Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ

Το νερό, πηγή και σύμβολο ζωής, έγινε από τα πανάρχαια χρόνια αντικείμενο λατρείας των λαών όλης της γης. Στην Ελλάδα συναντoύμε Νύμφες και Νεράιδες λιμνών, πηγών και ποταμών. Ξωτικά και Στοιχειά πλημμύρισαν το λαϊκό μας πολιτισμό και συνόδευσαν ή συνοδεύουν ακόμα τη ζωή των ανθρώπων σε πολλές τους εκδηλώσεις. Οι βρύσες, τα πηγάδια, οι στάμνες, τα μάγγανα, οι νερόμυλοι, οι νεροτριβές, τα υδραγωγεία, τα γεφύρια από την άλλη αποκαλύπτουν την προσπάθεια του ανθρώπου να δαμάσει και να εκμεταλλευτεί αυτό το ζωτικό αγαθό, το νερό. Πώς θα μπορούσε λοιπόν το νερό να μην κατέχει σημαντική θέση στη λαϊκή μας παράδοση, αφού η παρουσία του ήταν εκείνη που καθόριζε αν θα υπήρχε συνέχεια στη ζωή των ανθρώπων. Η προσπάθεια του ανθρώπου να εξηγήσει το φυσικό του περιβάλλον και η αδυναμία ή η δυσκολία να το πραγματοποιήσει με επιτυχία δημιούργησε στη ψυχή του παράλογα πιστεύω όσον αφορά στην παρουσία και επίδραση τυχαίων γεγονότων στη θετική ή αρνητική έκβαση των πράξεών του. Υπάρχει μάλιστα η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει μιαν άσχημη γι’ αυτόν εξέλιξη με την πραγματοποίηση εξίσου παράλογων πράξεων.
• Όταν μια γυναίκα πάει να γεννήσει, ρίχνουν νερό για να κυλήσει το μωρό σαν νεράκι.
• Όταν φεύγει κάποιος ταξίδι, ρίχνουν από πίσω του νερό για να κυλάει ο δρόμος του σαν νερό.
• Υπάρχει η δοξασία ότι το νερό κοιμάται κάποιες ώρες. Αν βρεθεί κάποιος μπροστά σε κοιμισμένο νερό, δεν πρέπει να μιλήσει, γιατί μπορεί να πάθει μεγάλο κακό. Αν θέλει να πιει, πρέπει να το ταράξει να το ξυπνήσει. Η παρουσία του νερού είναι συχνή σε πολλά ελληνικά έθιμα από πολλές περιοχές της Ελλάδας.
• Στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το ονομαζόμενο «τάισμα της βρύσης».Οι κοπέλες πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι, με την ευχή, όπως τρέχει το νερό, να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι κι όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι η ζωή τους. Επιστρέφοντας στο σπίτι έφερναν το καινούριο νερό, φροντίζοντας σε όλη τη διαδρομή να μένουν σιωπηλές.Με το νερό αυτό, που ονομάζεται άκραντο ή αμίλητο,ράντιζαν τα σπίτια.
Στην παλιά Μάνη δεν υπήρχαν πολλές χαρούμενες γιορτές και επέτειοι. Οι μοναδικές χαρές, όπως τις έλεγαν, ήταν ο γάμος. Ο γάμος γιορταζόταν με τον πιο επίσημο τρόπο. Σαν προίκα, εκτός από τα διάφορα χωράφια(λαχίδια) που έπαιρνε και πολλά οικιακά σκεύη ή και σκουτιά (ρούχα) ή μπατανίες (κουβέρτες) και άλλα. Στα σκουτιά επάνω πολλές φορές καρφίτσωναν με διάφορες κορδέλες δεμένα, νομίσματα αξίας συνήθως ασημένια. Το σημαντικότερο βέβαια στοιχείο σε μια προίκα ήταν η στέρνα. Η “γλιστέρνα” όπως την έλεγαν, γιατί το νερό ήταν στην παλιά Μάνη ο θησαυρός. Περισσότερο κι από τα κτήματα κι απ΄τα σκουτιά και πολλές φορές κι από την ίδια τη νύφη. Σε άλλα μέρη μετά την τελετή του γάμου και το καθιερωμένο γλέντι στο σπίτι με όλους τους συγγενείς, συνήθιζαν να πηγαίνουν κατά τα ξημερώματα στη βρύση του χωριού. Εκεί η νύφη έπαιρνε νερό και έδινε να πιουν όλοι οι καλεσμένοι.
Επειδή οι γνώσεις του λαού δεν αρκούν για να διατυπώσουν μια ικανοποιητική εξήγηση για όσα τον περιβάλλουν, οι ερμηνείες του περιέχουν πολλά μυθικά στοιχεία. Η φαντασία, πλούσια και δημιουργική, υποκαθιστά τη φυσική αιτιότητα με αποτέλεσμα να αποδίδονται μυθικές αιτίες σε φαινόμενα της φύσης (αστρολογικά, καιρικά, κ.ά.). Από την αρχαία ελληνική μυθολογία έως τις νεότερες προφορικές παραδόσεις το νερό αποτελεί χώρο συνάντησης του ανθρώπινου με το υπερφυσικό. Πόσοι έχουν ακούσει το όνομά τους να το φωνάζουν μέσα στη ρεματιά; Πόσα βρέφη έχουν «ρεματίσει»; Πόσες συναντήσεις έχουν γίνει στις βρύσες και πόσοι είδαν τη νεράιδα στην κρήνη να χτενίζεται;Σε πολλά χωριά, την επομένη του γάμου η νύφη πηγαίνει στη βρύση του χωριού για να πάρει το πρώτο νερό για το καινούργιο της σπιτικό, ενώ αφήνει χρήματα, ψωμί ή γλυκίσματα με την ευχή «όπως τρέχουν τα νερά να τρέχουν τα αγαθά στο νέο σπιτικό ». Την Πρωτοχρονιά επίσης, πηγαίνουν στη δημόσια βρύση και αφήνουν προσφορές, κυρίως γλυκά για να «γλυκάνουν τα νερά».
Στην ελληνική λαογραφία, τα δωδεκαημερίτικα πνεύματα ή αλλιώς Καλικάντζαροι που βρίσκονται όλο το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου κάτω από τη γη, βγαίνουν και κάνουν χίλιες δυο αταξίες. Ενοχλούν τις νοικοκυρές, κλέβουν τηγανίτες, κάνουν θορύβους, αλλά στη γιορτή των Θεοφανείων με τον αγιασμό των υδάτων εξαφανίζονται στα έγκατα της γης. Για τον σκοπό αυτόν οι νοικοκυρές ρίχνουν τον αγιασμό με τη βοήθεια κλαδιού από βασιλικό σε όλο το σπίτι για να τα διώξουν. Σημαντική είναι και η συμμετοχή του νερού στη μαγεία, στο ξόρκι ( «να περάσει σαράντα κύματα..») και στο «ξεμάτιασμα» ,όπου ο εξορκιστής ραντίζει τον ματιασμένο με νερό για να απομακρύνει το « κακό μάτι ».
Στη λαογραφία κυρίαρχο ρόλο παίζει και το «αμίλητο νερό» που παίρνουν την Πρωτοχρονιά, τα Θεοφάνεια, του Αγίου Γεωργίου ή άλλη εορταστική μέρα. Την ώρα του τοκετού ρίχνουν νερό στην επίτοκο, για να κυλήσει το μωρό «σαν νερό». Μετά το γάμο, η νύφη κάνει το «κέρασμα της βρύσης», προσφέρει δηλαδή στη βρύση ψωμί ή καρπούς, για να εξευμενίσει τις δυνάμεις του νερού. Στο θάνατο, χύνεται όλο το νερό του σπιτιού για να ξεπλύνουν το μίασμα του θανάτου και όσοι μετέχουν στην κηδεία πρέπει να πλύνουν τα χέρια τους.
Το νερό της λησμονιάς πίνουν οι νεκροί για να ξεχάσουν τον απάνω κόσμο. Μύθοι, θρύλοι, παραδόσεις καταδεικνύουν την πανταχού παρουσία του ζωοποιού χθόνιου δώρου. Ο λαός απέδωσε επανειλημμένα ιαματικές ιδιότητες στο νερό των πηγών (π.χ. «νερό του Καματερού» πριν από μερικά χρόνια).
Η παράδοση θέλει ακόμα και τον Μέγα Αλέξανδρο να ανακαλύπτει το «αθάνατο νερό» για να αποκτήσει την αθανασία που τόσο επιθυμούσε. Η απρόσεκτη όμως αδερφή του σπάει το παγούρι με το «αθάνατο νερό» κι εκείνος-κατά μία εκδοχή- την πετά στη θάλασσα , όπου μεταμορφώνεται σε Γοργόνα, μισή γυναίκα-μισή ψάρι, καταδικασμένη να ρωτά αγωνιωδώς τους ναυτικούς: "Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;"
Η Περπερούνα είναι ένα έθιμο που τελείται σε πολλά χωριά του Έβρου για την εξουδετέρωση της ανομβρίας. Εκτός από την εκκλησιαστική λιτανεία που κάνουν, ντύνουν ένα πολύ φτωχό ή ορφανό κορίτσι (για να το λυπάται ο θεός), με λουλούδια και χλωρά κλαδιά και το γυρίζουν στο χωριό καταβρέχοντάς το (ενώ σε ορισμένα μέρη, του ρίχνουν χρήματα σε ένα κόσκινο) και τραγουδούν. Περπερούνα έλεγαν το κοριτσάκι και το έθιμο: "Περπερούνα περπατεί, για βροχή παρακαλεί. Κύριε, ρίξε μια βροχή μια βροχή καματερή. Μπάρες μπάρες τα νερά λίμνες λίμνες τα κρασιά , κάθε κούτσουρο καλάθι κάθε στάχυ και ταγάρι, για να σκάζ’ ο αλευράς γιατί δεν πωλεί ακριβά και να χαίρεται ο φτωχός μ’ όλη του τη φαμελιά".
Νερόμυλους χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι εδώ και αιώνες. • Οι νερόμυλοι χρησιμοποιήθηκαν για το άλεσμα του σιταριού, την παραγωγή λαδιού και μπαρουτιού. • Μερικοί μύλοι λειτουργούσαν όλο το χρόνο, ενώ άλλοι σταματούσαν το καλοκαίρι εξαιτίας της ελάττωσης του νερού (ξερόμυλοι). • Τους συναντάμε είτε μεμονωμένους είτε σε ομάδες (μέχρι και 20). Μερικές φορές αποτελούσαν αυτόνομους οικισμούς, τα μυλοχώρια. • Οι περισσότεροι λειτούργησαν στη Μακεδονία, επειδή τη διατρέχουν μεγάλοι ποταμοί και παραπόταμοι. Οι περισσότεροι νερόμυλοι εγκαταλείφθηκαν με τη χρήση του ηλεκτρισμού.
Η ιστορία της στάμνας ξεκινά από τη Μέση Νεολιθική περίοδο (5.800-5.300 π.χ.), όταν κατασκευάστηκαν για τη μεταφορά και την αποθήκευση υγρών. Η στάμνα είχε πολλαπλές χρήσεις και ανάλογα σχήματα σε διάφορες εποχές. Χρησιμοποιήθηκε για το σερβίρισμα, τη φύλαξη, τη μεταφορά και τη μέτρηση νερού, κρασιού ή λαδιού. Επίσης αποτέλεσε και αντικείμενο παιχνιδιού και σκεύος για την τέλεση εθίμων. Σήμερα έχουν απομείνει λίγοι παραδοσιακοί αγγειοπλάστες και οι στάμνες έχουν γίνει μουσειακά αντικείμενα, αντί να παραμείνουν είδη καθημερινής χρήσης.
Ο βασικός πυρήνας των δημοτικών τραγουδιών περιλαμβάνει στοιχεία κυρίως μη αφηγηματικά, στα οποία κυριαρχεί το συναίσθημα και οι άμεσες αναφορές στην καθημερινή ζωή, τις χαρές και τις λύπες του λαού που τα δημιουργεί και τα χρησιμοποιεί. Τόσο στον κύκλο της ζωής ( νανουρίσματα, ταχταρίσματα, μοιρολόγια, ξενιτιάς, γάμου), όσο και στον κύκλο του χρόνου (κάλαντα,αποκριάτικα) τα δημοτικά τραγούδια είναι αλληλένδετα με τα σχετικά έθιμα. Φέραν της Γούρνας το νερό, το κάμαν τρεις βρυσούλες. Τη μια την πάνε στον Οντά, την άλλη στ’ αργαστήρια, την Τρίτη την καλύτερη, ψηλά στον Αϊ-Γιώργη. Ούλες πλένουν και χαίρονται, πλένουν και τραγουδάνε κι η Μαστροπαναγιώταινα πλένει και καταριέται: Ανάθεμά σας γέροντες, γερόντοι Αραχωβίτες στοιχειώσατε τον άντρα μου το Μαστροπαναγιώτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΠΑΦΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ---Η "ΑΝΑΤΟΛΙΖΟΥΣΑ" ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Μέχρι περίπου 10.000 χρόνια πριν, οι περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν ως τροφοσυλλέκτες. Σχημάτιζαν μικρές νομαδικές ομάδες, που αποτελούσαν ...