Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ- ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ

Ο Θαλής ο Μιλήσιος κατανοώντας την ανυπέρβλητη αξία του νερού αναζήτησε εκεί την αρχή της ζωής.
Ο Ηράκλειτος από την Έφεσο, υποψιάστηκε την ύπαρξη μίας ενέργειας που ποτέ δεν χάνεται, αλλά μόνο αλλάζει μορφή και την παρουσίασε ως το αείζωον πυρ, από το οποίο προέρχεται η ζωή και από το οποίο συντηρείται.
Ο Αναξιμένης (από τη Μίλητο κι αυτός) θεώρησε αρχή της ζωής τον αέρα, «επειδή τα πάντα αναπνέουν χάριν αυτού, ζουν και υπάρχουν».
Ο Αναξίμανδρος όμως, σκέφτηκε πως η αρχή της ζωής θα πρέπει να βρίσκεται σε κάτι έξω από τα στοιχεία της φύσης, αφού και αυτά κάπως ήρθαν σε ύπαρξη. Έτσι, επινόησε την έννοια του απείρου. Το άπειρο είναι μία αιώνια και απροσδιόριστη ύλη, έξω από τον χώρο και τον χρόνο. Αυτή «γεννά» τα στοιχεία της φύσης, τα οποία με τη σειρά τους αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και σχηματίζουν τα διάφορα όντα. Όταν τα όντα κάνουν τον κύκλο της ζωής τους επιστρέφουν εκεί από όπου προήλθαν.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον κόσμο ολόκληρο. Ο Αναξίμανδρος θεωρούσε πως ο κόσμος γεννιέται και πεθαίνει, και στη θέση του ξεκινά και ακμάζει ένας νέος κόσμος. Άποψη πραγματικά αλλόκοτη για την εποχή του. Αλλόκοτος όμως θα ακούστηκε στους συγχρόνους του και ο ισχυρισμός του πως τα έμβια όντα εξελίσσονται από ατελείς υπάρξεις σε τελειότερες, και μάλιστα πως και ο άνθρωπος προήλθε από τα ψάρια. Ο συλλογισμός που τον οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα ήταν ο εξής: «αρχικά ο άνθρωπος προήλθε από διαφορετικά ζώα, διότι τα άλλα ζώα είναι σε θέση να αυτοσυντηρηθούν λίγο καιρό μετά τη γέννησή τους, ενώ ο άνθρωπος χρειάζεται για πολλά χρόνια τη μητρική φροντίδα. Αν, λοιπόν, είχε εμφανιστεί εξ αρχής με την τωρινή του μορφή, δεν θα είχε επιβιώσει». (Ψευδοπλούταχος, Στρωμ. 2) Αυτή ήταν η πρώτη ορθολογιστική προσπάθεια να εντοπιστεί η αρχή της ανθρώπινης ζωής. Ήταν δε τόσο πρωτοποριακή για την εποχή της, που οι διάδοχοι του Αναξιμάνδρου δεν ασχολήθηκαν καθόλου με αυτήν.
Ο Αναξίμανδρος γεννήθηκε στη Μίλητο το 610 π.Κ.Χ και πέθανε το 546 π.Κ.Χ. Ήταν μαθητής του Θαλή και διέπρεψε στη γεωγραφία, στα μαθηματικά και την αστρονομία. Πέρα από τις άλλες ικανότητές του, είναι και ο πρώτος βιολόγος. Πρώτος εισήγαγε στην ιστορία τη θεωρία περί της γενέσεως των οργανικών όντων. Οι πρώτοι οργανισμοί γεννήθηκαν μέσα στο υγρό στοιχείο, όταν αυτό εξ αιτίας της ηλιακής θερμότητας εξατμίσθηκε. Αρχικά τα πρώτα ζώα ήταν περιτυλιγμένα μέσα σε ένα αγκαθωτό φλοιό. Έπειτα βγήκαν από το υγρό στοιχείο στην ξηρά και αφού έσπασαν τον αγκαθωτό φλοιό, άρχισαν να προσαρμόζονται στο καινούργιο περιβάλλον. Ο άνθρωπος προήλθε από το ψάρι και μόνο όταν ήταν σε θέση να επιβιώσει βγήκε στη στεριά. Ο Αναξίμανδρος είναι, από όσα ξέρουμε, ο πρώτος που προσπάθησε να εξηγήσει την προέλευση του ανθρώπου. Η θεωρία της εξελίξεως του Δαρβίνου, είναι φανερό, πως βρίσκει σπερματικά την αρχή της στην παραπάνω θεωρία του Αναξίμανδρου.
Από θερμοκρασιακές μεταπτώσεις πάνω στην επιφάνεια της Γης θα πρέπει κατά κάποιον τρόπο να αιτιολογούσε ο Αναξίμανδρος και την εμφάνιση της ζωής, αφού δίδασκε ότι «τά ζώα γίνεσθαι εξ ύγρού έξατμιζομένου ύπό του ήλιου», ότι τα πρώτα ζώα είχαν γεννηθεί μέσα στο υγρό στοιχείο, ότι ήταν κλεισμένα μέσα σε «φλοιούς» αγκαθωτούς και ότι σε προχωρημένη ηλικία ξεραίνονταν, έσκαζε ο φλοιός τους και σε λίγο πέθαιναν.
Κατά τον Αναξίμανδρο τα πρώτα ζωικά όντα γεννήθηκαν στο νερό, όπως πιστεύουν και σήμερα οι βιολόγοι για τα πρώτα έμβια όντα. Όσο για την καταγωγή του ανθρώπου ο Αναξίμανδρος είναι ο πρόδρομος του Δαρβίνου: Ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο ίσως ζώο, που δεν έχει αυτάρκεια με τη γέννηση του, αλλά χρειάζεται για πολύ καιρό τις μητρικές φροντίδες, σκέφτηκε ότι, αν ο άνθρωπος ήταν ανάμεσα στα πρώτα ζώα της Γης, θα μπορούσε πολύ εύκολα να εξαφανιστεί έτσι υπέθεσε ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να βρίσκεται στο τέρμα κάποιας εξελικτικής πορείας και να έχει προέλθει «έξ άλλοειδών ζώων». Ας σημειωθεί ότι στην Ελλάδα είχε διατυπωθεί και πριν από τον Αναξίμανδρο σκέψη για την καταγωγή του ανθρώπου από άλλα ζώα αλλά μόνο σε μύθους.
Η εξέλιξη των ειδών εμφανίζεται πάλι μετά από πολλές δεκαετίες, στην ευφάνταστη θεωρία του Εμπεδοκλή από τον Ακράγαντα. Ο Εμπεδοκλής ήρθε στον κόσμο την ίδια χρονιά που γεννήθηκε ο Περικλής (495 π.Κ.Χ) και πέθανε 60 χρόνια αργότερα. «Ο Εμπεδοκλής υποστήριζε πως οι πρώτες γενέσεις των ζώων και των φυτών ήταν ατελείς, με τα μέλη χωριστά και όχι συναρθρωμένα. Όταν τα μέλη συναρθρώθηκαν δημιουργήθηκαν οι δεύτερες γενέσεις, που ήταν σαν τα όντα που βλέπουμε στα όνειρά μας. Οι τρίτες δημιούργησαν ολοφυείς μορφές και οι τέταρτες δεν προέκυψαν από ομοιογενή στοιχεία όπως το νερό και η γη. Προέκυψαν από την ανάμειξη , η οποία άλλοτε προερχόταν από την συμπύκνωση της τροφής τους και άλλοτε επειδή η γυναικεία ωραιότητα διέγειρε τη γενετική ορμή. Και τα διάφορα είδη των ζώων διέφεραν το ένα από το άλλο ανάλογα με την ποιότητα του μείγματος…» (Αέτιος 5, 19, 5) Σκόρπια και ασύνδετα μέλη και όργανα σχηματίζουν τερατόμορφα όντα. Σε επόμενο στάδιο, εκείνα που είναι πιο καλά εξοπλισμένα επιβιώνουν. Τα υπόλοιπα χάθηκαν «κι εξακολουθούν να χάνονται…», έλεγε. Έλεγε ακόμα πως τα φύλλα, οι τρίχες και τα φτερά των πουλιών και τα λέπια των ψαριών είναι το ίδιο πράγμα. Είχε καταλάβει πως τα όργανα αυτά επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες, αν και διαφέρουν τόσο πολύ στην εμφάνιση. Ο Εμπεδοκλής ήταν επίσης ο πρώτος που συνυπολόγισε την τυχαιότητα στην εξέλιξη των ειδών και διατύπωσε την άποψη πως «πολλές ιδιότητες που έχουν τα ζώα τις έχουν επειδή έτυχε». (Αριστοτέλης, Φυσικά)
Ευνοϊκά αντιμετώπιζε την εξέλιξη και ο Επίκουρος (341-270 π.Κ.Χ). Μολονότι δεν διατύπωσε κάποια θεωρία, υποστήριζε πως οι ζωντανοί οργανισμοί αναπτύχθηκαν χωρίς σχέδιο και χωρίς την παρέμβαση κάποια μεταφυσικής οντότητας. Στη συνέχεια, η φυσική επιλογή επέτρεψε στα πιο λειτουργικά να επιζήσουν και να αναπαραχθούν.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ, ο φιλόσοφος Λουκρήτιος έγραψε το διδακτικό ποίημα «Περί της φύσεως των πραγμάτων», με στόχο να παρουσιάσει στο ρωμαϊκό κοινό τη φιλοσοφία του Επίκουρου. Εκεί διαβάζουμε: «Καθώς ο χρόνος περνά, η φύση όλου του κόσμου αλλάζει. Τα πάντα περνούν από τη μία κατάσταση στην άλλη, αναγκαστικά και τίποτα δεν μένει χωρίς να υποστεί αλλαγή. Τα πάντα εξελίσσονται, η Φύση τα αλλάζει και τα εξαναγκάζει να μεταμορφωθούν. Την ώρα που κάτι σαπίζει με τον χρόνο και καταρρέει, ένα άλλο εμφανίζεται και αναπτύσσεται στη θέση του» (Ε 828-834) Λίγο πιο κάτω γίνεται σαφής αναφορά στη διαδικασία της φυσικής επιλογής: «Πολλά είδη ζώων πρέπει τότε να αφανίστηκαν, επειδή δεν μπόρεσαν να ισχυροποιήσουν τη γενιά τους με την αναπαραγωγή. Διότι, όσα βλέπεις τώρα ν’ αναπνέουν τις αέρινες αύρες που δίνουν ζωή, από μόνα τους εξασφάλισαν την επιβίωσή τους εξ αρχής. Το κατόρθωσαν είτε με την εξυπνάδα, είτε με την γενναιότητα είτε με την ταχύτητά τους». (Ε 855-859)
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Λαμάρκ (1744 – 1829) θα διατυπώσει τη θεωρία της εξέλιξης των ειδών, η οποία έχει αναφορές στις πρώιμες ιδέες του Αναξίμανδρου και του Εμπεδοκλή: οι οργανισμοί προοδεύουν βαθμιαία από μία απλούστερη μορφή σε πολυπλοκότερη. Η θεωρία του Λαμάρκ δεν έγινε δεκτή από τον επιστημονικό κόσμο, έθεσε όμως τα θεμέλια για τη θεωρία του Δαρβίνου. Σε αντίθεση με τον Εμπεδοκλή που είχε κατανοήσει πως εκείνα τα ζώα που δεν είναι επαρκώς εξοπλισμένα εξαφανίζονται, ο Λαμάρκ πίστευε πως προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες.
Ο Δαρβίνος αργότερα θα τον αντικρούσει υποστηρίζοντας πως οι καμηλοπαρδάλεις δεν απέκτησαν μακρύ λαιμό για να φτάνουν τα ψηλά κλαδιά, αλλά επέζησαν εκείνες που είχαν μακρύ λαιμό για να τα φτάνουν. Διατύπωσε τη θεωρία περί καταγωγής των ειδών μέσω φυσικής επιλογής (παράλληλα με τον Alfred Russel Wallace) και θεμελίωσε την άποψη αυτή στην επιστημονική κοινότητα. Thomas Henry HuxleyΣτη συνέχεια, ο Thomas Henry Huxley (ο εισηγητής του αγνωστικισμού) θα εφαρμόσει τη θεωρία της εξέλιξης στο ανθρώπινο είδος και θα ερευνήσει την πιθανότητα ο άνθρωπος και ο πίθηκος να έχουν καταγωγή από κάποιον κοινό πρόγονο. Η επιστημονική ιδέα της εξέλιξης του Κάρολου Δαρβίνου επέφερε μια κοσμογονική αλλαγή προοπτικής στην ανθρώπινη σκέψη. «Η προέλευση των ειδών» είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο διάσημα επιστημονικά βιβλία όλων των εποχών. Το νέο εξελικτικό επιχείρημα που πρότεινε ο Δαρβίνος σε αυτό, καθώς και στα μετέπειτα βιβλία του, βασίζεται σε μια σειρά από καλά επιβεβαιωμένες υποθέσεις: 1) Οι φυσικοί πόροι σε ένα δεδομένο περιβάλλον είναι περιορισμένοι. 2) Ολα τα άτομα ενός πληθυσμού διαφέρουν μεταξύ τους· υπάρχει δηλαδή μεγάλη ποικιλομορφία μεταξύ των ατόμων που ανήκουν στο ίδιο είδος. Και 3) τα βασικά χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τα άτομα ενός πληθυσμού είναι κληρονομήσιμα. Tον αυτόματο μηχανισμό διαφορετικής επιβίωσης ορισμένων ατόμων ενός πληθυσμού ο Δαρβίνος τον ονόμασε «φυσική επιλογή» και, όπως έδειξαν όλες οι μετέπειτα έρευνες, πρόκειται όντως για τον βασικό και, ενίοτε, τον μοναδικό κινητήριο μηχανισμό κάθε βιολογικής εξέλιξης. Η νέα εικόνα της φύσης που εισηγείται το έργο του Δαρβίνου είναι όχι μόνο καινοφανής, αλλά και βαθύτατα επαναστατική. Εκεί όπου ένας προδαρβινικός φυσιοδίφης έβλεπε μόνο φυσική αρμονία και αμεταβλητότητα, ένας δαρβινιστής βλέπει τον «ανήλεο» αγώνα των οργανισμών για την επιβίωση και την προσαρμογή σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί στην εξέλιξη των ειδών. Εκεί που η ποικιλομορφία μεταξύ των ατόμων του ίδιου είδους εξηγούνταν ως ένα τυχαίο γεγονός που καθόλου δεν έθιγε την προδιαγεγραμμένη αρμονία -από τον Θεό ή τη Φύση, αδιάφορο- ένας εξελικτιστής έβλεπε σε αυτή την ποικιλομορφία τη βασική προϋπόθεση κάθε εξελικτικής διαδικασίας. Τα όρια μεταξύ των διαφορετικών ειδών δεν θεωρούνται πλέον αιώνια και αμετάβλητα, δηλαδή θεϊκά προδιαγεγραμμένα, αλλά, αντίθετα, το προϊόν της φυσικής ιστορίας· της ιστορίας των αμοιβαίων και πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων μεταξύ διαφορετικών οργανισμών, καθώς και μεταξύ των οργανισμών και του περιβάλλοντός τους.
¨Ομως, πολλά ήταν τα ενοχλητικά ερωτήματα στα οποία η δαρβινική θεωρία δεν μπορούσε ή, ακριβέστερα, δεν ήταν ακόμη σε θέση να απαντήσει. Για παράδειγμα, ο Δαρβίνος αγνοούσε παντελώς -όπως εξάλλου και όλοι οι βιολόγοι της εποχής του- με ποιον βιολογικό μηχανισμό παράγονται οι γενετικές αλλαγές και πώς αυτές κληρονομούνται στους απογόνους ώστε να δημιουργείται η αναγκαία ποικιλομορφία πάνω στην οποία δρα η φυσική επιλογή. Επίσης, η εμμονή του Δαρβίνου στην έννοια της β α θ μ ι α ί α ς εξέλιξης, αυτής δηλαδή που πραγματοποιείται με μικρά εξελικτικά βηματάκια, δεν επιβεβαιωνόταν καθόλου από τις ανακαλύψεις της Παλαιοντολογίας. Επίσης, οι γεωλόγοι θα αρχίσουν να ανασυγκροτούν την ιστορία της Γης και θα κατανοήσουν ότι η ηλικία της είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο πίστευε η Εκκλησία: όχι 4.000 χρόνια, αλλά πάνω από 168.000 χρόνια. Σήμερα, γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι η πραγματική ηλικία της Γης είναι ακόμη πιο μεγάλη: σχηματίστηκε πριν από 5 δισεκατομμύρια χρόνια. Σήμερα όλοι αναγνωρίζουμε παντού εξελικτικές διεργασίες: από τα αστέρια, τους πλανήτες και τους γαλαξίες μέχρι τα φυτά, τα ζώα αλλά και τις ανθρώπινες κοινωνίες και ιδέες, όλα αλλάζουν αδιάκοπα μέσα στον χρόνο, τα πάντα εξελίσσονται ή εξαφανίζονται. Εξάλλου και το ίδιο το Σύμπαν, όπως υποστηρίζει η σύγχρονη κοσμολογία, εξελίσσεται συνεχώς με εκρηκτικούς ρυθμούς. Εντούτοις, ακόμη και σήμερα, πάνω από το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού δηλώνει ότι εξακολουθεί να πιστεύει στην ύπαρξη κάποιας υπερφυσικής δημιουργικής δύναμης, ενώ πάνω από το 50% από αυτούς αποκαλεί αυτή τη δύναμη «Θεό».
Οι διάφορες κοινωνικές ομάδες αποδίδουν διαφορετική σημασία στις ποικίλες λεπτομέρειες του περιβάλλοντός τους. Συνεπώς, κάθε κοινωνία παράγει γενικευτικές αρχές οι οποίες είναι κοινά αποδεκτές μόνο στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ομάδας. Μια τέτοια «κοινή λογική» μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «αυθόρμητη κρίση, κοινή» στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Οι απλουστευτικές προσπάθειες περιγραφής των άλλων συχνά αποτελούν, όπως και οι απλές ιστοριογραφίες, μια αναγωγή των στοιχείων των άλλων στις γενικεύσεις ή τις κατηγορίες του παρατηρητή, δημιουργώντας έτσι μια εντύπωση ομοιότήτας εκεί όπου δεν υπάρχει. Οι γενικεύσεις μπορεί να βασίζονται στις ιδεολογικές εξαρτήσεις ομάδων με συγκεκριμένους στόχους. Η ατομοκεντρική βάση αυτών των αντιλήψεων οδηγεί σε μια προσέγγιση των άλλων, είτε θετική είτε αρνητική, η οποία σε τελική ανάλυση είναι εξίσου άκριτη με τις γενικεύσεις της κοινής λογικής, τις οποίες επικρίνει εξ αρχής. Μάλιστα, μια τέτοια προπαγάνδα, αν είναι επιτυχής, μπορεί εν καιρώ να αποκτήσει η ίδια την αυθεντία της κοινής λογικής. Σε αντίθεση με την κοινή λογική, που μπορεί κάλλιστα να χαρακτηρίζεται από στερεότυπα, ή με την προπαγάνδα, που σχετίζεται συχνά με ιδεολογικές σκοπιμότητες, η αποτελεσματική γενίκευση απαιτεί την τυπική και κριτική αντιμετώπιση που μπορεί να προσφέρει η θεωρητική σκέψη. Η επιστημονική εικόνα του κόσμου διαφέρει οπό τις ποικίλες προεπιστημονικές, εξωεπιστημονικές και αντιεπιστημονικές αντιλήψεις (μυθολογία, θρησκεία κ.λπ.), δεδομένου ότι εδράζεται στα δεδομένα ορισμένης θεμελιώδους θεωρίας (θεωριών): της κλασικής μηχανικής (μέχρι τον 19ο αι.), της κβαντικής μηχανικής, της θεωρίας της σχετικότητας κ.λπ. Λειτουργεί ως γενικό επιστημονικό πλαίσιο και ως κοσμοθεωρητικό πεδίο αναφοράς για την επιστήμη, ως ορισμένη παράδοση, ικανή να επενεργήσει προοδευτικά (δημιουργικά, ευρετικά) είτε συντηρητικά (δογματικά κ.λπ.) στην πορεία της επιστημονικής γνώσης. Η αποδοχή ορισμένων αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας (χωρίς την αντιφατική πορεία που οδήγησε σ' αυτά), η πρόκριση, η απολυτοποίηση και κάποια συγκεκριμένα πρότυπα επιστήμης και επιστημονικότητας οδηγούν συχνά σε άγονες και αντιιστορικές στάσεις. Αλλά για να καταλάβουμε την εξέλιξη της φιλοσοφικής σκέψης πρέπει να προσέξουμε τα παραγωγικά στάδια από τα οποία πέρασε η ανθρώπινη ιστορία.
Η φιλοσοφία αλλάζει ριζικά μετά από τη βιομηχανική επανάσταση. Η βιομηχανοποίηση επιφέρει νέους τρόπους κοινωνικού πράττειν. Δημιουργείται ανάδειξη της τεχνικής με την έμφασή της στα μέσα της δράσης παρά στους σκοπούς της. Ο εργάτης του 19ου αιώνα γνώριζε τους γείτονές του, δεν ταξίδευε για να πάει στη δουλειά του και αισθανόταν αλληλέγγυος με τους άλλους εργάτες στον κοινό αγώνα για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Στον 20ό αιώνα αυτό γενικεύθηκε, με το συνδικαλιστικό κίνημα και τους αγώνες και τις κατακτήσεις των εργαζομένων. Aντιθέτως, ο εργάτης του 21ου αιώνα συχνά δεν γνωρίζει τους γείτονές του, ταξιδεύει αρκετά για να πάει στη δουλειά του, μειώνει το χρόνο που αφιερώνει στην οικογένειά του και δεν αισθάνεται πια την επιθυμία να παλέψει για καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Το πρόχειρο συμπέρασμα είναι πως οι συνθήκες εργασίας διαμορφώνουν και τα στερεότυπα που έχουμε για τη ζωή.
Στις μέρες μας, η αποδοχή μιας θεωρίας γεμάτης ΑΞΙΩΜΑΤΑ εμπεριέχει, δυστυχώς, τον κίνδυνο εσφαλμένων γενικεύσεων, δηλαδή τον κίνδυνο παραγωγής νέων στερεοτύπων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...