Ετικέτες
- Α΄ Λυκείου (125)
- Αρχαία (50)
- Β΄ Λυκείου (198)
- Γ΄ Λυκείου (132)
- Γλώσσα (44)
- Ιστορία (294)
- Λογοτεχνία (62)
- Φιλοσοφία (28)
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024
"ΟΙ ΛΗΣΤΕΣ" του ΦΡΗΝΤΡΙΧ ΣΙΛΛΕΡ
Οι ληστές (τίτλος στα γερμανικά: Die Räuber) είναι το πρώτο θεατρικό έργο του Φρίντριχ Σίλλερ. Είναι ένα από τα εμβληματικά έργα του γερμανικού λογοτεχνικού κινήματος Θύελλα και Ορμή (Sturm und Drang). Δημοσιεύθηκε το 1781 και παρουσιάστηκε το 1782 στο Μάνχαϊμ, με μεγάλη επιτυχία. Αρχικά δεν προοριζόταν όχι για θεατρικό, αλλά για δράμα προς ανάγνωση και χωρίζεται σε πέντε πράξεις.
Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τη σύγκρουση δύο αριστοκρατών αδελφών, του χαρισματικού και επαναστάτη Καρλ και του μικρότερου αδερφού του Φραντς, που συνωμοτεί για να αφαιρέσει τον τίτλο και την κληρονομιά του Καρλ. Το κεντρικό μοτίβο είναι η σύγκρουση μεταξύ λογικής και συναισθήματος και κεντρικό θέμα η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας.
Οι ομώνυμες όπερες του Σαβέριο Μερκαντάντε (1836) και του Τζουζέπε Βέρντι (1847) βασίζονται σ' αυτό το δράμα του Σίλλερ.
Επανστατική γραφή ενός νεαρού συγγραφέα - ήταν το πρώτο έργο του Φρίντριχ Σίλλερ - ενάντια στην κοινωνία και τις αδικίες της εποχής του: ο Σίλλερ έγραψε τους "Ληστές" επηρεασμένος από το ρομαντικό κίνημα που είχε ήδη εξαπλωθεί στη Γερμανία. Έτσι, επιστράτευσε σ'αυτό όλα τα χαρακτηριστικά της σχολής: υπερβολικό πάθος, βαθύς ιδεαλισμός, υπερβολικά συναισθήματα, απίθανες καταστάσεις, επιθυμία του ρομαντικού ήρωα για ελευθερία, μελαγχολία, έρωτα, μοναξιά και θάνατο.
Ο Σίλλερ εγείρει πολλά ανησυχητικά για την εποχή ζητήματα στο έργο. Αμφισβητεί τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ της προσωπικής ελευθερίας και του νόμου και διερευνά την ψυχολογία της εξουσίας, τη φύση του ηρωισμού και τις ουσιαστικές διαφορές μεταξύ Καλού και Κακού. Επικρίνει έντονα την υποκρισία της κυρίαρχης τάξης και του κλήρου, καθώς και τις οικονομικές ανισότητες της γερμανικής κοινωνίας.
Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε την υπόθεση μεταξύ άλλων από το έργο Σχετικά με την Ιστορία της Ανθρώπινης Καρδιάς (Zur Geschichte des menschlichen Herzens, 1775) του Κρίστιαν Σούμπαρτ. Χρησιμοποίησε ως πρότυπο τη ζωή ενός διαβόητου Γερμανού ληστή, του Νικόλ Λιστ.
Η δράση διαδραματίζεται στη Γερμανία, τον 18ο αιώνα, μεγάλο μέρος της στο κάστρο του κόμη Μαξιμίλιαν φον Μουρ στη Φραγκονία και διαρκεί περίπου δύο χρόνια. Ο ηλικιωμένος ευγενής έχει δύο πολύ διαφορετικούς γιους: τον Καρλ και τον Φραντς. Ο Καρλ είναι ο πρωτότοκος και αγαπημένος του κόμη. Ο Φραντς περιγράφεται ως άσχημος και παραμελημένος κατά την παιδική του ηλικία. Ως δευτερότοκος, δεν έχει δικαίωμα κληρονομιάς, έτσι σχεδιάζει να οικειοποιηθεί τα δικαιώματα του Καρλ και κρύβει πονηρά τη ζήλεια και την υποκρισία του. Στην αρχή του έργου, ο Καρλ είναι φοιτητής στη Λειψία, όπου ζώντας μια αχαλίνωτη φοιτητική ζωή βυθίστηκε στα χρέη, έτσι γράφει ένα γράμμα στον πατέρα του και ορκίζεται να διορθωθεί, εκφράζοντας την επιθυμία του για συγχώρεση.
Εδώ αρχίζει η δράση της τραγωδίας. Ο Φραντς αντικαθιστά το γράμμα του αδερφού του με ένα δικό του: διαβάζει στον πατέρα του ένα κείμενο που φέρεται να έχει γράψει ένας γνωστός τους από τη Λειψία, το οποίο απεικονίζει τον Καρλ ως έκφυλο, δολοφόνο και ληστή. Ο πατέρας τρομοκρατείται τόσο που πείθεται από τον Φραντς να αποδιώξει και να αποκληρώσει τον Καρλ.
Ο Καρλ, που ήλπιζε σε μια συμφιλίωση, απελπίζεται και θεωρεί ότι η απόφαση του πατέρα του είναι άδικη, έτσι εγείρεται μέσα του η εξέγερση. Δελεασμένος από κάποιους συντρόφους του, συμφωνεί να ηγηθεί μιας ομάδας ληστών που σκοπός τους είναι να καταπολεμήσουν και να εκδικηθούν τις αδικίες, τις ατασθαλίες και την τυραννία. Μέσα σ' αυτή τη συμμορία, ωστόσο, προκύπτουν εντάσεις, έχουν παρεισφρήσει άτομα που δολοφονούν και βεβηλώνουν για απόλυτη ευχαρίστηση. Ο Καρλ μπαίνει όλο και πιο βαθιά σ' έναν φαύλο κύκλο αδικίας και βίας, που τον εμποδίζει να επιστρέψει στη κανονική του ζωή και τελικά ορκίζεται αιώνια πίστη στους ληστές. Αλλά όταν αθώοι άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας του και όταν θυμάται την αγαπημένη του μνηστή Αμαλία που βρίσκεται στο πατρικό κάστρο, ο Καρλ αποφασίζει να επιστρέψει στο σπίτι του πατέρα του μεταμφιεσμένος.
Εν τω μεταξύ, ο Φραντς έχει αναλάβει δράση. Χρησιμοποιώντας κι άλλα μοχθηρά ψέματα και υπερβολές για τον «άσωτο γιο», καταφέρνει να ραγίσει την καρδιά του πατέρα του και αναλαμβάνει τον τίτλο του νέου κόμη φον Μουρ. Ενισχυμένος από τον νέο του τίτλο και ζηλεύοντας τη σχέση του Καρλ με την Αμαλία, προσπαθεί να την πείσει να τον παντρευτεί. Η Αμαλία, ωστόσο, μένει πιστή στον Καρλ, αρνείται τις προτάσεις του Φραντς και υπερασπίζεται με γενναιότητα τον αρραβωνιαστικό της.
Ο Καρλ επιστρέφει στο σπίτι, μεταμφιεσμένος, και βρίσκει το κάστρο πολύ διαφορετικό από το πώς το άφησε. Ο Φραντς συστήνεται ως ο κόμης και ο Καρλ μαθαίνει ότι ο πατέρας τους πέθανε και ο Φραντς πήρε τη θέση του. Σε μια στιγμή που μένει μόνος με την Αμαλία - που δεν τον αναγνωρίζει - μαθαίνει ότι η Αμαλία τον αγαπά ακόμη. Παρά τη μεταμφίεση του Καρλ, ο Φραντς τον υποψιάζεται.
Όταν ο Φραντς μαντεύει ποιος είναι κάτω από τη μεταμφίεση, ο Καρλ φεύγει από το κάστρο. Τυχαία, σε ένα κοντινό δάσος, συναντά τον πατέρα του, που τον πίστευε νεκρό, να μαραζώνει σε έναν πύργο από την πείνα και δεν αναγνωρίζει τον αγαπημένο του γιο. Εξοργισμένος, ο Καρλ στέλνει τους ληστές του να εισβάλουν στο κάστρο και να συλλάβουν τον Φραντς. Ο Φραντς βλέπει τους ληστές να πλησιάζουν και αυτοκτονεί πριν τον συλλάβουν. Οι ληστές παίρνουν την Αμαλία από το κάστρο και τη φέρνουν στον Καρλ. Βλέποντας ότι ο Καρλ ζει, η Αμαλία αρχικά χαίρεται. Μόλις ο γέρος κόμης συνειδητοποιεί ότι ο Καρλ είναι ο αρχηγός των ληστών, πεθαίνει από τη θλίψη του.
Ο Καρλ προσπαθεί να απομακρυνθεί από τη συμμορία των ληστών αλλά είναι αδύνατον λόγω του απαράβατου όρκου που τον δένει με τους ληστές. Η Αμαλία, όταν συνειδητοποιεί ότι ο Καρλ δεν μπορεί να επιστρέψει κοντά της, τον παρακαλεί να τη σκοτώσει γιατί δεν θέλει να συνεχίσει να ζει χωρίς αυτόν. Με βαριά καρδιά, ο Καρλ εκπληρώνει την επιθυμία της. Καθώς το έργο τελειώνει, ο Καρλ συνειδητοποιεί ότι η τρομοκρατία και η εγκληματική συμπεριφορά δεν είναι αποδεκτές λύσεις για την ανθρώπινη αδικία, «δύο άνθρωποι σαν εμένα θα κατέστρεφαν ολόκληρη τη δομή του ηθικού κόσμου», και αποφασίζει να παραδοθεί στη δικαιοσύνη.
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ ΑΚΥΛΛΑ ΚΑΡΑΖΗΣΗ:
Οι Ληστές είναι το πρώτο έργο του Schiller και ίσως το λιγότερο γερμανικό. Το έγραψε όταν ήταν 19 χρονών. Στο πρωτόλειο αυτό́ έργο του συνδυάζει το κλασικό μοτίβο της οικογενειακής τραγωδίας με το άλλο μεγάλο δράμα των νεότερων χρόνων: την Επανάσταση.
Πέρα από το πρώτο επίπεδο της πλοκής, δηλαδή την αντίθεση δυο αδελφών που φτάνει στα άκρα με όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά: ραδιουργίες, συκοφαντίες, εξαπατήσεις κλπ., το κύριο και ουσιαστικό θέμα του έργου είναι η εξέγερση που γεννιέται μέσα από μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πορεία ωρίμανσης του ενός από τα δύο αδέλφια, του Karl von Moor.
Παρακολουθούμε την σταδιακή εξέλιξή του από έναν ελευθεριακό τρόπο ζωής ως την βίαιη αποκοπή των σχέσεων του με κάθε μορφή εξουσίας. Από την μια ο πύργος, το σπίτι, όπου κατοικεί ο πατέρας, ο ραδιούργος αδελφός Franz Moor και η μνηστή του απόντος αδελφού κι από την άλλη το δάσος, σκοτεινό και μυστηριώδες, καταφύγιο των Ληστών, μιας ετερόκλητης ομάδας ιδεολόγων Ιακωβίνων, τυχοδιωκτών και κοινών κακοποιών.
Ο «πολιτισμός», το κάστρο, η πόλη και, έξω απ΄ τα τείχη, η «αγριότητα», το δάσος. Εκτός από τον πλούτο των στοχασμών του Διαφωτισμού, που ξεχειλίζει από το σιλλερικο κείμενο, είναι αδύνατον να μην διακρίνει κανείς την αντιστοιχία με το σήμερα: την ίδια αντίφαση τότε και τώρα μέσα στην καρδιά της σκέψης του Διαφωτισμού: Την παθολογική πολυπλοκότητα των οικογενειακών σχέσεων, και τη μελαγχολία της Επανάστασης.
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, Σκηνοθεσία: Ακύλλας Καραζήσης, Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Μουσική σύνθεση: Λόλα Τότσιου, Επιμέλεια Ομαδικής Κίνησης: Ηλέκτρα Καρτάνου, Φωτισμοί: Μαριέττα Παυλάκη, Βοηθός Σκηνοθέτη: Μάρα Τσικάρα, Βοηθός Σκηνογράφου & Ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή, Βοηθός Σκηνογράφου: Σοφία Θεοδωράκη, Οργάνωση Παραγωγής: Μαριλύ Βεντούρη, Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud)
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Χαρά Γιώτα, Κωστής Καπελλίδης, Φαμπρίτσιο Μούτσο, Γιάννης Σύριος: Ληστές (Σβάιτσερ, Ρόλλερ, Σούφτερλε, Γκριμ)
Χρίστος Νταρακτσής: Μόριτς
Φωτεινή Τιμοθέου: Σπηλγκεμπερτ
Έφη Σταμούλη: Μαξιμίλιαν φον Μορ
Γιάννης Τσεμπερλίδης: Φραντς φον Μορ
Γιώργος Κολοβός: Καρλ φον Μορ
Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου: Αμάλια
Μάρα Τσικάρα: Χέρμαν
Ηλέκτρα Καρτάνου: Αφηγήτρια | Περιπλανώμενη
Λωξάνδρα Λούκας: Το παιδί (Μαργαρίτα)
Μουσικοί επί σκηνής: Αλίκη Μάρδα (βιολοντσέλο), Κατερίνα Ταντανόζη (τρομπέτα)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...
-
Αντισταθείτε σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει "Καλά είμαι εδώ". Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι στο σ...
-
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός): Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό ...
-
Εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, φανερό είναι ότι πρέπει κυρίως να αποκαλούμε την πόλη αμετάβλητη, όταν το πολίτευμά της μένει το ίδιο....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου