Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 3 Μαρτίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΗΓΗ: ΤΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ και Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΚΙΖΑΣ

«Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου (1944) βρισκόμουν στην Αθήνα, στην πλατεία Συντάγματος, μαζί μ' έναν Αμερικανό ρεπόρτερ, τον Κόνι Πούλος. Είχε ξεκινήσει μια μεγάλη διαδήλωση. Οι οπαδοί του ΕΑΜ διαμαρτύρονταν για τον αφοπλισμό των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Η αστυνομία είχε διαταχθεί να σταματήσει τη διαδήλωση κι είχε σχηματίσει έναν κλοιό στο δρόμο. Την προηγούμενη μέρα η κυβέρνηση είχε δώσει την άδειά της αλλά αργά τη νύχτα η άδεια ανακλήθηκε. Οι αξιωματούχοι του ΕΑΜ δήλωσαν πως ήταν αδύνατο να ματαιώσουν τη διαδήλωση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και αποφάσισαν να προχωρήσουν. Ένα τεράστιο πλήθος γέμιζε το δρόμο μπροστά στον αστυνομικό κλοιό. Ξαφνικά, ακούστηκαν πυροβολισμοί κι ακολούθησε μια ριπή. […] Οι σποραδικοί πυροβολισμοί σταμάτησαν σε μερικά δευτερόλεπτα. Οι διαδηλωτές σηκώθηκαν κι άρχισαν να διαλύονται. Μερικά σώματα έμεναν ακίνητα στο δρόμο. Κάποιος φώναζε βοήθεια.
Όσοι τραυματίες μπορούσαν να περπατήσουν υποβαστάζονταν από τους συντρόφους τους. Μετά από μια μικρή διακοπή, η αστυνομία πυροβόλησε ξανά τους διαδηλωτές. Όταν φάνηκε πως οι πυροβολισμοί σταματούν οριστικά, μερικοί διαδηλωτές εμφανίστηκαν στην πλατεία. Συντάγματος νια να μαζέψουν τους νεκρούς και τους βαριά τραυματισμένους. Η αστυνομία, πυροβόλησε και τους απώθησε.
Συνολικά η αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες. Αυτό, όμως, δεν σταμάτησε τους διαδηλωτές που άρχισαν να κατευθύνονται προς τον αστυνομικό σταθμό απ' όπου αναχαιτίστηκαν με νέα πυρά. Την ίδια στιγμή τα βρετανικά τεθωρακισμένα που είχαν σταθμεύσει κατά μήκος της Πανεπιστημίου κινήθηκαν κι εμφανίστηκαν στο δρόμο οι άντρες της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας. Οι διαδηλωτές τούς υποδέχτηκαν με ανακούφιση κι έτρεξαν στην πλατεία Συντάγματος να τους αγκαλιάσουν και να τους μιλήσουν.»
Κέσελ Ντ., «Ματωμένη Κυριακή», Ο τραγικός Δεκέμβριος με το φακό του Κέσελ, Επτά Ημέρες-Η Καθημερινή, 4.12.1994, σ.7,11.
«Η μεγάλη μάζα του πληθυσμού είχε εξαντληθεί από μια παρατεταμένη και μέχρι θανάτου σχεδόν πείνα, ενώ τα ιατρικά εφόδια και υπηρεσίες είχαν μειωθεί σε επικινδύνως χαμηλά επίπεδα. Έτσι έπρεπε να εφαρμοσθεί αμέσως ένα πρόγραμμα μαζικής περιθάλψεως για να αποτραπεί η συνέχιση της ασιτίας και οι τόσο διαδομένες στερήσεις κατά τον επερχόμενο χειμώνα. Έπρεπε να υπάρξει πρόνοια για τις πολλές χιλιάδες των άστεγων και των ξεκληρισμένων από τον τόπο τους. Έπρεπε να ελεγχθεί αμέσως ο αχαλίνωτος πληθωρισμός και η εθνική οικονομία να υποστηριχθεί για να ενθαρρυνθεί η επανεκκίνηση της παραγωγής και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στη νομισματική και οικονομική πολιτική του Κράτους. Η μαζική ανεργία από τη μια και η πολυδαίδαλη δημόσια υπηρεσία από την άλλη έπρεπε να τεθούν υπό έλεγχο. Ένα έθνος που επί τέσσερα χρόνια θεωρούσε την κυβερνητική εξουσία σαν όργανο της ξένης τυραννίας και της προδοτικής συνεργασίας, έπρεπε τώρα να συνειδητοποίησει για μιαν ακόμη φορά την ανάγκη του σεβασμού προς τον νόμο και προς την έννομη συμπεριφορά. Και τούτο σε μια εποχή, όταν χιλιάδες όπλων βρίσκονταν στα χέρια απειθάρχητων και κατ' εξοχήν ατομικιστών πολιτών.
Οι συνεργάτες του εχθρού και όλοι εκείνοι που είχαν επωφεληθεί από τα πολεμικά χρόνια για να τακτοποιήσουν προσωπικούς τους λογαριασμούς και να αυξήσουν την ισχύ τους και τον πλούτο τους έπρεπε τώρα να μηνυθούν κανονικά, να δικασθούν και να τιμωρηθούν με τρόπο, ο οποίος όχι μόνο θα ικανοποιούσε απλώς ένα ξεσηκωμένο έθνος, αλλά και θ' αποκαθιστούσε την υπόληψη του δικαστικού σώματος ως αμερόληπτου. Οι οργανωμένες ανταρτικές ομάδες έπρεπε να αφοπλισθούν και να διαλυθούν, τα δε μέλη τους να γυρίσουν στη δημιουργική και ειρηνική εργασία. Και για τη πραγματοποίηση όλων αυτών των τρομερών μέτρων, με κάποιο βαθμό επιτυχίας, ήταν απολύτως αναγκαία η ύπαρξη μιας ισχυράς, θαρραλέας και ενιαίας κεντρικής εξουσίας. Και το έργο αυτό, τον Οκτώβριο του 1944, έπεσε στους ώμους της αδοκίμαστης ακόμη Κυβερνήσεως της Εθνικής Ενότητος.» Ιατρίδης Ι., Εξέγερση στην Αθήνα, Νέα Σύνορα, Αθήνα 1973, σ.130.
«Ο στόχος της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν διττός: πρώτον, να τερματίσει τον εμφύλιο πόλεμο που είχε αρχίσει στις 3 Δεκεμβρίου 1944 και που είχε προσωρινά διακοπεί με την εκεχειρία της 15ης Ιανουαρίου και, δεύτερον, να δημιουργήσει συνθήκες κατάλληλες για τη συμφιλίωση των αντιπάλων παρατάξεων στη χώρα και για ειρηνική μεταπολεμική εξέλιξη. Ο πρώτος στόχος πραγματοποιήθηκε, ο δεύτερος όμως όχι. Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα, η Ελλάδα ήταν περισσότερο διχασμένη παρά ποτέ και σιγά σιγά φούντωνε νέος εμφύλιος πόλεμος. η δε Συμφωνία της Βάρκιζας είχε αποδειχτεί πως δεν ήταν παρά κουρελόχαρτο. Τα αίτια αυτών των εξελίξεων δεν μπορούν ασφαλώς να αναζητηθούν στο κείμενό της, αφού το λεκτικό της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν εξίσου καλό με οποιοδήποτε παρόμοιας συνθήκης ίσης σπουδαιότητας. Αν και οι δύο πλευρές είχαν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, ίσως να είχε υπάρξει δυνατότητα ειρηνικής εξέλιξης.» Richter H., «Η Συμφωνία της Βάρκιζας και τα αίτια του Εμφύλιου Πολέμου», Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950. Ένα Έθνος σε κρίση, Θεμέλιο 1984, σ.286.
Φωτογραφικό στιγμιότυπο από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, 12 Φεβρουαρίου 1945. Από αριστερά: ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης (στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ), ο στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπι (Διοικητής των βρετανικών δυνάμεων στην Αθήνα) και ο Ναπολέων Ζέρβας (στρατιωτικός αρχηγός του ΕΔΕΣ) (Αθήνα, Αρχείο Ε.Λ.Ι.Α.).
Η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ στους Βρετανούς στρατιώτες, μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας (Αθήνα, Πολεμικό Μουσείο).
«Η Συμφωνία της Βάρκιζας αντικατόπτριζε τον συσχετισμό δυνάμεων μετά τη μάχη της Αθήνας. Το ΚΚΕ ηττήθηκε: βρέθηκε εκτός κυβέρνησης, ενώ υποχρεώθηκε να αποστρατεύσει τον κομματικό του στρατό, τον ΕΛΑΣ, και να διαλύσει το κράτος που είχε δημιουργήσει στην κατοχή μέσω του ΕΑΜ. Με άλλα λόγια, απώλεσε τη δυνατότητα διεκδίκησης της εξουσίας, μια δυνατότητα που βασιζόταν αποκλειστικά στη στρατιωτική του ισχύ. Όμως, μολονότι συντριπτική, η ήττα του δεν ήταν ολοκληρωτική, καθώς το ΚΚΕ διέθετε ακόμη σημαντικά ερείσματα και οι Βρετανοί δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν τον πόλεμο εκτός Αθηνών. Έτσι διατήρησε τη δυνατότητα συμμετοχής στη νέα πολιτική πραγματικότητα που ξεκινούσε. Μπορούσε, μ' άλλα λόγια, να παίξει το πολιτικό παιχνίδι της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Έναν, περίπου, χρόνο αργότερα, όμως, επέλεξε την οδό μιας νέας ένοπλης σύγκρουσης. Γιατί απέτυχε η Βάρκιζα; Η σχετική ιστοριογραφία διαιρείται σε δύο σχολές, με βάση τις πολιτικές συμπάθειες των φορέων της. Η αντικομμουνιστική μεταπολεμική σχολή θεωρούσε πως η Βάρκιζα δεν ήταν για το ΚΚΕ παρά μια ευκαιρία ανασύνταξης, ώσπου να ωριμάσουν οι συνθήκες για την επόμενη επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας, τον "τρίτο γύρο", όπως και έγινε. Άλλωστε, το ΚΚΕ αθέτησε την υποχρέωσή του να αφοπλιστεί, αποκρύπτοντας τον καλύτερο οπλισμό του, ενώ οργάνωσε ένα ολόκληρο στρατόπεδο εκπαίδευσης των στρατιωτικών του στελεχών στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Αντίθετα, η σχολή αυτή υποβάθμιζε το θέμα των διώξεων που εξαπολύθηκαν εναντίον των οπαδών (πραγματικών ή φανταστικών) του ΚΚΕ και τις αποδίδει αποκλειστικά σε μη ελεγχόμενες αντεκδικήσεις. Στην αντίθετη ακριβώς όχθη, συναντά κανείς τη φιλοκομμουνιστική μεταπολιτευτική σχολή, που υποστηρίζει πως το ΚΚΕ είχε αγκαλιάσει τον κοινοβουλευτισμό, αλλά ότι την επιλογή του αυτή υπονόμευσαν οι αντίπαλοί του, σπρώχνοντάς το στον δρόμο της ένοπλης δράσης. Πρόκειται για μια αντίληψη που θεωρεί το ΚΚΕ ως μοναδική περίπτωση πολιτικού κόμματος (και δη επαναστατικού…) που αποστρεφόταν την εξουσία και κατέφευγε (επανειλημμένως μάλιστα) στα όπλα με το ζόρι, μόνο όταν το έσπρωχναν οι αντίπαλοί του. Στην ίδια ακριβώς λογική εντάσσεται και ο χαρακτηρισμός της παραβίασης της Συμφωνίας της Βάρκιζας ως "μονόπλευρης": ότι δηλαδή παραβιάστηκε μόνο από την κυβερνητική πλευρά μέσω των διώξεων και της "λευκής τρομοκρατίας".» Καλύβας Στ., «Η Συμφωνία της Βάρκιζας», Η Καθημερινή, 18.4.2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...