Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

ΑΝΤΙΚΡΟΥΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ

MIA "ΦΑΡΣΑ" ΜΕ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Στα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αρχή του νέου έτους θεωρούνταν, όπως και κατά τη χρυσή εποχή της Βαβυλώνας, ο Μάρτιος. Συγκεκριμένα, το ρωμαϊκό ημερολόγιο, που είχε σαν βάση τον σεληνιακό κύκλο, ξεκινούσε από τον Μάρτιο και τελείωνε στον Δεκέμβριο.
Μάλιστα, τα ονόματα των σύγχρονων μηνών Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος και Δεκέμβριος φανερώνουν, μέχρι σήμερα, τη θέση τους σε εκείνο το ημερολόγιο. Αυτό γιατί, στα λατινικά, septem σημαίνει επτά, octo σημαίνει οχτώ, novem σημαίνει εννιά και decem σημαίνει δέκα. Αργότερα, προστέθηκαν δύο ακόμα μήνες στο ημερολόγιο των Ρωμαίων, ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος και το 153 π.Χ., η ρωμαϊκή σύγκλητος αποφάσισε το ρωμαϊκό πολιτικό έτος να αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, όταν και ορκίζονταν οι ετήσιοι ύπατοι και οι πραίτορες.
Ιουλιανό ημερολόγιο Το ατελές ρωμαϊκό ημερολόγιο που χρησιμοποιείτο την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα, οδήγησε τον Ρωμαίο αυτοκράτορα στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ να αναθέσει στον αλεξανδρινό αστρονόμο Σωσιγένη την αναμόρφωση του ημερολογίου. Το νέο ημερολόγιο έγινε πιο ακριβές με την προσθήκη στο έτος 90 ημερών. Έτσι η πρώτη Μαρτίου του 44 π.Χ. έγινε… πρώτη Ιανουαρίου για να γίνει εφικτή η ενσωμάτωση των επιπλέον 90 ημερών. Παρόλα αυτά, δεν ήταν παρά μόνο μέχρι το 46 π.Χ., όταν ο Ιούλιος Καίσαρας δημιούργησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο, που η 1η Ιανουαρίου καθιερώθηκε ως Πρωτοχρονιά. Μάλιστα, ο Καίσαρας, για να καταφέρει να συγχρονίσει το νέο ημερολόγιο με τον ήλιο αντί με τη σελήνη, αναγκάστηκε να παρατείνει τη διάρκεια του προηγούμενου έτους στις 445 ημέρες.
Ο Ιανουάριος πιστεύεται ότι είχε πάρει το όνομά του είτε από τη θεά Ήρα (Juno, για τους Ρωμαίους) είτε από τον Ιανό, τον ρωμαϊκό θεό των ενάρξεων και των μεταβάσεων επειδή ο Καίσαρας θεώρησε ότι η πρώτη μέρα του μήνα αφιερωμένου σε αυτόν ήταν η ιδανική για να σηματοδοτεί την έναρξη του νέου έτους. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Ιανός απεικονίζονταν με δύο πρόσωπα: το ένα κοιτούσε εμπρός (μέλλον) και το άλλο πίσω (παρελθόν). Οι Ρωμαίοι δεν σταμάτησαν να γιορτάζουν την έλευση της νέας χρονιάς, ούτε μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, αν και η Εκκλησία καταδίκασε τις εορταστικές εκδηλώσεις ως παγανιστικές. Η αλήθεια είναι ότι οι Ρωμαίοι δεν γιόρταζαν με τον πιο σεμνό τρόπο την Πρωτοχρονιά. Επιδίδονταν σε όργια και μεθύσι, ξορκίζοντας, έτσι, το χάος το οποίο ήλπιζαν να μην τους ακολουθήσει στο νέο έτος.
Το νέο ημερολόγιο ανταποκρινόταν πολύ περισσότερο από το παλιό στη διαδοχή των εποχών και η διάρκεια του έτους προσδιορίστηκε στις 365,25 ημέρες. Η μικρή διαφορά καλύπτονταν από μία επιπλέον ημέρα που προστίθετο κάθε τέσσερα χρόνια, μετά την «έκτη προ των καλένδων του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus». Έτσι, η ημέρα αυτή, επειδή τη μετρούσαν δυο φορές, ονομάζεται ακόμα και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει δίσεκτο.
Το ημερολόγιο του Ιούλιου Καίσαρα παρά το γεγονός ότι ήταν πολύ πι ακριβές, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέλειο. Είχε ένα σφάλμα 11 λεπτών και 14 δευτερολέπτων ανά έτος, που μακροπρόθεσμα δεν μπορούσε να μην φανεί. Έτσι τον 16ο αιώνα το ημερολόγιο είχε χάσει έντεκα ολόκληρες μέρες και υπήρχε πλέον ο κίνδυνος να φθάσουμε κάποια στιγμή τα Χριστούγενα να είναι… φθινόπωρο και το Πάσχα… χειμώνα. Στους αιώνες που ακολούθησαν, οι παγανιστικές γιορτές καταργήθηκαν ή συγχωνεύτηκαν με τις νέες χριστιανικές που καθιερώθηκαν και η Πρωτοχρονιά δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η Εκκλησία παρέμενε αντίθετη με τους έντονους εορτασμούς για την έλευση του νέου χρόνου για πολλούς αιώνες, μετατρέποντας την Πρωτοχρονιά σε ημέρα προσευχής και νηστείας.
Μάλιστα, μέχρι τον Μεσαίωνα, είχε μεταφέρει και πάλι την Πρωτοχρονιά, ορίζοντάς την ως την 25η Μαρτίου, την ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Το γεγονός αυτό είχε αρκετά τραγελαφικά αποτελέσματα, αφού η ημερολογιακή αρχή της χρονιάς κατέληξε να διαφέρει ακόμη και ανάμεσα στις ίδιες εθνοτικές ομάδες. Κλασικό παράδειγμα του παραπάνω παραλογισμού υπήρξε η ιταλική χερσόνησος, όπου η χρονιά άρχιζε αλλού την 1η Ιανουαρίου, αλλού την 25η Μαρτίου και αλλού την 1η Μαρτίου. Αν το σκεφτούμε λίγο, θα δούμε ότι ένας ταξιδιώτης στην Ιταλία του Μεσαίωνα, κατά μία έννοια, μπορούσε να ταξιδέψει πίσω ή μπροστά στον χρόνο!
Γρηγοριανό ημερολόγιο Με βάση το σύστημα μέτρησης του Ιουλιανού Ημερολογίου, το ηλιακό έτος αποτελούνταν από 365 μέρες και ένα τέταρτο της ημέρας. Κάθε τέσσερα χρόνια, μία εμβόλιμη μέρα προστίθετο στον χρόνο, ώστε να διατηρείται η αντιστοίχηση του ημερολογίου με τις εποχές. Ωστόσο, αν και αρκετά ακριβές, το Ιουλιανό Ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Στην πραγματικότητα, ένα ηλιακό έτος διαρκεί 365 μέρες, 5 ώρες, 48 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα, δηλαδή 365,2422 μέρες. Η απόκλιση από τις 365,25 μέρες του ημερολογίου του Ιουλίου Καίσαρα δεν φαντάζει μεγάλη, αλλά, ακόμα και έτσι, είχε ως αποτέλεσμα το Ιουλιανό Ημερολόγιο να μένει πίσω από τις εποχές, κατά μία μέρα κάθε αιώνα. Έτσι, ο Γρηγόριος πήρε την απόφαση να καθιερώσει ένα νέο ημερολογιακό σύστημα, το γνωστό και ισχύον μέχρι σήμερα στον δυτικό κόσμο Γρηγοριανό Ημερολόγιο, με στόχο τη μεγαλύτερη ακρίβεια. Η τελευταία ημέρα του Ιουλιανού Ημερολογίου ήταν η 4η Οκτωβρίου 1582 και η πρώτη του Γρηγοριανού ήταν η αμέσως επόμενη, αλλά όχι ως 5η αλλά ως 15η Οκτωβρίου 1582. Παράλληλα με την καθιέρωση του νέου ημερολογίου, ο Πάπας κάλεσε τους Χριστιανούς, να θεωρούν ως πρώτη μέρα κάθε χρονιάς την 1η Ιανουαρίου. Το νέο ημερολόγιο υιοθετήθηκε άμεσα από τους Καθολικούς και στη συνέχεια και από τους Προτεστάντες. Σιγά και σταθερά, η 1η Ιανουαρίου αναγνωρίστηκε και γιορτάζεται από ολόκληρο τον κόσμο ως η Πρωτοχρονιά. Aνακεφαλαίωση: ο Πάπας Γρηγόριος ο 13ος αποφάσισε να αλλάξει το σύστημα. Με απόφαση του στις 4 Οκτωβρίου του 1582 προστέθηκαν 10 ημέρες, ενώ για να αποφευχθούν ανάλογες ασυμφωνίες και στο μέλλον, αποφασίστηκε κάθε τέσσερις αιώνες να θεωρούνται δίσεκτα, αντί για 100 χρόνια μόνο τα 97. Όπως κάθε αλλαγή συναντά αντιδράσεις. Τα καθολικά κράτη το υιοθέτησαν μέσα στα επόμενα χρόνια. Αγγλία και ΗΠΑ μόλις τον 18ο αιώνα, ενώ η Ελλάδα ακολουθώντας όλα τα ορθόδοξα κράτη συνέχισε με το Ιουλιανό έως τον 20ο αιώνα.
Η Ελληνική Πολιτεία αποφάσισε τελικά να εφαρμόσει το Γρηγοριανό ημερολόγιο στις 16 Φεβρουαρίου του 1923. Με το πέρασμα του χρόνου είχαν χαθεί πλέον 13 ολόκληρες ημέρες, με αποτέλεσμα για να γίνει ο εναρμονισμός στο νέο ημερολόγιο, μετά την 16 Φεβρουαρίου να ξημερώσει 1η Μαρτίου. Η Ελλάδα ήταν η τελευταία χρονολογικά ευρωπαϊκή χώρα από τις μη καθολικές που το υιοθέτησε, περνώντας στη νέα εποχή με καθυστέρηση κάποιον αιώνων. Το Γρηγοριανό ημερολόγιο είναι σαφώς πιο ακριβές από το Ιουλιανό, καθώς βελτιώνει την προσέγγιση του παλιού ημερολογίου για τη διάρκεια του έτους. Έτσι, το μέσο έτος διαρκεί 365,2425 μέσες ηλιακές ημέρες, που προκαλεί σφάλμα περίπου μίας ημέρα κάθε 3.300 έτη, σε αντίθεση με το Ιουλιανό που έμενε πίσω μία ημέρα κάθε 128 έτη. Ωστόσο, υπάρχουν μέχρι και σήμερα πολιτισμοί και θρησκευτικές ομάδες που γιορτάζουν άλλες Πρωτοχρονιές. Πιο γνωστό σε εμάς είναι το παράδειγμα των Παλαιοημερολογιτών Χριστιανών, που ακολουθούν ακόμα το Ιουλιανό Ημερολόγιο, με αποτέλεσμα να φτάνουν στη δική τους 1η Ιανουαρίου, όταν το δικό μας ημερολόγιο δείχνει, ήδη, τις 14 Ιανουαρίου. Άλλα παραδείγματα είναι η Κινέζικη και η Βιετναμέζικη Πρωτοχρονιά, που γιορτάζονται τη μέρα της δεύτερης Νέας Σελήνης, μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Πρόκειται για κινητή γιορτή, η οποία μπορεί να πέσει οποιαδήποτε μέρα, από τις 21 Ιανουαρίου έως τις 21 Φεβρουαρίου, με βάση το δικό μας ημερολόγιο. Παρομοίως, γιορτάζεται και η Μογγολική Πρωτοχρονιά. Η Θιβετιανή Πρωτοχρονιά, επίσης, δεν συμβαδίζει με τη δική μας. Ονομάζεται Λόσαρ, γιορτάζεται για δεκαπέντε μέρες (τις τρεις πρώτες πιο έντονα) και είναι κινητή, με βάση το θιβετιανό σεληνιακό ημερολόγιο, σύμφωνα με το οποίο φέτος είναι το έτος 2144. Η Πρωτοχρονιά του 2145 (το δικό μας 2018) θα είναι στις 16 Φεβρουαρίου του δικού μας ημερολογίου. Ξεχωριστή Πρωτοχρονιά έχουν και οι Εβραίοι (Ρος Χασάνα), η οποία γιορτάζεται τις δύο πρώτες μέρες του Τισρέι, του πρώτου μήνα του πολιτικού έτους και έβδομου μήνα του εκκλησιαστικού έτους με βάση το εβραϊκό ημερολόγιο.

Máquinas Locas ("Τρελές μηχανές") του Έντσο Τραβέρσο

Οι σιδηρόδρομοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη Μεξικάνικη Επανάσταση, δοκιμάζοντας για μια φορά ακόμα την ιστορική σχέση ανάμεσα στις μη...