Ετικέτες
- Α΄ Λυκείου (127)
- Αρχαία (47)
- Β΄ Λυκείου (188)
- Γ΄ Λυκείου (132)
- Γλώσσα (46)
- Ιστορία (290)
- Λογοτεχνία (65)
- Φιλοσοφία (29)
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025
ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Την κατάλυση της περσικής αυτοκρατορίας και την εξάπλωση του Ελληνισμού στην Ανατολή ακολούθησαν σημαντικές μεταβολές στον οικονομικό τομέα, που επηρέασαν στη συνέχεια τη δομή των ελληνιστικών βασιλείων. Ο ελληνιστικός κόσμος, Έλληνες και αλλοεθνείς,λειτούργησαν μέσα σε ένα ενιαίο οικονομικό σύστημα. Τα κυριότερα οικονομικά στοιχεία που αφορούσαν τις ελληνικές πόλεις-κράτη και την περσική αυτοκρατορία, συγχωνεύτηκαν μέσω της χρήσης κοινού νομισματικού συστήματος, κοινής δημοσιονομικής πολιτικής και κοινού τρόπου συναλλαγών.
Οι βασιλείς ήταν κάτοχοι όλης της γης και του μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής. Η πλούσια γεωργική παραγωγή και η ανταλλαγή των παραγόμενων αγαθών μεταξύ των βασιλείων άνοιξαν νέους ορίζοντες στο εμπόριο. Για τη διευκόλυνση των συναλλαγών χρησιμοποιήθηκαν τα ελληνικά νομίσματα και αποσύρθηκαν τα περσικά. Παράλληλα δημιουργήθηκαν τράπεζες και χρησιμοποιήθηκαν επιταγές.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Όσοι ασχολήθηκαν με το εμπόριο και τις τραπεζικές επιχειρήσεις αλλά και όσοι άσκησαν εξουσία ως βασιλικοί υπάλληλοι, διαμόρφωσαν μια προνομιούχο τάξη, μια αστική* τάξη που αποτελούνταν κυρίως από Έλληνες και λίγους ελληνίζοντες γηγενείς. Το μεγαλύτερο μέρος των γηγενών ήταν εργάτες και μικροκαλλιεργητές που συγκεντρώθηκαν στις μεγαλουπόλεις για αναζήτηση καλύτερης τύχης. Μέσα σε αυτό το σύστημα οικονομικών σχέσεων ευνοήθηκε η ανάπτυξη της δουλείας. Όπου δεν επαρκούσεη εργασία των ελεύθερων πολιτών, χρησιμοποιήθηκαν δούλοι. Η εξαρτημένη εργασία δουλοπαροικιακού χαρακτήρα που ίσχυε στην Ανατολή, μολονότι δεν εγκαταλείφθηκε, δεν επαρκούσε πλέον για να καλύψει τις ανάγκες της πλούσιας διαβίωσης των ηγεμόνων και των ανώτερων στρωμάτων. Οι ανάγκες αυτές καλύφθηκαν κυρίως με τη χρησιμοποίηση δούλων.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Το σύστημα διακυβέρνησης στα ελληνιστικά βασίλεια ήταν η απόλυτη μοναρχία. Οι ηγεμόνες συγκέντρωσαν στο πρόσωπο τους όλες τις εξουσίες και κυβέρνησαν με ένα επιτελείο από Έλληνες και λίγους γηγενείς που ανήκαν σε ανώτερα οικονομικά στρώματα και είχαν εξελληνιστεί. Την αίγλη των ηγεμόνων επαύξανε η λατρεία που τους αποδιδόταν από τους υπηκόους. Σ' αυτό το σύστημα της απόλυτης μοναρχίας ο πολίτης δεν είχε να διαδραματίσει κανένα ρόλο, ενδιαφερόταν μόνο για το ατομικό του συμφέρον.
Το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε από τη μητροπολική Ελλάδα στις μεγαλουπόλεις της Ανατολής (Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Πέργαμο και άλλες), που αποτέλεσαν τα διοικητικά, οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα του ελληνιστικού κόσμου.
Ο ελλαδικός χώρος κυβερνήθηκε κατά τα πρότυπα της μακεδονικής βασιλείας. Κάποιες πόλεις-κράτη (Αθήνα, Σπάρτη, Ρόδος, Δήλος και άλλες), όμως, διατήρησαν την αυτονομία τους, υπακούοντας πολλές φορές στις επιθυμίες των βασιλέων. Άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου για να διατηρήσουν την αυτονομία τους οργανώθηκαν σε ομοσπονδίες, όπως συνέβη με τους Αιτωλούς και τους κατοίκους της Αχαΐας.
ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ: ο Αλέξανδρος, όταν κατέλαβε την Αίγυπτο, αναγορεύθηκε φαραώ και όταν κατέλυσε την περσική αυτοκρατορία ανέβηκε στο θρόνο των Αχαιμενιδών κι εξουσίασε πολλούς λαούς. Έτσι η βασιλεία έγινε προσωπική.
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Ιδρυτής του ήταν ο Πτολεμαίος, στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου. Στην κυριαρχία του, εκτός από την Αίγυπτο, είχε την περιοχή της Κυρηναϊκής (σημερινή Λιβύη), την Κύπρο, που ήταν η ναυτική βάση του κράτους, και κατά διαστήματα τη νότια περιοχή της Συρίας. Οι κάτοικοι του βασιλείου στην πλειοψηφία τους ήταν Αιγύπτιοι, υπήρχαν όμως και άλλες εθνικές μειονότητες, όπως Εβραίοι, Πέρσες, Έλληνες και Σύροι. Οι Πτολεμαίοι κυβέρνησαν την Αίγυπτο για τρεις περίπου αιώνες και στήριξαν την εξουσία τους στο καλά οργανωμένο στρατό και στόλο τους. Δεν εφάρμοσαν την πολιτική της συγχώνευσης Ελλήνων και «βαρβάρων», αλλά έδειξαν ανοχή στις παραδόσεις και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των κατοίκων της χώρας τους. Η οικονομική ανάπτυξη της Αιγύπτου οφειλόταν στο καλά οργανωμένο και ελεγχόμενο από τους Πτολεμαίους εμπόριο και στη φορολόγησή του. Απέφυγαν να επιβαρύνουν με φόρους το γηγενή πληθυσμό που είχε ως κύρια ασχολία την καλλιέργεια της γης. Υποστήριξαν με όλα τα μέσα την ανάπτυξη του εμπορίου· γι' αυτό και η Αλεξάνδρεια εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της Μεσογείου. Το εμπόριο ευνόησε την πνευματική ανάπτυξη της πόλης.
Οι Πτολεμαίοι διατήρησαν το παλαιό διοικητικό σύστημα. Ήταν συνεχιστές της πολιτικής των φαραώ. Κυβέρνησαν συγκεντρωτικά με ένα επιτελείο, του οποίου τις ηγετικές θέσεις κατείχαν Έλληνες, ενώ στην υπόλοιπη κρατική μηχανή είχαν διορίσει κατά κύριο λόγο γηγενείς.
Το βασίλειο της Αιγύπτου άκμασε τον 3ο αι. π.Χ. Από το 2ο αι. π.Χ. όμως, εξαιτίας της εκμετάλλευσης των γηγενών, σημειώθηκαν πολλές εξεγέρσεις χωρικών. Παράλληλα, οι συγκρούσεις στο εξωτερικό, κυρίως με τους Σελευκίδες για την περιοχή της νότιας Συρίας, εξασθένησαν το κράτος και οδήγησαν βαθμιαία στην υποταγή του στους Ρωμαίους (31 π.Χ.).
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ
Ιδρύθηκε από το Σέλευκο, στρατηγό του Μ. Αλεξάνδρου, τον ισχυρότερο από τους νικητές της μάχης στην Ιψό (301 π.Χ.).
Το βασίλειο των Σελευκιδών εμφανίστηκε ως η συνέχεια της αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου, καθώς είχε τα ίδια σύνορα με εκείνη. Εξαπλώθηκε στην Ασία και περιλάμβανε ποικίλες εθνότητες. Δεν είχε πάντοτε τα ίδια όρια. Οι εδαφικές αυξομειώσεις του ήταν κάθε φορά ανάλογες με την ισχύ της κεντρικής εξουσίας.
Το βασίλειο των Σελευκιδών είχε ιδιαίτερα μεγάλη έκταση. Εξαπλωνόταν από τον Ινδό μέχρι τη Μεσόγειο και από τον Καύκασο και την Κασπία θάλασσα μέχρι τον Περσικό κόλπο και την Αραβία. Επειδή ο εδαφικός του πυρήνας ήταν η περιοχή της Συρίας, γι' αυτό έγινε γνωστό ως βασίλειο της Συρίας. Δεν είχε εσωτερική συνοχή και τα εδάφη στις ανατολικές περιοχές και η Μ. Ασία γρήγορα χάθηκαν. Οι Σελευκίδες προσπάθησαν να διατηρήσουν την ακεραιότητα του κράτους είτε με τον ισχυρό στρατό τους είτε με την ίδρυση πόλεων, όπου συγκεντρώνονταν άτομα διαφορετικών εθνοτήτων4. Στην αρχή, πρωτεύουσα του κράτους ήταν η Σελεύκεια στον Τίγρη ποταμό. Στη συνέχεια όμως το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε προς τη Μεσόγειο και πρωτεύουσα έγινε η Αντιόχεια στον Ορόντη ποταμό, η οποία εξελίχθηκε σε μεγάλο οικονομικό και πνευματικό κέντρο.
Αν και η πολιτική ενότητα του κράτους ήταν πλασματική, εντούτοις τον 3ο αι. π.Χ. το βασίλειο των Σελευκιδών ήταν η μεγαλύτερη δύναμη με πλούσια οικονομία, βασισμένη στη γεωργία και στο χερσαίο εμπόριο. Από εκεί περνούσαν όλοι οι εμπορικοί δρόμοι των καραβανιών που ένωναν τις αγορές της Ανατολής με τη Μεσόγειο.
Οι Σελευκίδες στη διοίκηση διατήρησαν τη διαίρεση της περσικής αυτοκρατορίας σε σατραπείες. Διοικητές διόρισαν Έλληνες αλλά και γηγενείς αξιωματούχους.
Το κράτος, εξαιτίας των αποσχιστικών τάσεων των απομακρυσμένων περιοχών και των συγκρούσεων με τους Πτολεμαίους και τους Ρωμαίους, άρχισε να παρακμάζει από τις αρχές του 2ου αι. π.Χ.
ΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΑΔΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
Στη μητροπολιτική Ελλάδα ο θεσμός της βασιλείας είχε τις ρίζες του στη φυλετική οργάνωση του κράτους. Το βασιλιά τον εξέλεγε η συνέλευση των στρατιωτών και τον πλαισίωνε ένα συμβούλιο ευγενών. Η παράδοση αυτή διατηρήθηκε καθ' όλη την αρχαιότητα στα ελληνικά φύλα που δεν εξελίχθηκαν πολιτικά και δεν οργανώθηκαν σε πόλεις-κράτη, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με τους Μακεδόνες και τους Ηπειρώτες. Έτσι ο θεσμός της βασιλείας σ' αυτούς είχε «εθνικό» χαρακτήρα και διατήρησε το τυπικό της αναγόρευσης του βασιλιά από το στρατό, ακόμα και όταν η βασιλεία έγινε κληρονομική. Στον ελλαδικό χώρο, καθοριστικό ρόλο κατά τους ελληνιστικούς χρόνους έπαιξαν το βασίλειο της Μακεδονίας και το βασίλειο της Ηπείρου.
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Η έκταση του βασιλείου ήταν περιορισμένη, κυρίως στο χώρο της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και σε περιοχές της νότιας Ελλάδας. Είχε όμως πολιτισμική ομοιογένεια και οργάνωση φυλετική*, βασισμένη στην κοινή καταγωγή των κατοίκων του. Ο βασιλιάς ήταν ο κύριος κάτοχος της γης, των δασικών εκτάσεων και των ορυχείων. Μεγάλο μέρος της γης ο βασιλιάς είχε εκχωρήσει ως δωρεά ανακλητή σε ευγενείς. Εκτός από τις εκτάσεις που ανήκαν στους ευγενείς, υπήρχε και ένας μεγάλος αριθμός μικρών και μεσαίων καλλιεργητών. Αυτοί αποτελούσαν το μακεδονικό στρατό, από τον οποίο επικυρωνόταν η ανάρρηση του βασιλιά στοθρόνο5. Τις μεγάλες γαιοκτησίες, που ανήκαν στο βασιλιά ή τους ευγενείς, καλλιεργούσαν ελεύθεροι μισθωτοί ή δούλοι.
Το βασίλειο της Μακεδονίας μετά τη διάσπαση της αυτοκρατορίας κυβέρνησε ο Κάσσανδρος. Από τους ηγεμόνες που τον διαδέχτηκαν στο θρόνο σπουδαιότερος ήταν ο Δημήτριος Πολιορκητής, ο οποίος κατέλαβε το θρόνο της Μακεδονίας για επτά χρόνια (294-287 π.Χ.) και διώχθηκε στη συνέχεια από τον Πύρρο, το βασιλιά της Ηπείρου.
Το βασίλειο, στη συνέχεια, ταλαιπωρήθηκε από την έλλειψη ισχυρής εξουσίας και κυρίως από την επιδρομή των Γαλατών (280 π.Χ.), φύλων κελτικής καταγωγής από τη βορειοδυτική Ευρώπη. Τους Γαλάτες, που προξένησαν πολλές καταστροφές στη Μακεδονία, την Ήπειρο και τη νότιο Ελλάδα, απομάκρυνε οριστικά από τον ελλαδικό χώρο ο Αντίγονος Γονατάς, γιος του Δημήτριου Πολιορκητή (277 π.Χ.). Αυτός έγινε ο ιδρυτής της νέας μακεδονικής δυναστείας των Αντιγονιδών, που κυβέρνησαν μέχρι την κατάληψη της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους (168 π.Χ.). Οι βασιλείς που κυβέρνησαν το 2ο αι. π.Χ. εξασθένισαν το κράτος και τις υπόλοιπες ελληνικές δυνάμεις, στην προσπάθειά τους να επιβληθούν στη νότια Ελλάδα.
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ
Η Ήπειρος ήταν μια από τις περιοχές του ελληνικού χώρου που μέχρι τους ελληνιστικούς χρόνους είχε μείνει στην αφάνεια. Κατοικήθηκε από δωρικά φύλα, που δεν είχαν εξελιχθεί πολιτιστικά και δεν ακολούθησαν την ανάπτυξη των άλλων πόλεων της νότιας Ελλάδας. Το ισχυρότερο φύλο ήταν οι Μολοσσοί, απ' όπου καταγόταν η Ολυμπιάδα, μητέρα του Μ. Αλεξάνδρου. Την περίοδο της βασιλείας του Φιλίππου Β' και του Αλεξάνδρου, το βασίλειο της Ηπείρου ήταν υποτελές στους Μακεδόνες.
Οι Μολοσσοί κυβερνούνταν με ένα σύστημα μετριοπαθούς βασιλείας. Τη βασιλική, δηλαδή, εξουσία περιόριζε ανώτατος άρχοντας, αντιπρόσωπος του λαού. Μια φορά το χρόνο ο βασιλιάς και ο λαός των Μολοσσών συγκεντρώνονταν στο πολιτικό και θρησκευτικό τους κέντρο, την Πασσαρώνα, όπου αντάλλασσαν όρκους πίστης για διακυβέρνηση, σύμφωνη προς τους νόμους.
Το βασίλειο της Ηπείρου έφτασε στη μεγαλύτερή του ισχύ, όταν στο θρόνο ανέβηκε ο Πύρρος, ηγέτης με πολλές ικανότητες και μεγαλεπήβολα σχέδια. Ήθελε να δημιουργήσει ένα κράτος ανάλογο με εκείνο του Μ. Αλεξάνδρου. Για τον λόγο αυτό επιχείρησε να κυριαρχήσει στη Δύση. Σε διάστημα πέντε χρόνων (280-275 π.Χ.) αντιμετώπισε τους Ρωμαίους στην Ιταλία και τους Καρχηδόνιους στη Σικελία. Επέστρεψε όμως με πολλές απώλειες και με εξαντλημένο το στρατό του στην Ήπειρο. Από τότε επικράτησε ο όρος "πύρρειος νίκη": τέτοιο βαρύ τίμημα είχε η νίκη του Πύρρου στο Άσκλον (σημερινό Άσκολι Σατριάνο, Φότζια) το 279 π.Χ. επί των Ρωμαίων: αν και τυπικά ο Μολοσσός βασιλιάς αναδείχθηκε νικητής, έχασε πολλούς άνδρες και τους πιο επίλεκτους αξιωματικούς του - αναγκάστηκε έτσι να μεταβάλει τα αρχικά σχέδιά του, τα οποία προέβλεπαν πορεία προς τη Ρώμη. Ο Πλούταρχος γράφει πως όταν ένας στρατιώτης πλησίασε τον Πύρρο για να τον συγχαρεί, αυτός του απάντησε αυτοσαρκαστικά, «Μια ακόμα νίκη επί των Ρωμαίων και θα χαθούμε εντελώς». Το τελευταίο σχέδιο του Πύρρου ήταν η υποταγή της Μακεδονίας και της νότιας Ελλάδας. Σε εκστρατεία στην Πελοπόννησο απέτυχε και πέθανε άδοξα κατά τη διάρκεια οδομαχιών στο Άργος (272 π.Χ.).
ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ-ΚΡΑΤΗ
Το πολιτικό σύστημα της απόλυτης μοναρχίας που κυριάρχησε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους και οι ανταγωνισμοί μεταξύ των ηγεμόνων δεν επέτρεψαν την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών. Έτσι, η πόλη-κράτος, που ήδη βρίσκεται σε παρακμή ως οργανωτικός θεσμός, επιβιώνει πλέον την εποχή αυτή μέσα από τα ακόλουθα σχήματα:
♦ Οι περισσότερες πόλεις-κράτη απορροφήθηκαν από τα ελληνιστικά βασίλεια.
♦ Άλλες συγκρότησαν ομοσπονδιακά κράτη, όπως ήταν οι συμπολιτείες.
♦ Ορισμένες κατόρθωσαν να αποσπάσουν την εύνοια των μοναρχών και να διατηρήσουν την αυτονομία τους, όπως συνέβη με την Αθήνα, τη Σπάρτη, τη Ρόδο, τη Δήλο και άλλες.
ΑΘΗΝΑ
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου εξαρτήθηκε από την πολιτική των βασιλέων της Μακεδονίας. Αρχικά ο Κάσσανδρος, διόρισε κυβερνήτη της πόλης το Δημήτριο Φαληρέα ο οποίος κυβέρνησε (317-307 π.Χ.) ως τύραννος και διώχθηκε στη συνέχεια από το Δημήτριο Πολιορκητή. Η Αθήνα επιχείρησε απελευθερωτικό αγώνα, όταν βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο Αντίγονος Γονατάς. Στον αγώνα αυτό (267-261 π.Χ.) ηγήθηκε ο Αθηναίος στωικός φιλόσοφος Χρεμωνίδης. Εξεγέρσεις επιχείρησαν και άλλες πόλεις αλλά η προσπάθειά τους απέτυχε. Ο Αντίγονος Γονατάς νίκησε τους συνασπισμένους Έλληνες και κατέλαβε την Αθήνα, ενώ ο Χρεμωνίδης κατέφυγε στην αυλή των Πτολεμαίων. Έκτοτε και μέχρι την υποταγή της στους Ρωμαίους (86 π.Χ.), ο ρόλος της Αθήνας υποβαθμίστηκε πολιτικά, πολιτιστικά ωστόσο εξακολούθησε να είναι πρωταγωνιστικός.
ΣΠΑΡΤΗ
Ο τρόπος διακυβέρνησής της και η εξωτερική πολιτική απομόνωσης που ακολουθούσε δημιούργησαν τον 3ο αι. π.Χ. κοινωνικό και πολιτικό αδιέξοδο. Ο πληθυσμός της Σπάρτης ελαττώθηκε. Οι ελεύθεροι πολίτες έφτασαν περίπου τους επτακόσιους και απ' αυτούς μόνο εκατό είχαν γεωργικό κλήρο7. Αναγκαίες προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης ήταν η διαγραφή των χρεών και ο αναδασμός* της γης. Απόπειρες για την εξομάλυνση της κοινωνικής κρίσης έκαναν οι βασιλείς της Άγις και Κλεομένης.
Ο Άγις Δ΄ όταν έγινε βασιλιάς (244 π.Χ.) επιχείρησε να προχωρήσει σε κάποιες μεταρρυθμίσεις, προτείνοντας την ένταξη των περιοίκων* στην τάξη των Σπαρτιατών πολιτών. Τα σχέδιά του όμως συνάντησαν την αντίδραση των πλουσίων και ο ίδιος δολοφονήθηκε. Δέκα περίπου χρόνια αργότερα, ο Κλεομένης Γ' προχώρησε με αργά αλλά σταθερά βήματα σε κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Οι αλλαγές αυτές είχαν αντίκτυπο και σε άλλες πόλεις της Πελοποννήσου, όπου οι κατώτερες τάξεις καταπιέζονταν. Ο στρατηγός της Αχαϊκής συμπολιτείας Άρατος, που έβλεπε με ανησυχία τις εξεγέρσεις, ζήτησε τη βοήθεια των Μακεδόνων. Ο Κλεομένης νικήθηκε στη Σελλασία (222 π.Χ.), στην είσοδο της Λακωνικής, από τις μακεδονικές δυνάμεις. Στη Σπάρτη εγκαταστάθηκε μακεδονική φρουρά, ενώ ο Κλεομένης ζήτησε καταφύγιο στην αυλή των Πτολεμαίων.
Ακολούθησε περίοδος πολιτικής αστάθειας και εξεγέρσεων. Την έκρυθμη αυτή κατάσταση εκμεταλλεύτηκε ο Νάβις, γόνος βασιλικής οικογένειας. Επέβαλε προσωπική εξουσία (206 π.Χ.) και φαίνεται ότι συνέχισε το μεταρρυθμιστικό έργο του Κλεομένη. Συνάντησε όμως τις αντιδράσεις άλλων ελληνικών πόλεων που είχαν φοβηθεί από την εξάπλωση των μεταρρυθμίσεων. Η δολοφονία του (192 π.Χ.) επισφράγισε το τέλος της αυτονομίας της Σπάρτης, η οποία έκτοτε και μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση έγινε μέλος της Αχαϊκής συμπολιτείας.
ΡΟΔΟΣ
Η μεγάλη ανάπτυξη της Ρόδου οφείλεται στις οικονομικές συγκυρίες που διαμορφώθηκαν μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου. Η γεωγραφική θέση και το ναυτικό της βοήθησαν ώστε να εξελιχθεί σε μεγάλο εμπορικό κέντρο. Η ισχυρή τείχιση και η εξωτερική πολιτική της Ρόδου ήταν δύο παράγοντες που καθόρισαν την ιστορική πορεία του νησιού κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., απέκρουσε την επίθεση του Δημητρίου (305-4 π.Χ.). Από την πολιορκία της Ρόδου ο Δημήτριος πήρε την επωνυμία Πολιορκητής.
Η Ρόδος τυπικά είχε δημοκρατικό πολίτευμα. Τη διακυβέρνησή της όμως, ουσιαστικά, είχαν οι πλούσιοι έμποροι και οι τραπεζίτες. Σε περιόδους κρίσης οι πλούσιοι, για να αποφύγουν κοινωνικές εξεγέρσεις, αναλάμβαναν τη διατροφή των φτωχών.
Τη δύναμή της φαίνεται ότι υπολόγιζαν όχι μόνο τα ελληνιστικά βασίλεια αλλά και η ανερχόμενη Ρώμη. Η Ρόδος συμμάχησε μαζί της κατά του Αντιόχου Γ' της Συρίας. Σε αντάλλαγμα οι Ρωμαίοι της παραχώρησαν τη Λυκία και μέρος της Καρίας. Όταν όμως αργότερα συντάχθηκε με τη Μακεδονία, κύριο αντίπαλο της Ρώμης, οι Ρωμαίοι απέσπασαν τη Λυκία και την Καρία και ανακήρυξαν "ελεύθερο λιμάνι" τη Δήλο (167 π.Χ.) με στόχο να την εξουθενώσουν οικονομικά. Έκτοτε το ροδιακό κράτος άρχισε να παρακμάζει και τελικά υποδουλώθηκε στους Ρωμαίους (43 π.Χ.).
ΔΗΛΟΣ
Ο ιερός χαρακτήρας της Δήλου συνέβαλε ώστε να εξελιχθεί σταδιακά σε οικονομικό κέντρο. Η επίκαιρη γεωγραφική του θέση, στο κέντρο του Αιγαίου, προκάλεσε το ενδιαφέρον των βασιλέων. Στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., όταν παρήκμασε η ναυτική ισχύς των Αθηναίων, η Δήλος πέρασε στη σφαίρα επιρροής των βασιλέων της Μακεδονίας. Αυτή ήταν η περίοδος της οικονομικής ανάπτυξής της. Χαρακτηριστικά δείγματα της εμπορικής δραστηριότητας του νησιού ήταν η δημιουργία δημόσιων και ιδιωτικών τραπεζών και η αναγνώριση του λιμανιού της Δήλου ως σπουδαίου σταθμού του διαμετακομιστικού εμπορίου της Ανατολικής Μεσογείου. Το 167 π.Χ. οι Ρωμαίοι, αφού κατέβαλαν το βασίλειο της Μακεδονίας, ανακήρυξαν τη Δήλο "ελεύθερο λιμάνι", παραχωρώντας παράλληλα την εποπτεία του νησιού στους Αθηναίους. Οι Δήλιοι διώχθηκαν και οι νέοι κάτοικοι που άρχισαν να συρρέουν συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξή της κατά το δεύτερο μισό του 2ου αι. π.Χ. Στην πραγματικότητα η επιρροή της Αθήνας ήταν ελάχιστη· τη ζωή της Δήλου όριζαν πλέον ξένοι, Έλληνες από άλλες πόλεις. Αιγύπτιοι, Σύροι, Φοίνικες, Εβραίοι, Ιταλοί. Όλοι όμως βρίσκονταν κάτω από την εποπτεία της Ρώμης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
ΣΟΥΔΑΝ- ΙΝΔΙΑ- ΙΣΛΑΜΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ: ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΗΜΕΡΑ
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Δουλείας του 2023, εκτιμάται ότι, το 2021, 1 ανά 2000 άτομα βρίσκονταν υπό καθεστ...

-
Αντισταθείτε σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει "Καλά είμαι εδώ". Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι στο σ...
-
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός): Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό ...
-
Εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, φανερό είναι ότι πρέπει κυρίως να αποκαλούμε την πόλη αμετάβλητη, όταν το πολίτευμά της μένει το ίδιο....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου