Ετικέτες
- Α΄ Λυκείου (125)
- Αρχαία (50)
- Β΄ Λυκείου (198)
- Γ΄ Λυκείου (132)
- Γλώσσα (44)
- Ιστορία (294)
- Λογοτεχνία (62)
- Φιλοσοφία (28)
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023
ΤΟ ΠΟΛΥΠΑΘΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Σε ένα συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα, όπως το ελληνικό, το κόμμα το οποίο θα επικρατήσει κάθε φορά στις εθνικές εκλογές «μεταποιεί» την κομματική πολιτική σε επίσημη-κρατική εκπαιδευτική πολιτική. Τα προγράμματα σπουδών σε κάθε ιστορική συγκυρία μετατρέπουν τις κυρίαρχες ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές σε εκπαιδευτικά ζητούμενα. Κάθε απόπειρα τροποποίησης των αναλυτικών προγραμμάτων και συνακόλουθα των σχολικών εγχειριδίων εμπεριέχει τη δυνατότητα τροποποίησης ή αλλαγής των βασικών συνιστωσών της κυρίαρχης ιδεολογίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, κατά περιόδους, οι κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις επιδιώκουν να θεσπίσουν νέο πρόγραμμα σπουδών όχι ως «ολότητα πολιτικής και παιδαγωγικής σύνθεσης, αλλά ως δύναμη έκφρασης των κοινωνικοπολιτικών μηχανισμών» που εκφράζονται από τον Πρόεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (σήμερα Κ.Ε.Ε), που αλλάζει κάθε φορά που αναλαμβάνει την εξουσία νέο κυβερνητικό σχήμα. Επιβεβαιώνεται, έτσι, η παραδοχή ότι το ελληνικό κράτος ασκεί απόλυτο ιδεολογικό έλεγχο της γνώσης και αντιστοίχως της κοινωνικοποίησης των νέων πολιτών.
Η πολιτική διάσταση του σχολικού βιβλίου είναι εμφανής και έχει μελετηθεί περισσότερο στο περιεχόμενο των βιβλίων των αποκαλούμενων «φρονηματιστικών» μαθημάτων, και κυρίως του μαθήματος της Ιστορίας, το οποίο από τη θεσμοθέτηση του εκπαιδευτικού συστήματος στο ελληνικό κράτος έχει προαγάγει την πολιτική νομιμοφροσύνη και έχει «δικαιώσει» τις υφιστάμενες σχέσεις εξουσίας, πραγματώνοντας τον εθνοποιητικό ρόλο που του έχει ανατεθεί. Το μάθημα της Ιστορίας «τροφοδοτεί» την εθνική συλλογική μνήμη, επιδρώντας καθοριστικά στη διαδικασία «κατασκευής» της εθνικής ταυτότητας, καθώς η ενιαία και συνεκτική «εθνική αφήγηση» που προωθείται πρωτίστως μέσω των σχολικών βιβλίων του επικεντρώνεται στην έννοια της συνέχειας και της ομοιογένειας, ενισχύει το ιδεολόγημα της μοναδικότητας του έθνους και καθιστά διακριτά πεδία μελέτης τα «σημαντικά γεγονότα», τις «εξέχουσες προσωπικότητες», τους «εθνικούς εχθρούς και φίλους», συγκροτώντας ένα συλλογικό κοσμοείδωλο. Η συγκρότηση αυτού του κοσμοειδώλου συνιστά απόρροια της κυριαρχίας του διδακτικού τρίπτυχου: «γεγονοτολογική αφήγηση-ιδεολογική εγχάραξη-αποστήθιση». Σε κανένα σχολικό βιβλίο Ιστορίας -με εξαίρεση αυτό του Β. Κρεμμυδά- δε γίνεται στη σχετική αφήγηση διάκριση μεταξύ ιστορικού γεγονότος και ιστορικής ερμηνείας. Έτσι, τα σχόλια και οι αξιολογικές κρίσεις ενσωματώνονται στην αφήγηση με τρόπο, ώστε αυτή να παρουσιάζεται ως αυταπόδεικτη πηγή πληροφόρησης.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Πεδίο πολιτικής διαμάχης κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου αποτέλεσε το εγχειρίδιο των Χ. Θεοδωρίδου και Α. Λαζάρου «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία» (1923) και έφερε αντιμέτωπες δύο κοσμοθεωρίες, καθώς το περιεχόμενο του περιελάμβανε πολλά στοιχεία κοινωνικής ιστορίας, εκφράζοντας σοσιαλιστικές τάσεις στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Η καθεστωτική μεταβολή της 4ης Αυγούστου 1936 και η συνακόλουθη ίδρυση του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ) το 1937 οδήγησαν στην «παραμόρφωση» του περιεχομένου του εν λόγω βιβλίου με σκοπό την ενίσχυση των ιδεολογικών παραδοχών της δικτατορίας. Οι συνταγματάρχες ανέθεσαν στον ΟΕΣΒ «να καθαρίσει τα βιβλία από όσα στοιχεία δεν συμφωνούσαν με το νόημα και την αγωγή του Γ’ Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού».
Αντίστοιχο παράδειγμα αποτελεί το σχολικό εγχειρίδιο των Κ. Καλοκαιρινού και Α. Καλογεροπούλου «Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική» της Β’ Γυμνασίου, που αποσύρθηκε με υπουργική απόφαση στις 1/12/1965 λόγω του ότι «εξέφραζε απόψεις ιστορικού υλισμού στην ανάλυση της βυζαντινής φεουδαρχίας και περιελάμβανε χάρτη της εποχής του Βουλγαροκτόνου που παραχωρούσε μεγάλη έκταση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία».
Στα βιβλία Ιστορίας της επταετούς δικτατορίας -στο πλαίσιο του ιδεολογικού προσανατολισμού της τελευταίας: «ο από βορράν κίνδυνος»)- αναφέρονται ποικίλες δοκιμασίες, εκτελέσεις, αιχμαλωσίες, πυρπολήσεις εδαφών κ.λπ. στις οποίες υποβάλλεται ο ελληνικός πληθυσμός, μάχιμος και άμαχος, από τους Βούλγαρους στη Μακεδονία κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, κατά τη «δεύτερη βουλγαρική κατοχή» (1916-1918) και κατά τη διάρκεια του Β ́ Παγκοσμίου πολέμου. Ιδιαίτερη δε αναφορά γίνεται στις βιαιοπραγίες των Βουλγάρων στην περιοχή της Δράμας και στο Δοξάτο τον Ιούνιο του 1913 και τον Σεπτέμβριο του 1941, ενώ η πυρπόληση των Καλαβρύτων και του Διστόμου και η σφαγή στο Κομμένο διατυπώνονται με παθητική σύνταξη («βρήκαν τον θάνατο», «εφαρμόστηκαν αντίποινα») και αποσιωπάται το υποκείμενο της δράσης (οι Γερμανοί). Στα ίδια βιβλία ο εθνικιστικός λόγος σε συνάρτηση με τον αντικομμουνισμό καθιστούν τις γειτονικές (πρώην) σοσιαλιστικές χώρες ηθικούς αυτουργούς του ελληνικού εμφυλίου πολέμου και υποστηρικτές των Ελλήνων κομμουνιστών, με ό,τι συνεπαγόταν αυτό για τον εθνικό «εαυτό» (διαπροσωπική βία με στοχευμένες ανθρώπινες απώλειες, εδαφικές και υλικές καταστροφές).
Από την περίοδο της επταετούς δικτατορίας έως και τη δεκαετία του 1980 στην εθνοκεντρική σχολική αφήγηση κυρίαρχη είναι η παραδοχή πως ο πολιτισμός των ανεπτυγμένων κρατών του δυτικού κόσμου είναι ανώτερος των άλλων και ερείδεται στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Επομένως, οι μαθητές και οι μαθήτριες πληροφορούνται ότι δικαιωματικά είναι κληρονόμοι εκείνου και ότι μετέχουν σε πολιτισμικά μοντέλα με καθολικά αναγνωρισμένη αξία. Η έννοια «πολιτισμός» χρησιμοποιείται ως ρατσιστικό επιχείρημα για την ιεράρχηση των πολιτισμών και των λαών. Ο εθνικός «εαυτός» διακρίνεται για την εγγενή φιλομάθειά του, η οποία προβάλλεται ως βασικό απελευθερωτικό μέσο από την καταπίεση που υφίσταται από τον «πνευματικά υποδεέστερο» εθνικό «άλλο», κυρίως τον (Οθωμανό) Τούρκο. Η αφήγηση του ελληνικού εμφυλίου πολέμου (1946-1949) στα βιβλία της δικτατορίας συνιστά στο σύνολό της αντικομμουνιστική προπαγάνδα και αφορμή για δημιουργία εικόνας «εχθρού» όχι μόνο για τον εσωτερικό «εχθρό», τους Έλληνες κομμουνιστές, αλλά και για όλα τα σοσιαλιστικά βαλκανικά κράτη, καθώς αυτά παρουσιάζονται ως βασικοί ηθικοί αυτουργοί, υποκινητές και παρασκηνιακοί δράστες του πολέμου.
Ο ελληνοκεντρισμός συνυπάρχει με τις χριστιανικές αξίες και ιδεώδη στη σχολική αφήγηση και των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης. διάχυτες είναι οι αναφορές, διηγήσεις και περιγραφές που ταυτίζουν τον εθνικό εαυτό με την ορθόδοξη θρησκευτική πίστη, την προσευχή και τη λατρεία και τον διαφοροποιούν από τον αλλόθρησκο εθνικό «άλλο». Έτσι, η ορθόδοξη θρησκευτική πίστη προβάλλεται ως ένα βασικό στοιχείο προσδιορισμού της ελληνικής εθνικής ταυτότητας και εξισώνεται με την εθνική νομιμοφροσύνη. Η θεία βούληση τάσσεται υπέρ του αγωνιζόμενου έθνους και δρα παρεμβατικά προς όφελός του. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και κυρίως από τη δεκαετία του 1990 και εξής η αφήγηση με θέμα τα παθήματα του εθνικού «εαυτού» διατηρείται στο κυρίως κείμενο των βιβλίων του Δημοτικού, ενώ σε αυτά της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μετακινείται στο περικείμενο (γραπτές και οπτικές πηγές). Ωστόσο, η λεπτομερής περιγραφή περιστατικών άμεσης και έμμεσης/συστημικής βίας, είτε αυτή περιέχεται στην κυρίως αφήγηση είτε στο περικείμενο, με λανθάνοντα τρόπο «περνά» στους μαθητές και στις μαθήτριες το μήνυμα ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές πολιτικές πλην της χρήσης βίας οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην πραγμάτωση των εθνικών στόχων.
Κατά το σχολικό έτος 1983/84 εισάγεται το εγχειρίδιο Ιστορία Νεότερη και Σύγχρονη για τη Γ τάξη του Λυκείου της συγγραφικής ομάδας Β. Σκουλάτου, Ν. Δημακόπουλου και Σ. Κόνδη, σε τρία τεύχη: α) Το πρώτο τεύχος, συνίσταται από 223 σελίδες, αποτελεί έκδοση του 1983 και αναφέρεται σε γεγονότα που εκτείνονται χρονικά έως τη Γαλλική Επανάσταση και τους Ναπολεόντειους χρόνους. β) Το δεύτερο τεύχος συνίσταται από πέντε κεφάλαια συνολικής έκτασης 265 σελίδων, που ξεκινούν από την οργάνωση του υπόδουλου Ελληνισμού και φτάνουν να ερευνούν την Ευρώπη και τον κόσμο στον 19ο αιώνα. γ) Το τρίτο τεύχος καλύπτει την Ελλάδα από το 1909 ως το 1914: την πορεία προς τον αστικό μετασχηματισμό και την εδαφική επέκταση, τους δύο Παγκοσμίους πολέμους, τη Ρωσική επανάσταση- Ίδρυση και εξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης ως το 1941, ενώ φτάνει να περιγράφει τον κόσμο μετά το 1945. Το εγχειρίδιο αποσύρθηκε, για ευνοήτους λόγους.
Το βιβλίο «Ιστορία Νεότερη, Σύγχρονη, Ελληνική, Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια» για τη Γ Γυμνασίου, το οποίο γράφτηκε το 1982 από τον Β. Κρεμμυδά αντιμετώπισε περιπέτειες ήδη κατά την πορεία του από τον συγγραφέα στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και στη συνέχεια στον Οργανισμό Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ), καθώς όπως υποστήριξε ο ίδιος ο συγγραφέας υπέστη παραχάραξη λόγω της συμπλήρωσης από άγνωστο «δράστη» μιας παραγράφου, που κάνει λόγο για έναρξη της Επανάστασης του 1821 στην Αγία Λαύρα, για λάβαρα της επανάστασης κ.λπ. Επιπλέον, στο πλαίσιο της ιδεολογικής «κάθαρσής» του και στην προσπάθεια εξάλειψης του όρου «καπιταλισμός», αφαιρέθηκε ολόκληρο το έκτο κεφάλαιο με τον τίτλο «Η Ευρώπη το 19ο αιώνα: Η οργάνωση του καπιταλισμού». Τελικά, «κατέληξε να κρίνεται ως αντι-ιστορικό, αντιεπιστημονικό, αντιπαιδαγωγικό λόγω μεθοδολογίας και γλώσσας, προϊόν του μηχανιστικού μαρξισμού. Ακόμη, κατηγορήθηκε για λάθη, γλωσσικές ατέλειες, δυσκολίες στην κατανόηση, αλλά και για την ελάχιστη έκταση που αφιέρωνε στην ελληνική ιστορία». Παράλληλα, δέχτηκε πυρά και από την αριστερή σκοπιά, που του απέδιδε κατηγορίες όπως «η επισήμανση ρεφορμιστικών θεωριών για το κράτος πρόνοιας, η αποσύνδεση του ιμπεριαλισμού από τον καταναλωτισμό, ο φιλοδυτικισμός, ψευδολογίες για την ΕΟΚ, εχθρότητα προς την εργατική τάξη, αγνόηση της σημασίας της ταξικής πάλης». Το βιβλίο αποσύρθηκε το 1991 από τον τότε Υπουργό Παιδείας Γ.Σουφλιά, κατόπιν πρότασης του Σ. Καργάκου, ενός εκ των εισηγητών της επιτροπής αξιολόγησης του βιβλίου, ο οποίος πρότεινε τη συγγραφή νέου «με μεγαλύτερη έμφαση στην Ελληνική Ιστορία». Το εγχειρίδιο που επιμελήθηκε ο Γ. Κόκκινος «Νεότερος και Σύγχρονος κόσμος» για τη Γ’ Λυκείου αποσύρθηκε και στάλθηκε για πολτοποίηση χωρίς καν να χρησιμοποιηθεί στη διδασκαλία. Η πολιτική και εκπαιδευτική αρθρογραφία κάνει λόγο για αντίδραση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου, Ο. Ιωαννίδη, - καθώς τα βιβλία ιστορίας του ελληνικού κράτους διδάσκονται και στα σχολεία της Κύπρου - αναφορικά με ένα απόσπασμα σχετικά με την ΕΟΚΑ. Αντιδράσεις προκλήθηκαν και από την ελλαδική πλευρά. Ο τότε βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Ι. Βαρβιτσιώτης, «κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή όπου, μεταξύ άλλων, το βιβλίο χαρακτηριζόταν «μέσο κομματικής προπαγάνδας» της κυβέρνησης, κατηγορούνταν για «παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας» και ότι έπληττε το «κλίμα εθνικής ομοψυχίας». Ανάμεσα στα ελαττώματα του βιβλίου αναφέρονταν, εξάλλου, «ύπουλες παραλείψεις» για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και η υποβάθμιση του ρόλου του κλήρου κατά την Ελληνική Επανάσταση».
Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση που προκλήθηκε από παραθρησκευτικές οργανώσεις λόγω του εγχειριδίου της Α Λυκείου «Ιστορία του ανθρωπίνου γένους» του Λ. Σταυριανού (1984). Πρόκειται για ένα βιβλίο 170 σελίδων, του οποίου το περιεχόμενο συνιστά μια συνοπτικότατη επισκόπηση της ανθρώπινης εξέλιξης, ιδωμένης υπό το πρίσμα μιας παγκόσμιας προοπτικής. Το εν λόγω εγχειρίδιο κατηγορήθηκε για «νεοδαρβινισμό και αθεΐα», θέσεις που ασπάστηκαν τόσο βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι τάσσονταν ενάντια στην «επιχείρηση εθνικής και θρησκευτικής επιβουλής» όσο και εκπρόσωποι της Αριστεράς, που διέβλεπαν στο περιεχόμενό του φυλοδυτικές τάσεις, ιδεολογικές μονομέρειες, αποσιωπήσεις και έλλειψη επιστημονικότητας. Συνέπεια των παραπάνω ήταν η απόσυρσή του. το 1986. Αντίστοιχα, πεδίο ιδεολογικοπολιτικών αγκυλώσεων αποτέλεσε το σχολικό βιβλίο Ιστορίας των Μ. Ρεπούση, Χ. Ανδρεάδου, Α. Πουταχίδη και Α. Τσιβά με τίτλο «Ιστορία Στ Δημοτικού, Στα νεότερα και Σύγχρονα χρόνια», το οποίο διδάχτηκε κατά το σχολικό έτος 2006-2007. Το εν λόγω σχολικό βιβλίο, του οποίου η ολοκλήρωση της συγγραφής συνέπεσε με κυβερνητική αλλαγή, έγινε αντικείμενο δριμείας δημόσιας κριτικής με σημείο εστίασης την άποψη πως η έκδοση του αποσκοπεί «στη διαμόρφωση μιας αποεθνικοποιημένης συλλογικής συνείδησης στην Ελληνική νεολαία» με συνέπεια την απόσυρσή του το 2007 με απόφαση του τότε Υπουργού Παιδείας Ε. Στυλιανίδη.
Τέλος, τα εν χρήσει σχολικά εγχειρίδια Νεότερης και Σύγχρονης ιστορίας της Γ Γυμνασίου και της Γ Λυκείου αναφέρονται στις σχετικά πρόσφατες πρωτοβουλίες για προώθηση της πολυμερούς διαβαλκανικής συνεργασίας που ανέλαβε όμως αποκλειστικά ο εθνικός «εαυτός» (οι ελληνικές κυβερνήσεις..., χάρη σε ελληνική πρωτοβουλία..., η Ελλάδα ανέπτυξε..., ανέλαβε πρωτοβουλία.. κλπ.). Ο βασικός κορμός της αφήγησης αναφορικά με την ελληνική εξωτερική πολιτική παραμένει ίδιος: είναι εθνοκεντρικός και το ελλαδικό κράτος καταβάλλει, συνήθως, διαρκώς διπλωματικές προσπάθειες, προκειμένου περισώσει τον εθνικό «εαυτό» και ό,τι δικαιωματικά του ανήκει. Οι διπλωματικές αυτές προσπάθειες έχουν πολλές φορές θετικό αντίκτυπο σε όλα τα βαλκανικά κράτη. Οι επιμέρους δε διαφοροποιήσεις στη σχετική αφήγηση των βιβλίων διαχρονικά αντανακλούν τις ιδεολογικές κατευθύνσεις της εκάστοτε κυβέρνησης (βλ. τις αναφορές στη Μεγάλη Ιδέα, π.χ.).
(συμπίλημα από τη διατριβή: https://ikee.lib.auth.gr/record/135134/files/Kontova.pdf)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...
-
Αντισταθείτε σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει "Καλά είμαι εδώ". Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι στο σ...
-
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός): Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό ...
-
Εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, φανερό είναι ότι πρέπει κυρίως να αποκαλούμε την πόλη αμετάβλητη, όταν το πολίτευμά της μένει το ίδιο....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου