Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ

Η νεότερη ιστορία της Ισπανίας άρχισε με την κατάλυση του Κράτους των Βησιγότθων (420-711) τον 8ο αιώνα μ.Χ. από τους Άραβες, οι οποίοι κυριάρχησαν σε όλη τη χώρα, εκτός από τα βορειότατα τμήματά της, όπου ιδρύθηκαν μικρά φεουδαρχικά χριστιανικά κράτη, που κατόρθωσαν να περιορίσουν τη δύναμη των Αράβων, ύστερα από μακροχρόνιους αγώνες. Η ανάπτυξη των χριστιανικών βασιλείων στα βόρεια της χερσονήσου και η μετέπειτα αυτόνομη επέκτασή τους προς το νότο κατά την ανακατάληψη της χερσονήσου από τους χριστιανούς, δημιούργησε τις ρίζες του διαχρονικού προβλήματος των αυτόνομων περιφερειών του νεότερου Ισπανικού κράτους. Η ιστορία της Ισπανίας για περίπου 7 αιώνες ήταν ουσιαστικά μια αδιάλειπτη σταυροφορία για την ανακατάληψη (Reconquista) όλης της Ιβηρικής χερσονήσου από τους χριστιανούς, η οποία άρχισε από τον 11ο αιώνα με την κατάληψη του Τολέδο και σταδιακά του μεγαλύτερου τμήματος της Ανδαλουσίας. Τον 13ο αιώνα το αραβικό κράτος περιορίστηκε στο νότιο τμήμα της χερσονήσου γύρω από την Γρενάδα, η οποία καταλήφθηκε τελευταία από τους σταυροφόρους το 1492. Στα τέλη του 15ου αιώνα, μετά την ένωση των χριστιανικών κρατιδίων σ' ενιαίο κράτος, στα χρόνια του Φερδινάνδου και της Ισαβέλλας (1492-1516) οι Άραβες εκδιώχθηκαν εντελώς από την Ιβηρική χερσόνησο. Αυτή η νίκη συνέπεσε με την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο που ήρθε σαν αποτέλεσμα των συστηματικών εξερευνήσεων της γης, που έγιναν από Ισπανούς και Πορτογάλους θαλασσοπόρους. Η ανακάλυψη και αποίκηση της Αμερικής έκανε την Ισπανία μεγάλη αποικιακή δύναμη, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την μεγάλη εξάπλωση της ισπανικής γλώσσας, που είναι σήμερα η πέμπτη πλέον διαδεδομένη γλώσσα στον κόσμο που ομιλείται από 170 εκατομμύρια ανθρώπους. Στις αρχές του 16ου αιώνα είχε ολοκληρωθεί η ενοποίηση του ισπανικού κράτους στα σημερινά γεωγραφικά του όρια, όμως οι διαφορές ήταν έντονες και σε πολλούς τομείς. Η δύναμη της Ισπανίας έφτασε στο κατακόρυφο την εποχή του Κάρολου Ε' (Κάρολος Α για την Ισπανία 1516-1556) και του γιου του Φίλιππου Β' (1556-1598) και χαρακτηρίζεται από το όραμα της δυναστείας των Αψβούργων να κατακτήσει τον κόσμο και να εδραιώσει τους θεσμούς και τον πολιτισμό της Καστίλης. Με αδιάκοπους πολέμους με Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Κάτω Χώρες πέτυχε την κυριαρχία στην θάλασσα, και κατάκτησε την αμερικάνικη ήπειρο εξουδετερώνοντας τους γηγενείς λαούς. Η στρατιωτική ισχύς της αυτοκρατορικής Ισπανίας και των βασιλέων της χρησιμοποιήθηκε για την γεωγραφική και θρησκευτική ενοποίηση των υπηκόων της, ως όργανο προπαγάνδας και υπεράσπισης της ρωμαιοκαθολικής πίστης στις αποικίες και για τον εκχριστιανισμό τους. Η Ιερά Εξέταση εξυπηρέτησε τα συμφέροντα των βασιλέων της Ισπανίας εξολοθρεύοντας χιλιάδες αλλόθρησκων. Οι βασιλείς επιδίωξαν να επιβάλουν με αυταρχικό τρόπο την θρησκευτική, οικονομική, γλωσσική και θεσμική ομογενοποίηση της χερσονήσου χωρίς απόλυτη επιτυχία. Οι διαρκείς πόλεμοι εξασθένησαν την Ισπανία και την καθήλωσαν. Ο αυταρχισμός των βασιλέων και η εξαθλίωση του λαού προκάλεσαν σταδιακά αλυσιδωτές αντιδράσεις με την εξέγερση της Πορτογαλίας, της Ανδαλουσίας, της Καταλονίας και άλλων περιοχών. Στο τέλος του 16ου όμως αιώνα, μετά την καταστροφή της Ισπανικής αρμάδας στη Μάγχη το 1588 (επί βασιλείας Φίλιππου Β και Ελισάβετ Α) άρχισε η παρακμή της Ισπανίας. Το 1704 οι Άγγλοι, για να ελέγχουν τη ναυσιπλοΐα, κατέλαβαν το βράχο του Γιβραλτάρ, τον οχύρωσαν και τον κατέχουν μέχρι σήμερα. Από τον 17ο αιώνα, με την μεταρρύθμιση των Βουρβόνων, ακολούθησε μια ειρηνική περίοδος οικονομικής ανασυγκρότησης. Όμως ο απόλυτος γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός της Μαδρίτης απέτυχε, μη μπορώντας να καταστείλει αποτελεσματικά όλες τις φυγόκεντρες δυνάμεις των πολυάριθμων συμβουλίων, τοπικών βουλών και επιτροπών και να εγκαταστήσει ομοιόμορφες δομές και τρόπους δράσης. Στις αρχές του 18ου αιώνα συμπληρώθηκε η ισπανική παρακμή, όταν κηρύχτηκαν ανεξάρτητες οι αμερικανικές αποικίες της. Ο 19ος αιώνας βρήκε την χώρα κατακτημένη από τους Γάλλους και υπό την διοίκηση του αδερφού του Ναπολέοντα, Ιωσήφ. Η εκδίωξη των Γάλλων οδήγησε στο 1ο σύνταγμα της Ισπανίας (1812) που προέβλεπε την διαίρεσή της σε επαρχίες υπό ένα ανώτατο άρχοντα. Οι εμφύλιοι πόλεμοι συγκλόνισαν την Ισπανία σε όλο τον 19ο αιώνα, θυμίζοντας σε όλους ότι η δυναμική των αυτονομιστικών κινημάτων εναντίον της κεντρικής εξουσίας της Μαδρίτης δεν είχε καταλαγιάσει ποτέ. Κάθε προσπάθεια για εκδημοκρατισμό και αυτονομία βρήκε αντιμέτωπους την μοναρχία, τον κλήρο και την αριστοκρατία της Καστίλης, με αποτέλεσμα κανένα από τα συντάγματα του 19ου αιώνα να μην κάνει αναφορά στην αυτονομία των περιφερειών. Εξαιτίας της επανάστασης της Κούβας, κηρύχτηκε το 1898 ο ισπανοαμερικανικός πόλεμος, όπου η Ισπανία νικήθηκε και έχασε την Κούβα, το Πόρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες. Η αρχή του 20ου αιώνα χαρακτηρίστηκε από την αναβίωση των εθνοτήτων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Η διαμάχη μεταξύ κεντρικού κράτους και των περιφερειών οδήγησε από τις αρχές του 20ου αιώνα στην αναβίωση των εθνοτήτων των Βάσκων και των Καταλανών με αποσχιστικές τάσεις από το κράτος της Μαδρίτης και μετέπειτα στα δραματικά γεγονότα του εμφυλίου πολέμου (1936-1939). Οι βασικοί παράγοντες που συνέτειναν στον πολιτικό και πολιτισμικό κατακερματισμό της Ισπανίας σε μια συνομοσπονδία αυτόνομων περιφερειών, χωρίς κοινή γλώσσα και πολιτισμό είναι: α) γεωγραφικοί, που έχουν σχέση με ορεινούς όγκους και απομονωμένες γεωγραφικές ενότητες β) εθνογραφικοί που προκύπτουν από τη διάκριση σε κατοίκους λατινικής καταγωγής, βάσκους κέλτικης καταγωγής βορειοδυτικά, και εβραίους εγκατεστημένους στο νότο. γ) κοινωνικοί, οφειλόμενοι στην μεγάλη απόκλιση και αντίθεση μεταξύ γεωργών, εμπόρων, χωρικών και ευγενών, καθώς η εξαθλίωση του λαού ήταν πολύ έντονη δ) θρησκευτικοί, αφού υπήρχε συμβίωση των χριστιανών με τους εβραίους που τερματίστηκε με τον διωγμό χιλιάδων εβραίων από την χερσόνησο το 1492 ε) γλωσσικοί οφειλόμενοι στην ύπαρξη 5 κύριων γλωσσικών ομάδων (καστιλιάνικα, καταλανικά, λουζιτανικά, γκαγιέγο, βασκικά αλλά και αραβικά) καθώς και τοπικών διαλέκτων που καθιστούν δυσχερή την απόπειρα πολιτισμικής ενοποίησης της χερσονήσου.
Η Ισαβέλλα Α΄ (Isabel I, 22 Απριλίου 1451 – 26 Νοεμβρίου 1504), κοινώς γνωστή ως Ισαβέλλα "η Καθολική", τίτλος που της δόθηκε με παπική βούλα το 1496, κόρη του Ιωάννη Β΄ της Καστίλης και της Ισαβέλλας της Πορτογαλίας και εγγονή του Ερρίκου Γ΄ της Καστίλης και της Αικατερίνης του Λάνκαστερ, ήταν βασίλισσα της Καστίλης και της Λεόν (Στέμμα της Καστίλης). Εκείνη και ο σύζυγός της, Φερδινάνδος Β' της Αραγονίας, εξασφάλισαν σταθερότητα στα βασίλεια που αποτέλεσαν την βάση για την ενοποίηση της Ισπανίας. Αργότερα οι δύο τους έθεσαν τις βάσεις για την πολιτική ενοποίηση της Ισπανίας υπό τον εγγονό τους, Κάρολο Ε', αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους. Μετά από μια μάχη για να διεκδικήσει το δικαίωμά της στον θρόνο, αναδιοργάνωσε το κυβερνητικό σύστημα, έφερε τον ρυθμό εγκληματικότητας στο χαμηλότερο επίπεδο που είχε υπάρξει επί πολλά έτη, και απάλλαξε το βασίλειο από το τεράστιο χρέος που είχε αφήσει ο αδελφός της. Οι μεταρρυθμίσεις της και εκείνες που έκανε με τον σύζυγό της είχαν επιρροή που επεκτάθηκε αρκετά πέραν των συνόρων των ηνωμένων βασιλείων τους. Η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος είναι γνωστοί για την ολοκλήρωση της Ανακατάληψης (Reconquista), τον εξαναγκασμό στην μεταστροφή ή την εξόριση των Μουσουλμάνων και Εβραίων υπηκόων τους και την χρηματοδότηση του ταξιδιού του 1492 του Χριστόφορου Κολόμβου το οποίο οδήγησε στην ανακάλυψη του "Νέου Κόσμου".
Η Ισπανία ήταν ηγετική δύναμη της Ευρώπης σε όλη τη διάρκεια του 16ου αιώνα και στο μεγαλύτερο μέρος του 17ου, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τους Αψβούργους της Αυστρίας. Στο διάστημα αυτό, που θεωρείται Χρυσός Αιώνας της Ισπανίας, η θέση της χώρας ενισχύθηκε από το εμπόριο και τις αποικιακές κτήσεις της, έγινε η πρώτη ναυτική δύναμη του κόσμου και έφτασε στο απόγειο της ισχύος στα χρόνια του Καρόλου Α και του γιου του Φιλίππου Β. Στα χρόνια αυτά διεξάχθηκαν οι Ιταλικοί Πόλεμοι (1551-1559), η Ολλανδική Επανάσταση που οδήγησε στην ανεξαρτησία της Ολλανδίας (1648), συγκρούσεις με τους Οθωμανούς, ο Αγγλο-ισπανικός πόλεμος (1588) και ο Γαλλο-Ισπανικός πόλεμος για μεταβίβαση δικαιωμάτων στον θρόνο (1667-1668). Με εξερευνήσεις και κατακτήσεις ή βασιλικούς γάμους, συμμαχίες και κληρονομιές, η Ισπανική Αυτοκρατορία επεκτάθηκε, περιλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις στην Αμερική, στον Ειρηνικό Ωκεανό, στην Ιταλία, στην βόρεια Αφρική, αλλά και περιοχές στα σημερινά εδάφη της Γαλλίας, Γερμανίας, Βελγίου, Λουξεμβούργου και Ολλανδίας. Ο πρώτος περίπλους του κόσμου πραγματοποιήθηκε το 1519-1521. Ήταν η εποχή του πρώτου Ευρωπαϊκού Αποικισμού, κατά την διάρκεια του οποίου οι Ισπανοί εξερευνητές έφεραν στη χώρα πολύτιμα μέταλλα, μπαχαρικά, είδη πολυτελείας και άγνωστα μέχρι τότε φυτά και είχαν σημαντική συμβολή στον εμπλουτισμό των γεωγραφικών ιδιαίτερα γνώσεων των ευρωπαϊκών λαών. Στον πολιτιστικό τομέα η ανάπτυξη του ανθρωπισμού, η Αντιμεταρρύθμιση και οι γεωγραφικές ανακαλύψεις δημιούργησαν ένα νέο πνευματικό κίνημα, γνωστό ως Σχολή της Σαλαμάνκας, που διαμόρφωσε τις πρώτες θεωρίες που απετέλεσαν τη βάση του σύγχρονου διεθνούς δικαίου και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Από τον 17ο αιώνα η Ισπανία βρέθηκε αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις, που προέκυψαν από την αυξανόμενη πειρατεία, η οποία, υπό την αιγίδα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προκάλεσε καταστροφές στις παραλιακές περιοχές με συνεχείς επιδρομές, που κατέληξαν στην πώληση πολλών κατοίκων ως δούλων. Η θρησκευτική Μεταρρύθμιση βύθισε το κράτος σε πρόσθετη δυστυχία με μια σειρά πολέμων στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο. Η Ισπανία υπό τους Αψβούργους συντάχθηκε με τις δυνάμεις της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους και πέτυχε την εξουδετέρωση σημαντικού μέρους της προόδου που σημείωσαν οι Διαμαρτυρόμενοι. Υποχρεώθηκε όμως να αναγνωρίσει την απόσχιση της Πορτογαλίας, με την οποία ήταν ενωμένη από το 1580 μέχρι το 1640, και της Ολλανδίας, ενώ παραχώρησε και μερικά επιπλέον εδάφη της στη Γαλλία κατά τη διάρκεια του 30ετούς Πολέμου (1618-1648). Προς το τέλος του 17ου αιώνα άρχισε μια προϊούσα παρακμή, παρά το γεγονός ότι οι υπερπόντιες κτήσεις της χώρας παρέμεναν άθικτες. Βασιλείς στο διάστημα αυτό ήταν οι:
Ο Κάρολος Α΄ (Carlos I de España, 24 Φεβρουαρίου 1500 – 21 Σεπτεμβρίου 1558) είναι ο ίδιος ακριβώς Κάρολος που είδαμε ότι χρημάτισε αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (ως Κάρολος Ε Κουίντος, Karel V) από το 1519 και ταυτόχρονα, ως Κάρολος Α΄, διετέλεσε αυτοκράτορας της Ισπανίας από το 1516 μέχρι την εθελοντική παραίτησή του το 1556 υπέρ του νεότερου αδελφού του, Φερδινάνδου Α', ως αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του γιου του, Φιλίππου Β΄, ως βασιλιά της Ισπανίας. Ως απόγονος τριών ηγεμονικών δυναστειών της Ευρώπης, του Οίκου των Αψβούργων· του Οίκου των Βαλουά-Βουργουνδίας και του Οίκου της Τρασταμάρα, έγινε ηγεμόνας των κτήσεων των Αψβούργων στην κεντρική Ευρώπη, των Βουργουνδικών Κάτω Χωρών και των βασιλείων της Καστίλης και Αραγονίας. Ήταν επίσης κυρίαρχος εκτεταμένων περιοχών της Κεντρικής, Δυτικής, και Νότιας Ευρώπης καθώς και των ισπανικών αποικιών στην Αμερική και την Ασία. Ο Κάρολος ήταν πρεσβύτερος γιος του Φιλίππου του Ωραίου και της Ιωάννας της Τρελής. Από την πλευρά του πατέρα του ήταν εγγονός του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α΄ και από την πλευρά της μητέρας του εγγονός των καθολικών βασιλέων Φερδινάνδου της Αραγονίας και Ισαβέλλας της Καστίλης. Όταν ο Φίλιππος ο Ωραίος πέθανε το 1506, ο Κάρολος έγινε κυβερνήτης των Βουργουνδικών Κάτω Χωρών και συμβασιλέας της μητέρας του στην Ισπανία μετά τον θάνατο του Φερδινάνδου το 1516. Καθώς ο Κάρολος ήταν το πρώτο πρόσωπο που κυβέρνησε την Καστίλη-Λεόν και την Αραγονία ταυτόχρονα, έγινε ο πρώτος Βασιλιάς της Ισπανίας (η συμβασιλεία της μητέρας του Ιωάννας ήταν τυπική μόνο, δεδομένης της ψυχικής της αστάθειας). Το 1519, ο Κάρολος διαδέχθηκε τον πατέρα του πατέρα του Μαξιμιλιανό ως Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και Αρχιδούκας της Αυστρίας. Από αυτό το σημείο και μετά, το βασίλειο του Καρόλου Ε, το οποίο έχει περιγραφεί ως "η αυτοκρατορία στην οποία ο ήλιος δεν δύει ποτέ", κάλυπτε τέσσερα εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα στην Ευρώπη, την Άπω Ανατολή και την Αμερική. Μεγάλο μέρος της βασιλείας του Καρόλου αφιερώθηκε στους Ιταλικούς Πολέμους (1521-1559) εναντίον των Γάλλων βασιλέων Φραγκίσκου Α΄ και Ερρίκου Β΄, οι οποίοι, αν και εξαιρετικά πολυέξοδοι, ήταν στρατιωτικά επιτυχημένοι λόγω του αήττητων Ισπανικών σχηματισμών (tercio) και των προσπαθειών των πρωθυπουργών του Μερκουρίνο Γκαττινάρα και Φρανθίσκο ντε λος Κόμπος υ Μολίνα. Οι δυνάμεις του Καρόλου ανακατέλαβαν και το Μιλάνο και τη Φρανς-Κοντέ από την Γαλλία μετά την αποφασιστική νίκη των Αψβούργων στη Μάχη της Παβίας το 1525, η οποία ώθησε τον Φραγκίσκο Α να δημιουργήσει τη Γαλλοοθωμανική συμμαχία. Ο αντίπαλος του Καρόλου Σουλεϊμάν Α΄ ο Μεγαλοπρεπής κατέκτησε την Ουγγαρία το 1526 αφού νίκησε τους χριστιανούς στην Μάχη του Μοχάτς. Η Οθωμανική προέλαση ανακόπηκε όταν οι Τούρκοι απέτυχαν να καταλάβουν τη Βιέννη το 1529. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος του Καρόλου στον αγώνα κατά της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης, που κήρυξε ο Μαρτίνος Λούθηρος από το 1517 και ο Καλβίνος στη Γενεύη από το 1541. Ήρθε σε αντιπαράθεση με τους Διαμαρτυρόμενους πρίγκιπες της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που με αφορμή τον Προτεσταντισμό επεδίωκαν ευρύτερη αυτονομία, και συγκάλεσε την Σύνοδο του Τριδέντου (Τρέντο) που υπήρξε η απαρχή της Αντιμεταρρύθμισης. Από τις κορυφαίες εκφράσεις του αντιμεταρρυθμιστικού πνεύματος της Συνόδου ήταν η επί βασιλείας του Καρόλου ίδρυση του Τάγματος των Ιησουϊτών. Επί της βασιλείας του επίσης η Ισπανία κατέκτησε το Μεξικό και το Περού και πραγματοποιήθηκε ο πρώτος περίπλους της Γης από τον Μαγγελάνο.
Ο Φίλιππος Β΄ (Felipe II de España, 21 Μαΐου 1527 - 13 Σεπτεμβρίου 1598) ήταν βασιλιάς της Ισπανίας από το 1556 και της Πορτογαλίας από το 1581 (ως Φίλιππος Α'). Ήταν γιος του Καρόλου Ε΄ και της Ισαβέλλας της Πορτογαλίας. Υπήρξε Δούκας του Μιλάνου και Βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας (1554 - 1598). Από το γάμο του με τη Μαρία Τυδώρ (1553 – 1558) ήταν και Βασιλιάς της Αγγλίας. Στα χρόνια του η Ισπανία έφτασε στο αποκορύφωμα της ισχύος της, αλλά γνώρισε και τα όρια της. Ο Φίλιππος υπήρξε αδιάλλακτος προστάτης του Καθολικισμού. Στηριζόμενος από τους Άγγλους, στράφηκε αρχικά κατά των Γάλλων, και κέρδισε τη μάχη του Αγίου Κουεντίνου (1558), αλλά ο θάνατος της Μαρίας Α΄ Τυδώρ τον οδήγησε στη συνθήκη του Καμπρεζί. Το 1581, οι Ισπανικές Κάτω Χώρες έπαψαν να είναι υπό την κυριαρχία του και η Αγγλία τον εγκατέλειψε. Αφού πέτυχε την ανακατάληψη των επαναστατημένων Κάτω Χωρών, η εσφαλμένη τακτική του οδήγησε στη μόνιμη απώλειά τους, ενώ συγχρόνως η Ισπανία εμπλεκόταν σε διαρκώς περιπλοκότερες συγκρούσεις. Παρά την διαρκώς αυξανόμενη ροή χρυσού και ασημιού από τα αμερικανικά ορυχεία, παρά τα μεγάλα κέρδη από το πορτογαλικό εμπόριο μπαχαρικών και την ενθουσιώδη υποστήριξη που συνάντησε η Αντιμεταρρύθμιση στα εδάφη των Αψβούργων, ο Φίλιππος δεν κατόρθωσε να καταπνίξει τον Προτεσταντισμό ούτε να κερδίσει τους Ολλανδούς επαναστάτες. Ήταν ένθερμος ρωμαιοκαθολικός και εκδήλωνε χαρακτηριστική για τα δεδομένα του 16ου αιώνα αντιπάθεια για τους ετερόδοξους, αφοσιωμένος στην αρχή «Όποιος βασιλεύει στη χώρα επιβάλλει και τη δική του θρησκεία» (cuius regio, eius religio). Οι πόλεμοι του Φίλιππου εναντίον των αιρέσεων οδήγησαν στην καταπίεση όχι μόνο των προτεσταντών αλλά και των Μορίσκος (ισπ. Moriscos), γεγονός που οδήγησε σε μια σοβαρή τοπική εξέγερση το 1568. Οι ατελείωτοι αυτοί πόλεμοι προκάλεσαν σημαντικά προβλήματα στην αυτοκρατορία του, που έγιναν ιδιαίτερα εμφανή μετά το θάνατό του. Η εξαντλητική του εμμονή στις λεπτομέρειες, η αδυναμία ιεράρχησης στόχων και η επιμονή του να παίρνει όλες τις αποφάσεις προσωπικά, οδήγησαν στη δημιουργία μιας δαιδαλώδους γραφειοκρατίας. Παρόλα αυτά, το σύστημα, που αυτός και ο πατέρας του είχαν εγκαθιδρύσει ήταν ισχυρό και διατηρήθηκε μια ολόκληρη γενιά μετά το θάνατό του. Παρά τα προβλήματα αυτά, η βασιλεία του ήταν επιτυχής. Σταθεροποίησε τις ισπανικές αποικίες στην αμερικανική ήπειρο, αύξησε σημαντικά τις ποσότητες ασημιού που προέρχονταν από αυτές και νίκησε το οθωμανικό ναυτικό στη περίφημη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), μια ήττα από την οποία οι Οθωμανοί δε ανέκαμψαν ποτέ. Κατόρθωσε να ενώσει την Ισπανία και την Πορτογαλία υπό το στέμμα του και αντιμετώπισε επιτυχώς την κρίση που προέκυψε στην Αραγονία. Οι προσπάθειες του ήταν επίσης καθοριστικές στον περιορισμό της επέκτασης του Προτεσταντισμού στη Βόρεια Ευρώπη.
Ο Φίλιππος Γ΄ (Felipe III· 14 Απριλίου 1578 – 31 Μαρτίου 1621) ήταν βασιλιάς της Ισπανίας και βασιλιάς της Πορτογαλίας και του Αλγκάρβες, όπου κυβέρνησε ως Φίλιππος Β΄ της Πορτογαλίας (Filipe II), από το 1598 ως το θάνατο του. Γεννημένος στη Μαδρίτη, γιος του Φίλιππου Β΄ της Ισπανίας και της τέταρτης συζύγου του (και ανιψιάς του) Άννας που ήταν κόρη του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Β΄ και της Μαρίας της Ισπανίας, νυμφεύτηκε την Μαργαρίτα της Αυστρίας, αδελφή του Αυτοκράτορα Φερδινάνδου Β΄, η οποία, όπως ο σύζυγος της, ήταν μέλος του Οίκου των Αψβούργων.
Ο Φίλιππος Δ' (Felipe IV), γεννήθηκε στο Βαγιαδολίδ, στις 8 Απριλίου 1605 και πέθανε στη Μαδρίτη, στις 17 Σεπτεμβρίου 1665. Υπήρξε βασιλιάς της Ισπανίας, της Νάπολης και της Σικελίας, ηγεμόνας των Ισπανικών Κάτω Χωρών από το 1621 μέχρι το 1665 και βασιλιάς της Πορτογαλίας, ως Φίλιππος Γ' από το 1621 μέχρι το 1640. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Φιλίππου Γ' και της Μαργαρίτας της Αυστρίας. Η μακρά βασιλεία του χαρακτηρίστηκε από πολιτική, στρατιωτική και οικονομική παρακμή της Ισπανίας και κοινωνική δυστυχία. Αισθανόμενος ανέτοιμος να αναλάβει τη διακυβέρνηση της μεγαλύτερης και χειρότερα οργανωμένης πολυεθνικής ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας, όταν διαδέχτηκε τον πατέρα του, σε ηλικία 16 ετών, ανέθεσε τη διακυβέρνηση της Ισπανίας στον πρωθυπουργό Ολιβάρες, και γρήγορα αφέθηκε ολοκληρωτικά στις συμβουλές του, καθιστώντας τον σχεδόν απόλυτο κυβερνήτη των βασιλείων του. Γρήγορα όμως οι προσπάθειες του Ολιβάρες να ενισχύσει την κεντρική εξουσία απέτυχαν. Αποκορύφωμα σε μια σειρά από ατυχίες ήταν η επανάσταση των Πορτογάλων, την 1 Δεκεμβρίου 1640. Τελικά το 1643 ο Φίλιππος απέλυσε τον Ολιβάρες, και, μετά από μια σύντομη προσπάθεια να αναλάβει προσωπικά τη διακυβέρνηση της Ισπανίας, τελικά επέστρεψε στην πρακτική να διορίζει κάποιον ισχυρό υπουργό γι' αυτό το έργο. Επί της βασιλείας του Φιλίππου Δ' συνεχίστηκε η πάγια πρακτική των Αψβούργων της Ισπανίας να στηρίζουν τους συγγενείς τους του αυστριακού κλάδου. Έτσι στα χρόνια του, η Ισπανία ενεπλάκη στον Τριακονταετή πόλεμο, συνέχισε τις συγκρούσεις με την Ολλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία. Επίσης συνέχισε την πολιτική του πατέρα και του παππού του, για ανηλεή διωγμό των προτεσταντών. Η πρακτική όμως αυτή, οδήγησε σε μια σειρά από συνεχείς πολέμους σε πάρα πολλά μέτωπα, καταστρέφοντας έτσι την ήδη εξαντλημένη Ισπανία. Πέθανε αφήνοντας την Ισπανία στα πρόθυρα της καταστροφής, με την οικονομία της ήδη χρεοκοπημένη. Στην επιθανάτια κλίνη του ευχήθηκε η βασιλεία του μοναδικού επιζώντος γιου του Καρόλου Β να είναι πιο επιτυχημένη και ευτυχισμένη από τη δική του. Αν και κατηγορείται από πολλούς ως ανίκανος, τα γραπτά του, και οι δραστηριότητές του, ως προστάτη των γραμμάτων και των τεχνών, αποδεικνύουν ότι ήταν ικανός, αλλά δεν είχε πραγματική αίσθηση του καθήκοντος. Η καλλιτεχνική άνθηση των χρόνων του, με προσωπικότητες όπως ο ζωγράφος Ντιέγο Βελάθκεθ (1599-1660) και ο θεατρικός συγγραφέας Φελίξ Λόπε δε Βέγα του έδωσαν τη φήμη ότι ήταν υπόδειγμα ηγεμόνα της εποχής του Μπαρόκ.
Ο Κάρολος Β΄ (Carlos II de España, Μαδρίτη, 6 Νοεμβρίου 1661 – Μαδρίτη, 1 Νοεμβρίου 1700), μόνος επιζών γιος του Αψβούργου προκατόχου του, Βασιλιά Φιλίππου Δ΄ και της δεύτερης συζύγου του (και ανεψιάς), Μαριάνας της Αυστρίας, ήταν ο τελευταίος Αψβούργος βασιλιάς της Ισπανίας και κυβερνήτης μεγάλων τμημάτων της Ιταλίας, των Ισπανικών εδαφών στις Νότιες Κάτω Χώρες και στην υπερπόντια Ισπανική Αυτοκρατορία, εκτεινόμενη από το Μεξικό έως τις Φιλιππίνες. Είναι γνωστός για την αναποτελεσματική διοίκησή του, οφειλόμενη σε σοβαρά σωματικά, διανοητικά, και συναισθηματικά προβλήματα, καθώς και για το ρόλο του στις εξελίξεις που προηγήθηκαν του Πολέμου της Ισπανικής Διαδοχής. Γεννήθηκε σωματικά και πνευματικά ανάπηρος, και δύσμορφος. Λόγω προγναθισμού της κάτω γνάθου, ήταν ανίκανος να μασήσει. Πάσχοντας από μεγαλακρία ή έλλειψη συνδυασμένων ορμονών, είχε μεγάλη γλώσσα και ο λόγος του ήταν αντιληπτός οριακά, ενώ έλεγε συχνά ανοησίες. Έμεινε γνωστός στην Ισπανική ιστορία ως El Hechizado ("Ο Μαγεμένος") από την λαϊκή αντίληψη ότι οι σωματικές και ψυχικές του ανικανότητες προκλήθηκαν από "μάγια" και εξαιτίας αυτού κατέφυγε έως και τον εξορκισμό. Όταν ο Κάρολος ήταν τεσσάρων ετών, ο πατέρας του πέθανε και η μητέρα του έγινε αντιβασίλισσα, θέση που διατήρησε κατά το περισσότερο της βασιλείας του. Η βασίλισσα μητέρα αντιμετώπιζε τα κρατικά ζητήματα μέσω μιας σειράς ευνοούμενων ("validos"). Η θρησκευτική δυσανεξία επεκτάθηκε σε όλους τους τομείς της ζωής, και της κουλτούρας, των τεχνών και οι επιστήμες έμειναν στάσιμες. Η Καθολική Εκκλησία είχε απέραντες εκτάσεις γης, προερχόμενες από δωρεές, τις οποίες δύσκολα μπορούσε να διαχειρισθεί. Τα άφθονα μέλη του κλήρου απασχολούσαν άνδρες από παραγωγικές εργασίες στην βιομηχανία, την γεωργία ή τον στρατό. Η οικονομία ήταν στάσιμη, υπήρχε πείνα στην χώρα, και η δύναμη της μοναρχίας στις διάφορες Ισπανικές επαρχίες ήταν ιδιαίτερα ασθενής. Η συρρίκνωση της Ισπανικής δύναμης και κύρους, που άρχισε στα τελευταία έτη της πρωθυπουργίας του Κόμητα-Δούκα του Ολιβάρες, επιταχύνθηκε. Το 1679, ο δεκαοκτάχρονος Κάρολος Β΄ νυμφεύθηκε τη Μαρία Λουίζα της Ορλεάνης (1662–1689), μεγαλύτερη κόρη του Φίλιππου Α΄, Δούκα της Ορλεάνης (το μόνο επιζόν από τα αδέλφια του Λουδοβίκου ΙΔ΄), αλλά δεν γεννήθηκαν παιδιά. Μετά τον θάνατο της Μαρίας Λουίζας, δέκα χρόνια αργότερα, νυμφεύθηκε την 23χρονη πριγκίπισσα του Παλατινάτου Μαρία Άννα του Νόιμπουργκ, κόρη του Φίλιππου Γουλιέλμου, Εκλέκτορα του Παλατινάτου, αλλά και πάλι δεν γεννήθηκε ο πολυπόθητος διάδοχος. Προς το τέλος της ζωής του ο Κάρολος έγινε αυξανόμενα υπερευαίσθητος, σε σημείο που ζήτησε να εκταφούν τα πτώματα της οικογένειας του ώστε να μπορεί να βλέπει τα σώματα. Πέθανε στη Μαδρίτη το 1700. Η αυξανόμενη παρακμή της Ισπανίας οδήγησε σε αντιπαράθεση για τη διαδοχή στο θρόνο, μετά τον θάνατο του άτεκνου Καρόλου Β. Ο Πόλεμος για την Ισπανική Διαδοχή (1701-1713) ήταν μια ευρεία διεθνής διαμάχη, που συνδυάστηκε με εμφύλιο πόλεμο και κατέληξε στην απώλεια ευρωπαϊκών εδαφών του Ισπανικού κράτους και την απώλεια της θέσης του ως ηγετικής δύναμης στην Ευρώπη. Στα χρόνια του πολέμου μια νέα Δυναστεία, που βασίλευε ήδη στη Γαλλία, οι Βουρβόνοι, εγκαταστάθηκε και στην Ισπανία. Ο πρώτος Βουρβόνος βασιλιάς Φίλιππος Ε ένωσε τα στέμματα της Καστίλης και της Αραγωνίας σε ένα ενιαίο Ισπανικό κράτος, καταλύοντας αρκετά παλιά περιφερειακά προνόμια και νόμους. Η νέα δυναστεία εισήγαγε γαλλικά συστήματα διοίκησης και οικονομικής πρακτικής, που οδήγησαν το κράτος σε ευημερία κατά τον 18ο αιώνα. Οι ιδέες του Διαφωτισμού διαδόθηκαν στη χώρα, εμπνέοντας αρκετούς αριστοκράτες και εκπρόσωπους της μοναρχίας. Η στρατιωτική βοήθεια που παρασχέθηκε στις επαναστατημένες Βρετανικές αποικίες της Αμερικής κατά τη διάρκεια των Πολέμων της Αμερικανικής Επανάστασης βελτίωσε σημαντικά το διεθνές κύρος της χώρας. Το 1793 η Ισπανία ενεπλάκη στον πόλεμο του Α Συνασπισμού κατά της επαναστατικής Γαλλικής Δημοκρατίας. Ο επακόλουθος Πόλεμος των Πυρηναίων προκάλεσε πόλωση στη χώρα, σε μια αντίδραση κατά της εκγαλλισμένης αριστοκρατίας. Η ήττα στον πόλεμο αυτό οδήγησε σε ειρήνη με τη Γαλλία και συμμαχία μαζί της κατά τον σύντομο πόλεμο του Γ Συνασπισμού, που τέλειωσε με νίκη των Βρετανών στη Μάχη του Τράφαλγκαρ το 1805. Το 1807 μια μυστική συμφωνία με τον Ναπολέοντα οδήγησε σε νέο πόλεμο με την Βρετανία και Πορτογαλία. Τα στρατεύματα του Ναπολέοντα εισέβαλαν στη χώρα και κατέλαβαν τα σπουδαιότερα φρούριά της, εγκαθιστώντας ως κυβερνήτη τον αδελφό του Ναπολέοντα Ιωσήφ Βοναπάρτη.
Ο Φίλιππος Ε΄ (19 Δεκεμβρίου 1683 - 9 Ιουλίου 1746) ήταν βασιλιάς της Ισπανίας (1700 - 1746) και ιδρυτής της δυναστείας των Βουρβόνων της Ισπανίας, δεύτερος γιος του Λουδοβίκου του μεγάλου δελφίνου και της Μαρίας Άννας της Βαυαρίας, εγγονός του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΔ΄, και θείος του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΕ΄. Με την γέννηση του έλαβε τον τίτλο του δούκα του Ανζού. Ο βασιλιάς της Ισπανίας Κάρολος Β΄ τον όρισε διάδοχο του (1700) με τον θάνατό του, ως εγγονό της αδελφής του Μαρίας - Θηρεσίας βασίλισσας της Γαλλίας, και συζύγου του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ΄. Υπήρχαν άλλοι δύο διεκδικητές: ο μικρότερος αδελφός του Κάρολος του Μπερί και ο αρχιδούκας της Αυστρίας Κάρολος. Ο αρχιδούκας Κάρολος της Αυστρίας ήταν εγγονός μιας άλλης αδελφής του Καρόλου, αλλά ο Φίλιππος είχε περισσότερα δικαιώματα, αφού η δική του γιαγιά ήταν μεγαλύτερη σε ηλικία. Στον Πόλεμο διαδοχής του Ισπανικού θρόνου που κράτησε 12 χρόνια (1701-1713) αναμίχθηκαν ο Λεοπόλδος Α και ο Ιωσήφ Α της Αυστρίας και η Άννα Στιούαρτ της Μ.Βρετανίας. Τελικά για να στεφθεί βασιλιάς της Ισπανίας, ο Φίλιππος απαρνήθηκε προηγουμένως όλα τα δικαιώματα του στον θρόνο της Γαλλίας για τον ίδιο και τους απογόνους του. Με την άνοδο του στον θρόνο πιέστηκε να παραχωρήσει την Μινόρκα και το Γιβραλτάρ στην Μεγάλη Βρετανία, και τις Ισπανικές Κάτω Χώρες, Νάπολη, Μιλάνο, Σαρδηνία στους Αψβούργους. Όλες αυτές οι απώλειες σήμαναν την παρακμή του Ισπανικού βασιλείου και το τέλος της Ισπανικής κυριαρχίας στην Ευρώπη. Οι Άγγλοι θαλασσοκράτορες είχαν ήδη πάρει τα πρωτεία. Παραιτήθηκε από τον θρόνο (1724) για λογαριασμό του μεγαλύτερου γιου του, Λουδοβίκου, αλλά όταν αυτός πέθανε από ευλογιά αναγκάστηκε να επανέλθει στον θρόνο. Βοήθησε τους συγγενείς του Βουρβόνους στον πόλεμο της Πολωνικής (1733-1735) και της Αυστριακής (1740-1748) διαδοχής, ανακαταλαμβάνοντας την Νάπολη και την Σικελία από τους Αυστριακούς και το Οράν από τους Οθωμανούς. Κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του κατάφερε να υπερασπιστεί επιτυχώς τις Ισπανικές κτήσεις στην Αμερικάνικη ήπειρο από τις επιθέσεις των Άγγλων. Η Ισπανία άρχιζε πλέον την ανάκαμψη της ύστερα από την παρακμή που είχε υποστεί τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του λόγω των Αψβούργων. Παρέμεινε σε όλη του τη ζωή Γάλλος, δεν ασχολήθηκε ούτε καν με την εκμάθηση της Ισπανικής γλώσσας. Το μοναδικό του μέλημα μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν να μετατρέψει τη Μαδρίτη σε Γαλλική πόλη. Γι' αυτό και όταν κάηκε το φρούριο (1734), διέταξε να κατασκευασθούν στην θέση του νέα μεγάλα ανάκτορα στα πρότυπα των Βερσαλλιών, που δεν πρόλαβαν να ολοκληρωθούν πριν τον θάνατο του. Τα ολοκλήρωσε ο γιος του Κάρολος Γ που ήταν και ο πρώτος τους βασιλικός ένοικος. Αρρώστησε από κατάθλιψη, που μεγάλωνε καθημερινά και τον έφερε σε μια ανεπανόρθωτη μελαγχολία που τον οδήγησε στον θάνατο. Ο διάδοχός του Κάρολος Γ γεννήθηκε από τη δεύτερη σύζυγο του, Ελισάβετ Φαρνέζε.
Ο Φερδινάνδος ΣΤ΄ (Μαδρίτη 1713 - 1759) ήταν βασιλιάς της Ισπανίας (1746 - 1759), δεύτερος γιος του βασιλιά της Ισπανίας Φιλίππου Ε΄, ιδρυτή του Βουργουνδικού κλάδου των Καπετιδών της Ισπανίας, παρακλάδι του κεντρικού Γαλλικού κλάδου από την πρώτη σύζυγο του, Μαρία Λουίζα της Σαβοΐας. Η νεανική του ζωή ήταν περιπετειώδης, αφού η δεύτερη σύζυγος του πατέρα του, Ελισάβετ Φαρνέζε, μια γυναίκα δεσποτική και φιλόδοξη, προσηλώθηκε αποκλειστικά στα δικά της παιδιά. Τα παιδιά του συζύγου της από τον πρώτο του γάμο τα θεώρησε σαν εμπόδιο απέναντι στις φιλοδοξίες των δικών της, κάνοντας οτιδήποτε για να τους προξενήσει ζημιά. Η μελαγχολία του πατέρα του την βοηθούσε στα σχέδια της, αφού ανίκανος ο ίδιος της είχε δώσει πολλές εξουσίες. Ο Φερδινάνδος ΣΤ νυμφεύτηκε (1729) την Μαρία - Βαρβάρα της Μπραγκάνζα, μεγαλύτερη κόρη του βασιλιά της Πορτογαλίας Ιωάννη Ε΄. Αναφέρεται ότι την πρώτη φορά που συνάντησε την σύζυγο του έπαθε ισχυρό κλονισμό. Ο Φερδινάνδος ΣΤ ήταν όπως ο πατέρας του μελαγχολικός, άτολμος και δύσπιστος για τις ικανότητες του. Την ατολμία του την έδειξε και στην πολιτική του, όπου στον πόλεμο μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας κράτησε ουδετερότητα, αρνούμενος να υποστηρίξει την πατρική του χώρα. Το κυνήγι και η μουσική ήταν τα κυριότερα ενδιαφέροντα του. Ήταν προστάτης του διάσημου τραγουδιστή Φαρινέλλι, τα τραγούδια του οποίου έδιωχναν την μελαγχολία του. Με τον θάνατο της συζύγου του, Βαρβάρας, έπεσε σε κατάσταση οριστικής τρέλας, που τον οδήγησε και στον δικό του θάνατο σε έναν χρόνο. Δεν ήθελε κανένα ρούχο και περιφερόταν τις νύχτες στα πάρκα άπλυτος, αξύριστος, με τις πιτζάμες του. Δεν άφησε παιδιά και τον διαδέχθηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Κάρολος Γ΄.
Ο Κάρολος Γ΄ (20 Ιανουαρίου 1716 - 1788), πρώτος γιος από τον δεύτερο γάμο του βασιλέως της Ισπανίας Φιλίππου Ε΄ από την δεύτερη σύζυγο του Ελισάβετ Φαρνέζε, ήταν βασιλιάς της Ισπανίας (1759-1788) της Νάπολης και της Σικελίας (1735-1759) και δούκας της Πάρμας (1732-1735), οπαδός του πεφωτισμένου απολυταρχισμού, διάδοχος του άτεκνου ετεροθαλούς αδελφού του Φερδινάνδου ΣΤ΄. Σε ηλικία 16 ετών στάλθηκε στην Πάρμα και έλαβε τον τίτλο του Δούκα για τα κληρονομικά δικαιώματα της μητέρας του. Εκεί δέχθηκε ισχυρή επίδραση του Διαφωτισμού και των γραμμάτων, που την εποχή εκείνη σπάνιζαν στην Ισπανία. Την 1 Δεκεμβρίου 1734, μετά τη νίκη του Χοσέ Καρίγιο ντε Μοντεμάρ επί των Αυστριακών στη μάχη του Μπιτόντο, κηρύχθηκε βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας. Αλλά ο ίδιος δεν είχε στρατιωτικές ικανότητες, ενώ φορούσε σπάνια τη στρατιωτική στολή. Ο Άγγλος ναύαρχος που βρέθηκε στη Μεσόγειο, για να επηρεάσει τον πόλεμο της Αυστριακής διαδοχής τον πίεσε να κρατήσει ουδετερότητα με την απειλή να βομβαρδίσει τη Νάπολη. Αυτό του έδωσε ένα αίσθημα εχθρότητας, που είχε επίδραση στην πολιτική του αργότερα. Ως δούκας της Πάρμας παραχώρησε (1735) την πόλη στον αυτοκράτορα της Αυστρίας Κάρολο ΣΤ΄ σε αντάλλαγμα της αναγνώρισης του ως βασιλιά της Νάπολης και της Σικελίας. Στο εσωτερικό της χώρας του άρχισε αναμόρφωση, ενώ είχε μεγάλη ικανότητα στην επιλογή υπουργών και συμβούλων. Επί της εποχής του έγιναν στην περιοχή που κυβερνούσε στην Ιταλία οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις του Ερκολάνο (1738) και της Πομπηίας (1748). Παραιτήθηκε (1759) στην Νάπολη υπέρ του τρίτου γιου του, Φερδινάνδου. Ως βασιλιάς της Ισπανίας ακολούθησε καταστροφική εξωτερική πολιτική. Η δυσαρέσκεια του με την Αγγλία έγινε ανεξέλεγκτη μετά τον θάνατο της συζύγου του Μαρίας - Αμαλίας της Σαξονίας και ήρθε σε συμμαχία με τη Γαλλία. Περιπλέχθηκε στον Επταετή Πόλεμο διαδοχής του Αυστριακού Θρόνου (1740 – 1748) με μεγάλες απώλειες για τη χώρα του. Στην Αμερικάνικη ήπειρο κατάφερε να ενώσει τις Γαλλικές δυνάμεις με αυτές των δυσαρεστημένων αποίκων κατά της Αγγλίας. Ο ίδιος, όμως, δεν ήταν άξιος να δημιουργήσει ικανό στόλο. Στο εσωτερικό της χώρας του προσπάθησε να φέρει αναμορφώσεις που συνάντησαν πολλές αντιδράσεις. Η προσπάθεια του να πείσει τους Μαδριλένους να υιοθετήσουν τα Γαλλικά ενδύματα προκάλεσε ταραχές (1766), και ο ίδιος έφυγε προσωρινά από τη Μαδρίτη αφήνοντας στη διακυβέρνηση τον υπουργό του, Πέδρο Πάμπλο Αβάρκα ντε Μπολέα. Οι Ιησουίτες κατηγορήθηκαν ότι συμμετείχαν στις ταραχές και εξορίστηκαν, γεγονός που προκάλεσε την εχθρότητα του πάπα. Ο Κάρολος ανταπέδωσε και η δύναμη της εκκλησίας έπεσε σημαντικά στην χώρα του, όπου πολλοί κληρικοί έμειναν άνεργοι. Άλλαξε την εικόνα της Μαδρίτης: έφτιαξε δρόμους, υδραυλικά έργα, αναμόρφωσε την οικονομική πολιτική, περιορίζοντας την απάτη και την κατάχρηση του δημοσίου χρήματος. Δημιούργησε την Ισπανική Λοταρία και έφερε τα Ναπολιτάνικα μοντέλα στον χριστουγεννιάτικο εορτασμό και στολισμό (Φάτνη της Γεννήσεως). Στην ιδιωτική του ζωή ήταν ευγενικός, με σαρκαστική γλώσσα και δεινός κυνηγός. Άφησε την φήμη φιλάνθρωπου και φιλόσοφου βασιλιά, ενώ ήταν πιστός Καθολικός παρά τις προστριβές του με τον πάπα.
Ο Κάρολος Δ΄ (11 Νοεμβρίου 1748 - 20 Ιανουαρίου 1819), δεύτερος γιος του βασιλιά της Ισπανίας Καρόλου Γ΄ και της Μαρίας Αμαλίας της Σαξονίας, ήταν βασιλιάς της Ισπανίας (1788 - 1808). Αν και δευτερότοκος, ορίστηκε διάδοχος, αφού ο μεγαλύτερος αδελφός του ήταν διανοητικά καθυστερημένος. Από την πλευρά της μητέρας του είχε μεγάλη κληρονομιά από την Σαξονική δυναστεία. Ήταν πολύ δυνατός σωματικά, αφού στην νεότητα του προκαλούσε σε μάχη τον δυνατότερο αυλικό, αλλά ταυτόχρονα αργοκίνητος στο μυαλό και πολύ εύπιστος. Έτσι άφησε την γυναίκα του, Μαρία Λουίζα της Πάρμας, μικρότερη κόρη του θείου του, Φιλίππου της Πάρμας, να ασκεί όλη την εξουσία. Την περίοδο που ζούσε ο πατέρας του, η γυναίκα του αναμιγνυόταν σε συνεχείς συνωμοσίες, και έδινε αξιώματα στους ευνοουμένους της. Μετά την άνοδο του στον θρόνο, η κυριότερη ασχολία του ήταν το κυνήγι, ενώ όλες οι κρατικές υποθέσεις βρίσκονταν στα χέρια της συζύγου του και του εραστή της, Μανουήλ του Γκοντόι. Ο Γκοντόι κατόρθωσε να έχει με το μέρος του την εύνοια του βασιλικού ζεύγους σε όλη την διάρκεια της ζωής του, και το μίσος του διαδόχου τους, Φερδινάνδου Ζ. Στον αντίκτυπο της Γαλλικής Επανάστασης, ενοχλήθηκε από την μερίδα των ανθρώπων που ήθελαν να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις του πατέρα του ακόμα περισσότερο. Αλλά δεν κατάφερε να πάρει μέτρα, γιατί βρισκόταν πάντα υπό την επιρροή της συζύγου του και του εραστή της. Είχε βαθιά πίστη για τη θεϊκή αποστολή του και πίστευε ότι το κράτος του έπρεπε να αποφύγει την υποτέλεια στην Γαλλία. Παρόλα αυτά, ο Γκοντόι οδήγησε την Ισπανία σε συμμαχία με την Γαλλία, αλλά αναγκάστηκε να αποσυρθεί από αυτήν μετά την μάχη του Τραφάλγκαρ. Μετά τις αρχικές νίκες του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο Γκοντόι θέλησε να επανέλθει με την Γαλλική πλευρά, που δεν θεωρούσε πια την Ισπανία άξια για σύμμαχο και έγινε πλέον μισητός στους οπαδούς του Φερδινάνδου Ζ, που ήθελαν συμμαχία με την Μεγάλη Βρετανία. Όταν είπαν στον Κάρολο Δ΄ ότι ο γιος του Φερδινάνδος κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα κατά του Γκοντόι, αυτός υποστήριξε τον ευνοούμενο του αντί για τον γιο του. Ο λαός ξεσηκώθηκε και τον ανάγκασε σε παραίτηση υπέρ του γιου του το 1808, ενώ ο Ναπολέων είχε ήδη φέρει 100.000 στρατιώτες στην Ισπανία. Κατέφυγε στην Γαλλία αιχμάλωτος του Ναπολέοντα, έχοντας παραιτηθεί από τα δικαιώματά του στον Ισπανικό θρόνο για λογαριασμό του Ιωσήφ Βοναπάρτη. Δέχτηκε αποζημίωση από τον Γάλλο αυτοκράτορα και έζησε την υπόλοιπη ζωή του μαζί με την σύζυγο του και τον Γκοντόι. Πέθανε στην Ρώμη.
Ο Ιωσήφ Βοναπάρτης θεωρήθηκε από τους Ισπανούς δοτός κυβερνήτης και αντιμετωπίστηκε με περιφρόνηση, αλλά και μια σειρά εξεγέρσεων που άρχισαν από το 1808, με τις οποίες εγκαινιάστηκε ένας καταστροφικός πόλεμος ανεξαρτησίας κατά της εξουσίας του Ναπολέοντα, ο οποίος αναγκάστηκε να παρέμβει προσωπικά νικώντας τις Ισπανικές στρατιές και αναγκάζοντας τους Βρετανούς να αποσυρθούν. Τελικά ο ανταρτοπόλεμος των Ισπανών, σε συνδυασμό με τη δράση των Βρετανικών και Πορτογαλικών δυνάμεων υπό τον Ουέλινγκτον, μετά την αποτυχία της εκστρατείας του Βοναπάρτη στη Ρωσία, οδήγησαν στην απομάκρυνση των Γάλλων από την Ισπανία το 1814 και στην επιστροφή του βασιλιά Φερδινάνδου Ζ, ο οποίος κυβέρνησε ως απόλυτος μονάρχης, προοιωνίζοντας τη διαμάχη μεταξύ συντηρητικών και φιλελεύθερων που εκδηλώθηκε τον 19ο και 20ο αιώνα στη χώρα. Ο Ιωσήφ Ναπολέων Βοναπάρτης (Joseph-Napoleon Bonaparte, 7 Ιανουαρίου 1768 – 28 Ιουλίου 1844) ήταν βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας και αργότερα βασιλιάς της Ισπανίας. Γεννήθηκε στο Κόρτε της Κορσικής και ήταν γιος του Κάρλο Μπουοναπάρτε και της Λετίτσια Ραμολίνο (Letizia Ramolino) και αδερφός του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Το 1806 έγινε στρατιωτικός διοικητής της Νάπολης, και στη συνέχεια βασιλιάς της. Στις 6 Ιουνίου του 1808 έγινε βασιλιάς της Ισπανίας. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του η Βενεζουέλα, πρώτη ανάμεσα στις χώρες της λατινικής Αμερικής, κέρδισε την ανεξαρτησία της. Μετά την ήττα στη μάχη της Βιττόρια ο Ιωσήφ Βοναπάρτης εγκατέλειψε την Ισπανία και ένα χρόνο αργότερα το 1813 τέλειωσε και τυπικά η βασιλεία του. Μετά από αυτά, έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Νέα Υόρκη, στη Φιλαδέλφεια και στη Μπόρντενταουν του Νιου Τζέρσεϊ. Απεβίωσε στη Φλωρεντία και θάφτηκε στο Παρίσι. Ήταν νυμφευμένος από το 1794 με την Ζυλί Κλαρύ (Julie Clary) και απέκτησαν τρεις κόρες.
Η κατάκτηση της Ισπανίας από τους Γάλλους επέτρεψε στους λατινοαμερικάνους αντιαποικιοκράτες να αποκηρύξουν την αυτοκρατορική ισπανική διοίκηση, που ευνοούσε τους ισπανικής προέλευσης πολίτες (Peninsulars) εις βάρος εκείνων που γεννήθηκαν υπερπόντια (Criollos) και να απαιτήσουν την απόδοση της εξουσίας στο λαό. Το 1809 οι ισπανικές αποικίες της Αμερικής άρχισαν μια σειρά από εξεγέρσεις με αίτημα την ανεξαρτησία, που οδήγησαν στους Ισπανοαμερικανικούς Πολέμους Ανεξαρτησίας (1810-1825), με τους οποίους καταργήθηκε ο ισπανικός έλεγχος στις αποικίες της Αμερικής. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος Ζ προσπάθησε να αντιδράσει, αλλά αντιμετωπίστηκε δυναμικά από φιλελεύθερους αξιωματούχους και τελικά το 1826 οι μόνες αποικίες που παρέμεναν υπό ισπανικό έλεγχο ήταν η Κούβα και το Πόρτο Ρίκο. Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι άφησαν την Ισπανία οικονομικά καταστραμμένη, βαθιά διαιρεμένη και πολιτικά ασταθή. Στη διάρκεια των δεκαετιών 1830 και 1840 αντιφιλελεύθερες δυνάμεις, γνωστές ως «Καρολιστές» αντιπαρατάχθηκαν στους φιλελεύθερους, στους λεγόμενους Καρλικούς πολέμους (Carlist Wars). Οι φιλελεύθεροι επικράτησαν και η διαμάχη μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών φιλελεύθερων έληξε με μία αδύναμη συνταγματική περίοδο. Μετά την Ένδοξη Επανάσταση του 1868 και την βραχύβια Α Ισπανική Δημοκρατία, άρχισε μια πιο σταθερή μοναρχική περίοδος, που χαρακτηρίστηκε από την εναλλαγή της κυβερνητικής εξουσίας μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών φιλελεύθερων. Προς το τέλος του 19ου αιώνα ξέσπασαν εθνικιστικά κινήματα στις Φιλιππίνες και στην Κούβα. Το 1895 και το 1896 αντίστοιχα οι ΗΠΑ αναμίχτηκαν στον Πόλεμο Ανεξαρτησίας της Κούβας και στην Επανάσταση των Φιλιππίνων. Στον Πόλεμο ΗΠΑ – Ισπανίας, που κηρύχτηκε το 1898, η Ισπανία νικήθηκε και έχασε την Κούβα, το Πόρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες. Ο πόλεμος αυτός, που έγινε γνωστός ως «Καταστροφή» (El Desastre), απετέλεσε κίνητρο για την λεγόμενη «Γενιά του 1898» που ηγήθηκε σε μία προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας. Ακολούθησε μια περίοδος ευημερίας, καθώς η χώρα είχε μικρό ρόλο στον αποικισμό της βόρειας Αφρικής (Δυτική Σαχάρα και Ισπανικό Μαρόκο) και δεν αναμίχθηκε καθόλου στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Μια σύντομη απολυταρχική διακυβέρνηση υπό τον στρατηγό Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα (Miguel Primo de Rivera 1923–1931) τελείωσε με την εγκαθίδρυση της Β Ισπανικής Δημοκρατίας, η οποία κυριαρχήθηκε από κόμματα αριστερών αντιλήψεων, που απέδωσαν αυτονομία στους Βάσκους, στην Καταλονία και στην Γαλικία, καθώς και το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες της Μεγάλης Κρίσης η πολιτική κατάσταση στην Ισπανία έγινε χαοτική και βίαια. Για τους βασιλείς της περιόδου μπορούν να αναφερθούν τα εξής:
Ο Φερδινάνδος Ζ΄ (1784 - 1833), μεγαλύτερος γιος του βασιλιά της Ισπανίας Καρόλου Δ΄ και της Μαρίας Λουίζας της Πάρμας, ήταν βασιλιάς της Ισπανίας στα χρόνια 1813 - 1833. Στην νεανική του ηλικία αισθανόταν ζήλια απέναντι στον Μανουέλ ντε Γοντόι για την συμπάθεια που του είχαν οι γονείς του παραμερίζοντας τον ίδιο. Οι δυσαρεστημένοι από την κακή διακυβέρνηση έκαναν συνωμοσία κατά των γονέων του το 1805 στο Εσκοριάλ, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος, στοχεύοντας και στην βοήθεια από τον Μέγα Ναπολέοντα. Όταν η συνωμοσία καταπνίγηκε, αυτός απαρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση του μαζί της. Όταν ο πατέρας του εκθρονίστηκε από πραξικόπημα, τον Μάρτιος του 1808, και ανέβηκε αυτός στον θρόνο, στράφηκε στον Ναπολέοντα για βοήθεια. Ο Ναπολέων τον ανάγκασε να παραιτηθεί αιχμαλωτίζοντας τον στο Βαλενσέ για επτά χρόνια. Τον Μάρτιο του 1814, οι σύμμαχοι του αντιγαλλικού συνασπισμού του επέτρεψαν να επιστρέψει στην Μαδρίτη, ενώ ο Ισπανικός λαός κατηγορούσε τις πεφωτισμένες τακτικές των Γαλλόφιλων που επέφεραν τους Ναπολεόντειους πολέμους και επέτρεψε την επάνοδο του Φερδινάνδου στο θρόνο. Ως βασιλεύς ο Φερδινάνδος εγγυήθηκε το Σύνταγμα και τις ελευθερίες του λαού, αλλά, μόλις μέσα σε τέσσερις εβδομάδες πιεζόμενος από συντηρητικούς κύκλους από τον χώρο της εκκλησίας, άλλαξε διαμετρικά γνώμη και επανέφερε το πατροπαράδοτο Βουρβωνικό δόγμα ότι ο βασιλιάς είναι η προσωποποίηση του κράτους. Οι πόλεμοι στις Ισπανικές αποικίες της Αμερικής, όπου οι επαναστάτες καθοδηγούνταν από τον Σιμόν Μπολιβάρ, ήταν πολύ σκληροί. Το κράτος κατέληξε γρήγορα σε πτώχευση, αφού οι Αμερικάνικες αποικίες αρνούνταν να πληρώσουν φόρους. Στο απολυταρχικό σύστημα που επέβαλε, διοικούσε μια μικρή κλίκα ευνοούμενων υπουργών του, που τους άλλαζε μέσα σε λίγους μήνες, προκαλώντας την οργή τους. Οι μέθοδοί του άρχισαν να προκαλούν δυσπιστία σε όλους. Το 1820, ξέσπασε επανάσταση που απαιτούσε να επανέλθει το Σύνταγμα του 1812, δημιουργήθηκαν ταραχές και τα στρατεύματα του Ραφαέλ Ριέγο συνέλαβαν τον Φερδινάνδο αιχμάλωτο. Στις αρχές του 1823, μετά την Συνέλευση της Βερόνα, η Γαλλία αποφάσισε να επιτεθεί στην Ισπανία, για χάρη, όπως ανέφερε, του εκθρονισμένου βασιλιά της, απόγονου του δικού της μεγάλου βασιλιά Ερρίκου Δ΄. Οι επαναστάτες όρισαν κυβερνήτη τους τον Φερδινάνδο του Κάδιξ. Μετά την μάχη του Τροκαντερό και την πτώση του Κάδιξ, ο Φερδινάνδος επανήλθε στον Ισπανικό θρόνο. Δεν τήρησε τους όρκους που έδωσε ότι θα σεβαστεί το Σύνταγμα και τις λαϊκές ελευθερίες, δολοφονώντας πλήθος επαναστατών. Άρχισε να αλλάζει πάλι υπουργούς μέσα σε λίγους μήνες, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του, άρρωστος σωματικά και ψυχικά, είχε γίνει ανίκανος για διοίκηση. Έκανε τέταρτο γάμο με την Μαρία Χριστίνα των δυο Σικελιών, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, ενώ δεν είχε κάνει κανέναν γιο σε κανέναν από τους προηγούμενους γάμους του. Η σύζυγός του προσπαθούσε να τον πείσει να εγκαταλείψει τον Σαλικό νόμο που ίσχυε στην Γαλλία για να ορίσει διάδοχο την κόρη του. Αυτός αρχικά δέχθηκε, αλλά, όταν αρρώστησε, τον πλησίασαν ιερείς υποστηριχτές του αδελφού του, Κάρλος Μαρία, και του ζήτησαν να αλλάξει γνώμη. Τελικά πέθανε χωρίς να πάρει οριστική απόφαση και η σύζυγος του Χριστίνα, ως αντιβασίλισσα της κόρης της Ισαβέλλας Β΄, κατέλαβε τον θρόνο. Ο Κάρλος το αμφισβήτησε με αποτέλεσμα να αντισταθεί δυναμικά και να ξεσπάσουν όλον σχεδόν τον υπόλοιπο αιώνα οι περίφημοι Καρλικοί πόλεμοι.
Η Ισαβέλλα Β΄ (10 Οκτωβρίου 1830 - 10 Απριλίου 1904) ήταν βασίλισσα της Ισπανίας (1833-1868), μεγαλύτερη κόρη του βασιλιά της Ισπανίας Φερδινάνδου Ζ΄ από την τέταρτη σύζυγό του Μαρία Χριστίνα των Δύο Σικελιών, ανεψιά του ίδιου, αλλά και της Μαρίας Αντουανέτας. Διαδέχθηκε σε ηλικία τριών ετών τον πατέρα της Φερδινάνδο Ζ, υπό την αντιβασιλεία της μητέρας της, η οποία πίεσε το Ισπανικό Ανώτατο Δικαστήριο να καταργήσει τον Σαλικό νόμο που είχε επιβληθεί στην Ισπανία στις αρχές του 18ου αιώνα με την άνοδο της δυναστείας των Βουρβόνων στην εξουσία. Ζητούσε να επανέλθει ο παλιός νόμος που ίσχυε για πολλούς αιώνες στην Ισπανία. Αυτό έφερε την αντίδραση του θείου της, Καρόλου, που επιζητούσε τον θρόνο, και αντιστάθηκε επτά χρόνια με πολεμικές επιχειρήσεις. Οι οπαδοί του, οι αποκαλούμενοι Καρλιστές, συνέχισαν τις ταραχές όλο τον 19ο αιώνα. Τα δίκαια της Ισαβέλλας παρέμειναν υπό την υποστήριξη του στρατού. Το Ισπανικό Ανώτατο Δικαστήριο εγκατέστησε κοινοβουλευτική κυβέρνηση που κατάργησε τους θρησκόληπτους νόμους, και δήμευσε την εκκλησιαστική περιουσία και την περιουσία των Ιησουιτών, για να βελτιώσει τα οικονομικά της χώρας. Ένα στρατιωτικό κίνημα υπό τον Ιωακείμ Μαρία Λοπέθ οδήγησε τελικά στην ανακήρυξη της Ισαβέλλας βασίλισσας από την ηλικία των 13 ετών. Σε ηλικία 16 ετών την πάντρεψαν με τον ξάδελφο της δούκα Φραγκίσκο της Ασίζης, ο οποίος ήταν ομοφυλόφιλος, κανένα όμως από τα παιδιά τους δεν γνώριζαν ότι αυτός ήταν ο πατέρας τους. Ο διάδοχος, για παράδειγμα, Αλφόνσος ΙΒ΄, πίστευε ότι ήταν γιος ενός από τους σωματοφύλακες της μητέρας του. Σε όλη την διάρκεια της βασιλείας της περιπλέχθηκε σε συνωμοσίες, ευνόησε ανάξιους στρατηγούς και υπουργούς και επανέφερε τους αντιπαθητικούς φιλοκληρικούς νόμους. Οι μέθοδοι αυτοί, η αυταρχικότητα και η ανικανότητά της την έκαναν εξαιρετικά μισητή στον λαό. Όλα αυτά οδήγησαν στην Επανάσταση του 1868, όπότε μετά από μια μικρή αντίσταση των στρατηγών της, εκθρονίστηκε. Άλλα γεγονότα της βασιλείας της Ισαβέλλας ήταν ο πόλεμος με το Μαρόκο, επαναστατικές εξεγέρσεις στην Κούβα και το Πουέρτο Ρίκο και πολλές πρόοδοι στα δημόσια έργα, ιδιαίτερα το οδικό δίκτυο, με στόχο να διευκολυνθούν οι εμπορικοί δρόμοι. Μετά την εξορία της (1868), οι Ισπανοί εκμεταλλεύτηκαν τον Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο και βρήκαν ως υποψήφιο μνηστήρα τον Λεοπόλδο των Χοεντσόλερν, τον οποίο αποδοκίμαζε ο Γάλλος Ναπολέων Γ΄, υποστήριζε όμως ο Γερμανός Όττο φον Μπίσμαρκ. Η Ισαβέλλα εγκαταστάθηκε και ιδιώτευσε στο Παρίσι, αφού χώρισε από τον ομοφυλόφιλο σύζυγο της, μένοντας παρ' όλα αυτά φίλη μαζί του μέχρι τον θάνατο του (1802). Το 1870 παραιτήθηκε από τα δικαιώματα της στον Ισπανικό θρόνο για λογαριασμό του μοναδικού της γιου, Αλφόνσου ΙΒ΄. Μετά την άνοδο του γιου της στον Ισπανικό θρόνο, παρέμεινε στο Παρίσι. Μία φορά επανήλθε, αλλά ο δόλιος χαρακτήρας της την περιέπλεξε σε νέες σκευωρίες και διώχθηκε οριστικά, κάνοντας μόνο σύντομες επισκέψεις. Τις τελευταίες μέρες της ζωής της βρέθηκε αντιμέτωπη με συζυγικά προβλήματα της μικρότερης κόρης της.
Ο Αλφόνσος ΙΒ΄ (Alfonso XII, 28 Νοεμβρίου 1857 - 25 Νοεμβρίου 1885), μοναδικός γιος της βασίλισσας της Ισπανίας Ισαβέλλας Β΄ και του Φραγκίσκου της Ισπανίας, ήταν βασιλιάς της Ισπανίας (1875 - 1885). Πολλές φήμες έλεγαν ότι ο πατέρας του δεν ήταν ο ομοφυλόφιλος πρωτοξάδελφος της μητέρας του, Φραγκίσκος, αλλά ένας από τους σωματοφύλακες της μητέρας του, με πιθανότερο τον Ενρίκε Πουιγμοντό. Όταν η μητέρα του βασίλισσα Ισαβέλλα Β και ο σύζυγος της Φραγκίσκος εγκατέλειψαν, μετά την Επανάσταση του 1868 την Ισπανία, ο μικρός Αλφόνσος συνόδευσε τους γονείς του στο Παρίσι. Στάλθηκε στην Βιέννη να πραγματοποιήσει τις σπουδές του και ανακλήθηκε στο Παρίσι το 1870. Εκεί η μητέρα του απαρνήθηκε τα δικά της δικαιώματα στον θρόνο υπέρ του Αλφόνσου, που κηρύχθηκε μνηστήρας του Ισπανικού θρόνου με το όνομα Αλφόνσος ΙΒ΄, αν και δεν είχε υπάρξει άλλος βασιλιάς με αυτό το όνομα στην ενωμένη Ισπανία, ως συνεχιστής των βασιλείων της Καστίλλης και Λεόν. Το 1873 το Κοινοβούλιο ανακήρυξε την Α΄ Ισπανική Δημοκρατία που κράτησε μόνο 11 μήνες, και καταλύθηκε από τον στρατηγό Μανουέλ Παβία. Η Ισπανία πληττόταν εκείνη την εποχή από τους Πολέμους των Καρλιστών και στα τέλη του 1874 ο Μαρτίνεθ Κάμπος, που εργαζόταν ανοιχτά υπέρ του νεαρού υποψήφιου βασιλιά, κατέλαβε την Σεβίλλη για λογαριασμό του. Το Ισπανικό συμβούλιο δέχτηκε την υποταγή και έβαλε στην ηγεσία του τον σύμβουλο του Αλφόνσου, Αντόνιο Κάνοβας ντελ Καστίγιο. Ο βασιλιάς έφτασε σε λίγες μέρες μεγαλοπρεπώς και σε λίγο όλα τα επαναστατικά κινήματα του δον Κάρλος καταπνίγηκαν. Ο νέος βασιλιάς έγινε συμπαθής στον λαό λόγω της νεότητας του, αλλά η συμπάθεια αυξήθηκε περισσότερο μετά από την συμπαράσταση του στους πληγέντες από την χολέρα και τον σεισμό του 1885. Είχε μοναδικό τρόπο προσωπικής επικοινωνίας με τον λαό και πέθανε σε ηλικία 28 ετών του από φυματίωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ BEAT ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλικά: beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες το...