Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 4 Απριλίου 2025

Για ένα μάθημα συγκριτικής λογοτεχνίας και πρόσφατης ιστορικής μνήμης, του Νίκου Ξένιου

Ευριπίδης Γαραντούδης, Ομιλία στο Επιμορφωτικό Συνέδριο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης «Η Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία στην Α΄/βάθμια και Β΄/βάθμια Εκπαίδευση: Διδακτικές προτάσεις και προσεγγίσεις εν όψει της καθιέρωσης των νέων Προγραμμάτων Σπουδών και των νέων σχολικών εγχειριδίων», Αθήνα, Υ.ΠΑΙ.Θ.Α., Αίθουσα Jacqueline de Romilly, 16 Φεβρουαρίου 2025. Για όλη την εισήγηση, βλέπε https://www.hartismag.gr/hartis-76/dokimio/me-ton-tropo-toi-o-aghghelos-tis-istorias-sto-taraghmeno-paron-mas#
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ, «27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.»
Σαν το ’φεραν οι Xριστιανοί να το κρεμάσουν το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί, η μάνα του που στην κρεμάλα εκεί κοντά σέρνονταν και χτυπιούνταν μες στα χώματα κάτω απ’ τον μεσημεριανό, τον άγριον ήλιο, πότε ούρλιαζε, και κραύγαζε σα λύκος, σα θηρίο και πότε εξαντλημένη η μάρτυσσα μοιρολογούσε «Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τα ’ζησες, παιδί μου». Κι όταν το ανέβασαν την σκάλα της κρεμάλας κι επέρασάν το το σκοινί και το ’πνιξαν το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί, κ’ ελεεινά κρεμνιούνταν στο κενόν με τους σπασμούς της μαύρης του αγωνίας το εφηβικόν ωραία καμωμένο σώμα, η μάνα η μάρτυσσα κυλιούντανε στα χώματα και δεν μοιρολογούσε πια για χρόνια τώρα· «Δεκαφτά μέρες μοναχά», μοιρολογούσε, «δεκαφτά μέρες μοναχά σε χάρηκα, παιδί μου».
ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ευριπίδη Γαραντούδη, ME TON TΡΟΠΟ ΤΟΥ
Σαν σκότωσαν οι Πραίτορες το αγένειο παιδί –οι άφρονες γονείς του πώς δεν του ’παν του προκομμένου τους, γόνου της καλής τάξεως, να μη γυρνά σε λάθος τόπο λάθος ώρα;– ο περισπούδαστος Παυλίστωρ, τρανός μας υπουργός –της εξουσίας μας δόξα, αίμα των Καραμανλιδών– αμέσως απεφάνθη, με τη δεινή του ευφράδεια, σ’ αυτούς που του ζητούσαν ένα σχόλιο: «Μεμονωμένο ήταν το περιστατικόν». Και πρόσθεσε κατόπιν, μειλίχιος όπως πάντα: «Αν πάλι γίνει κάπως –κάτι βεβαίως που απεύχομαι– τότε θα είναι δύο τυχαία γεγονότα. Κι αν πάλι κάνει ο διάολος και επαναληφθεί τότε θα κάμω λόγον δια σπάνια συμβάντα. Κι αν ολωσδιόλου τρελαθούν οι Πραίτορες –άνθρωποι είμεθα δα!– κι έχουν πυροβολήσει κοντά καμιά δεκάδα, φρονώ πως θα μου γεννηθεί έντονη ανησυχία». Σοφό, όπως συνήθως, το σχόλιό του κρίναμε. Εξαίφνης λίγες μέρες κατόπιν σ’ όνειρό του ο περισπούδαστος Παυλίστωρ είδε της Ιστορίας τον άγγελο με πύρινη ρομφαία να περιτριγυρίζει στις έρημες οδούς και να φωτίζει άγριος την παγωμένη νύχτα. Βαθέως ανησύχησε τον υπουργό το πράγμα· τι άραγε να σήμαινεν ο πυροφόρος άγγελος; Ασφαλώς άσχετα είναι τα δύο γεγονότα: Το σκοτεινό το ενύπνιο και του νεαρού το ατύχημα. Ωστόσο προσπαθούμε –και θα εξακολουθήσουμε, ύστερα απ’ τις δικές του, τις αυστηρές συστάσεις– κάποια ερμηνεία να δώσουμε στο όνειρο εκείνο.
Στις 6 Δεκεμβρίου 2008 ο δεκαπεντάχρονος μαθητής Αλέξης Γρηγορόπουλος πέφτει νεκρός από το όπλο του ειδικού φρουρού της Ελληνικής αστυνομίας Επαμεινώνδα Κορκονέα στη συμβολή των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου, στην περιοχή των Εξαρχείων. Η δολοφονία του νεαρού μαθητή πυροδοτεί μία σειρά από σοβαρά επεισόδια, διαδηλώσεις και ταραχές μεγάλης έκτασης που διαρκούν περίπου ένα μήνα και λαμβάνουν διαστάσεις εξέγερσης, ειδικά τις δύο πρώτες εβδομάδες μετά τη δολοφονία του νεαρού μαθητή. Συγκεκριμένα, σε καθημερινή βάση σημειώνονται κυρίως στην Αθήνα αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας έντονες συγκρούσεις στους δρόμους ανάμεσα σε διαδηλωτές και αστυνομία, επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα, καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, εμπρησμούς, λεηλασίες τραπεζών, καταστημάτων και αυτοκινήτων. Τα επεισόδια προκαλούν το ειδησεογραφικό ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας και παράλληλα γίνονται η αιτία για διαδηλώσεις συμπαράστασης και διαμαρτυρίας σε δεκάδες πόλεις του εξωτερικού. Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου κατά την οποία την οποία λαμβάνουν χώρα τα επεισόδια του 2008 είναι η δυσαρέσκεια των Ελλήνων πολιτών για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας, η έλλειψη εμπιστοσύνης στα πολιτικά κόμματα και τα συνεχή σκάνδαλα της κυβέρνησης Καραμανλή, η συνειδητοποίηση, ίσως για πρώτη φορά, ότι η επόμενη γενιά θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη και τα μεγάλα ποσοστά ανεργίας των νέων ανθρώπων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2007 δημιουργείται το blog «Η Γενιά των 700 ευρώ» για να δώσει ηλεκτρονική φωνή στους νέους ηλικίας 25-35 ετών που πλήττονταν από την ανεργία και τους χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας. Η δολοφονία του Γρηγορόπουλου μάλιστα συνδέεται με τη δολοφονία του Μιχάλη Καλτεζά το 1985, κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων στην επέτειο εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Οι δολοφονίες των δύο νέων παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες, καθώς και οι δύο ήταν 15 χρονών, δολοφονήθηκαν στην περιοχή των Εξαρχείων από αστυνομικούς που ισχυρίστηκαν ότι δέχτηκαν προκλήσεις από τους νεαρούς διαδηλωτές και απειλήθηκε η σωματική τους ακεραιότητα. Και στις δύο δολοφονίες οι αντιδράσεις ήταν ιδιαίτερα έντονες. Το 1985 κυριάρχησε το σύνθημα «Αυτή η νύχτα ανήκει στον Μιχάλη», το 2008 κυριάρχησε το σύνθημα «όλες οι νύχτες είναι του Αλέξη». Το κλασικό σύνθημα του Πολυτεχνείου «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» που ακούγεται με μια νοσταλγική διάθεση κάθε φορά που γιορτάζεται η επέτειος του Πολυτεχνείου μετατρέπεται με έντονη καυστική διάθεση σε «Ψωμί-Ανία-Παιδοκτονία». Δεν μπορεί πια το κλασικό σύνθημα του Πολυτεχνείου να εκφράσει τα αιτήματα των νέων ανθρώπων που βγήκαν στους δρόμους τον Δεκέμβρη του 2008. Οι εποχές είναι διαφορετικές, οι ανάγκες διαφορετικές και τα πολιτιστικά συμφραζόμενα στα οποία στηρίζεται η κάθε εξέγερση δεν μπορούν να βρουν σημείο ταύτισης και συμπόρευσης. Το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» φαντάζει ξεπερασμένο το 2008 γι΄αυτό και η λέξη ανία αντικαθιστά τη λέξη Παιδεία και η παιδοκτονία αντικαθιστά τη λέξη ελευθερία. Μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου διακρίνεται μία στροφή προς την ποίηση του κοινωνικού και του συλλογικού, αφήνοντας πίσω την ποίηση των δεκαετιών του 1980 και του 1990 που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την εστίαση σε προσωπικές ανησυχίες και επιδιώξεις. Όπως καταδεικνύεται από την ποίηση που γράφεται δέκα χρόνια μετά το 2008, «η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου λειτουργεί ως ορόσημο, βίωμα και ιστορία, ένα ορόσημο που σηματοδότησε το πέρασμα στην ενηλικίωση, καθώς συνοδεύτηκε μάλιστα και από τις επιπτώσεις της κρίσης» (Καραμανωλάκης, 2020). Ο Ευριπίδης Γαραντούδης θεωρεί ότι «ο φόνος του Αλέξη Γρηγορόπουλου και τα βίαια γεγονότα που ακολούθησαν έθεσαν για πρώτη φορά σε δοκιμασία τόσο την αμεσότητα των αντανακλαστικών όσο και την ικανότητα εύστοχης αντίδρασης του ποιητικού λόγου μπροστά σε ένα τραγικό κοινωνικό ερέθισμα» (Γαραντούδης, 2014: 140-1). Η δολοφονία του Γρηγορόπουλου αποτελεί το θέμα του πρώτου πολιτικοκοινωνικού ποιήματος του Γαραντούδη. Ο σεφερικός στίχος «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» που χρησιμοποιείται ως επιγραφή στο ποίημα, το οποίο διαλέγεται με την καβαφική ποίηση, αποτελεί μία επιπρόσθετη ψηφίδα της διακειμενικότητάς του. Η δολοφονία του μαθητή περιγράφεται ρητά στον πρώτο στίχο του ποιήματος («Σαν σκότωσαν οι Πραίτορες το αγένειο παιδί») και στη συνέχεια το ενδιαφέρον εστιάζεται στην αντίδραση του πρωταγωνιστή της αφηγούμενης ιστορίας, ο οποίος ονομάζεται «Παυλίστωρ» και ταυτίζεται με τον Προκόπη Παυλόπουλο που εκείνη την περίοδο ήταν μέλος της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή κατέχοντας τη θέση του υπουργού Εσωτερικών […] και, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, χαρακτήρισε το γεγονός «μεμονωμένο περιστατικό». Ο ποιητής πλέκει τη διήγηση γύρω από τη συγκεκριμένη δήλωση: «Μεμονωμένο ήταν το περιστατικόν», με μία υποθετική συνέχεια του λόγου του υπουργού και με ένα όνειρό του, στο οποίο δεσπόζει ως βασικό σύμβολο ο «άγγελος της Ιστορίας». (...)Ο Γαραντούδης μας προσφέρει εντέλει, και μάλιστα σχεδόν αμέσως μετά το φόνο, ένα ποίημα που καθίσταται διαχρονικό, καθώς αφενός θέτει, μετουσιώνοντας σε ποιητικό λόγο την απώλεια της ζωής ενός παιδιού εξαιτίας μιας διάθεσης για επίδειξη δύναμης, το ζήτημα της ασκούμενης βίας εκ μέρους εκπροσώπων της οποιασδήποτε μορφής εξουσίας απέναντι σε αθώους και αφετέρου καταγγέλλει την αδιαφορία και την αδράνεια των πολιτικών (και ουσιαστικά προβλέπει, τον Δεκέμβριο του 2008, ότι τα χαρακτηριστικά αυτά του πολιτικού συστήματος θα εξακολουθήσουν να ταλανίζουν τη χώρα, όπως πράγματι συνέβη καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου της κρίσης) φέρνοντας στο προσκήνιο τον υπουργό που εμφανίζεται καθησυχαστικός τόσο απέναντι στον εαυτό του όσο και απέναντι στο ακροατήριό του, καθώς υιοθετεί τη βολική στάση της κάλυψης της δολοφονίας του μαθητή με το πέπλο της τυχαιότητας . Στο ποίημα οι τρόποι του Καβάφη είναι πολλαπλά αναγνωρίσιμοι, στη φόρμα, στη γλώσσα, στον αφηγηματικό τρόπο, στην ειρωνεία, τόσο που υπαγόρευσαν τον αφιερωματικό τίτλο. Αλλά η υπέρβαση της μίμησης και ο εμπλουτισμός του πλαισίου των ιστορικών ποιημάτων του Καβάφη συναρτώνται με την αναγωγή της αγκιστρωμένης στην απόμακρη ιστορικότητά της καβαφικής ποίησης σε μία δραστική ή και επιδραστική επικαιρικότητα, η οποία πάντως δεν θέλει να αποκοπεί και από μία ποιητική ιδέα που να πηγαίνει και να έρχεται στις δραματικές δημόσιες περιστάσεις και άλλων καιρών και τόπων – γι’ αυτό τα ονόματα προσώπων και ομάδων παραλλάσσονται και το όνομα του νεκρού δεν αναφέρεται. Για να αναβαπτιστεί η επικαιρικότητα σε ένα αισθητικά διαρκέστερο από το πολιτικοκοινωνικό παρόν του ποίημα επιστρατεύτηκε ο κατά Benjamin άγγελος της Ιστορίας, αυτός που αντικρίζει μία διαρκή καταστροφή. Προσθέτω, συμπληρωματικά, μερικές “τεχνικές” λεπτομέρειες που συναρτώνται με τις οφειλές του ποιήματος στο καβαφικό εργαστήρι: η φόρμα του, το ιαμβικό μέτρο όπου συνδυάζονται ο ιαμβικού μέτρου ελευθερωμένος στίχος και οι αρκετοί διπλοί επτασύλλαβοι, αποβλέπει σε ένα ρυθμικά ενορχηστρωμένο ποίημα που διατηρεί τη φυσικότητα της προφορικής εκφοράς του λόγου των δύο ομιλητών του, του υπουργού και του συλλογικού αφηγητή, της ομάδας των συμβούλων του, οι οποίοι λένε κι όσα εκείνος δεν λέει· ο λόγος του υπουργού, όπως πολύ συχνά συμβαίνει με τον λόγο των αφηγητών και χαρακτήρων στα ιστορικά ποιήματα του Καβάφη, δημόσια εκφερόμενος, ισορροπεί, χάρη σε λεπτομέρειές του, όπως, για παράδειγμα, τα «κάπως», «διάολος», «κοντά», ανάμεσα στην υποκριτική καλλιέπεια του “ξύλινου λόγου” των πολιτικών και τον υφέρποντα κυνισμό· τέλος, ο λόγος των συμβούλων, πειθήνια υποτακτικών στην ανώνυμη συλλογικότητά τους και εξίσου κυνικών, είναι εκείνος που πλέκει το υποστηρικτικό δίκτυ της κάθε μορφής εξουσίας, αλλά και υφαίνει τη θηλιά που μπορεί να την πνίξει, αν ο «πυροφόρος άγγελος» φτάσει μέχρι το κατώφλι της. Κι ας περάσουμε στον μαθητή και τη μαθήτρια, θέτοντας το ερώτημα τι και πώς θέλουμε να τους διδάξουμε με άξονα το συγκεκριμένο ποίημα; Στο σημείο της εκκίνησης της διδασκαλίας του, το ποίημα μπορεί να ενδιαφέρει τους σημερινούς μαθητές και μαθήτριες επειδή αναφέρεται στον φόνο ενός μαθητή και επίσης συνομήλικού τους σε δημόσιο χώρο, στη διάρκεια μίας νυχτερινής εξόδου. Επίσης, οι σημερινοί μαθητές και μαθήτριες, οι συνομήλικοι του Γρηγορόπουλου, κατά πάσα πιθανότητα γνωρίζουν, ως απόρροια εκείνου του φόνου, τα βίαια γεγονότα που συνοδεύουν σχεδόν κάθε χρόνο την επέτειο της δολοφονίας, εξελίσσοντας έτσι μία αλυσίδα βίαιων συμβάντων. Ο Γρηγορόπουλος το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008, στα δεκαπέντε του χρόνια, κέρδισε τραγικά την επωνυμία του ως νεκρός, ακριβέστερα δολοφονημένος, γιατί αν εκείνο το βράδυ δεν είχε διασταυρωθεί με την Ιστορία, σήμερα θα ήταν 32 ετών, θα διέτρεχε την όποια ζωή και επαγγελματική σταδιοδρομία του και, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα τον μνημονεύαμε εδώ. Ιδού, λοιπόν, ένα ζητούμενο της διδασκαλίας ως προς τους μαθητές και τις μαθήτριες: Πώς διαχειριζόμαστε τη μνήμη του δημόσιου νεκρού, αυτού που άθελά του έγινε γνωστός επειδή τον σκότωσαν; Ο νεκρός του περυσινού Δεκεμβρίου έγινε ένας άλλος σταυρός πολιτικής και κομματικής κομπορρημοσύνης, ένας άλλος τάφος για καπηλεία. Ακόμη και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, οι νεκροί του Εμφυλίου, και από τη μία και από την άλλη μεριά, παραμένουν σε εκκρεμότητα. Σχεδόν δεν αναγνωρίζονται ‒με τη διπλή σημασία του ρήματος‒, πολύ περισσότερο δεν εισακούονται. Οι νεκροί της Κύπρου το ίδιο και χειρότερα. Τα νεκρά παιδιά του Πολυτεχνείου κάθε χρόνο στέκονται εκεί αμίλητα, πνιγμένα μέσα σε ρύπους φλυαρίας και πολιτικολογίας. Γιατί να έχει καλύτερη μοίρα ο Αλέξανδρος; Αν επιλέξετε να το αξιοποιήσετε, προσπαθήστε, στην πορεία της συζήτησης με τους μαθητές και τις μαθήτριές σας, να πείσετε ότι η ποίηση βαδίζει στον ορθό δρόμο· κι ότι είμαστε εμείς, ο κόσμος έξω από την ποίηση, που «στραβά αρμενίζουμε». Κι ακόμα να σημειώσω ότι η συσχέτιση του σχολίου από τους μαθητές και τις μαθήτριες με τους νεκρούς του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη είναι η πλέον αναμενόμενη. Αυτό για το οποίο είμαι σίγουρος και, αν εγώ επέλεγα να διδάξω το ποίημα, αυτό για το οποίο θα επέμενα, θέτοντάς το στο επίκεντρο της διδασκαλίας, είναι ότι διαχρονικός παραμένει ο άγγελος της Ιστορίας, που πυροφόρος και καταστροφικός εξακολουθεί να περιτριγυρίζει τις οδούς, στη ρημαγμένη Γάζα, στη ρημαγμένη Μαριούπολη, στα ρημαγμένα προάστια της πόλης της Αγγέλων. Αν δεν θέλετε να σχολιάσετε το ποίημα με εικόνες των Δεκεμβριανών του μακρινού πλέον 2008, δείξτε τις σύγχρονες εικόνες πραγματικής καταστροφής και ζητήστε από τους μαθητές και τις μαθήτριές σας να σκεφτούν πώς συνδέονται με το ποίημα. Και αν, τέλος, σκέφτεστε ότι στην επιλογή σας υπάρχει μία κάποια διακινδύνευση, αυτή είναι επιτακτικά καλοδεχούμενη, θα έλεγα αναγκαία, επειδή πιστεύω ότι έτσι μετριούνται κι έτσι κρίνονται ο εκπαιδευτικός μας ρόλος και η παιδαγωγική μας λειτουργία ως ποιητών, ως δασκάλων και ως ενεργών πολιτών. Διαφορετικά, αν παραμείνουμε ασφαλείς και βολικά απαθείς, ο άγγελος της Ιστορίας θα φτάσει και στο δικό μας κατώφλι και θα το περάσει .

Για ένα μάθημα συγκριτικής λογοτεχνίας και πρόσφατης ιστορικής μνήμης, του Νίκου Ξένιου

Ευριπίδης Γαραντούδης, Ομιλία στο Επιμορφωτικό Συνέδριο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης «Η Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία στ...