Η "Εύφορη Ημισέληνος" είναι περιοχή με σχήμα μισοφέγγαρου στη Μέση Ανατολή, που εκτείνεται στο σύγχρονο Ιράκ, τη Συρία, τον Λίβανο, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη, την Ιορδανία, την Αίγυπτο, μαζί με τη νοτιοανατολική περιοχή της Τουρκίας και τις δυτικές περιφέρειες του Ιράν
Αίγυπτος ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες το βορειοανατολικό τμήμα της Αφρικής, το οποίο διαρρέει ο ποταμός Νείλος. Τη σπουδαιότητα του ποταμού για τη χώρα και το λαό της επισημαίνει ο ιστορικός Ηρόδοτος, όταν αποκαλεί την Αίγυπτο δώρο του Νείλου. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια λωρίδα πράσινου που δημιουργεί ο Νείλος από τις πηγές του στα όρη της Αιθιοπίας μέχρι και τις εκβολές στα βόρεια της χώρας, όπου διακλαδίζεται σε παραποτάμους και δημιουργεί ένα δέλτα μεγάλης έκτασης.
Πέρα απ' αυτή τη λωρίδα απλώνονται εκτάσεις ερήμου, η Λιβυκή στα δυτικά και στα ανατολικά η έρημος που φτάνει μέχρι τον κόλπο του Σινά και την Ερυθρά θάλασσα. Η άγονη αυτή χώρα δεν θα είχε εξελιχθεί, εάν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ο Νείλος δεν πλημμύριζε και μετά την απομάκρυνση των νερών του δεν άφηνε ένα στρώμα λάσπης που έκανε τη γη εύφορη. Στα νότια της χώρας υπήρχαν μόνο όγκοι βράχων, τα δάση σπάνιζαν και γι' αυτό έλειπε η ξυλεία. Οι όχθες του Νείλου ήταν γεμάτες από καλάμια, λωτούς και πάπυρους, όπου φώλιαζε πλήθος πουλιών. Η χώρα γεωγραφικά ήταν χωρισμένη σε δύο τμήματα: το νότιο και ορεινό αποτελούσε η Ανω Αίγυπτος και το βόρειο με το Δέλτα του Νείλου, που βρέχεται από τη Μεσόγειο θάλασσα, η Κάτω Αίγυπτος.
Στο τμήμα αυτό εντοπίζεται το πιο ευάλωτο σημείο, η χερσόνησος του Σινά, μέσω της οποίας εξασφαλιζόταν η επαφή με τους άλλους λαούς της Εγγύς Ανατολής. Ταυτόχρονα όμως αποτελούσε και τη δίοδο των εισβολέων προς την Αίγυπτο.
Η ζωή στην Αίγυπτο ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τον Νείλο και τις πλημμύρες του: ο Νείλος αποκαλείται, στα αρχαία κείμενα, "δώρο του Θεού". Η άρδευση των χωραφιών και η συντήρηση των αυλακιών ήταν μια επίπονη και συνεχής εργασία που δίδαξε τη συνεργασία στους κατοίκους, αλλά δημιουργούσε και την ανάγκη της επίβλεψης του κράτους. Στη γόνιμη από τον ποταμό αιγυπτιακή γη καλλιεργούνταν εκτός από το σιτάρι και το κριθάρι, το λινάρι, τα οπωροφόρα δένδρα και τα κηπευτικά. Οι Αιγύπτιοι στις όχθες του Νείλου μάζευαν πάπυρους και λωτούς.
Σε επίπεδο οικογενειακής παραγωγής κατασκεύαζαν ένα είδος μπίρας από τη ζύμωση κριθαρένιου ψωμιού.
Ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία αλλά και το ψάρεμα στα νερά του ποταμού. Η βάση της οικονομίας στην Αίγυπτο ήταν η γεωργία. Η συστηματική οργάνωσή της ήταν κάτω από την άμεση επίβλεψη του κράτους, δηλαδή του Φαραώ.
Η διοίκηση είχε ανάγκη από μορφωμένους πολίτες και με ειδικές γνώσεις: οι ιερείς για την κάλυψη των αναγκών ενός θεοκρατικού κράτους, οι γραφείς, που γνώριζαν τη δύσκολη ιερογλυφική γραφή για τη λειτουργία της κρατικής μηχανής και οι επαγγελματίες στρατιωτικοί για τη διατήρηση και την ανάπτυξη της αυτοκρατορίας, συνέβαλλαν όλοι στην καλύτερη οργάνωση και λειτουργία του κράτους.
Bασιλικοί γραφείς φρόντιζαν να σημειώνουν τους λογαριασμούς εσόδων και εξόδων του βασιλικού θησαυροφυλακίου.
Ομοίως, βασιλικοί υπάλληλοι παρακολουθούσαν τις γεωργικές εργασίες και συγκέντρωναν από τη συγκομιδή το ποσοστό που ανήκε στον Φαραώ. Ο λαός εργαζόταν παράλληλα στην οικοδόμηση των μεγάλων έργων, ναών, ανακτόρων, ταφικών μνημείων τα οποία κατασκεύαζαν οι Φαραώ. Μεγάλος αριθμός ειδικευμένων τεχνιτών, μεταλλουργών, ξυλουργών, κεραμοποιών, ναυπηγών, αρχιτεκτόνων κ.ά., κατασκεύαζε ποικίλα προϊόντα για μια εξελιγμένη κοινωνία.
Αρκετοί τεχνίτες εργάζονταν σε ιδιωτικά εργαστήρια, οι περισσότεροι όμως και οι καλύτεροι εργάζονταν στα ανακτορικά εργαστήρια, διότι ο κύριος όγκος της βιοτεχνικής παραγωγής, όπως και του εμπορίου, ήταν ελεγχόμενος από το φαραώ. Το εμπόριο βασιζόταν στην εξαγωγή του πλεονάσματος των παραγόμενων στην Αίγυπτο αγαθών, όπως δημητριακών, παπύρου, ή πρώτων υλών, όπως χρυσού, και στην εισαγωγή υλών που έλειπαν από τη χώρα, όπως ξυλείας, χαλκού, αργύρου κ.ά. Η παροχή υπηρεσιών ήταν ένας άλλος οικονομικός τομέας που απασχολούσε αρκετά μεγάλο αριθμό πολιτών.
Από την αρχή της αιγυπτιακής ιστορίας, όταν ακόμα δεν υπήρχε ενιαίο κράτος, η κάθε πόλη είχε το δικό της θεό-προστάτη. Η πολυθεΐα όμως χαρακτήριζε τους Αιγύπτιους και στις υπόλοιπες περιόδους της ιστορικής τους πορείας. Παρουσίαζαν τους θεούς τους με ανθρώπινο σώμα και κεφάλι κάποιου ζώου.
Ο μεγαλύτερος θεός ήταν ο Ρα, ο θεός Ήλιος, τον οποίο εκπροσωπούσε ο Φαραώ στη γη.
Οι δημοφιλέστεροι θεοί ήταν η Ίσις, ο Όσιρις και ο Ώρος.
Ο φαραώ Αμένοφις Δ', ο επονομαζόμενος και Ακενατόν, προσπάθησε να εξαλείψει την πολυθεΐα. Στράφηκε εναντίον των ιερέων και της λατρείας του Αμμωνος, προστάτη-θεού της Θήβας.
Η προσπάθειά του να επιβάλει τη λατρεία του Ρα, του θεού Ήλιου, ως μοναδικού θεού, συνάντησε την αντίδραση του ιερατείου και κατέληξε σε αποτυχία.
Ο κοπιώδης τρόπος ζωής των Αιγυπτίων και οι κακουχίες είχαν δημιουργήσει τη βαθιά πίστη ότι η ζωή συνεχίζεται και μετά το θάνατο, εάν δεν καταστρεφόταν το σώμα του νεκρού. Εξαιτίας του φόβου αυτού που σφράγισε τον πολιτισμό τους, οι Αιγύπτιοι ταρίχευαν τους νεκρούς και τους έθαβαν σε ταφικά μνημεία μαζί με όλα τα σκεύη που τους ήταν αναγκαία για τη μεταθανάτια ζωή.
Η αντίληψη αυτή που ήταν διαδεδομένη σε όλα τα κοινωνικά στρώματα συμπεριλαμβανομένου και του Φαραώ, οδήγησε στην κατασκευή μεγάλων ταφικών μνημείων με εξαίρετη διακόσμηση, τα οποία περιείχαν αφάνταστα πλούτη. Τα πολύτιμα σκεύη και ο πολυτελής στολισμός των νεκρών, φαραώ και ευγενών έγιναν η αφορμή για συστηματική τυμβωρυχία ήδη από την αρχαιότητα.
Η προϊστορία: η προέλευση των πρώτων κατοίκων της Αιγύπτου είναι άγνωστη και καμία επιστημονική απάντηση σε ό,τι αφορά την καταγωγή τους δεν είναι πειστική. Πρόκειται μάλλον για λαούς διαφορετικής προέλευσης. Τα πρωιμότερα δείγματα οργανωμένης ζωής στην Αίγυπτο ανάγονται στα τέλη της 5ης χιλιετίας π.Χ.
Είναι οικισμοί νεολιθικού χαρακτήρα, των οποίων οι κάτοικοι ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια της γης, το κυνήγι και το ψάρεμα.
Την 4η χιλιετία π.Χ. οι οικισμοί στην κοιλάδα του Νείλου πληθαίνουν. οι κάτοικοι τους γνωρίζουν τη χρήση των μετάλλων και καλλιεργούν συστηματικά τη γη. Ήταν χωρισμένοι σε φυλές που η καθεμιά έχει το δικό της ηγεμόνα και προστάτη, ένα θεοποιημένο ζώο, φυτό ή αντικείμενο. Οι συνεχείς συγκρούσεις ανάμεσα στις φυλές καταλήγουν στη συνένωση τους σε δύο βασίλεια, της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου.
Η περίοδος αυτή, που ονομάζεται προδυναστική, τελειώνει περίπου στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ., όταν ο ηγεμόνας της Άνω Αιγύπτου, γνωστός στην παράδοση με το όνομα Μήνης, ένωσε τα δύο βασίλεια σε ένα με πρωτεύουσα τη Μέμφιδα, στο νότιο άκρο του Δέλτα.
Έκτοτε αρχίζει η ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου, η οποία διακρίνεται σε τρεις μεγάλες περιόδους:
1. Το Αρχαίο Βασίλειο (περ. 3000-2000 π.Χ.) με πρωτεύουσα τη Μέμφιδα.
Την περίοδο αυτή οι Αιγύπτιοι επεκτείνουν τις κατακτήσεις τους σε γειτονικές περιοχές με στόχο την απόκτηση μετάλλων. Στα νότια καταλαμβάνουν τη Νουβία (σημ. Σουδάν), που είχε κοιτάσματα χρυσού, και στα ανατολικά την πλούσια σε χαλκό χερσόνησο του Σινά.
Την εποχή της ακμής του Αρχαίου Βασιλείου κατασκευάστηκαν μεγάλα οικοδομήματα, όπως ναοί, ανάκτορα και οι μεγάλες πυραμίδες στη Γκίζα3. Στο τέλος αυτής της περιόδου σημειώθηκε κρίση που οφείλεται στην εξασθένιση της κεντρικής εξουσίας και στην αύξηση της δύναμης ορισμένων τοπικών διοικητών. Θρησκευτικές έριδες αλλά και πολιτικές ταραχές είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της ζωής των χωρικών και των ευγενών.
Το Μέσο Βασίλειο (περ. 2000-1540 π.Χ.) με πρωτεύουσα τη Θήβα στην Νότια ("Άνω") Αίγυπτο. Κατά τους πρώτους αιώνες αυτής της περιόδου το κράτος αναδιοργανώθηκε και επιχειρήθηκαν εκστρατείες στη Νουβία (Σουδάν), στη Λιβύη και στη Συρία. Οι περισσότεροι ηγεμόνες ήταν προικισμένοι με διοικητικές ικανότητες και είχαν ανοικτούς πνευματικούς ορίζοντες. Ενέπνευσαν στους υπηκόους τους την κατασκευή αρχιτεκτονικών και εγγειοβελτιωτικών έργων.
Ακολούθησε, ωστόσο, μια μεταβατική περίοδος περίπου δύο αιώνων, στη διάρκεια της οποίας η Αίγυπτος, στο μεγαλύτερο μέρος της, κατακτήθηκε από έναν ασιατικό, νομαδικό λαό, τους Υκσώς. Η διακυβέρνησή τους, όπως φαίνεται, δεν στράφηκε εναντίον του αιγυπτιακού τρόπου ζωής, καθώς δεν έκαναν καμία απόπειρα να εξαλείψουν τις θρησκευτικές δοξασίες και τις αιγυπτιακές παραδόσεις.
Οι τελευταίοι ηγεμόνες των Υκσώς επέβαλαν αυστηρή διακυβέρνηση αιγυπτιακού χαρακτήρα. Έφεραν το βασιλικό τίτλο της Άνω και Κάτω Αιγύπτου και ίσως ήρθαν σε επιμειξία με τον αιγυπτιακό βασιλικό οίκο των Θηβών. Ανέπτυξαν καλές σχέσεις με τους λαούς της Μεσοποταμίας και τους Κρήτες. Πιθανότατα, την εποχή αυτή οι Αιγύπτιοι γνώρισαν από τους Υκσώς το πολεμικό άρμα, όπως υποδεικνύει η ευρεία διάδοση και χρήση του κατά την επόμενη περίοδο.
Το Νέο Βασίλειο (1540-1075 π.Χ.) με πρωτεύουσα τη Θήβα. Οι ηγεμόνες της Θήβας κατόρθωσαν να εκδιώξουν τους Υκσώς και ίδρυσαν ισχυρές δυναστείες με σημαντικούς Φαραώ. Την περίοδο αυτή οι εξωτερικοί πόλεμοι αύξησαν τον πλούτο της Αιγύπτου.
Στα χρόνια της βασιλείας ενός ισχυρού φαραώ, του Τούθμωση του Γ' (15ος αι. π.Χ.), η αιγυπτιακή κυριαρχία επεκτάθηκε προς βορράν, στην Ασία μέχρι τη Συρία. Οι λαοί της Μεσοποταμίας και οι Χετταίοι έστελναν φόρους υποτέλειας αναγνωρίζοντας την αιγυπτιακή κυριαρχία στη Συρία. Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Τούθμωση Γ', οι Αιγύπτιοι επεξέτειναν τα σύνορά τους και προς τα νότια. Η ανώτερη στρατιωτική οργάνωση και ο οπλισμός, που βασιζόταν στη χρήση του αλόγου και στα πολεμικά άρματα, επέβαλαν την ειρήνη στον νότο με στόχο την προστασία των χρυσοφόρων περιοχών.
Το 13ον αι. π.Χ. κυβέρνησε ο Ραμσής Β', στη διάρκεια της μακρόχρονης βασιλείας του οποίου σημειώθηκε οικοδομική άνθηση στο εσωτερικό και ισχυροποιήθηκε η αιγυπτιακή κυριαρχία στο εξωτερικό. Στην εποχή του οι επιφάνειες των τοίχων των ναών διακοσμούνται με σκηνές μαχών, δίνοντας την εντύπωση ενός Φαραώ-πολεμιστή. Οι σύγχρονοι όμως μελετητές είναι επιφυλακτικοί στην αξιολόγηση των κατορθωμάτων του. Τα περισσότερα ανάγλυφα απεικονίζουν τη μάχη τον Καντές, που έγινε στην περιοχή της Συρίας.
Οι αιγυπτιακές πηγές θεωρούν τη μάχη ως αιγυπτιακή νίκη, στην πραγματικότητα όμως ο συνασπισμός των Χετταίων με άλλους λαούς της Μεσοποταμίας αποδείχθηκε αποτελεσματικότερος. Τη λαμπρή αυτή περίοδο του Νέου Βασιλείου, οι Αιγύπτιοι, εκτός από τις κατακτήσεις, δημιούργησαν εμπορικές σχέσεις με πόλεις της Φοινίκης, με την Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου.
Τον 12ο αι. π.Χ. λαοί προερχόμενοι από τα βόρεια, γνωστοί ως λαοί της θάλασσας, προκαλούν αναταραχή με τις επιδρομές τους στην ανατολική Μεσόγειο και αναγκάζουν τους Αιγυπτίους να εγκαταλείψουν τις ασιατικές τους κτήσεις. Τον 11ο αι. π.Χ. το Νέο Βασίλειο βρίσκεται πλέον σε παρακμή, που οφείλεται εν μέρει στην προσπάθεια ισχυρών ιερέων να επιβληθούν στην εξουσία.
Η περίοδος που ακολούθησε, μέχρι την κατάληψη της Αιγύπτου από τον Αλέξανδρο, ήταν μια μεταβατική φάση ξένης κατοχής με αναλαμπές ισχυροποίησης του αιγυπτιακού κράτους. Από τον 11ο αι. π.Χ. μέχρι τον 7ο αι. π.Χ. η Αίγυπτος παρακμάζει και βρίσκεται κάτω από ξένη κυριαρχία. Στο πρώτο μισό του 7ου αι. π.Χ. αποκτά την ανεξαρτησία της από τους Ασσύριους, όταν ο Ψαμμήτιχος κατορθώνει να γίνει Φαραώ και να κάνει πρωτεύουσα του κράτους τη Σάιδα στο Δέλτα. Τότε αναπτύσσεται ιδιαίτερα το εμπόριο με τις ελληνικές πόλεις και πολλοί Έλληνες μεταναστεύουν στην Αίγυπτο. Την εποχή του διαδόχου του, Φαραώ Νεκώ, τον 6ο αι. π.Χ., πιθανότατα οι Φοίνικες κατά παραγγελίαν του Φαραώ έκαναν τον περίπλου της Αφρικής. Την περίοδο αυτή της Σαϊτικής δυναστείας πολλοί Έλληνες χρησιμοποιήθηκαν ως μισθοφόροι στους πολέμους που διεξήγαγαν οι Φαραώ.
Ο Άμασις, αν και ανέπτυξε εμπορικές σχέσεις με ελληνικές πόλεις, θέλοντας να εξασφαλίσει τη νομιμοφροσύνη των Ελλήνων μισθοφόρων, τους ενέταξε στη βασιλική σωματοφυλακή. Ωστόσο, περιόρισε το ελληνικό εμπόριο μέσα στην Αίγυπτο, επιτρέποντας τη διεξαγωγή του μόνο στη Σάιδα, τη Μέμφιδα και τη Ναύκρατη, η οποία σταδιακά εξελίχθηκε στον κυριότερο ελληνικό εμπορικό σταθμό στη Μεσόγειο.
Ο Άμασις υποστήριξε τους Βαβυλώνιους, όταν ηττήθηκαν από τον Κύρο Β', βασιλιά των Περσών (539 π.Χ.). Τελικά η Αίγυπτος ενσωματώθηκε στην περσική αυτοκρατορία, όταν ο γιος και διάδοχος του Κύρου Β', ο Καμβύσης, απομάκρυνε από τον θρόνο το γιο του Άμασι, Ψαμμήτιχο Γ (525 π.Χ.). Έκτοτε οι Αιγύπτιοι πέρασαν στη διακυβέρνηση των Αχαιμενιδών Περσών βασιλέων. Όταν ο Αλέξανδρος νίκησε τους Πέρσες στην Ισσό (333 π.Χ.), προέλασε μέχρι την Αίγυπτο, όπου έγινε δεκτός ως απελευθερωτής από τον περσικό ζυγό. Ανακηρύχθηκε Φαραώ στη Μέμφιδα (332 π.Χ.) και προσφωνήθηκε "γιος του Άμμωνα-Δία" από τους ιερείς του θεού.
3.000-1.500 π.Χ
Το 3.000 π.Χ στην Αίγυπτο παρουσιάζεται πολιτική σταθεροποίηση και θα ακολουθήσουν 29 δυναστείες Φαραώ.
Μαζί με τους Φαραώ θάβονταν και πολυπληθείς υπηρέτες και στη συνέχεια μόνο συγγενείς.
Κατασκευή πυραμίδων ως βασιλικών τάφων.
Ο Φαραώ ήταν η μόνη πηγή δικαιοσύνης, καθώς δεν υπήρχε εθιμικό δίκαιο ή ποινικός κώδικας.
Η Αίγυπτος ήταν ένα από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη που υπήρξαν: εξ ού και η εμφάνιση απίστευτης γραφειοκρατίας.
Αυστηρά διαστρωματωμένη κοινωνία. Απουσία εμπορικής τάξης
Διάδοση της γραφής με τη βοήθεια του πάπυρου.
Απ’ όλες τις θρησκείες των πρώτων πολιτισμών η Αιγυπτιακή υπήρξε η πιο φιλάνθρωπη, ελαστική και γενναιόδωρη.
Το εξωτερικό εμπόριο βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια του Φαραώ.
Οι Αιγύπτιοι δεν ανέπτυξαν στρατιωτική τεχνολογία.
Το 1.650 π.Χ εισέρχονται οι Ασιάτες πολεμιστές Υξώς και καταλαμβάνουν την Κάτω Αίγυπτο (βόρεια).
Σε σύγκριση με τον πολιτισμό της Σουμερίας μπορούμε να διαπιστώσουμε πως ο Αιγυπτιακός πολιτισμός υπήρξε πιο συγκεντρωτικός. Ο Φαραώ εκτός από εκπρόσωπος του θεού συγκεντρώνει στα χέρια του το εμπόριο με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ανεξάρτητη εμπορική τάξη, επίσης είναι η πηγή δικαιοσύνης λόγω έλλειψης δικαίου.
Πιθανόν αυτή η ισχυρά εδραιωμένη εξουσία είναι που επέτρεψε στη θρησκεία της Αιγύπτου να έχει πιο φιλεύσπλαχνο πρόσωπο, εφόσον ανώτατος εκπρόσωπος της επί της γης είναι ο ίδιος ο Φαραώ. Όπως και στην Μεσοποταμία έτσι κι εδώ έχουμε την εμφάνιση ορισμένων επιτευγμάτων (γραφή, γεωργία κ.λ.π) αλλά και αρνητικά κοινωνικά φαινόμενα (ταξική διαστρωμάτωση, ανθρωποθυσίες, κλ.π).
1.500-600 π.Χ
Γύρω στο 1.700 π.Χ το σημιτικό φύλο Υκσώς καταλαμβάνει τη Βόρεια (Κάτω) Αίγυπτο και τη Μέμφιδα. Οι κατακτητές γοητεύονται από τον πολιτισμό των κατακτημένων αλλά εισάγουν και δικές τους καινοτομίες, όπως την τεχνική ύφανσης και νέες νότες στη μουσική.
Το 1.573 π.Χ οι Αιγύπτιοι εξεγείρονται υπό την ηγεσία του Κάμωσις αρχικά και του Άμωσις στη συνέχεια. Καταδιώκουν τους Υκσώς και καταλαμβάνουν την πρωτεύουσά τους Άβαρις.
Οι Αιγύπτιοι εκστρατεύουν στη Μ. Ασία και αποσπούν φόρο υποτέλειας από διάφορα βασίλεια, επίσης αποκρούουν τους ισχυρούς Μιτανούς.
Ανακτούν τη Νουβία στα νότιά τους.
Η πριγκίπισσα Χάτσεψουτ σφετερίζεται τον Αιγυπτιακό θρόνο, οικειοποιούμενη τους Φαραωνικούς τίτλους και παριστάνοντας όπου οι περιστάσεις το απαιτούσαν τον άντρα. Ωστόσο θεωρείται ικανή ηγερία που συνήψε κερδοφόρες εμπορικές συμφωνίες.
Ο Τούθμωσις ο Γ’ την ανατρέπει. Κατόπιν, το 1.483 κατακτά την πρωτεύουσα των Χαναναίων Μεγιδώ. Έτσι υπό τον έλεγχο της Αιγύπτου περνούν η Βόρειος Παλαιστίνη και η Νότια Συρία. Κατόπιν ο Τούθμωσις κατακτά λιμάνια της Φοινίκης και επιτίθεται στους Μιταννούς. Μετά τη νίκη του, ορίζεται μεταξύ τους σύνορο ο Ευφράτης.
Η Αιγυπτιακή κοινωνία της εποχής ακμάζει και οι πολίτες επιδίδονται συχνά σε γλέντια και γιορτές.
Όταν Φαραώ αναλαμβάνει ο Ακενατόν, τη θέση του θεού Άμμων – Ρα στην κορυφή της ιεραρχίας των Αιγυπτιακών θεοτήτων καταλαμβάνει ο Άτων. Ωστόσο, ο παλαιότερος θεός αποκαθίσταται αργότερα, μετά τον θάνατο του Ακενατόν.
Όταν η Αιγυπτιακή αυτοκρατορία εισέρχεται σε περίοδο παρακμής, οι Ασσύριοι αρπάζουν τις κατακτήσεις της στην Μ. Ασία.
Χαρακτηριστικό σημάδι της φθοράς είναι πως στον θρόνο του Φαραώ καταφέρνουν να αναρριχηθούν: Νούβιοι, Λίβυοι και ένας Αιθίοπας.
Στο τέλος του 6ου αιώνα με την κάθοδο των Περσών η αυτοκρατορία τους σβήνει.
Παρά την εισβολή των Υκσώς ο Αιγυπτιακός πολιτισμός επιδεικνύει μια αξιοσημείωτη σταθερότητα. Εκτός του ότι γοήτευσαν τους εισβολείς, στην συνέχεια καταφέρνουν να τους εκδιώξουν. Έτσι ξεκινά μια καινούρια περίοδος κυριαρχίας των Αιγυπτίων στην περιοχή, που συνοδεύεται και με επέκταση στην Μ. Ασία και την Νουβία στα νότια. Την ίδια στιγμή στο εσωτερικό φαίνεται πως πραγματοποιείται υλική πρόοδος που βασίζεται αφενός στους φόρους υποτέλειας αφετέρου στο εμπόριο. Εξάλλου οι αλλαγές στη θρησκευτική ζωή που φτάνει μέχρις του σημείου θεοί να χάνουν τη δύναμή τους προς όφελος κάποιου άλλου, αντανακλούν μάλλον την εσωτερική διαπάλη ανάμεσα σε ισχυρές κοινωνικές ομάδες. Τελικά για μια ακόμη φορά η Αίγυπτος εισέρχεται σε περίοδο παρακμής που έχει σαν αποτέλεσμα να χάσει τα εδάφη της Μ. Ασίας από τους Ασσύριους αρχικά και κατόπιν να δεχτεί μια ακόμη εισβολή, των Περσών αυτή τη φορά και η αυτοκρατορία τους να σβήσει.
Η συμμετοχή των Αιγυπτίων στην παραγωγική διαδικασία είχε τις συνέπειές της στη διάρθρωση της κοινωνίας. Στην κορυφή βρισκόταν ο φαραώ, ο οποίος ενσάρκωνε τον επίγειο θεό αλλά και το κράτος. Σ' αυτόν ο λαός εναπέθετε τις ελπίδες του για την επιτυχία των συλλογικών του προσπαθειών. Ήταν απροσπέλαστος και η θέληση του αποτελούσε νόμο για τους υπηκόους. Στην κοινωνική ιεραρχία κάτω απ' αυτόν βρίσκονταν οι ιερείς, οι ανώτατοι κρατικοί υπάλληλοι και οι γραφείς που συγκροτούσαν την τάξη των ισχυρών. Ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα αποτελούσαν οι επαγγελματίες στρατιωτικοί, που κληρονομούσαν το επάγγελμα και στους οποίους ο φαραώ παραχωρούσε εκτάσεις γης για καλλιέργεια. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της αιγυπτιακής κοινωνίας αποτελούσαν οι ελεύθεροι πολίτες, γεωργοί ή τεχνίτες, που εργάζονταν σκληρά για το μεγαλείο του φαραώ. Οι δούλοι, τέλος, προέρχονταν από τους πολέμους ή αγοράζονταν από τους εμπόρους. Υπήρχαν ιδιωτικοί δούλοι, που σπανίως ξεπερνούσαν τους δύο σε κάθε οικογένεια και κρατικοί, που ανήκαν στο φαραώ και εργάζονταν στα κρατικά εργαστήρια, στους ναούς, στα ορυχεία, τα λατομεία κ.ά. Ωστόσο, στην ιεραρχημένη αιγυπτιακή κοινωνία διακρίνουμε κάποια κοινωνική ευελιξία. Ιδιαίτερα στην περίοδο του Νέου Βασιλείου, το σύστημα των κοινωνικών τάξεων δεν ήταν αυστηρά κλειστό, αφού, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα, υπήρχε η δυνατότητα μεταπήδησης από τη μια τάξη στην άλλη. Είναι γνωστό ότι άνθρωποι ταπεινής κοινωνικής προέλευσης έφτασαν να καταλάβουν σημαντικά αξιώματα και έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην εποχή τους.
Η οργάνωση του κράτους από τις αρχές ήδη της 3ης χιλιετίας π.Χ. βασιζόταν στην ιδέα της θεοποίησης του φαραώ. Ο ρόλος της θρησκείας στη ζωή των Αιγυπτίων, όπως άλλωστε και στη ζωή των λαών της Μεσοποταμίας, ήταν καθοριστικός. Πλήθος επιγραφών αναφέρουν το φαραώ ως θεό, ενώ υπάρχουν και κείμενα που τον αντιμετώπιζαν ως άνθρωπο. Σε καμία περίπτωση δεν μείωναν όμως τη θεϊκή του υπόσταση, δεδομένου ότι οι θεοί παρουσιάζονταν με ανθρώπινες ιδιότητες στους αιγυπτιακούς μύθους. Η οργάνωση του κράτους είχε χαρακτήρα θεοκρατικό.
Η γραφή. Καθοριστική για τη γνώση της ιστορίας της Αιγύπτου ήταν η αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών, δηλαδή των χαρακτήρων συμβόλων που χρησιμοποιούσαν από την 4η χιλιετία π.χ. οι κάτοικοι της χώρας στη γραφή. Η επινόηση και η χρησιμοποίηση της γραφής είναι χωρίς αμφιβολία ένα από τα στοιχεία που δηλώνουν το πολιτιστικό τους επίπεδο4. Η δυσκολία στην απόδοση και την εκμάθηση της ιερογλυφικής γραφής προϋπέθετε ειδίκευση και συνεχή ενασχόληση. Ένας απλός πολίτης στη διάρκεια του Νέου Βασιλείου είχε τη δυνατότητα να εκπαιδευτεί ως γραφέας και να ακολουθήσει σταδιοδρομία δημοσίου υπαλλήλου, γεγονός που του προσέδιδε κύρος5. Οι γραφείς κατέγραψαν σε παπύρους τα έργα και τη δράση των φαραώ, ενώ τοίχοι πολλών μνημείων, ναών και τάφων, ήταν καλυμμένοι από ιερογλυφικά που σχεδίασαν ειδικευμένοι τεχνίτες με την καθοδήγηση των γραφέων.Εξωτερικός Σύνδεσμος
Η αποκρυπτογράφησή τους οφείλεται στο Γάλλο αιγυπτιολόγο J. Champollion, ο οποίος το 1822 διάβασε το κείμενο μιας τρίγλωσσης επιγραφής, που ήταν χαραγμένο σε στήλη με ιερογλυφικά. με απλοποιημένα ιερογλυφικά της ελληνιστικής περιόδου και με ελληνικά στοιχεία. Η στήλη της Ροζέτας, όπως είναι γνωστή από το όνομα της πόλης όπου ανακαλύφθηκε, είχε χαραγμένο ένα κείμενο που υμνούσε τον Πτολεμαίο Ε', βασιλιά της Αιγύπτου.Εξωτερικός Σύνδεσμος
Τα περισσότερα αιγυπτιακά κείμενα αναφέρονται στη δράση και τα κατορθώματα των φαραώ· τα κείμενα λογοτεχνικού περιεχομένου είναι ελάχιστα εξαιτίας ίσως της δυσκολίας της γραφής, που δεν άφησε το περιθώριο να εκφραστούν γραπτώς πολλοί άνθρωποι. Όσα διατηρήθηκαν είναι ποιήματα θρησκευτικού και λυρικού περιεχομένου αλλά και λαϊκές διηγήσεις.
Η παρακολούθηση των πλημμυρών του Νείλου και της κίνησης των αστέρων έδωσε την ευκαιρία ανάπτυξης εμπειρικών αστρονομικών γνώσεων, όπως είναι η καθιέρωση του ημερολογίου των 365 ημερών, ο χωρισμός του έτους σε μήνες και εβδομάδες αλλά και ο προσδιορισμός της ώρας βάσει της ηλιακήςσκιάς.
Η ανάγκη μέτρησης των καλλιεργήσιμων εκτάσεων γης που χάνονταν λόγω των πλημμυρών συνέβαλε στην ανάπτυξη της πρακτικής γεωμετρίας. Φαίνεται όμως ότι οι μαθηματικές γνώσεις ήταν περισσότερο εξελιγμένες, όπως τουλάχιστον μπορούμε να εικάσουμε από την κατασκευή των πυραμίδων.
Η ταρίχευση των νεκρών βοήθησε στην απόκτηση γνώσεων ανατομίας και ιατρικής. Από κείμενα παπύρων που έχουν διασωθεί, διαβάζουμε για διαγνώσεις που έκαναν και τρόπους θεραπείας που εφάρμοζαν. Η φήμη των γιατρών της Αιγύπτου ήταν μεγάλη και διαδεδομένη ακόμα και στον ελληνικό κόσμο.Εξωτερικός Σύνδεσμος
Η αρχιτεκτονική, η γλυπτική αλλά και η ζωγραφική στην Αίγυπτο βρίσκονταν στην υπηρεσία των φαραώ. Σκοπός των καλλιτεχνών ήταν να προβάλουν τη ζωή και τη δράση των φαραώ. Τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα, μνημειακού* χαρακτήρα, επιβάλλονταν με τις διαστάσεις τους. Οι αχανείς επίπεδες επιφάνειες της αιγυπτιακής γης, σε συνδυασμό με την ανάγκη των ηγεμόνων να επιβληθούν μέσω των έργων τους, οδήγησαν στην κατασκευή μνημείων που επιβάλλονταν με τον όγκο.
Οι πυραμίδες του Χέοπα, του Χεφρήνος και του Μυκερίνου στη Γκίζα, οι μεγάλοι ναοί στο Λούξορ και το Καρνάκ με το πλήθος των κιόνων που στήριζαν περιστύλια και υπόστυλες αίθουσες είναι ενδεικτικά δείγματα της αρχιτεκτονικής. Οι επιφάνειες των περισσότερων ναών αλλά και των νεκρικών θαλάμων των τάφων ήταν γεμάτες με παραστάσεις ζωγραφιστές ή ανάγλυφεςπου εξιστορούσαν τη δράση των φαραώ αλλά και πτυχές της καθημερινής ζωής. Εκτός από τα μεγάλα σε διαστάσεις αγάλματα που διακοσμούσαν ναούς και ταφικά μνημεία, κατασκευάστηκαν και μικρότερα από ξύλο ή πέτρα, πραγματικά κομψοτεχνήματα. Πολλά έργα μικροτεχνίας κατασκευασμένα από μέταλλα, πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους συμπληρώνουν τις γνώσεις μας για τις καλλιτεχνικές επιλογές και τα επιτεύγματα των Αιγυπτίων.
600-400 π.Χ
120.000 χιλιάδες εργάτες πεθαίνουν στην προσπάθεια διάνοιξης διώρυγας που θα ενώνει Νείλο και Ερυθρά θάλασσα. Το έργο ήταν έμπνευση του Φαραώ της Αιγύπτου Νεκώς Β’ (610-595 π.Χ)
Ο διάδοχος του Κύρου Καμβύσης καταλαμβάνει την Αίγυπτο.
Ο γιός του Δαρείου Ξέρξης αφού καταπνίγει εξεγέρσεις σε Αίγυπτο και Βαβυλώνα το 481
400 π.Χ-200 μ.Χ
Ο Αλέξανδρος ο Μέγας, κατευθύνεται στην Αίγυπτο όπου του επιφυλάσσεται υποδοχή θεού
Οι Πτολεμαίοι με πρωτεύουσα την Αλεξάνδρεια, αναζωογονούν τέχνες, πολιτισμό και επιστήμες (Ευκλείδης, Ερατοσθένης, Αρχιμήδης). Στην αυτοκρατορία θα υπάρξουν 2 κυρίως τάξεις, η αριστοκρατία και οι αγρότες
Περίπου 31 π.Χ ο Οκταβιανός στο εξωτερικό: προσαρτά την Αίγυπτο (πολύτιμη για το σιτάρι της),
600-800 μ.Χ
Το 642 μ.Χ Όλη η Αίγυπτος – που αποτελούσε Βυζαντινή επαρχία – περνά στα χέρια των Αράβων και πλήθος κόσμου τους υποδέχεται σαν ελευθερωτές. Σημαντική υπήρξε η διαμάχη που είχε ξεσπάσει μεταξύ του Βυζαντίου και του τοπικού Κόπτη Πατριάρχη. Το πέρασμα στη μουσουλμανική κυριαρχία έγινε στις περισσότερες περιπτώσεις ομαλά. Ο κόσμος δεν υποχρεώνονταν να ενταχθεί στο Ισλάμ και μπορούσε να διατηρεί τους δικούς του νόμους. Επίσης η φορολογία ήταν σε γενικές γραμμές μικρότερη, ενώ οι τοπικοί διοικητές παρέμειναν στις θέσεις τους υπό επιτήρηση. Επίσης οι νόμοι εφαρμόζονταν με αυστηρότητα.
1.000-1.100 μ.Χ
Στην Αίγυπτο κυβερνά η σιίτικη δυναστεία των Φατιμιδών
οι Φατιμίδες του Καΐρου, που ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από την κόρη του προφήτη Φατιμά. Ήταν ηγέτες της Σια, δηλαδή μερίδας που επί αιώνες είχαν αφομοιώσει στοιχεία κι από άλλες εκτός Ισλάμ λατρείες, κυρίως από το χριστιανισμό και από το ζωροαστρισμό. Για τους σιίτες, η γραμμή της διαδοχής περνούσε από το σύζυγο της Φατιμά Αλή και μερικοί πρέσβευαν ότι ο φόνος των απίστων αποτελούσε θρησκευτικό καθήκον.
Οι Φατιμίδες τον 10ο μ.Χ αιώνα φτάνουν στο απόγειό τους.
Οι Φατιμίδες μετά τον εμφύλιο που άρχισε το 1060 μ.Χ απ’ τους κύκλους του στρατού, κυβερνιόνταν από δυναστεία Αρμενίων μουσουλμάνων που κατάγονταν από δούλους. Η Συρία (Συρία, Ιορδανία, Λίβανος, Ισραήλ), που περιλάμβανε ισχυρά εμπορικά κέντρα, ήταν πότε στα χέρια των Αβασσιδών και πότε στων Φατιμίδων
1.100-1.200 μ.Χ
Το 1.168 μ.Χ, ο Σαλαντίν γίνεται αντιβασιλιάς της Αιγύπτου των Φατιμιδών και κυβερνά ως αντιπρόσωπος του Νουρεντίν, έτσι οι Φατιμίδες της Αιγύπτου πέφτουν και η Αίγυπτος έχει σουνίτικη διοίκηση.
Ετικέτες
- Α΄ Λυκείου (125)
- Αρχαία (50)
- Β΄ Λυκείου (198)
- Γ΄ Λυκείου (132)
- Γλώσσα (44)
- Ιστορία (294)
- Λογοτεχνία (62)
- Φιλοσοφία (28)
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...
-
Αντισταθείτε σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει "Καλά είμαι εδώ". Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι στο σ...
-
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός): Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό ...
-
Εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, φανερό είναι ότι πρέπει κυρίως να αποκαλούμε την πόλη αμετάβλητη, όταν το πολίτευμά της μένει το ίδιο....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου