Η κλασική περίοδος χαρακτηρίζεται έντονα από την ανάπτυξη της πόλης-κράτους, που είχε ήδη γίνει η βασική μονάδα κοινωνικής και πολιτικής συγκρότησης του ελληνικού κόσμου.
Καθώς στην Ιωνία οι ελληνικές πόλεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν μεγάλα κέντρα, όπως η Μίλητος και η Αλικαρνασσός, δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους περιήλθαν υπό την κυριαρχία της περσικής αυτοκρατορίας προς τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα. Το 499 π.Χ. οι Έλληνες των ιωνικών πόλεων ξεκίνησαν την Ιωνική Επανάσταση και η Αθήνα μαζί με την Ερέτρια κινήθηκαν προς βοήθειάν τους. Το 490 π.Χ. ο Πέρσης βασιλιάς, Δαρείος Α΄, έχοντας καταστείλει την εξέγερση των ιωνικών πόλεων από το 494 π.Χ., έστειλε το στόλο του να τιμωρήσει τις δύο πόλεις. Ο Περσικός στόλος με το στρατό ακολούθησε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο σε σχέση με την πρώτη εκστρατεία του Μαρδόνιου (492 π.Χ). Από την Κιλικία, όπου συγκεντρώθηκε, έπλευσε στη Σάμο, πέρασε από τις Κυκλάδες κι έφθασε στην Ερέτρια. Μετά την κατάληψη της Ερέτριας, οι Πέρσες είχαν στόχο να υποτάξουν την Αθήνα και να επαναφέρουν στην αρχή τον πιστό σ’ αυτούς Ιππία. Με την καθοδήγηση του ηλικιωμένου άνδρα πέρασαν από την Ερέτρια απέναντι στον Μαραθώνα και στην αμμώδη παραλία του σημερινού Σχοινιά. Μαζί τους, οι Πέρσες είχαν ως οδηγό και σύμβουλο τον πρώην τύραννο της Αθήνας Ιππία, γιο του Πεισίστρατου. Την εκλογή του τόπου επέβαλαν από κοινού πολιτικά κριτήρια (οι φτωχοί κάτοικοι της περιοχής, οι Διάκριοι, υποστήριζαν τους Πεισιστρατίδες) και στρατηγικοί λόγοι (η πεδιάδα ήταν κατάλληλη για τη δράση του περσικού ιππικού). Από την πλευρά των Αθηναίων η αποστολή του στρατού τους στον Μαραθώνα αποτελούσε στρατηγική επιλογή, καθώς η Αθήνα δεν περιστοιχιζόταν από ισχυρά τείχη και δεν διέθετε στόλο για να αντιμετωπίσει τον ανεφοδιασμό σε περίπτωση πολιορκίας. Εξάλλου, η πεδιάδα προσφερόταν για τη δράση της αθηναϊκής φάλαγγας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι έχασαν στη μάχη 192 άνδρες και οι Πλαταιείς 11, ενώ οι απώλειες των Περσών ανήλθαν σε 6.400 νεκρούς και 7 βυθισμένα πλοία. Νεώτερες εκτιμήσεις, που αναφέρει η Wikipedia στο σχετικό αγγλικό λήμμα, ανεβάζουν τους νεκρούς των ελληνικών δυνάμεων σε 1.000 - 3.000 και υποβιβάζουν αυτές των Περσών στις 4.000 - 5.000. Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο από λευκή πέτρα, πάνω στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου: Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν. Μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες έπλευσαν με το στόλο τους προς την Αθήνα, ελπίζοντας να τη βρουν αφρούρητη και να την καταλάβουν. Ο Μιλτιάδης, όμως, πρόλαβε να οδηγήσει έγκαιρα το στρατό στην πόλη κι έτσι οι Πέρσες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία. Δέκα χρόνια αργότερα, ο διάδοχος του Δαρείου, Ξέρξης Α΄, ηγήθηκε μίας πολύ ισχυρότερης ναυτικής και στρατιωτικής δύναμης εναντίον των Ελλήνων. Αφού καθυστερήθηκε από τον βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, ο Ξέρξης προέλασε στην Αττική και πυρπόλησε την Αθήνα. Οι Αθηναίοι, όμως, είχαν εγκαταλείψει την πόλη τους και μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας χάρη στην ιδιοφυΐα του Θεμιστοκλή. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας είναι ίσως η πιο καθοριστική μάχη των περσικών πολέμων γιατί οι Έλληνες απέτρεψαν την κατάληψη του ελλαδικού χώρου από τις στρατιές του Ξέρξη, που είχαν περάσει από τις Θερμοπύλες και είχαν κάνει στάχτη την Αθήνα. Oι ιστορικοί εκτιμούν ότι σε περίπτωση ήττας, οι ορδές της ανατολής θα ξεχύνονταν στην Πελοπόννησο και θα έσβηναν την Ελλάδα από τον χάρτη, πιθανότατα και από την ιστορία. Οι Πέρσες έχασαν 200 πλοία και οι Έλληνες 40, αλλά ο αριθμός των νεκρών Περσών είναι πολύ μεγάλος, καθώς όσοι έπεφταν στη θάλασσα δεν ήξεραν να κολυμπούν και πνίγονταν. Ο Πέρσης από το θρόνο που είχε στήσει σε μια πλαγιά στο Αιγάλεω, έβλεπε από την καλύτερη δυνατή θέση τη δυσάρεστη εξέλιξη της μάχης. Την επόμενη χρονιά, οι Έλληνες υπό την ηγεσία του Σπαρτιάτη στρατηγού Παυσανία, νίκησαν τον περσικό στρατό στις Πλαταιές. Η δεύτερη ήττα των Περσών και ο θάνατος του στρατηγού τους Μαρδόνιου οδήγησαν στην οπισθοχώρησή του στην Ασία. Boardman, J., Griffin, J., & Murray, O. (2001) The Oxford Illustrated History of Greece and the Hellenistic World. Oxford University Press, New York Fehling, D. (1989). Herodotus and His "Sources": Citation, Invention, and Narrative Art. Francis Cairns. Green, P. (1996). The Greco-Persian Wars. University of California Press. Lazenby, J.F. (1993). The Defence of Greece 490-479 BC. Aris & Phillips Ltd. Ο Περσικός στρατός υπό τον Μαρδόνιο, αφού ξεχειμώνιασε στη Θεσσαλία, ετοιμάσθηκε την άνοιξη του 479 π.X. να επιτεθεί εκ νέου κατά της Αθήνας. Προτού όμως ξεκινήσει, ο Μαρδόνιος έστειλε στην Αθήνα το σύμμαχό του και υποτελή βασιλέα της Μακεδονίας, Αλέξανδρο Α', με συγκεκριμένες προτάσεις ειρήνης. Πρότεινε στους Αθηναίους να γίνουν σύμμαχοί του κι αυτός θα αναλάμβανε όχι μόνο να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη πόλη και τους ναούς της, αλλά θα τους καθιστούσε ηγεμόνες της Ελλάδας. Οι Έλληνες με αρχηγό τον βασιλιά της Σπάρτης Παυσανία και με την καθοριστική συμμετοχή των Αθηναίων υπό τον Αριστείδη, στην αρχή φοβήθηκαν και παρατάχθηκαν στις υπώρειες του Κιθαιρώνα. Ο Μαρδόνιος έστειλε εναντίον τους το Ιππικό του, αλλά οι Έλληνες απέκρουσαν την επίθεσή του και σκότωσαν τον αρχηγό του Μασίστιο. Το γεγονός αυτό τους έδωσε θάρρος, κατέβηκαν στην πεδιάδα κοντά στις Πλαταιές και στρατοπέδευσαν απέναντι από τους Πέρσες. Πολύτιμες πληροφορίες για τις πολεμικές προετοιμασίες των Περσών έδωσε ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Αλέξανδρος Α’, σε μυστική του συνάντηση με τους Αθηναίους στρατηγούς τις παραμονές της μεγάλης μάχης. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, αφού διακήρυξε ότι είναι Έλληνας από παλιά γενιά, τους είπε ότι δεν θέλει να δει την πατρίδα του να πέφτει από τη λευτεριά της στη δουλεία. Στην πεδιάδα των Πλαταιών έγινε μάχη φοβερή (στις 27 Αυγούστου 479 π.Χ. κατά μία εκδοχή), στην οποία οι Πέρσες έπαθαν μεγάλη καταστροφή. Όλος ο στρατός του Μαρδονίου κατανικήθηκε και διαλύθηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε από πέτρα, που του πέταξε ο Σπαρτιάτης Αρίμνηστος και τον χτύπησε στο κεφάλι. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, από τις 300.000 των Περσών και των Ελλήνων συμμάχων τους μόνο 40.000 γλίτωσαν και εγκατέλειψαν τον ελλαδικό χώρο με επικεφαλής τον Αρτάβαζο. Από τους 110.000 Έλληνες, έπεσαν στο πεδίο της μάχης 1360 στρατιώτες, που τάφηκαν επί τόπου με μεγάλες τιμές.
Η σημασία που είχε για τους Έλληνες η νίκη τους εναντίον των Περσών ήταν ζωτική. Απομάκρυνε τον κίνδυνο υποταγής και προκάλεσε και μια σειρά κοινωνικών αλλαγών στο εσωτερικό των πόλεων. Ακόμη, άνοιξε ο δρόμος ώστε οι Αθηναίοι να αναδειχθούν ως ηγετική πολιτική, στρατιωτική και οικονομική δύναμη στον ελλαδικό χώρο, ιδρύοντας τη Δηλιακή ή Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία.
Η πόλη της Αθήνας έγινε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης στη θάλασσα και το εμπόριο, αν και σοβαρός ανταγωνιστής της παρέμεινε η Κόρινθος με τη γεωργική παραγωγή και τα φημισμένα κεραμικά της εργαστήρια. Ηγετική φυσιογνωμία του χρυσού αιώνα όπως αποκαλείται για την αθηναϊκή ανάπτυξη και την κυριαρχία της στις άλλες πόλεις υπήρξε ο Περικλής, για τον οποίο πληροφορίες συλλέγουμε από τον Θουκυδίδη και τον Πλούταρχο. Είναι εκείνος που χρησιμοποιεί τα χρήματα των συμμάχων του, προκειμένου να χτίσει τον Παρθενώνα και άλλα λαμπρά μνημεία της κλασικής Αθήνας. Ως τα μέσα, καθοδηγούμενη από την απληστία της Αθήνας η συμμαχία της Δήλου μετατράπηκε ουσιαστικά σε αθηναϊκή αυτοκρατορία, γεγονός που επικυρώθηκε από τη μεταφορά του συμμαχικού θησαυρού από τη Δήλο στον Παρθενώνα το 454 π.Χ.
Όπως ήταν φυσικό ο πλούτος της Αθήνας προσέλκυσε χαρισματικούς ανθρώπους από όλη την Ελλάδα, παρ' όλη την αυστηρότητα του καθεστώτος των μετοίκων. Η ίδια η αθηναϊκή πολιτεία προώθησε τη γνώση και τις τέχνες. Έγινε το κέντρο της αρχαιοελληνικής λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας και των τεχνών (βλ. θέατρο και γλυπτική).
Ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα των τεχνών και των γραμμάτων έζησαν στην Αθήνα αυτής της περιόδου: ανάμεσά τους δραματικοί ποιητές όπως ο Αισχύλος, o Σοφοκλής, o Ευριπίδης και ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης, φιλόσοφοι όπως ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων και ο Σωκράτης, ιστοριογράφοι όπως ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης και ο Ξενοφών, ποιητές όπως ο Σιμωνίδης και γλύπτες όπως ο Φειδίας. Η πόλη έγινε -σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Περικλή- «το σχολείο της Ελλάδας».
Η κατασκευή και η ιστορία του Παρθενωνα της Ακρόπολης των Αθηνών Ο Παρθενώνας είναι ναός, χτισμένος προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, προστάτιδας της πόλης της Αθήνας. Υπήρξε το αποτέλεσμα της συνεργασίας σημαντικών αρχιτεκτόνων και γλυπτών στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα. Η εποχή της κατασκευής του συνταυτίζεται με τα φιλόδοξα επεκτατικά σχέδια της Αθήνας και της πολιτικής κύρους που ακολούθησε έναντι των συμμάχων της κατά την περίοδο της αθηναϊκής ηγεμονίας στην Αρχαία Ελλάδα. Η προέλευση της ονομασίας του Παρθενώνα προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξηπαρθενών, η οποία σήμαινε «διαμέρισμα ανύπαντρης γυναίκας» για κατοικίες, ενώ στη περίπτωση του Παρθενώνα φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε αρχικά μόνο για ένα δωμάτιο του ναού. Η πρώτη πηγή στην οποία ολόκληρο το κτίριο χαρακτηρίζεται ως Παρθενώνας βρέθηκε σε έγγραφα του ρήτορα Δημοσθένη, του 4ου αιώνα π.Χ. Σε έγγραφα του 5ου αιώνα π.Χ., το κτίσμα αναφερόταν ως «ο ναός». Οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης φαίνεται πως αναφερόταν στο κτίριο με την ονομασία «Εκατόμπεδος» στη χαμένη τους πραγματεία για την Αθηναϊκή αρχιτεκτονική, και κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα και έπειτα, το κτίριο αναφέρεται ως«Εκατόμπεδος» ή «Εκατόμπεδον» καθώς και ως «Παρθενώνας». Τον 1ο αιώνα μ.Χ. ο Πλούταρχοςαναφέρθηκε στο κτίριο χρησιμοποιώντας την ονομασία «Εκατόμπεδος Παρθενών». Μιας και ο Παρθενώνας ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά, μερικές φορές αναφερόταν ως Ναός της Μινέρβας, το Ρωμαϊκό όνομα για την Αθηνά, κυρίως κατά τον 19ο αιώνα. Ο Παρθενώνας αποτελεί το λαμπρότερο μνημείο της Αθηναϊκής πολιτείας και τον κολοφώνα του δωρικού ρυθμού. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 448/7 π.Χ. και τα εγκαίνια έγιναν το 438 π.Χ. στα Μεγάλα Παναθήναια, ενώ ο γλυπτός διάκοσμος περατώθηκε το 433/2 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές, οι αρχιτέκτονες που εργάστηκαν ήταν ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης και πιθανόν ο Φειδίας, που είχε και την ευθύνη του γλυπτού διάκοσμου. Είναι ένας από τους λίγους ολομάρμαρους ελληνικούς ναούς και ο μόνος δωρικός με ανάγλυφες όλες του τις μετόπες. Πολλά τμήματα του γλυπτού διακόσμου, του επιστυλίου και των φατνωμάτων της οροφής έφεραν γραπτό διάκοσμο με κόκκινο, μπλε και χρυσό χρώμα. Χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο, εκτός από το στυλοβάτη, ο οποίος κατασκευάστηκε από ασβεστόλιθο. Το πτερό είχε 8 κίονες κατά πλάτος και 17 κατά μήκος. Η τοποθέτηση των κιόνων είναι ασυνήθιστα πυκνή με αναλογία διαμέτρου κίονα και μετακιονίου διαστήματος 1:2,25 (πρβλ. την αναλογία 1: 2,32 στο ναό του Δία στην Ολυμπία και 1:2,65 στο ναό της Αφαίας στην Αίγινα). Στις στενές πλευρές υπήρχε και δεύτερη σειρά 6 κιόνων που δημιουργούσε την ψευδαίσθηση δίπτερου ναού. Μια άλλη ιδιομορφία ήταν η ύπαρξη ζωφόρου που περιέτρεχε το σηκό σε όλο του το μήκος και αποτελεί ίσως την πιο φανερή από τις ιωνικές επιδράσεις. Οι μετόπες της ανατολικής πλευράς απεικονίζουν τη Γιγαντομαχία. Στην δυτική παριστάνεται Αμαζονομαχία, στη νότια Κενταυρομαχία και στη βόρεια σκηνές από τον Τρωικό πόλεμο. Η ζωφόρος απεικονίζει την πομπή των Παναθηναίων, την πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή των Αθηνών. Είχε 160 μέτρα μήκος και σχεδόν ένα μέτρο πλάτος. Υπάρχουν ενδείξεις πως η ζωφόρος ολοκληρώθηκε αφού οι λίθοι που την αποτελούσαν είχαν υψωθεί στο κτίριο. Αν και η ζωφόρος λαξεύτηκε από ένα μεγάλο αριθμό τεχνιτών, το συνολικό σχέδιο είχε εκπονηθεί από ένα μόνο καλλιτέχνη. Το όνομα αυτό δεν είναι γνωστό αλλά υποθέτουμε πως είναι ο Φειδίας ή ένας από τους μαθητές του. Το θέμα της ζωφόρου είναι πρωτοποριακό, γιατί δεν διηγείται ένα μυθολογικό αλλά ένα πραγματικό γεγονός. Είναι η στιγμή της πομπής και της παράδοσης του πέπλου από τον λαό της Αθήνας στη προστάτιδα θεά Αθηνά. Στη δυτική πλευρά της ζωφόρου φαίνεται η ετοιμασία στον Κεραμεικό. Στην ανατολική πλευρά, όπου ήταν και η είσοδος του ναού παριστάνονταν η Αθηνά, ο Ζευς, η Ήρα και άλλοι θεοί, που ήρθαν να πάρουν μέρος στην πομπή και ανάμεσά τους εμφανίζεται παιδί που παραδίδει στον ιερέα τον πέπλο. Την σύνταξη, την πορεία και το τέρμα εκπροσωπούν 400 μορφές ανθρώπων και θεών, 200 μορφές ζώων, όπως πρόβατα, βόδια και άλογα. Η μεγάλη ποικιλία των παρισταμένων, η θελκτική σεμνότητα των παρθένων, η ελεύθερη και αβίαστη στάση των συνδιαλεγομένων ανδρών, η ζωηρότητα των αλόγων, η δύναμη των δυστροπούντων βοδιών και τέλος η χάρη όλων των μορφών και των κινήσεων καθιστούν τη ζωφόρο, όχι μόνο αυθεντική ταινία της θρησκευτικής πομπής των Παναθηναίων και διαρκές μνημείο της δόξας των Αθηνών αλλά και αριστουργηματικό έργο του μεγάλου καλλιτέχνη του Παρθενώνα. Στη δυτική πλευρά της ζωφόρου, που απεικονίζονται οι σκηνές προετοιμασίας, υπάρχει μία πλάκα, στην οποία υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος και ένα άλογο. Τα χαρακτηριστικά τους είναι εξαιρετικά λεπτομερή και πιστεύεται ότι η πλάκα αυτή είναι έργο του ίδιου του Φειδία. Στη βόρεια πλευρά παρουσιάζονται μορφές όπως οι αποβάτες, οι μουσικοί, οι σκαφηφόροι, οι θαλλοφόροι, οι κανηφόροι και οι υδριαφόροι. Στο ανατολικό αέτωμα, πάνω από την είσοδο, παρουσιάζονταν η γέννηση της Αθηνάς. Στο δυτικό αέτωμα, αυτό που ήταν ορατό από τα Προπύλαια, βρισκόταν η διαμάχη Αθηνάς και Ποσειδώνα για την κατοχή της αττικής γης. Η Αθηνά πρόσφερε το δέντρο της ελιάς και ο Ποσειδώνας έκανε να αναβλύσει θαλασσινό νερό από τον βράχο. Άνθρωποι και θεοί αποφάσισαν πως η Αθηνά είχε κάνει το καλύτερο δώρο και έτσι έγινε αυτή η προστάτιδα θεά της πόλης. Στο εσωτερικό υπήρχε δίτονη (διώροφη) δωρική κιονοστοιχία σχήματος «Π», που δημιουργούσε ένα υπερώο, από το οποίο οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν από διάφορα σημεία το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Στον οπισθόδομο φυλασσόταν ο θησαυρός, δηλαδή τα πολύτιμα αφιερώματα της Αθηνάς. Η οροφή του στηριζόταν σε τέσσερις ιωνικούς κίονες. Η στέγη ολόκληρου του ναού, μαζί με τους στρωτήρες, τους καλυπτήρες και τα ακροκέραμα, ήταν μαρμάρινη, αλλά στηριζόταν σε μεγάλες ξύλινες δοκούς. Ο Παρθενώνας παρουσιάζει τέλεια αρμονικές αναλογίες μέχρι την παραμικρή του λεπτομέρεια· μολονότι ο ναός αυτός ήταν μεγαλύτερος από τους άλλους δωρικούς ναούς της εποχής του (με 8x17 κίονες, αντί για 6x13 που συνηθίζονταν τον 5ο αι. π.Χ.), οι αναλογίες του ήταν τόσο αρμονικές, ώστε να του προσδίδουν εκπληκτική ομοιογένεια μορφής, μνημειώδη μεγαλοπρέπεια και πρωτοφανή χάρη σε σύγκριση με τους πιο βαρείς δωρικούς προκατόχους του. Στη φήμη του ναού συνέτειναν και οι ασύλληπτες εκλεπτύνσεις, οι αδιόρατες αποκλίσεις από την κατακόρυφο και την οριζόντια κατεύθυνση και οι αρμονικές αναλογίες. Ο στυλοβάτης παρουσίαζε ελαφρά τυμπανοειδή καμπύλωση, οι ραδινοί κίονες απέκλιναν από την κατακόρυφο προς το κέντρο του ναού και η συνολική σχεδίαση ήταν πυραμιδοειδής. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχανόταν μία κίνηση προς τα μέσα και προς τα πάνω που μετέτρεπε τον Παρθενώνα σε ένα παλλόμενο οργανικό σύνολο. Η ένταση των κιόνων (ένα ανεπαίσθητο «φούσκωμα» στο μεσαίο τμήμα τους) απέδιδε οπτικά το γεγονός ότι οι κίονες σήκωναν μεγάλο βάρος. Ο Παρθενώνας διατηρήθηκε άθικτος έως και τους Μακεδονικούς χρόνους. Επιπλέον, μετά τον Γρανικό, στον Παρθενώνα αναρτήθηκαν ως τρόπαια χρυσές ασπίδες, λάφυρα της νίκης του Αλέξανδρου. Οι πρώτες καταστροφές έγιναν επί Λάχαρη, τον οποίο όρισε τύραννο των Αθηνών ο Κάσσανδρος, σύμφωνα με την αφήγηση του Παυσανία. Αυτός απέσπασε τις ασπίδες από τον Παρθενώνα, το χρυσάφι και τα κοσμήματα από το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Καταστροφές υπέστη και ο οπισθόδομος του ναού, όταν τον χρησιμοποίησε ως προσωπικό του κατάλυμα ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους Ρωμαϊκούς χρόνους δεν καταγράφονται αλλαγές στον Παρθενώνα, που συνεχίζει να διατηρεί αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία και την αίγλη του ακόμη και στους μεταχριστιανικούς αιώνες, παρόλο που επί εποχής Ιουστινιανού η πομπή των Παναθηναίων δεν ανέβαινε πια στον Παρθενώνα και είχε χαθεί πλέον κάθε λατρεία δημόσια ή ιδιωτική, σύμφωνα με το Λατίνο ρήτορα Κλαύδιο Μαμερτίνο του 4ου αιώνα. Στους Βυζαντινούς χρόνους - αν και γλύτωσε ο Παρθενώνας την καταστροφή από τα διατάγματα του Θεοδόσιου Β΄ - έγινε η πρώτη μετατροπή του ναού σε χριστιανική εκκλησία της Αγίας Σοφίας, τα εγκαίνια της οποίας έγιναν επί αυτοκρατορίας Ιουστινιανού του Μέγα. Στον πρόναο προστέθηκε η αψίδα του ιερού. Από αυτές τις μετατροπές αυτές το 1877, σύμφωνα με τον Μπιρνούφ (Burnouf), δεν είχαν μείνει παρά λείψανα τοιχογραφιών και λιγοστά επιγραφικά χαράγματα στους τοίχους και τους κίονες. Επί Φραγκοκρατίας ο περί τον Παρθενώνα χώρος γίνεται τόπος ενδιαίτησης του πρώτου Φράγκου άρχοντα των Αθηνών, Όθωνα ντε λα Ρος, ενώ η Ακρόπολη γίνεται η έδρα της φραγκικής βαρωνίας και το κέντρο του ιστορικού βίου της πόλης, σε σημείο που η Αθήνα είναι γνωστή πλέον ως Castellum Athenarum. Ο Παρθενώνας αποδίδεται στη Ρωμαϊκή εκκλησία και γίνεται ναός Λατινικός, τιμώμενος στο όνομα της Θεοτόκου. Στη Νοτιοδυτική γωνία προστέθηκε ένα κωδωνοστάσιο, που επί Τουρκοκρατίας έγινε μιναρές. Επί Βενετοκρατίας δεν παρατηρήθηκαν και δεν καταγράφτηκαν αλλαγές στο μνημείο. Από τις αφηγήσεις μεταγενέστερων περιηγητών, όπως ο Ιταλός νοτάριος Νικόλαος Μαρτόνης που επισκέφθηκε την Ακρόπολη το 1395 ή ο Κυριακός Αγκωνίτης που ταξίδεψε το 1436 στην Αθήνα, έχουμε δύο περιγραφές του χριστιανικού Παρθενώνα. Ο πρώτος εκφραστής της μεσαιωνικής ιδεολογίας απορεί πως είναι δυνατόν να έχει χτιστεί ένα τόσο μεγάλο κτήριο ενώ ο δεύτερος, εκπρόσωπος της Ιταλικής Αναγέννησης, επικεντρώνεται στην ομορφιά των αρχαίων μνημείων. Επί Τουρκοκρατίας, η Ακρόπολη έπεσε στα χέρια των Τούρκων το 1458, οπότε και την επισκέφθηκε ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής. Ο ιερός βράχος έμεινε πλέον γνωστός με το όνομαΑτίνα Καλεσί, δηλαδή φρούριο των Αθηνών. Κατά τον 17ο αιώνα ο Παρθενώνας είναι πλέον τζαμί και έχει μιναρέ, που καταστράφηκε το 1687. Τζαμί, ωστόσο που δεν πληρούσε τις προδιαγραφές της ισλαμικής θρησκείας και για αυτό δεν έγινε ποτέ λατρευτικό τέμενος των Μωαμεθανών. Κατά την εκστρατεία του Φραγκίσκου Μοροζίνι κατά των Αθηνών το 1687, ο Παρθενώνας υπέστη και το μεγαλύτερο πλήγμα το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου, όταν οβίδα τίναξε την πυριτιδαποθήκη που είχε εγκαταστήσει ο Αλή αγάς, διοικητής του φρουρίου στον ναό. Το μεγαλύτερο τμήμα του ναού προς την ανατολική του πλευρά κατέρρευσε. Έκτοτε και μέχρι να παραδοθεί το μνημείο στην αρχαιολογία και το νέο ελληνικό κράτος τη δεκαετία του 1830, απογυμνώθηκε συστηματικά από τον Λόρδο Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα, ο οποίος απέκοψε με πριονισμό και αποκόλληση ένα μεγάλο αριθμό γλυπτών και μαρμάρων κατά την περίοδο 1801 με 1803, και είναι αξιοσημείωτο πως τα γλυπτά παραλίγο να χανόταν για πάντα καθώς το πλοίο που τα μετέφερε στην Αγγλία βούλιαξε έξω από τα Κύθηρα, με τα κιβώτια να ανασύρονται με την βοήθεια δυτών από την Κάλυμνο. Επιστρέφοντας στην Αγγλία, ο Έλγιν εν τέλει τα περισσότερα από αυτά πούλησε στο Βρετανικό Μουσείο όπου βρίσκονται έως και σήμερα. Το κτήριο υπέστη επίσης σημαντικές καταστροφές κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821 και την πολιορκία του βράχου από τον Κιουταχή Πασά. Σύμφωνα με το Κέντρο για την παγκόσμια Κληρονομιά της ΟΥΝΕΣΚΟ, ο Παρθενώνας ως τμήμα του ευρύτερου μνημειακού συμπλέγματος έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς από τις 11 Σεπτεμβρίου 1987. Ωστόσο, δεν είναι η τυπική πρόσθεση σε έναν κατάλογο εκείνη που κάνει τον Παρθενώνα τμήμα της πολιτισμικής κληρονομιάς. Ως υλικό εγχείρημα είναι η πλέον αξιόπιστη μαρτυρία ενός προηγμένου τεχνολογικά και αισθητικά πολιτισμού, που λίγο-πολύ έχει επηρεάσει σημαντικά την ανάπτυξη του σύγχρονου αποκαλούμενου «δυτικού» κόσμου. Οι άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη αποδέχθηκαν αρχικά την αθηναϊκή ηγεμονία στον διαρκή πόλεμο κατά των Περσών, αλλά σταδιακά η Αθήνα εξελίχθηκε σε ιμπεριαλιστική δύναμη. Μετά την ολοκληρωτική νίκη των Ελλήνων επί των Περσών, όμως, ορισμένες πολιτείες δυσανασχέτησαν και επεχείρησαν να αποσχισθούν από τη συμμαχία, με αποτέλεσμα την πλήρη και ωμή επίδειξη πολεμικής ισχύος από μέρους της Αθήνας, όπως τουλάχιστον την καταθέτει ο Θουκυδίδης στον περίφημο διάλογο των Μηλίων, μεσούντος του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο διάλογος, έτσι όπως κατατίθεται από τον ιστορικό, είναι επίδειξη πολιτικού ρεαλισμού, σε ό,τι αφορά την πολεμική ισχύ. Επιβάλλεται το δίκαιο του ισχυροτέρου και η άποψη των Μηλίων πως η παράδοση είναι πράξη δειλίας, αντιμετωπίζεται περιφρονητικά από τους Αθηναίους (Θουκυδίδης 5.100). Αν οι Μήλιοι επιδείξουν σωφροσύνη -κλασική αρετή στην κοινωνία του 5ου π.Χ. αιώνα- τότε θα αναγνωρίσουν ότι δεν είναι αγών από του ίσου περί ανδραγαθίας και ότι η τιμωρία δεν είναι η αισχύνη (Θουκυδίδης 5.101).
Το θέμα είναι η επιβίωση και εδώ οι ηθικοί φραγμοί δεν έχουν κανένα νόημα. Σύμφωνα με τη γλώσσα του αθηναίου ιστορικού, είναι δύσκολο να ανταγωνιστεί κανείς την φυσική πραγματικότητα –στην προκειμένη περίπτωση την πολεμική ισχύ των Αθηνών. Αυτό είναι το κομβικό σημείο με το οποίο ανοίγουν και κλείνουν οι Αθηναίοι το διάλογό τους με τους Μηλίους. Αντίθετα με τους Αθηναίους του Ηρόδοτου, που ποτέ δεν παραδίδονται στον Ξέρξη και αρνούνται να προδώσουν τους Έλληνες, οι Αθηναίοι του Θουκυδίδη αποτιμούν ψυχρά την πολεμική ισχύ τους και φυσικά ακολουθούν τη λογική αυτής της αποτίμησης με τα ανάλογα αποτελέσματα ενός εμφύλιου σπαραγμού. Η πρώτη είναι η εικόνα που έδινε η μυκηναϊκή Ακρόπολη της Αθήνας από τα δυτικά. Η είσοδος του πελασγικού τείχους που ως σήμερα διακρίνεται κοντά στα Προπύλαια, το ανάκτορο που βρισκόταν στη θέση του μεταγενέστερου Ερεχθείου και στο βάθος διακρίνεται ο Υμηττός. Ακολουθεί η θέα από τα νότια, το σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το Θέατρο του Διονύσου:η νότια πλευρά του ιερού βράχου δέχτηκε επιχώσεις αργότερα, για να οικοδομηθεί εκεί ο Παρθενώνας. Ακολουθεί άποψη από τα ανατολικά: διακρίνεται ο κεντρικός δρόμος του ανακτόρου και γύρω βοηθητικά κτήρια: Ακολουθεί κάτοψη της Αθήνας, όπως περιβαλλόταν από τα τείχη του Πεισίστρατου.Το ανοιχτόχρωμο τρίγωνο πάνω αριστερά είναι η θέση της Αγοράς. Ακολουθεί άποψη της Ακρόπολης από τα δυτικά, όπου διακρίνεται το εννεάπυλον τείχος: Βλέπουμε, παρακάτω, τον Παρθενώνα υπό κατασκευήν. Στο πλάι του διακρίνεται ο αρχαίος "νεώς"(ναός). Πάνω, δεξιά, στο βάθος, διακρίνεται η Αγορά: Ακολουθούν τα αρχαϊκά Προπύλαια. Αριστερά, ο μικρός ναός της Αθηνάς Νίκης με τον βωμό του. Το τετράγωνο οικοδόμημα που ακολουθεί βρισκόταν στην αρχαία αθηναϊκή αγορά και ονομαζόταν Βουλευτήριο. Το Βουλευτήριο είχε αμφιθέατρο στο εσωτερικό του. Εκεί συνεδρίαζαν οι βουλευτές που εκλέγονταν για τις υποθέσεις της Αθήνας. Ακολουθεί ο Παρθενώνας, από τα δυτικά και μετά από τα νότια: Ακολουθούν τα Προπύλαια από τα νοτιοδυτικά. Πίσω δεξιά διακρίνεται το άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου (έργο του γλύπτη Φειδία): Ακολουθεί το Ερεχθείο από τα δυτικά. Δεξιά φαίνονται οι Καρυάτιδες: Η νότια πλαγιά της Ακρόπολης. Δεξιά, το μεγάλο τετράγωνο κτήριο είναι το Ωδείο του Περικλή. Στο κέντρο δεσπόζουν το Ιερό και το Θέατρο του Διονύσου. Αριστερά του θεάτρου φαίνονται οι στοές του Ασκληπιείου. Άποψη της σκηνής του Θεάτρου του Διονύσου: Το πολιτικό και κοινωνικό κέντρο της πόλης είναι η Αγορά. Η Αγορά οικοδομήθηκε μεταξύ 5ου και 4ου αιώνα π.Χ: Στην πανοραμική εικόνα της αγοράς που ακολουθεί φαίνονται αριθμημένα: με 1 η Βασίλειος Στοά, με 2 η Στοά του Ελευθερέως Διός, με 3 ο ναός του Ηφαίστου (σημερινό Θησείον), με 4 το Νέο Βουλευτήριο, με 5 η Θόλος, με 6 το Παλαιό Βουλευτήριο, με 7 το Αιακειον , με 8 η Νότια Στοά, με 9 η αρχαϊκή κρήνη Εννεάκρουνος, με 10 το Νομισματοκοπείον, με 11 ο Περίβολος και με 12 η Ποικίλη (ή Πεισιανάκτειος) Στοά όπου ο Ζήνων ο Κιτιεύς ίδρυσε τη στωϊκή σχολή της Φιλοσοφίας: Ακολουθεί άποψη από τη νοτιοδυτική πλευρά της Αγοράς: αριστερά, το κυκλικό οικοδόμημα είναι η Θόλος, δηλαδή το εντευκτήριο των βουλευτών. Δίπλα της βρίσκονται τα δύο βουλευτήρια, το Παλαιό και το Νεώτερο. Πίσω φαίνεται ο ναός του Ηφαίστου (Θησείο): Άποψη της Αγοράς τον 4ο αιώνα π.Χ: το 1 είναι ένα τετράγωνο περίστυλο οικοδόμημα, το 2 είναι ο Ναός του Πατρώιου Απόλλωνα, το 3 είναι το Μνημείο των Επωνύμων Ηρώων και το 4 είναι η νοτιοδυτική κρήνη: Ακολουθεί πανοραμική άποψη της Ακρόπολης των Ελληνιστικών Χρόνων, από την πλευρά της νότιας κλιτύος της. Σε πρώτο επίπεδο βλέπουμε τη Στοά του Ευμένους , ακολουθεί το μικρό ναόμορφο χορηγικό μνημείο του Νικία και τρίτο πίσω έρχεται το Θέατρο του Διονύσου: Στην ελληνιστική εποχή στην Αρχαία Αγορά προστίθενται: 1 η Στοά του Αττάλου, 2 η Μέση Στοά, 3 η Νότια Στοά, 7 το Μητρώον, 9 το Οπλοστάσιον, 10 ο Ναός του Απόλλωνος Πατρώιου και του Διός και 12 η Βασίλειος Στοά: Γενική άποψη της Ακρόπολης με το Θέατρο του Ηρώδου του Αττικού (Ηρώδειον) στη ρωμαϊκή εποχή. Το κλειστό Ηρώδειο μπορούσε να στεγάσει έως και 5000 θεατές: Ακολουθεί άποψη της Πύλης του Αδριανού από τα δυτικά. Πίσω διακρίνεται ο Ναός του Ολυμπίου Διός, και στο βάθος αριστερά το ρωμαϊκό Βαλανείον: ΤΟ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ- Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου