Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 28 Απριλίου 2019

ΚΟΥΡΔΟΙ, ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΧΩΡΙΣ ΠΑΤΡΙΔΑ

Οι Κούρδοι είναι ινδοευρωπαϊκή φυλή ανάμεικτη με αραβικά και τουρκικά στοιχεία. Οι κάτοικοι είναι γεωργοί και βοσκοί. Είναι μουσουλμανικού, κυρίως, θρησκεύματος. Είναι πολύ παλιός λαός και ζει στις ορεινές περιοχές ανάμεσα στον Καύκασο, τη Μεσοποταμία, το Ιράν και την Ανατολία. Με τις εξεγέρσεις των χρόνων 1832-1847 εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι Κούρδοι απέκτησαν την ανεξαρτησία τους. Η Συνθήκη των Σεβρών (1920) προέβλεπε τη δημιουργία εθνικού κουρδικού κράτους. Κάτι που δεν έγινε ποτέ. Αντίθετα τρία χρόνια αργότερα, με τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923), το Κουρδιστάν διαμελίζεται. Η Τουρκία, το Ιράν και το Ιράκ παίρνουν από ένα κομμάτι. Αμέσως άρχισε ανταρτοπόλεμος. Τα τρία κράτη, Τουρκία, Ιράν, Ιράκ, χωρίς πολλές περιστροφές, κατέπνιξαν βίαια (1978, 1988, 1991) κάθε προσπάθεια των εξεγερμένων για αυτονομία. Στα όρια της Συρίας, ανάμεσα σε Τουρκία και Βόρειο Ιράκ, εκτείνεται μια περιοχή που αριθμεί 4,5 εκατομμύρια Κούρδους χωρίς επίσημο κράτος, αλλά με την πατρίδα στην καρδιά τους. Η περιοχή της Rojava, ή αλλιώς το άτυπο “Δυτικό Κουρδιστάν”, βρίσκεται μεταξύ του εμφυλίου της Συρίας, της ηγεμονικής πίεσης της Τουρκίας προς τους Κούρδους που αναγκάζονται να ζουν μακριά από τα εδάφη στα οποία γεννήθηκαν στην Ανατολία, αλλά και της αδιαφορίας των Ηνωμένων Εθνών. Τον Αύγουστο του 2014 οι Κούρδοι ξεκινούσαν έναν άνισο και τίμιο αγώνα για την ανεξαρτησία τους. Οι Κούρδοι, οι Αραβες, οι Τουρκμάνοι, οι Σύροι, οι Τσετσένοι και οι χριστιανοί που ζουν στη Βόρεια Συρία αποφάσισαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και τα τελευταία δύο χρόνια, εμπνεόμενοι από τα ιδανικά του δημοκρατικού φεντεραλισμού, εγκατέστησαν μιαν αυτοδιοίκητη κομμούνα στην περιοχή της Rojava, στα καντόνια Κομπάνι, Αφρίν και Αλ Ταζίρα (Καμισλί). Από τον Ιανουάριο του 2012 έχουν αρχίσει να υλοποιούν ένα σχέδιο δημοκρατικής εναλλακτικής, βασιζόμενοι στην εμπειρία των Ζαπατίστας στο Μεξικό.Τους τελευταίους μήνες, οι Κούρδοι καλούνται να αντιμετωπίσουν τις βαρβαρικές επιθέσεις των τζιχαντιστών του ISIS πολεμώντας για την ανεξαρτησία των εδαφών τους και την ελευθερία τους. Στο πλευρό τους βρήκαν τις δυτικές δυνάμεις οι οποίες κάτω από τη διεθνή πίεση αναγκάστηκαν να συνδράμουν με αεροπορικές επιδρομές εναντίον στόχων του ISIS. Το Κομπάνι βρέθηκε στην ατζέντα της δυτικής ειδησεογραφίας και ξαφνικά όλοι άρχισαν να στρέφουν το βλέμμα προς τον λαό που αντιστέκεται. Οι θηριωδίες των τζιχαντιστών κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο την ώρα που πολλοί προσπάθησαν να μάθουν περισσότερα για την ταυτότητα του κουρδικού λαού που τοποθετήθηκε στο επίκεντρο των εξελίξεων και των μαχών. Οι Κούρδοι είναι ένας λαός για τον οποίον η έννοια «αυτονομία» αποτελεί το κύριο ζητούμενο. Μια σύγχρονη Ιερά Εξέταση αναπτύσσεται παρασιτικά στην Τουρκία και στο Ιράν, εσωτερικεύοντας τη λογοκρισία κατά των Κούρδων ως κύριο διακριτικό της. Πώς ο «πολιτισμένος» δυτικός κόσμος ανέχεται αυτό το αίσχος; Στους προβληματισμούς όλων των λαών κυριαρχεί η ανάγκη εξεύρεσης, διάσωσης, ανασύστασης και διαφύλαξης της πολιτιστικής τους ταυτότητας στα πλαίσια της ισοπέδωσης των πολιτιστικών χαρακτηριστικών που διενεργείται συστηματικά από τους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης. Δυστυχώς, είναι συγκεχυμένα τα στοιχεία που καθορίζουν το γνήσια «λαϊκό» και το αντιδιαστέλλουν προς το «λαϊκίζον» και το νόθο. Στη δημόσια αντιπαράθεση λαϊκιστής[1] είναι ο φορέας της δημαγωγίας, της αβαθούς ιδεολογίας και του λεξιλογίου που δήθεν υπηρετεί τη γενική θέληση μιας ασαφούς, απροσδιόριστης μάζας που αποκαλείται, συλλήβδην, «λαός». Κάθε λαϊκιστής υποδύεται πως δεν υπάρχουν ταξικοί φραγμοί και, λεκτικά τουλάχιστον, αντιμάχεται κάθε μορφή ελιτισμού, ενώ απεχθάνεται τον πλουραλισμό και τη διαφοροποίηση των απόψεων και των επιλογών ζωής. Κάθε λαϊκιστής ασπάζεται το ιδεολόγημα πως η εθνική γλώσσα είναι απολύτως συγκροτημένη, πως η εθνική ταυτότητα έχει δομηθεί στη βάση της ετεροκανονικότητας.
Στη σύγχρονη Ευρώπη ο λαϊκισμός είναι η μισαλλόδοξη απάντηση στα προβλήματα φτώχειας και απώλειας των κεκτημένων που παρήγαγε ο όψιμος φιλελευθερισμός[2]. Ο ευρωπαίος λογοκριτής εξασφαλίζει πως οι υπηρεσίες της εξουσίας (π.χ. η επίσημη Εκκλησία και ο λογοκριτής αρωγός της, το Ελληνικό Συμβούλιο Επικρατείας) θα λειτουργούν χωρίς αμφισβητήσεις και εξάρσεις σε μία μονότονη κανονικότητα. Κάθε αιρεσιάρχης (π.χ. ο νυν Υπουργός Παιδείας που κατηγορείται ως απαράδεκτα ανεξίθρησκος) οφείλει, περιδεής, να σωπάσει ή να χορέψει σε δοσμένους ρυθμούς=ρυθμούς που φέρονται να είναι «λαϊκοί», αγαπητοί στον λαό. Στο μεταξύ, η novus ordo seclorum[δηλαδή η Νέα Παγκόσμια Τάξη] εφαρμόζει την επιβεβλημένη μαζική κουλτούρα (με έμφαση στο επίθετο «μαζική» και με αποδυνάμωση της κουλτούρας), ιδίως στους κόλπους αυταρχικών καθεστώτων (όπως της γείτονος Τουρκίας) που δεν ανέχονται τη διαφορετικότητα. Δεν υπάρχει πιο ύπουλη λογοκρισία από εκείνην που αποποιείται τη σύγχρονη, πηγαία έκφραση και στη θέση της προτείνει την επιστροφή σε πεπαλαιωμένα σχήματα: είτε αυτά είναι αριστερής λαϊκιστικής κοπής (δια της βίας αθεία, δια της βίας ομογενοποίηση, δια της βίας αυθεντία, δήθεν “λαϊκής” προελεύσεως), είτε αυτά της συντηρητικής επιστροφής και της εμμονής σε Βυζάντια και αρχαιότητες, σε γλωσσικές και εθνολογικές “καθαρότητες”, σε κατασκευασμένες πολιτιστικές ρίζες, σε κιτάπια κληρικαλιστικά και σε εκθέματα μουσείων! Υπάρχουν χειρότερες μορφές λογοκρισίας του ζωντανού, σφύζοντος βίου, πιο ωμός βιασμός της ελευθερίας του ατόμου από αυτές; Kαμιά τους δεν συνδέεται με τον αυτοκαθορισμό ή την αυτοδιάθεση του πολίτη. Η τυπολογία της λογοκρισίας είναι προϊόν ετεροκαθορισμού. Υποστασιοποιεί ένα φιλελεύθερο, ή ένα αυταρχικό, πολλώ δε μάλλον ένα ολοκληρωτικό πολίτευμα. Οι μηχανισμοί ενστάλαξης, ελέγχου και περιορισμού μιας λίστας prohibitorum έτσι κι αλλιώς επιτελούν εκείνη τη μορφή λογοκρισίας που διενεργείται υποσυνείδητα, ενδοθεσμικά. Πρόκειται για μια μορφή «σιωπηρής επιτελεστικότητας της εξουσίας», που στη Δύση ασκείται μόνο στα πλαίσια του κλήρου και της εκπαίδευσης. Πλέον έχει αποκτήσει μορφές άτυπες και μη εντοπίσιμες στον δημόσιο χώρο. Η αγορά με τον δικό της τρόπο κατευθύνει την ανθρώπινη δημιουργία. Υπό την έννοια αυτή, η λογοκρισία στις φιλελεύθερες κοινωνίες δεν συγκροτείται πάνω στο ωμό «απαγορεύεται» της καταστολής, αλλά στους πολλαπλούς κοινωνικούς και εμπορικούς καταναγκασμούς. Η (τ’ούνομα μόνον) φιλελευθεροποίηση έχει μιαν ουδό ανεκτικότητας πέραν της οποίας κάθε προσπάθεια ελεύθερης έκφρασης κατακεραυνώνεται.
Όμως στην Τουρκία μιλάμε για την επίσημη, άνευ όρων επιβαλλόμενη, λογοκρισία, την απαγόρευση της διακίνησης ιδεών και αντιλήψεων που δεν συνάδουν με το ιδεολογικοπολιτικό αξιακό σύστημα της εξουσίας/ μιλάμε για τη σύνθλιψη της ελευθερίας του Τύπου, για τον καθορισμό των ορίων της κινηματογραφικής δημιουργίας, για το «κόψιμο» κειμένων που δεν συμπλέουν με το ιδεολογικό πλαίσιο των κρατούντων, για τη φίμωση της σάτιρας και της γελοιογραφίας, για τον αφανισμό του ερωτογραφήματος, για τη σύνθλιψη της απόκλισης, για την περιστολή μορφών έκφρασης που διαφωνούν με τον αμετανόητο φονταμενταλιστή, μιλάμε δυστυχώς για την αποθέωση της μισαλλοδοξίας του κεκαρμένου ένστολου. Τώρα που η Τουρκία εισέβαλε βίαια στην Αφρίν της Συρίας, ο τούρκος Μπιναλί Γιλντιρίμ έδωσε στους εκπροσώπους του Τύπου κατευθυντήριες γραμμές για το πως θα πρέπει να καλύπτουν τις πολεμικές επιχειρήσεις : οι νεκροί άμαχοι αποκρύπτονται, παρά τον αριθμό των 112 που δίνουν τα ξένα πρακτορεία. Περισσότεροι από 100 δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή με την κατηγορία «προδοσίας» και ο Ταγίπ Ερντογάν δεν φαίνεται διατεθειμένος να αλλάξει αυτό το καθεστώς. Μόλις τον περασμένο μήνα περισσότεροι από 800 τούρκοι πολίτες συνελήφθησαν γιατί απλά εξέφρασαν την αντίθεσή τους για τον πόλεμο της Άγκυρας στην Αφρίν στο ίντερνετ. Η ταινία «Bakur» («Βορράς») του σκηνοθέτη Νούρι Μπιλγκέ Τσεϊλάν απαγορεύτηκε. Η αντιπολίτευση και ΜΜΕ κατήγγειλαν χθες ότι το κρατικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο TRT παρέδωσε στο κοινοβούλιο έναν κατάλογο με 208 τραγούδια η μετάδοση των οποίων απαγορεύεται, εκ των οποίων 142 στην τουρκική γλώσσα και 66 στην κουρδική. Τα μη κουρδικά απαγορεύτηκαν διότι τουρκιστί αναφέρονται σε απαγορευμένες από το Ισλάμ δραστηριότητες όπως έρωτα, σεξ, αλκοόλ κ.λπ.
Αναπόφευκτος είναι ο συνειρμός με το απόσπασμα του Heinrich Böll[«Το λυπημένο μου πρόσωπο».]: «Ξαφνικά έπεσε πάνω μου το χέρι της εξουσίας και μια φωνή είπε: “Ακολούθα με!”. Ολομιάς το χέρι δοκίμασε να με τραβήξει απότομα από την πλάτη και να με στριφογυρίσει βίαια. Εγώ στυλώθηκα, το τίναξα κι είπα συγκρατημένα: “Σίγουρα δεν είστε καλά!”. “Συνάδερφε”, είπε πριν ακόμα καταφέρω να τον καλοκοιτάξω, “σε προειδοποιώ”. “Αφεντικό…”, ανταπόδωσα. “Δεν υπάρχουν αφεντικά!”, φώναξε οργισμένος. “Συνάδερφοι είμαστε όλοι!”. Τώρα στεκόταν δίπλα μου, με κοίταξε από το πλάι κι ήμουν αναγκασμένος να συγκεντρώσω το βλέμμα μου, που πλανιόταν ευτυχισμένα, και να το βυθίσω στην αλύγιστη ματιά του. Ήταν σοβαρός σα βουβάλι που δεκαετίες ολόκληρες δεν καταβρόχθιζε άλλο από καθήκον. “Για ποιο λόγο;…” πήγα να πω. “Για σοβαρό λόγο”, είπε: “Για το λυπημένο σου πρόσωπο”. (…) Την ίδια στιγμή χτυπούσαν οι σειρήνες κι αυτό δήλωνε πως θα πλημμύριζαν οι δρόμοι από χιλιάδες ανθρώπους με συγκρατημένη ευτυχία στα πρόσωπα —γιατί ήταν διαταγή σκολώντας τη δουλειά να μην εκδηλώνουν πολύ μεγάλη χαρά, αφού αυτό θα σήμαινε πως είναι βάρος η δουλειά. Αντίθετα πιάνοντας δουλειά έπρεπε να επικρατεί αλαλαγμός χαράς, αλαλαγμός χαράς και τραγούδι— Και όλες αυτές οι χιλιάδες θα πρεπε να με φτύσουν. Οπωσδήποτε οι σειρήνες χτυπούσαν δέκα λεφτά πριν από το βραδινό γλέντι, γιατί καθένας θα ‘πρεπε ν’ αφοσιωθεί επί δέκα λεφτά σε ένα γενικό πλύσιμο, σύμφωνα με το σύνθημα του τωρινού αρχηγού: «ευτυχία και σαπούνι». Δεν θα ήταν κακό να επισημάνoυμε ένα ιδιοτελές κίνητρο στη δυτικολαγνία: η διαδικασία ταύτισης αποδεικνύεται σθεναρή όσο περισσότερο μάς απομακρύνει από το «εγώ» μας, όσον ασθενέστερα μάς υπενθυμίζει την άλλη, τη β ι ω μ έ ν η ταυτότητα που τείνουμε να αποποιηθούμε, προς την οποίαν εθελοτυφλούμε, έναντι της οποίας τηρούμε αμφιθυμική στάση. Οι αντιφάσεις είναι ανθρώπινο στοιχείο, η συγκεκριμένη όμως αντίφαση εγγίζει τα όρια της διπολικότητας. Πώς ν’ αποδεχθείς τον εαυτό σου και να αποκτήσεις αυτοεκτίμηση όταν δουλικά επιλέγεις ξενόφερτα πρότυπα διοικητικής, οικονομικής, εκπαιδευτικής και πολιτιστικής πολιτικής; Πώς να φιλοδοξείς στην εκτίμηση της ιδιαιτερότητάς σου όταν δέχεσαι ως λογοκριτές ετέρους «εταίρους» μιας κοινότητας εθνοτήτων που εκρήγνυται εν τη γενέσει της; Ποιος από εμάς τους φτωχούς παρίες της Δύσης προτιμά ν’αντικρίσει κατάματα το πραγματικό «Εγώ» του: το πελατειακό σύστημα, την εξουσία «τζακιών» παλιών πολεμοκάπηλων, την αναξιοκρατία στη διοίκηση, τον νεποτισμό και τα ρουσφέτια, τη θρησκοληψία; Η ταυτότητα, καλώς ή κακώς, είναι προϊόν μυθολογικών αφηγημάτων: επιλέγοντας τον μύθο που προσιδιάζει στον στόχο σου, προσαρμόζεις αναλόγως και τα γνωρίσματα που στο εξής θα συναπαρτίζουν την «ταυτότητά» σου. Εν ολίγοις, εφόσον θέλεις να πολιτογραφηθείς ως «δυτικός», πρέπει δια προγραφών να απεμπολήσεις τα χαρακτηριστικά που θα σε κατέτασσαν, πιθανώς, στους «σκουρότερους», στους «ανατολικότερους», στους «ασιατικότερους» ή στους «αφρικανικότερους». Πρέπει να κόψεις τα φαρδιά μανίκια από τους οσποδάρους σου. Πρέπει να ευθυγραμμιστείς προς τα πρότυπα του προκεχωρημένου σταδίου εξέλιξης της αστικής τάξης, τη στιγμή που ο τόπος σου ιστορικά ουδέποτε είχε να επιδείξει τη συγκεκριμένη κοινωνική τάξη. Πρέπει να υιοθετήσεις μοτίβα και patterns συμπεριφοράς που προσιδιάζουν σε ένα στάδιο εξέλιξης απ’όπου δεν έχεις διαβεί και κατά πάσαν πιθανότητα ούτε πρόκειται να διαβείς. Ευτυχώς, ίσως…
Μήπως ο δυτικός κόσμος δεν είναι επαρκώς «πολιτισμένος»; Ποια είναι τα στοιχεία «διαφορετικότητας» που συνοψίζουν το στίγμα των λαών και πόσο τα ανέχεται η Δύση; Η έννοια «ταυτότητα» μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί χρήσιμο αναλυτικό και ερμηνευτικό των φαινομένων εργαλείο. Εμείς οι Έλληνες, για παράδειγμα (τόσο σε επίπεδο εκπαιδευτικής πολιτικής, όσο και σε επίπεδο πολιτικού λεξιλογίου στη Βουλή και στο καφενείο), έχουμε πρωτίστως επιλέξει να ταυτίσουμε τους εαυτούς μας με την αρχαιοελληνική μας κληρονομιά: αρχαιοπληξία[6] και μουσειακή διαχείριση της χλαμύδας και του χιτώνα, που έρχεται να διασταυρωθεί με το παντοδύναμο Βυζάντιο, για να προκύψει μια συνταγή πολύ δύσπεπτη. Κάποιος αγνώστου προελεύσεως παράγοντας μάς έχει πείσει πως αποτελούμε ένα είδος «κοιτίδας» του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, και αυτό συνιστά μια προβολή δια της αντιστροφής, μια χαλκευμένη ταυτοποίηση – προστάδιο του ετεροπροσδιορισμού- τόσο χρήσιμη όσο και το «κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν» της βιβλικής Γενέσεως: εάν είμεθα το λίκνον του δυτικού πολιτισμού, αυτομάτως ο δυτικός πολιτισμός αποκτά τα δικά μας χαρακτηριστικά, τα οποία επομένως οφείλει να μας αναγνωρίσει. Και καλά να τα ισχυρίζεται αυτά ένας «Γραμματικήν και την άλλην εγκύκλιον παίδευσιν εξασκήσας επιμελέστατα »: έλα όμως που τα πρεσβεύουν κυρίως οι ημιμαθείς (συνομοταξία πλέον απεχθής και των αμαθών); Πληθαίνουν οι αντίστοιχοι ημιμαθείς στις τάξεις των στελεχών της τουρκικής κυβέρνησης. Είναι ο κύριος κορμός των στελεχών της ιρανικής κυβέρνησης. Η λογοκρισία συνιστά την ενσάρκωση, την κορύφωση της γραφειοκρατικής οργάνωσης αυτών των κρατών που αρνούνται την υποκειμενικότητα, ακυρώνουν τον ελεύθερο λόγο και ποινικοποιούν τη γνώμη του ατόμου, συναρθρώνοντας τις δυνάμεις της με ηθικοπλαστικούς μηχανισμούς και αποποιούμενη τον πλουραλισμό. ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ

Δευτέρα 1 Απριλίου 2019

ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΙΔΕΑ

Εθνος είναι πριν απ' όλα μια κοινότητα, μια καθορισμένη κοινότητα ανθρώπων. Η κοινότητα αυτή δεν είναι ούτε από μια ράτσα ούτε από μια φυλή. Το σημερινό ιταλικό έθνος σχηματίστηκε από Ρωμαίους, Γερμανούς, Ετρούσκους, Ελληνες, Αραβες κλπ. Το γαλλικό έθνος αποτελέστηκε από Γαλάτες, Ρωμαίους, Βρετανούς, Γερμανούς κλπ. Το ίδιο πρέπει να ειπωθεί για τους Αγγλους, τους Γερμανούς και τους άλλους, που διαμορφώθηκαν σε έθνη από ανθρώπους διαφορετικής ράτσας και φυλής. Το έθνος λοιπόν δεν είναι μια κοινότητα από μια ράτσα και από μια φυλή, μα μια ιστορικά διαμορφωμένη κοινότητα ανθρώπων. Ως ιδεολογική σύλληψη, το έθνος συνδέεται με κάποιαν αντίληψη "συνένωσης" και αναζήτησης κοινών στοιχείων που συνδέουν τις επιμέρους ομάδες που το αποτελούν. Μια πρώτη εθνική ιδέα στην ελληνική ιστορία είναι η "πανελλήνια ιδέα" που εξέφρασαν κάποιοι αρχαίοι ρήτορες στα τέλη του πέμπτου π.Χ. αιώνα.
Τα συμπτώματα της παρακμής και της κακοδαιμονίας που κατέτρυχαν τον ελληνικό κόσμο απασχόλησαν κάποιους πνευματικούς ανθρώπους, οραματιστές ενός πανελλήνιου συνασπισμού. Η πανελλήνια ιδέα ήταν μια νέα πολιτική έκφραση που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από το σοφιστή Γοργία, σε λόγο του στον ιερό χώρο της Ολυμπίας. Κύριος εκφραστής αυτής της πολιτικής ήταν ο Αθηναίος ρητοροδιδάσκαλος Ισοκράτης. Σε πρώτο στάδιο, στον «Πανηγυρικό» λόγο του (380 π.Χ.) διατυπώνει την άποψη ότι τον κοινό αγώνα εναντίον των Περσών θα μπορούσε να αναλάβει η Αθήνα με την ανασύσταση της ηγεμονίας της. Αργότερα, η αδυναμία της Αθήνας να εμπνεύσει εμπιστοσύνη και να επιβληθεί, τον έστρεψε στην ιδέα ότι ένας ισχυρός μονάρχης θα ένωνε τους Έλληνες και θα τους οδηγούσε εναντίον των Περσών. Προσωπικότητες για τις οποίες πίστεψε ότι θα μπορούσαν να θέσουν σε εφαρμογή την πανελλήνια ιδέα ήταν ο Ευαγόρας, βασιλιάς της Σαλαμίνας της Κύπρου, ο Ιάσονας, τύραννος των Φερών της Μαγνησίας, ο Διονύσιος Α', τύραννος των Συρακουσών. Σε βαθιά γηρατειά ατένιζε με ελπίδα την επικράτηση του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας. Ο Ισοκράτης ήταν από τις προσωπικότητες που κατόρθωσαν να αποδεσμευτούν από το τοπικιστικό πνεύμα που φανάτιζε ακόμα τους σύγχρονούς του πολιτικούς.
Αντίθετος με την πολιτική αυτή, πιστός πάντα στην ιδέα του πρωταγωνιστικού ρόλου της Αθήνας, ήταν ο ρήτορας Δημοσθένης.
Ο Φίλιππος Β', αφού κατόρθωσε να σταθεροποιήσει τη θέση του στο θρόνο της Μακεδονίας, έθεσε ως στόχους της πολιτικής του πρώτα την ισχυροποίηση του μακεδονικού κράτους και στη συνέχεια την επέκταση της εξουσίας του. Την ισχυροποίηση της Μακεδονίας πέτυχε με τις ακόλουθες ενέργειες: ♦ Αντιμετώπισε αποτελεσματικά τις επιδρομές των Ιλλυριών και των Παιόνων στα βόρεια σύνορα. ♦ Οργάνωσε ισχυρό στρατό. Κύριο στρατιωτικό σώμα ήταν η μακεδονική φάλαγγα, αποτελούμενη από πεζέταιρους* σε σχηματισμό βάθους 16 σειρών και με οπλισμό ένα μακρύ δόρυ μήκους 6μ., τη σάρισα. Το ιππικό επάνδρωναν οι ευγενείς, οι εταίροι* όπως ονομάζονταν. Το στρατό συμπλήρωναν σώματα ακοντιστών, τοξοτών και πελταστών.* ♦ Δημιούργησε ισχυρή οικονομία. Αφού πέτυχε την κατάληψη των ορυχείων χρυσού του Παγγαίου, έκοψε νόμισμα, τους χρυσούς στατήρες*. Το νόμισμα αυτό βαθμιαία εκτόπισε τους περσικούς δαρεικούς από τον ελλαδικό χώρο. ♦ Ακολούθησε επεκτατική εξωτερική πολιτική. Στην αρχή η πολιτική αυτή ήταν συνδεδεμένη με τη στρατιωτική οργάνωση, γιατί εξασφάλιζε νέες εκτάσεις γης στους άνδρες του μακεδονικού στρατού. Στη συνέχεια όμως, μετά την παρέμβαση του Φιλίππου στην κεντρική και νότια Ελλάδα, η πολιτική του αποσκοπούσε στην ένωση των Ελλήνων υπό την αρχηγία του.
Σε πρώτο στάδιο, ο Φίλιππος, αφού κατέλαβε πόλεις της Χαλκιδικής και εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, έφτασε μέχρι τις δυτικές ακτές του Ευξείνου Πόντου. Σε δεύτερο στάδιο, με αφορμή προβλήματα του μαντείου των Δελφών επενέβη στη Θεσσαλία και στη νότιο Ελλάδα. Σε μια από τις εκστρατείες του αντιμετώπισε νικηφόρα τις συνασπισμένες δυνάμεις των Θηβαίων και των Αθηναίων στη Χαιρώνεια (338 π.Χ.) και έτσι επιβλήθηκε ως ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης που είχε τη δυνατότητα να ενώσει τους Έλληνες και να ηγηθεί του κοινού αγώνα εναντίον των Περσών. Η πανελλήνια ένωση έγινε πραγματικότητα σε συνέδριο στην Κόρινθο το 337 π.Χ., όπου συμμετείχαν όλες οι πόλεις εκτός από τη Σπάρτη και όπου συμφωνήθηκαν τα ακόλουθα: ♦ Απαγορεύτηκαν οι συγκρούσεις μεταξύ των ελληνικών πόλεων και η βίαιη μεταβολή των καθεστώτων τους· ♦ προστατεύτηκε η ελεύθερη ναυσιπλοΐα και καταδικάστηκε η πειρατεία· ♦ ιδρύθηκε πανελλήνια συμμαχία, αμυντική και επιθετική, με ισόβιο αρχηγό το Φίλιππο Β'.
Το συνέδριο της Κορίνθου, μετά τη δολοφονία του Φιλίππου Β', επαναλήφθηκε την επόμενη χρονιά (336 π.Χ.) από τον Αλέξανδρο. Σε αυτό, ανανεώθηκε από την πλευρά των αντιπροσώπων στο πρόσωπο του νέου ηγέτη ο όρκος που είχαν δώσει στον πατέρα του.
Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου, που στην αρχή είχε ως στόχο την αντιμετώπιση του περσικού κινδύνου και στη συνέχεια πέτυχε την κατάλυση της περσικής αυτοκρατορίας, ξεκίνησε από την Πέλλα το 334 π.Χ. Σε διάστημα ένδεκα χρόνων (334-325 π.Χ.) ο Μ. Αλέξανδρος κατάκτησε την Ανατολή φτάνοντας μέχρι τον Ινδό ποταμό. Το έργο αυτό πραγματώθηκε σε τρεις διαδοχικές φάσεις:
♦ Στη διάρκεια της πρώτης φάσης (334-331 π.Χ.) κυριάρχησε στη Μ. Ασία και απελευθέρωσε τις ελληνικές πόλεις, αφού συγκρούστηκε δύο φορές με τον περσικό στρατό, στο Γρανικό ποταμό (334 π.Χ.) και στην Ισσό της Κιλικίας (333 π.Χ.). Ακολούθως κατέλαβε τη Φοινίκη18 και την Παλαιστίνη (333-2 π.Χ.) και ξεκίνησε την κατάκτηση της Αιγύπτου. Οι κάτοικοι της τον υποδέχτηκαν ως απελευθερωτή και τον αναγόρευσαν φαραώ. Στο Δέλτα του Νείλου ίδρυσε την Αλεξάνδρεια (331 π.Χ.), η οποία επρόκειτο να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο εμπορικό και πνευματικό κέντρο της Μεσογείου.
♦ Στη δεύτερη φάση (331-327 π.Χ.) προχώρησε στη Μεσοποταμία και μετά από μια ανοικτή σύγκρουση με τον περσικό στρατό στα Γαυγάμηλα, κοντά στα ερείπια της αρχαίας Νινευί, νίκησε το Δαρείο Γ' και κατέλαβε τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών, τη Βαβυλώνα, τα Σούσα (331 π.Χ.), την Περσέπολη, τις Πασαργάδες, τα Εκβάτανα (330 π.Χ.). Συνέχισε τη νικηφόρα εκστρατεία με την κατάληψη των ανατολικών σατραπειών, της Παρθίας, της Υρκανίας, της Αρείας, της Αραχωσίας (330 π.Χ.) και στη συνέχεια της Βακτριανής και της Σογδιανής, όπου και συνέλαβε το Βήσσο, το δολοφόνο του Δαρείου Γ', τον οποίο και παρέδωσε στη βασιλική οικογένεια. Στις άκρες της περσικής αυτοκρατορίας ίδρυσε την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη. Σ' αυτές τις περιοχές παρέμεινε περίπου δύο χρόνια.
♦ Η τρίτη φάση (327-325 π.Χ.) περιλαμβάνει την εκστρατεία στην ινδική χερσόνησο. Στόχος του Αλεξάνδρου ήταν να φτάσει μέχρι τα πέρατα της Οικουμένης που τότε πίστευαν ότι ήταν στην Ινδία. Στον Υδάσπη, παραπόταμο του Ινδού, αντιμετώπισε νικηφόρα τον τοπικό ηγεμόνα Πώρο και προχώρησε ανατολικότερα μέχρι τον Ύφαση ποταμό, ο οποίος αποτέλεσε και το όριο της εκστρατείας του (326 π.Χ.). Η επιθυμία του να φτάσει μέχρι το Γάγγη δεν εκπληρώθηκε λόγω της αντίδρασης του μακεδονικού στρατού. Μέσω της χώρας των Μαλλών, ινδικής φυλής, έφτασε τις εκβολές του Ινδού και από εκεί ο ίδιος με το στρατό του πέρασε την έρημο της Γεδρωσίας, ενώ ο φίλος του, ναύαρχος Νέαρχος, παρέπλευσε τις ασιατικές ακτές μέχρι τις εκβολές του Τίγρη και του Ευφράτη. Ο Αλέξανδρος την άνοιξη του 323 π.Χ. άφησε την τελευταία του πνοή στη Βαβυλώνα, ενώ προετοίμαζε τον περίπλου της Αραβίας.
Με την κατάκτηση της Ανατολής ο Ελληνισμός οδηγήθηκε στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου· έτσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την οικουμενική του ανάπτυξη. Οι ερευνητές και οι ιστορικοί αυτής της περιόδου έχουν χρησιμοποιήσει ποικίλες έννοιες για να αποδώσουν τη δραστηριότητα και να χαρακτηρίσουν το έργο που σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα κατόρθωσε ο Αλέξανδρος. Στον στρατιωτικό τομέα, για τον οποίο η εικόνα που έχουμε είναι πιο ολοκληρωμένη, ο χαρακτηρισμός του Αλέξανδρου ως διορατικού στρατηγού με μεγαλοφυή σκέψη δεν ανταποκρίνεται μόνο στο έργο των κατακτήσεων ορισμένων περιοχών, αλλά κυρίως στην εφαρμογή κατάλληλου σχεδιασμού για την αντιμετώπιση του αντιπάλου, τόσο στις κατά μέτωπο συγκρούσεις όσο και στις πολιορκίες πόλεων. Σε ό,τι αφορά την πολιτική του δράση, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι πράξεις του αποσκοπούσαν στην ανάμειξη του ελληνικού με τον ασιατικό κόσμο και στην ένωσή τους κάτω από μια ισχυρή διοίκηση. Έκανε αποδεκτές τις τοπικές συνήθειες, τις παραδόσεις και το διαφορετικό τρόπο άσκησης της εξουσίας για κάθε λαό. Διατήρησε το θεσμό των σατραπειών αναθέτοντας τη διοίκησή τους σε Έλληνες ή Πέρσες ηγεμόνες. Με αυτόν τον τρόπο επιδίωξε να δημιουργήσει μια καινούργια διοικητική παράδοση. Στον οικονομικό τομέα, προώθησε το σύστημα της νομισματικής οικονομίας και εγκατέλειψε την ιδέα του αυτοκρατορικού θησαυροφυλακίου. Οι σατράπες δεν ασχολούνταν πλέον με τη συγκέντρωση των φόρων και τη διαχείριση του δημόσιου πλούτου. Στη θέση της σατραπείας, που ήταν μέχρι εκείνη την εποχή και φορολογική μονάδα, δημιούργησε τη φορολογική περιφέρεια με περισσότερες από μια σατραπείες. Οι θησαυροί που συγκεντρώνονταν μεταβάλλονταν σε χρυσό νόμισμα. Έτσι δημιουργήθηκε ενιαίο νομισματικό σύστημα στην απέραντη αυτοκρατορία. Τέλος, στον πολιτιστικό τομέα, με τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού19, την υιοθέτηση πολιτιστικών στοιχείων από την παράδοση των λαών της Ανατολής, την ίδρυση νέων πόλεων που εξελίχθηκαν σε εμπορικά και πνευματικά κέντρα, τις εξερευνήσεις περιοχών, την επιθυμία για έρευνα - όπως αποδείχθηκε από τη συμμετοχή στην εκστρατεία φιλοσόφων και ερευνητών - διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις που έδωσαν στην εκστρατεία του Αλεξάνδρου τη διάσταση της ένοπλης εξερεύνησης. Παρά το περιορισμένο χρονικό διάστημα της βασιλείας του (336-323 π.Χ.) και τη νεαρή ηλικία του - ήταν τριαντατριών ετών, όταν πέθανε - ο Μ. Αλέξανδρος έμεινε ζωντανός στη μνήμη των λαών. Το έργο του άφησε ανεξίτηλα ίχνη για τους επόμενους αιώνες και αποτέλεσε την τομή για μια διαφορετική πορεία των λαών της Ανατολής και της Μεσογείου. Η μορφή και η δράση του συνυφάνθηκαν με τη λαϊκή φαντασία και δημιούργησαν το θρύλο ενός μυθικού ήρωα στην παράδοση πολλών λαών.
Το μέτρο της πολιτιστικής ανάπτυξης των κλασικών χρόνων, εκτός από τα πνευματικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα, προσδιορίζει η καθημερινή ζωή στις ελληνικές πόλεις της μητροπολιτικής Ελλάδας και στις αποικίες. ♦ Οι αντιλήψεις που είχαν οι Έλληνες για την εργασία, όπως η περιφρονητική αντιμετώπιση της χειρωνακτικής εργασίας και η ενασχόληση των ελευθέρων πολιτών κυρίως με τα κοινά20· ♦ ο τρόπος της διασκέδασής τους στα ιδιωτικά συμπόσια ή στις δημόσιες εορτές και πανηγύρια, με αποκορύφωμα τις θεατρικές παραστάσεις· ♦ ο κοινωνικός χαρακτήρας των τελετών που πλαισίωναν τη γέννηση, το γάμο και το θάνατο ήταν όλα στοιχεία που φανερώνουν το πολιτιστικό επίπεδο της εποχής. Μεταξύ των ελληνικών πόλεων, η Αθήνα κατείχε τα πρωτεία της πολιτιστικής ανάπτυξης. Η ευημερία και η ποιότητα της ζωής γίνονταν πόλος έλξης για τους πνευματικούς ανθρώπους και τους καλλιτέχνες άλλων πόλεων. Ο 5ος αι. π.Χ., ιδιαίτερα για την Αθήνα, έχει ταυτιστεί με τη δράση του Περικλή, την οικοδόμηση σπουδαίων έργων στην Ακρόπολη, την τέλεση λαμπρών πανηγύρεων και πνευματικών εκδηλώσεων, όπως ήταν η γιορτή των Παναθηναίων, των Ελευσίνιων Μυστηρίων και των θεατρικών παραστάσεων στις Διονυσιακές γιορτές.
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ
Την εποχή του μεγάλου αποικιστικού ρεύματος (8ος-6ος αι. π.Χ.) οι Έλληνες ίδρυσαν πολλές νέες πόλεις στη Δύση, στη Νότια Ιταλία, τη Σικελία, την Κυρηναϊκή, τις νότιες ακτές της Γαλλίας αλλά και στις ακτές της Ιβηρικής χερσονήσου. Οι σχέσεις τους με τους γηγενείς πληθυσμούς τις περισσότερες φορές ήταν ειρηνικές. Η εγκατάσταση και η διείσδυσή τους δε συνάντησε ιδιαίτερες αντιδράσεις· αντίθετα, αναπτύχθηκαν εμπορικές και πολιτιστικές επαφές με τους γηγενείς. Ωστόσο, υπάρχουν και περιπτώσεις που οι επαφές αυτές συνδυάζονταν με ένταση, όπως φανερώνει η παρουσία στρατιωτικών φυλακίων και η εξαφάνιση στοιχείων άλλων λαών. Είναι προφανές ότι οι Έλληνες άποικοι στις επαφές τους με τους λαούς της Δύσης – Ετρούσκους, Σικελούς, Κέλτες , Ίβηρες, Καρχηδόνιους, και άλλους έδωσαν αλλά και υιοθέτησαν πολιτιστικά στοιχεία. Ενώ το μεγάλο πρόβλημα για τους Έλληνες στην κυρίως Ελλάδα τα παράλια της Μ. Ασίας και την Κύπρο ήταν η περσική επεκτατικότητα, για τους Έλληνες της Δύσης ήταν η εξάπλωση των Καρχηδονίων και η διείσδυσή τους στη Σικελία. Μετά το τέλος των περσικών πολέμων και την αντιμετώπιση των Καρχηδονίων στην Ιμέρα της Σικελίας (480 π.Χ.), οι σχέσεις μεταξύ των δύο λαών περνούν σε περίοδο ύφεσης. Από τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. όμως η επεκτατικότητα των Καρχηδονίων έναντι των ελληνικών πόλεων ανανεώνεται. Στη διάρκεια του 4ου αι. π.Χ., η διείσδυσή τους αναχαιτίστηκε αρκετές φορές. Η κακοδαιμονία των ερίδων και εμφύλιων συγκρούσεων, ωστόσο, που κατέτρυχε τις ελληνικές πόλεις της κυρίως Ελλάδας και είχε επιτρέψει στην περσική πολιτική να επηρεάζει τις σχέσεις τους, ήταν η ίδια πάλι αιτία για τις επεμβάσεις των Καρχηδονίων στις ελληνικές πόλεις της Σικελίας, (βλ. παρακάτω σ. 154 κ.εξ.)
Στην Ανατολική Μεσόγειο βασικό προπύργιο του ελληνισμού ήταν η Κύπρος. Η γεωγραφική της θέση και τα πλούσια κοιτάσματα σε χαλκό ήταν παράγοντες που προσείλκυαν τα βλέμματα των Περσών και των υποτελών τους Φοινίκων. Η Κύπρος, όπως είναι γνωστό, κατοικήθηκε από τους Έλληνες τη μυκηναϊκή εποχή. Στις ανατολικές της ακτές όμως υπήρχαν και αρκετές φοινικικές εγκαταστάσεις. Η γειτνίαση με τις ασιατικές ακτές διευκόλυνε την επέμβαση των Περσών ήδη από την αρχαϊκή εποχή. Μετά το τέλος των περσικών πολέμων το μεγαλύτερο μέρος των πόλεων του νησιού απελευθερώθηκε από συμμαχικές ελληνικές δυνάμεις. Την εποχή της αθηναϊκής κυριαρχίας στο Αιγαίο, ο Αθηναίος στρατηγός και πολιτικός Κίμων πέθανε στο Κίτιο της Κύπρου (450 π.Χ.), στην προσπάθειά του να αναχαιτίσει την επικράτηση των Περσών στο νησί. Στη συνέχεια, οι Πέρσες ανακατέλαβαν τη μεγαλόνησο εκτός από την πόλη της Σαλαμίνας, η οποία πέρασε στην κυριαρχία των Φοινίκων. Την περίοδο αυτή ο ελληνικος πληθυσμός της Κυπρου υπεφερε, με αποτελεσμα πολλοί να εγκαταλείψουν τις πόλεις τους. Την κατάσταση αυτή ανέτρεψε ο Ευαγόρας, η σημαντικότερη προσωπικότητα του κυπριακού Ελληνισμού της αρχαιότητας. Έγινε βασιλιάς της Σαλαμίνας, αφού απομάκρυνε τους Φοίνικες (411 π.Χ.)22. Η υπογραφή της Ανταλκιδείου ειρήνης (386 π.Χ.), ωστόσο, ήταν ένα πλήγμα για την Κύπρο, αφού με τη συγκατάθεση των Ελλήνων το νησί παραδινόταν στους Πέρσες. Ο Ευαγόρας προσπάθησε να αντισταθεί αλλά τελικά νικήθηκε (385 π.Χ.). Αποδέχθηκε τους όρους των Περσών και έγινε φόρου υποτελής. Η τύχη του ελληνισμού της Κύπρου δε διαφοροποιήθηκε μέχρι την απελευθέρωσή του από το Μ. Αλέξανδρο (332 π.Χ.).
O μύθος του Ηρακλή περιλάμβανε μεγάλα ταξίδια στις άκρες του γνωστού κόσμου. Οπότε έγινε ένα ιδανικό πρότυπο για τους Έλληνες που διέπλεαν τη Μεσόγειο, για να ιδρύσουν αποικίες. Ένας μεγάλος αριθμός πόλεων έφεραν το όνομά του προβάλλοντας την προστασία του –ο Στέφανος Βυζάντιος (Εθνικά,303-4) παραθέτει 23 από αυτές– και πολύ περισσότερες εξέδωσαν νόμισμα με την εικόνα του. Από τη Μαύρη Θάλασσα στην Ιταλία και τη Σικελία αναφέρεται ότι άφησε πίσω του μνημεία των οδοιπορικών του, κατασκεύασε μεγάλα έργα και κληροδότησε ιδρύματα. Για να αναφέρουμε κάποια από αυτά, γιόρτασε τις νίκες του με την ίδρυση του Ηρακλείου (Herculaneum) (Διονύσιος, Ρωμαϊκή Αρχαιολογία, 1.44.1) και οι Νύμφες δημιούργησαν θερμά λουτρά για την ξεκούρασή του στη Σεγέστα και στην Ιμέρα. Ο Κρότων απεικόνισε τον ήρωα στα νομίσματά του με τηn επιγραφή οικιστής, δηλαδή ιδρυτής. Μη Έλληνες γείτονες με ελληνίζουσες φιλοδοξίες, όπως οι Λυδοί ή ο Μαύσωλος της Αλικαρνασσού, ηγεμόνας της Καρίας, επένδυσαν στην προώθηση γενεαλογικών δεσμών με τον ήρωα. Ο Ηρόδοτος (4.8-10) αναφέρεται στην καταγωγή των βασιλέων της Σκυθίας από τον Σκύθη, γιο που απέκτησε ο Ηρακλής με μια γυναίκα η οποία ήταν μισή φίδι, όταν επέστρεφε με τα βόδια του Γηρυόνη. Ο Αλέξανδρος Αʹ της Μακεδονίας (βασίλευσε περίπου το 498-454 π.Χ.), επιθυμώντας να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες, απέδειξε την ελληνικότητά του ανάγοντας την καταγωγή της μακεδονικής βασιλικής οικογένειας στον Τήμενο των Ηρακλειδών του Άργους (Ηρόδοτος 5.22, 8.137-9). Η σχέση μεταξύ της μακεδονικής δυναστείας των Αργεαδών και του Ηρακλή εκφράστηκε στην εικονογραφία της βασιλικής νομισματοκοπίας. Εξυμνήθηκε, επίσης, στην τραγωδία Αρχέλαος, παραγγελία του βασιλιά Αρχελάου (413-389 π.Χ.) στον Αθηναίο Ευριπίδη.
Όμως, η πιο συστηματική οικειοποίηση του Ηρακλή ήρθε με τον Μέγα Αλέξανδρο (336-323 π.Χ.). Οι εκστρατείες του ήρωα εναντίον της Τροίας και των Αμαζόνων προσέφεραν ένα πρότυπο για τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου στην Ανατολή. Για να υποστηρίξει την ταχύτατη επέκτασή του, υιοθέτησε ένα ευρύ πρόγραμμα πολιτικής προπαγάνδας βασισμένο στη δύναμη των εικόνων και των συμβολικών πράξεων. Ήταν πιθανότατα στο ιερό του Ηρακλή-Μελκάρτ στην Τύρο, όπου συνειδητοποίησε τις τεράστιες δυνατότητες που θα είχε η σχέση του με έναν ήρωα, ο οποίος αναγνωριζόταν ως Μελκάρτ από τους Φοίνικες, Μπες από τους Αιγύπτιους και Γκιλγκαμές από τους Βαβυλώνιους. Εξασφάλιζε στον Αλέξανδρο ένα αποτελεσματικό μέσο, για να διαδώσει τη δική του ηρωική φύση και να αναγνωριστεί ως θείος ηγεμών στη διαρκώς επεκτεινόμενη μακεδονική αυτοκρατορία

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...