Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

ΦΥΣΙΟΚΡΑΤΕΣ ΚΑΙ ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΤΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΙ

Κατά τον 17ο και αρχές του 18ου αιώνα, αν και ο φεουδαλισμός είχε πάψει να υφίσταται προ πολλού η Γαλλία διατηρούσε τουλάχιστον τη δομή της φεουδαλικής οικονομίας. Οι γαιοπρόσοδοι μαζί με τους φόρους που εισπράττονταν αποτελούσαν την κύρια πηγή απ΄ όπου εξασφαλίζονταν οι πόροι για τη συντήρηση των κεντρικών κρατικών υπηρεσιών που απάρτιζαν την Αυλή, του στρατού και τη χρηματοδότηση δημοσίων έργων και διαφόρων άλλων έργων πολιτισμού. Η δε γαιοπρόσοδος εισπράττονταν από τους χωρικούς ως ποσοστό της παραγωγής τους. Αυτοί έπρεπε μόνοι τους να εξασφαλίσουν, αφενός, τα απαραίτητα μέσα για τη διαβίωσή τους, καθώς και τα ποσά που χρειάζονταν για να επενδύσουν σε σπόρους, αντλώντας απ΄ ότι τους απέμενε στο μερίδιό τους.
Σ΄ αυτό το οικονομικο-κοινωνικό σκηνικό οι φυσιοκράτες βάσισαν τις θεωρίες τους όπου κατά την άποψή τους "η γη που αποδίδει πρόσοδο αποτελεί την μοναδική πηγή καθαρής παραγωγής". Η ελληνική ονοµασία φυσιοκράτες δόθηκε στους οπαδούς της σχολής αυτής από έναν από τους πρώτους εκπροσώπους της, τον Πιέρ Ντι Πον ντε Νεµούρ, ο οποίος στηρίχτηκε στη σχέση αγροτικής παραγωγής, (της Φύσης), µε τη φιλοσοφική θεωρία της φυσιοκρατίας.
Ο Φρανσουά Κενέ (François Quesnay) το 1758 εκδίδει το σπουδαίο του έργο "Οικονομικός Πίνακας" ("Tableau economique") που ήταν η πρώτη σχηματική απεικόνιση ολόκληρης της οικονομίας, γεγονός που τον κατέστησε, για πολλούς, πρώτο σύγχρονο οικονομολόγο, καθώς και ιδρυτή της πολιτικής οικονομίας. Ο Κενέ στο έργο του αυτό χρησιμοποιώντας όρους ενός αφηρημένου προτύπου απεικονίζει τις ροές των αγαθών κατά τη διαδικασία της παραγωγής και της κατανάλωσης αυτών, κατ΄ αναλογία προς την κυκλοφορία του αίματος, που όμως ελάχιστα διαφέρει από τους σύγχρονους πίνακες εισροών - εκροών της βιομηχανικής παραγωγής. Είναι αλήθεια ότι ο Κενέ εµπνεύστηκε και επηρεάστηκε από την οικονοµική θεώρηση του Κοµφουκιανισµού, η οποία µε τη σειρά της δηµιουργήθηκε στα πλαίσια της αµιγώς αγροτικής οικονοµίας της Κίνας όπου επίσης υπήρχαν φεουδάρχες.
Οι θιασώτες της θεωρίας αυτής, φυσιοκράτες, θεωρούσαν πλέον τη γη κύρια πηγή του εθνικού πλούτου αφού μόνο αυτή, κατά την άποψή τους, παράγει καθαρό πλεόνασμα, θεωρώντας τους άλλους παραγωγικούς τομείς ως στείρες τάξεις καθόσον το μόνο που έκαναν ήταν είτε να προσδίδουν στα αγροτικά προϊόντα καταναλωτική μορφή, είτε εκ της εργασίας τους (βιοτέχνες) να προσθέτουν την αξία της εργασίας τους στη δική τους παραγωγή. Άρα τα αγροτικά προϊόντα θα πρέπει να πωλούνται σε υψηλότερες τιμές, ενώ τα βιομηχανικά σε χαμηλότερες για να αυξηθεί το αγροτικό εισόδημα και εξ αυτού η αύξηση της εθνικής ευημερίας. Παράλληλα όμως οι φυσιοκράτες αναγνώριζαν εκτός την παραγωγική τάξη (αγροτικού τομέα) και την τάξη των γαιοκτημόνων ως νόμιμους δικαιούχους των εγγείων προσόδων, με δεδομένο ότι οι πρόγονοί τους ήταν εκείνοι που πρώτοι μετέβαλαν μια χέρσα γη σε καλλιεργήσιμη έκταση αναγνωρίζοντας την προβιομηχανική διάρθρωση της κοινωνίας.
Με τη φημισμένη φράση των φυσιοκρατών "laissez faire, laissez paser", που ανακλούσε το όλο πιστεύω των Φυσιοκρατών, ισχυροποιούνταν ή άποψη της επικράτησης των φυσικών οικονομικών νόμων και εισάγονταν για πρώτη φορά στην Ιστορία η έννοια της "ελεύθερης αγοράς". Με δεδομένα όλα τα παραπάνω οι φυσιοκράτες εισηγούνταν την άμεση αναδιάρθρωση της φορολογίας με τη θέσπιση ενός και μόνου φόρου επί του καθαρού προϊόντος των γαιοκτημόνων με ταυτόχρονη κατάργηση όλων όσα επιβάρυναν την γαλλική οικονομία.
Έτσι όταν ανέλαβε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Α. Τυργκό το 1774 άρχισε να εφαρμόζει μερικές μεταρρυθμίσεις που βασίζονταν στη φυσιοκρατική θεωρία. Προ αυτών όμως ξέσπασε έντονη αντίδραση των γαιοκτημόνων όπου παρασύροντας πολλούς αγρότες έλαβε διαστάσεις. Προ αυτών αναγκάσθηκε ο Βασιλιάς να παρέμβει και να αντικαταστήσει τον υπουργό Οικονομίας. Μετά από αυτή την εξέλιξη η επίδραση των φυσιοκρατών εξέλιπε μαζί με την θεωρία τους, όμως ορισμένα στοιχεία της θεωρίας αυτής επηρέασαν κάποιες νεότερες οικονομικές θεωρίες και σχολές.
Με τον όρο Εµποριοκρατία, ή Μερκαντιλισµός, εκ του αγγλικού διεθνούς σήµερα όρου "Mercantilism", χαρακτηρίζεται γενικά το οικονοµικό σύστηµα που πολλές φορές ταυτίζει τον πλούτο µε το χρήµα. Είναι κοινώς αποδεκτό πως το σύστηµα αυτό πρεσβεύει ότι µόνο µε κυβερνητικές ρυθµίσεις εθνικιστικού χαρακτήρα µπορεί να εξασφαλιστεί η οικονοµική ευηµερία του κράτους. Οι οπαδοί της εµποριοκρατίας καλούνται εµποριοκράτες ή µερκαντιλιστές. Η χρήση του όρου αυτού χρονολογείται από τον 18ο αιώνα.
Τον όρο "εμποριοκρατία" (Mercantilism) τον εκλαΐκευσε ο Άνταµ Σµιθ (Adam Smith) στο έργο του "Ο Πλούτος των Εθνών", συγκρίνοντας τo εμπόριο ως µέσον πλουτισµού µε το "αγροτικό σύστηµα".
Κατά τον Α. Σµιθ, οι εµποριοκρατικές ρυθµίσεις πέρασαν από δύο στάδια - φάσεις: την πρώτη, της συσσώρευσης πολύτιµων µετάλλων, και τη δεύτερη, όπου οι κανονισµοί επιβάλλονταν στο εµπορικό ισοζύγιο που όπως πιστευόταν, ρύθµιζε τη ροή του χρήµατος.
Σημαντικοί είναι και οι µεταγενέστεροι Βρετανοί οικονοµολόγοι Tόμας Μάλθους (Th. Malthus) και Ντέιβιντ Ρικάρντο (David Ricardo).
Ο γάλλος μονάρχης Λουδοβίκος ΙΓ', ενσαρκώνοντας την ιδέα της απόλυτης μοναρχίας "ελέω θεού", κυβέρνησε ως επικεφαλής ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού που επεξέτεινε τις δικαιοδοσίες του σε όλες τις πτυχές της δημόσιας ζωής (διοίκηση, δίκαιο, οικονομία). Εκτός της πολιτικής η απολυταρχία ήταν και οικονομική (μερκαντιλισμός=ανάμειξη του μονάρχη στις συναλλαγές και την οικονομική δραστηριότητα των υπηκόων του).
Το πρώτο μέρος της βασιλείας του Λουδοβίκου XIV περιλαμβάνει διοικητικές μεταρρυθμίσεις και αναρρύθμιση της φορολογίας (δημοσιονομικής πολιτικής): με τη δημιουργία του "βασιλικού οικονομικού συμβουλίου" ( Conseil royal des finances: 12 Σεπτεμβρίου 1661) τα οικονομικά ρυθμίζονται από τον οικονομολόγο Κολμπέρ και από τον νομικό François-Michel Le Tellier, που τελικά χρηματοδοτεί όλους τους πολέμους του Λουδοβίκου.
Υπάρχουν, επίσης, το "Ύψιστο Συμβούλιο" (Conseil d'en haut) που περιλαμβάνει ελάχιστους υπουργούς, το conseil des dépêches, που συνέρχεται κάθε Δευτέρα για να ρυθμίσει τα οικονομικά ζητήματα των επαρχιών της αυτοκρατορίας, το conseil des finances για ελάσσονα (κατά την εκτίμηση του Κολμπέρ, βεβαίως) οικονομικά ζητήματα, το Συμβούλιο των "επιμέρους" (des parties) για δικαστικές υποθέσεις και το Συμβούλιο της Καθολικής Θρησκείας ("των συνειδήσεων", des consciences, όπως αποκαλείται) για θρησκευτικές υποθέσεις. Όλα αυτά τα επιμέρους συμβούλια απλώς υπερτονίζουν τον κρατικό παρεμβατισμό στις υποθέσεις της επικράτειας.
Μέχρι το 1671, η "παρέα" του Κολμπέρ κυβερνά παρασκηνιακά με απόλυτο παρεμβατισμό: όταν ξεκινούν οι πολεμικές συγκρούσεις με την Ολλανδία, τα έξοδα φτάνουν σε αστρονομικά ποσά. Η τεράστια διαφορά ηλικίας του οικονομολόγου πολιτικού Κολμπέρ με τον βασιλιά Λουδοβίκο (ο Κολμπέρ τότε ήταν 52 ετών ενώ ο Λουδοβίκος ήταν 33) είναι χαρακτηριστική του ελέγχου που ασκούσε η πολιτική του Κολμπέρ στις αποφάσεις του δεύτερου. Ο βασιλιάς δεν θα τον εμπιστευθεί για πολύ: θα στραφεί στον νεώτερο, πλησιέστερο στην ηλικία του οικονομολόγο Louvois, που έως το 1685 θα εγκρίνει όλα τα παράλογα, προκλητικά έξοδα εξοπλισμών και οργάνωσης πολέμων που θα διεξαγάγει ο Λουδοβίκος, προς μεγάλη οργή του λαού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...