανούντες. Έπειτα από αυτό οι Αθηναίοι εβελτίωσαν την επιτήρησή τους. Έτσι, τελείωσε το θέρος. Κατά τον επακολουθήσαντα χειμώνα, οι Μήλιοι κατέλαβαν πάλι και άλλο μέρος του Αθηναϊκού περιτειχίσματος, το οποίο εφρουρείτο από ανεπαρκή δύναμη. Μετά από αυτό, εστάλη από την Αθήνα και άλλος στρατός υπό την αρχηγία του Φιλοκράτους, γιου του Δημέους. Ο αποκλεισμός έγινε πλέον στενότατος και συγχρόνως μερικοί από τους Μηλίους ήλθαν σε μυστικές συνεννοήσεις με τους Αθηναίους. Φαίνεται ότι όλοι οι Μήλιοι δεν ήταν σύμφωνοι με την αδιάλλακτη στάση των αρχόντων των. Έτσι τελικά οι Μήλιοι αναγκάσθηκαν να παραδοθούν στη διάκριση των Αθηναίων και αυτοί κατέσφαξαν όλους τους ενηλίκους άνδρες, ενώ τα γυναικόπαιδα επούλησαν ως δούλους. Κατόπιν δε έστειλαν πεντακοσίους Αθηναίους πολίτες και εποίκισαν τη Μήλο με νέο πληθυσμό. Μία από τις σκληρότερες γενοκτονίες της αρχαίας ελληνικής ιστορίας είχε συντελεσθεί. Απετέλεσε ένα στίγμα της Αθηναϊκής Συμπολιτείας, η οποία τόσο προωθημένη ήταν, ή τουλάχιστον έδειχνε ότι ήταν, στον πολιτισμό.

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΔΥΝΑΣΤΕΙΑ

Το 1261 ο Μιχαήλ Η' ο Παλαιολόγος, ηγέτης της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας, συνήψε με τους Γενουάτες συνθήκη, με την οποία οι τελευταίοι ανέλαβαν να του προσφέρουν πολεμική βοήθεια κατά της Βενετίας με αντάλλαγμα τελωνειακές και φορολογικές απαλλαγές, λιμάνια και εμπορικές περιοχές της Αυτοκρατορίας. Με τα προνόμια αυτά θεμελιώθηκε η δύναμη της Γένουας στην Ανατολή, ενώ στις 25 Ιουλίου του ίδιου έτους, η Κωνσταντινούπολη έπεσε σαν ώριμος καρπός στα χέρια του στρατηγού της Νίκαιας Αλέξιου Στρατηγόπουλου.
Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος στέφθηκε τότε (Σεπτέμβριος 1261) για δεύτερη φορά αυτοκράτορας ως Μιχαήλ Η'. Η στέψη αυτή έγινε στο ναό της Αγίας Σοφίας και συμβόλιζε την αναγέννηση της Αυτοκρατορίας στις ακτές του Βοσπόρου. Mε την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης το Βυζαντινό Κράτος κατέστη και πάλι υπολογίσιμη δύναμη. Μεγάλοι κίνδυνοι απειλούσαν όμως την αυτοκρατορία μετά την ανασύστασή της. Ο Μιχαήλ Η' (1261- 1282) έπρεπε να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα των Λατίνων και να αποκαταστήσει τη βυζαντινή κυριαρχία στα ελλαδικά εδάφη. Η επιτυχία του δεύτερου στόχου θα εξασφαλιζόταν, όμως, μόνο αν επιτυγχανόταν ο πρώτος.
Για να περιορίσει, λοιπόν, την επιθετικότητα των Λατίνων, ο Μιχαήλ δεν δίστασε να αποδεχθεί την εκκλησιαστική Ένωση με τη Ρώμη, η οποία επιβεβαιώθηκε από τη σύνοδο της Λυών (1274). Η Ένωση όμως προκάλεσε στο Βυζάντιο μια βαθιά εσωτερική κρίση. Ο Μιχαήλ, πεπεισμένος για την ορθότητα της πολιτικής του, αντέδρασε με διώξεις και φυλακίσεις των αντιπάλων της Ένωσης.
Εκτός από τον πάπα, με διπλωματικά μέσα αντιμετώπισε ο Μιχαήλ Η' και τις ιταλικές ναυτικές δημοκρατίες: ακύρωσε τη συμμαχία με τους Γενουάτες, για να προσεταιρισθεί τους ανταγωνιστές τους Βενετούς (1265), αργότερα όμως συμμάχησε και πάλι με τη Γένουα (1267). Η ταυτόχρονη συμμαχία με τις μεγάλες ναυτικές δυνάμεις ήταν μία ευφυής πολιτική πράξη.
Στο Βορρά ο Μιχαήλ εξασφάλισε με ένα πλέγμα συμμαχιών τα σύνορα του κράτους του. Πιο επικίνδυνος από όλους τους αντιπάλους του αποδείχθηκε ο Κάρολος ο Ανδεγαβός (Charles d'Anjou), κυρίαρχος του βασιλείου της Νάπολης και της Σικελίας. Ο Μιχαήλ, πάντως, κατόρθωσε να ματαιώσει τη σχεδιαζόμενη κατά του Βυζαντίου επιχείρηση του Καρόλου με τη βοήθεια του βασιλιά της Γαλλίας.
Στα τέλη του 13ου αιώνα, ο Κάρολος έγινε και πάλι επικίνδυνος, όταν οι ηγεμόνες της Βαλκανικής και η Βενετία συμμάχησαν μαζί του εναντίον του Βυζαντίου. Μία φοβερή καταστροφή, όμως, διέλυσε για πάντα τις φιλοδοξίες του Καρόλου: Στη Σικελία εκδηλώθηκε λαϊκή εξέγερση κατά της δυναστείας των Ανδεγαβών που τελείωσε με τη σφαγή και την εκδίωξη των Γάλλων, ο λεγόμενος Σικελικός Εσπερινός (31 Μαρτίου 1282). Η όπερα του Τζουζέπε Βέρντι "I vespri siciliani" είναι εμπνευσμένη από τον "σικελικό εσπερινό". Καθοριστικές για την οργάνωση και επιτυχή έκβαση της εξέγερσης αυτής υπήρξαν η δραστηριότητα της βυζαντινής διπλωματίας και η στρατιωτική βοήθεια που πρόσφερε ο βασιλιάς Πέτρος της Αραγωνίας.
Επί Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου (1282-1328) η οργάνωση του Βυζαντινού Κράτους εξασθενούσε συνεχώς και οι δεσμοί ανάμεσα στο κέντρο και τις επαρχίες, οι οποίες συχνά περιέρχονταν στα χέρια φιλόδοξων ευγενών, γίνονταν όλο και πιο χαλαροί. Στη διάρκεια του 14ου αι. οι άρχοντες επεξέτειναν τα κτήματά τους και αύξησαν τον αριθμό των πάροικων τους. Μέσα στη γενική αθλιότητα, αυτοί ζούσαν μια ζωή γεμάτη ανέσεις και προνόμια, απαλλαγμένοι από φορολογικές υποχρεώσεις. Αντίθετα, τα αγροτικά κτήματα, ακόμη και αυτά της κατώτερης αριστοκρατίας, μειώνονταν συνεχώς, επειδή τα απορροφούσαν οι μεγάλοι γαιοκτήμονες.
Οι ξένοι μισθοφόροι επικράτησαν τώρα σχεδόν ολοκληρωτικά στο βυζαντινό στρατό, με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί το κράτος με δυσβάστακτες οικονομικές υποχρεώσεις. Αυτό οδήγησε τον Ανδρόνικο Β' να διαπράξει ένα μοιραίο λάθος: μείωσε υπερβολικά τη δύναμη του βυζαντινού στρατού και περιόρισε σημαντικά το στόλο.
Η οικονομική κρίση εκδηλώθηκε κυρίως με τη νόθευση και υποτίμηση του άλλοτε πανίσχυρου χρυσού νομίσματος (υπέρπυρου), από τις αρχές του 14ου αι. Νέοι φόροι επιβλήθηκαν και τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν, κυρίως για να συντηρείται μια μικρή στρατιωτική δύναμη και για να εξαγοράσει ο αυτοκράτορας την ειρήνη από τους ισχυρούς γείτονές του. Όπως σημείωνε με πικρή ειρωνεία ο ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς, η στάση αυτή θύμιζε τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι, για να εξαγοράσουν τη φιλία των λύκων, κόβουν τις φλέβες τους και τους δίνουν να πιουν και να φουσκώσουν από το αίμα τους. Έτσι το Βυζάντιο ήταν επόμενο να καταρρεύσει, διότι δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που δημιούργησε ούτε να αμυνθεί για την ύπαρξή του.
Στην εξωτερική πολιτική του ο Ανδρόνικος δέχτηκε ανεπανόρθωτα πλήγματα. Στο Βορρά έχασε πολλά εδάφη από την αναδυόμενη σερβική δύναμη, στη θάλασσα εγκαταλείφθηκε από τους Γενουάτες και ταπεινώθηκε από τους Βενετούς, στους οποίους κατέβαλε υψηλές αποζημιώσεις (1294). Αυτό επέτεινε τη στρατιωτική και οικονομική εξάντληση της αυτοκρατορίας. Το σοβαρότερο όμως πλήγμα ήταν η απώλεια της Μ. Ασίας, η οποία μέχρι το 1300 είχε υποταχθεί ουσιαστικά στους Τούρκους.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε με τον εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στο νόμιμο αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β' και τον εγγονό του Ανδρόνικο Γ' Παλαιολόγο(1321-1328). Με τη συμπαράσταση των ευγενών ο εγγονός προκάλεσε επανάσταση στη Θράκη, επωφελούμενος της δυσαρέσκειας των αγροτικών πληθυσμών. Τέλος, το Βυζάντιο, όπως και η υπόλοιπη Ευρώπη, θα πληγεί από την τρομερή επιδημία της πανώλης που θέρισε μεγάλο μέρος του ήδη συρρικνωμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Ο εμφύλιος πόλεμος (1321- 1328) τελείωσε με την ήττα του Ανδρόνικου Β' και την παραίτησή του από το θρόνο, προκάλεσε όμως μεγάλες καταστροφές στη Θράκη και άφησε ελεύθερο το πεδίο στους εχθρούς του κράτους.
Ο θάνατος του Ανδρονίκου Γ’, στις 15/6/1341 άφησε ένα μεγάλο κενό στον αυτοκρατορικό θρόνο, από τη μη διασφάλιση της σειράς διαδοχής. Ο γιός του, Ιωάννης Ε' Παλαιολόγος ήταν μόλις 9 ετών, ενώ αρκετοί θεωρούσαν δίκαιο ή ακόμα και φυσικό να αναλάβει τον ρόλο του αντιβασιλέα ο στενός φίλος και συμπολεμιστής του θανόντα, Ιωάννης Καντακουζηνός.
Ο θάνατος του Ανδρόνικου έδωσε το έναυσμα για νέες επιθέσεις Τούρκων, Βούλγαρων και Σέρβων. Ο Καντακουζηνός σε σύντομο χρονικό διάστημα εξεδίωξε τα τουρκικά σώματα, ανάγκασε με τον σύμμαχό του Ομούρ του Αϊδινίου, να αποσυρθούν οι Βούλγαροι και να συνάψει ο Δουσάν ειρήνη. Οι ελπίδες του Ιωάννη Καντακουζηνού δεν ευοδώθηκαν. Οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν εντονότερα από ποτέ στις εσωτερικές διαμάχες του Βυζαντίου, ενώ οι θρησκευτικές αντιθέσεις τροφοδοτούσαν τις πολιτικές διαμάχες. Βαθύτερες ήταν οι κοινωνικές αντιθέσεις, οι οποίες οξύνθηκαν από την οικονομική κρίση. Οι εξαθλιωμένες λαϊκές μάζες στράφηκαν με οργή εναντίον μιας ολιγάριθμης τάξης αριστοκρατών, οι οποίοι είχαν συγκεντρώσει όλο τον πλούτο στα χέρια τους. Οι κοινωνικοί αυτοί αγώνες διεξάγονταν κυρίως στις πάλεις. Στην Αδριανούπολη ξέσπασε επανάσταση εναντίον της τοπικής αριστοκρατίας, η οποία δεν άργησε να διαδοθεί και στις άλλες πόλεις της Θράκης. Οι αριστοκράτες, που ήταν οπαδοί του Ιωάννη Καντακουζηνού, εξοντώθηκαν.
Οι κοινωνικές συγκρούσεις έλαβαν τις μεγαλύτερες διαστάσεις στη Θεσσαλονίκη, όπου συνυπήρχε ο προκλητικός πλούτος με την αθλιότητα. Εδώ η μεσαία και οι κατώτερες τάξεις, καθοδηγούμενες από τη φιλελεύθερη παράταξη των Ζηλωτών, εξεγέρθηκαν και κατέλαβαν την εξουσία (1342). Ο διοικητής και ένα μέρος της αριστοκρατίας δραπέτευσαν από την πόλη και οι περιουσίες τους δημεύθηκαν. Για επτά ολόκληρα χρόνια (1342- 1349) η δεύτερη μεγάλη πόλη της αυτοκρατορίας ήταν υπό τον έλεγχο των Ζηλωτών και του εξεγερμένου λαού. Η τελική επικράτηση όμως του Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνού επί του νομίμου αυτοκράτορα Ιωάννη Ε' (1347) έκρινε οριστικά την τύχη του καθεστώτος των Ζηλωτών, οι οποίοι είχαν ταχθεί στο πλευρό του τελευταίου. Το 1350 η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε στον Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνό.
Η σύγκρουση πήρε νέα τροπή όταν ο πρώην φίλος και σύμμαχος του Καντακουζηνού, Δουσάν, εισέβλλε στη Μακεδονία, καταλαμβάνοντας τις Σέρρες στις 25/12/1345 και αναγορεύτηκε «αυτοκράτωρ Ελλήνων και Σέρβων», στα Σκόπια, στις 16/4/1346 από τον αρχιεπίσκοπο της Σερβικής Εκκλησίας.
Ως εναλλακτικό βασικό σύμμαχο ο Καντακουζηνός βρήκε τους Οθωμανούς του Ορχάν, του εμίρη της Βιθυνίας, με τον οποίο διατηρούσε εξαιρετικά φιλικές σχέσεις σε σημείο που τον έκανε γαμπρό του, με την δεκατριάχρονη κόρη του Θεοδώρα Παλαιολογίνα, στους πρώτους μήνες του 1346.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Η λέξη σχολείο ισχύει για διάφορους εκπαιδευτικούς οργανισμούς κατά τον Μεσαίωνα, συμπεριλαμβανομένων των σχολείων της πόλης, της εκκλησίας και των μοναστηριών. Κατά την ύστερη μεσαιωνική περίοδο, οι μαθητές που παρακολουθούσαν τα σχολεία της πόλης ήταν συνήθως μεταξύ επτά και δεκατεσσάρων ετών. Οι οδηγίες για τα αγόρια σε τέτοια σχολεία κυμαίνονταν από τα βασικά του γραμματισμού (αλφάβητο, συλλαβές, απλές προσευχές και παροιμίες) έως πιο προχωρημένη διδασκαλία στη λατινική γλώσσα. Περιστασιακά αυτά τα σχολεία δίδασκαν, επίσης, στοιχειώδη αριθμητική ή γραφή γραμμάτων και άλλες δεξιότητες χρήσιμες στις επιχειρήσεις.
Κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα, τα μοναστήρια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ήταν τα κέντρα εκπαίδευσης και γραμματισμού, τηρώντας την επιλογή της Εκκλησίας για εκμάθηση της λατινικής γλώσσας και διατηρώντας την τέχνη της γραφής. Πριν από την επίσημη ίδρυσή τους, πολλά μεσαιωνικά πανεπιστήμια λειτουργούσαν για εκατοντάδες χρόνια ως χριστιανικά μοναστικά σχολεία (Scholae monasticae), στα οποία οι μοναχοί δίδασκαν μαθήματα, και αργότερα ως σχολεία καθεδρικών ναών. Τα στοιχεία γι' αυτούς τους άμεσους προδρόμους του μεταγενέστερου πανεπιστημίου σε πολλά μέρη χρονολογούνται από τις αρχές του 6ου αιώνα.
Τα πρώτα μεσαιωνικά ιδρύματα που γενικά θεωρούνται πανεπιστήμια ιδρύθηκαν στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Αγγλία στα τέλη του 11ου και τον 12ο αιώνα για τη μελέτη των τεχνών, του δικαίου, της ιατρικής και της θεολογίας. Αυτά τα πανεπιστήμια εξελίχθηκαν από πολύ παλαιότερα χριστιανικά σχολεία καθεδρικών ναών και μοναστηριακά σχολεία, και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η ημερομηνία κατά την οποία έγιναν αληθινά πανεπιστήμια (οι κατάλογοι των studia generalia για την τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ευρώπη που κατέχει το Βατικανό είναι ένας χρήσιμος οδηγός).
Η Northumbria ήταν φημισμένη ως κέντρο θρησκευτικής μάθησης και τεχνών. Αρχικά συγκεντρώθηκαν εκεί μοναχοί της Κελτικής Εκκλησίας, γεγονός που οδήγησε σε άνθηση της μοναστικής ζωής
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Καρλομάγνου, βασιλιά των Φράγκων από το 768 έως το 814 μ.Χ., η αυτοκρατορία του οποίου ένωσε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Ευρώπης για πρώτη φορά μετά τους Ρωμαίους, υπήρξε άνθηση της λογοτεχνίας, της τέχνης και της αρχιτεκτονικής γνωστής ως Καρολίγγεια Αναγέννηση. Έρχεται σε επαφή με τον πολιτισμό και τη μάθηση άλλων χωρών μέσω των τεράστιων κατακτήσεων του, ο Καρλομάγνος ίδρυσε scriptoria (κέντρα για την αντιγραφή βιβλίων) στη Γαλλία. Τα περισσότερα από τα σωζόμενα έργα της κλασικής Λατινικής αντιγράφηκαν και διατηρήθηκαν από Καρολίγγειους μελετητές.
Το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ ιδρύθηκε το 1209 και πολλά άλλα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Τα σχολεία και τα μοναστήρια των καθεδρικών ναών παρέμειναν σημαντικά καθ' όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. στην Τρίτη Σύνοδο του Λατερανού του 1179 η Εκκλησία έδωσε εντολή στους ιερείς να παρέχουν την ευκαιρία δωρεάν εκπαίδευσης στα ποίμνιά τους και η αναγέννηση του 12ου και 13ου αιώνα, γνωστή ως Σχολαστική Κίνηση, διαδόθηκε στα μοναστήρια.
Το 1120, το Αββαείο Dunfermline στη Σκωτία με εντολή του Malcolm Canmore και της βασίλισσας του, Margaret, έχτισαν και ίδρυσαν το πρώτο γυμνάσιο στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Dunfermline High School. Τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη έλκουν την προέλευσή τους από τα σχολεία του Μεσαίωνα. Τα περισσότερα σχολεία κατά τη διάρκεια εκείνης της εποχής είχαν βασιστεί σε θρησκευτικές αρχές με πρωταρχικό σκοπό την εκπαίδευση του κλήρου.
Πολλά από τα πρώτα πανεπιστήμια, όπως το Πανεπιστήμιο του Παρισιού που ιδρύθηκε το 1160, είχαν χριστιανική βάση. Επιπλέον, υπήρχαν πολλά κοσμικά πανεπιστήμια, όπως το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, που ιδρύθηκε το 1088. Η δωρεάν εκπαίδευση για τους φτωχούς επιβλήθηκε επίσημα από την Εκκλησία το 1179, όταν αποφάσισε ότι κάθε καθεδρικός ναός πρέπει να ορίσει έναν δάσκαλο για να διδάξει στα αγόρια βασικές λογοτεχνικές δεξιότητες. Τα ιδιωτικά, ανεξάρτητα σχολεία εμφανίστηκαν στη μεσαιωνική Ευρώπη σ'αυτήν την περίοδο, αλλά και αυτά είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα και αποστολή. Το πρόγραμμα σπουδών στρεφόταν συνήθως γύρω από το trivium και σε μικρότερο βαθμό το quadrivium (οι επτά Artes Liberales ή Φιλελεύθερες τέχνες) και διεξαγόταν στα Λατινικά, τη lingua franca της μορφωμένης Δυτικής Ευρώπης σε όλο τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση.
Στη βόρεια Ευρώπη αυτή η κληρική εκπαίδευση αντικαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από μορφές στοιχειώδους εκπαίδευσης μετά τη Μεταρρύθμιση. Στη Σκωτία, για παράδειγμα, η εθνική Εκκλησία της Σκωτίας καθόρισε ένα πρόγραμμα πνευματικής μεταρρύθμισης τον Ιανουάριο του 1561 θέτοντας την αρχή ενός δασκάλου για κάθε ενοριακή εκκλησία και δωρεάν εκπαίδευσης για τους φτωχούς. Αυτό προβλεπόταν από έναν νόμο του κοινοβουλίου της Σκωτίας, που ψηφίστηκε το 1633, ο οποίος εισήγαγε φόρο για την πληρωμή αυτού του προγράμματος. Αν και λίγες χώρες της περιόδου διέθεταν τόσο εκτεταμένα συστήματα εκπαίδευσης, η περίοδος μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνα είδε την εκπαίδευση να διαδίδεται σημαντικά στην Ευρώπη.
Η μαζική υποχρεωτική εκπαίδευση ξεκίνησε στην Πρωσία το 1800 για να «παραγάγει περισσότερους στρατιώτες και περισσότερους υπάκουους πολίτες».
O επιστήμονας και παιδαγωγός του 17ου αιώνα John Amos Comenius επινόησε ένα σύστημα καθολικής εκπαίδευσης που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην Kεντρική Ευρώπη. Η ανάπτυξή του είχε ως αποτέλεσμα αυξημένο ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την εκπαίδευση.
Στη δεκαετία του 1760, για παράδειγμα, ο Ιβάν Μπέτσκοϊ διορίστηκε από τη Ρωσίδα Τσαρίνα, Αικατερίνη Β, ως εκπαιδευτικός σύμβουλος. Πρότεινε να εκπαιδεύσει νέους Ρώσους και των δύο φύλων σε κρατικά οικοτροφεία, με στόχο τη δημιουργία «μιας νέας φυλής ανδρών». Ο Μπέτσκοϊ έθεσε μια σειρά από επιχειρήματα για τη γενική εκπαίδευση των παιδιών και όχι για την εξειδικευμένη: «αναγεννώντας τα μαθήματά μας από μια εκπαίδευση που θα βασίζεται σε αυτές τις αρχές, θα δημιουργήσουμε... νέους πολίτες».
Μέχρι τον 19ο αιώνα, καθιερώθηκαν το γερμανικό και το γαλλικό πανεπιστημιακό μοντέλο. H γαλλική ιδρύθηκε το 1794 από τον μαθηματικό Gaspard Monge κατά τη Γαλλική Επανάσταση και έγινε στρατιωτική ακαδημία υπό τον Ναπολέοντα Α το 1804.
Το γερμανικό πανεπιστήμιο - το μοντέλο που ιδρύθηκε από τον Wilhelm von Humboldt- βασίστηκε στις φιλελεύθερες ιδέες του Friedrich Schleiermacher σχετικά με τη σημασία των σεμιναρίων και των εργαστηρίων.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης άρχισαν να παρέχουν στοιχειώδη εκπαίδευση στην ανάγνωση, τη γραφή και την αριθμητική, επειδή οι πολιτικοί πίστευαν ότι η εκπαίδευση ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για εύρυθμη πολιτική συμπεριφορά. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι γίνονταν εγγράμματοι, συνειδητοποίησαν ότι το μεγαλύτερο μέρος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ήταν ανοιχτό μόνο σε όσους μπορούσαν να το αντέξουν οικονομικά. Έχοντας δημιουργήσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, τα μεγάλα έθνη έπρεπε να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...