Ετικέτες
- Α΄ Λυκείου (129)
- Αρχαία (47)
- Β΄ Λυκείου (181)
- Γ΄ Λυκείου (131)
- Γλώσσα (47)
- Ιστορία (288)
- Λογοτεχνία (66)
- Φιλοσοφία (29)
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Σάββατο 26 Απριλίου 2025
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΡΩΜΑΪΚΟ ΚΡΑΤΟΣ (ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ)
Το σύστημα της Τετραρχίας δεν έδωσε λύση στα προβλήματα της αυτοκρατορίας· αντίθετα, ενίσχυσε τους ανταγωνισμούς και πρόβαλε τις φιλοδοξίες των συναρχόντων. Για είκοσι χρόνια αφότου αποσύρθηκε από την εξουσία ο Διοκλητιανός (305 μ.Χ.) μέχρι και την πλήρη επικράτηση του Κωνσταντίνου, οι διάδοχοι και οι συνάρχοντές τους αλληλοεξοντώνονταν. Μέσα από τις συγκρούσεις αναδείχθηκε ο Κωνσταντίνος. Διαδέχτηκε στην εξουσία τον πατέρα του Κωνστάντιο Χλωρό ως Καίσαρας των δυτικών επαρχιών της αυτοκρατορίας.
Η βασιλεία του Κωνσταντίνου (Flavius Valerius Constantinus, 27 Φεβρουαρίου 272 - 22 Μαΐου 337) υπήρξε αιμοσταγής και τυραννική. Γεννημένος στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Νις (Ниш, στη Σερβία), ο Κωνσταντίνος ήταν γιος του Φλάβιου Βαλέριου Κωνστάντιου, αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού με καταγωγή από την περιοχή της Ιλλυρίας. Η μητέρα του, Ελένη, ήταν Ελληνίδα Μικρασιάτισσα, με καταγωγή από την πόλη Δρέπανο στη Βιθυνία της Μικράς Ασίας. Ο πατέρας του έγινε Καίσαρας και αναπληρωτής αυτοκράτορας στη Δύση το 293. Ο Κωνσταντίνος στάλθηκε ανατολικά, όπου ανήλθε στην ιεραρχία για να γίνει χιλίαρχος των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Γαλέριου.
Τον πρώτο καιρό έζησε κοντά στον πατέρα του, παρακολουθώντας τους στρατιωτικούς του αγώνες. Στο περιβάλλον του Κωνστάντιου ο Κωνσταντίνος έλαβε τη στρατιωτική εκπαίδευση και έμαθε τα εγκύκλια γράμματα.
Ο Καίσαρας Γαλέριος γιόρταζε τη νικηφόρα εκστρατεία του εναντίον των Περσών με θηριομαχίες στην αρένα της Νικομήδειας, τις οποίες παρακολουθούσε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, όλοι οι ανώτατοι αξιωματούχοι, μεταξύ τους ο Κωνσταντίνος και βέβαια ο λαός. Ο Γαλέριος, που στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου διέβλεπε έναν ικανότατο μελλοντικό αντίπαλο, με τον ανιψιό του Μαξιμίνο Δάια αμφισβήτησαν το θάρρος του Κωνσταντίνου και τον προκάλεσαν να αντιμετωπίσει ένα λιοντάρι Νουμιδίας, για να αποδείξει τις ικανότητές του. Ο Κωνσταντίνος, οργισμένος για τη δημόσια προσβολή του Γαλερίου, αποδέχτηκε την πρόκληση, παρά τις ρητές αντιρρήσεις του Διοκλητιανού, ο οποίος φοβόταν για τη ζωή του νεαρού αξιωματικού του. Ο Κωνσταντίνος σκότωσε το λιοντάρι μέσα στην αρένα, κάτω από τις επευφημίες του πλήθους, που εύλογα δεν ήταν συνηθισμένο να βλέπει τους γιους της ανώτατης στρατιωτικής και διοικητικής αριστοκρατίας να συμμετέχουν στις άγριες θηριομαχίες.
Το 305 ο Κωνσταντίνος αναρριχήθηκε στο βαθμό του Αυγούστου και ανακλήθηκε δυτικά για να εκστρατεύσει υπό τον πατέρα του στη Βρετανία. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 306, αναγνωρίστηκε ως Αυτοκράτορας από τον στρατό στο Εβόρακο και αναδείχθηκε νικητής σε μία σειρά εμφυλίων πολέμων εναντίον των αυτοκρατόρων Μαξέντιου και Λικίνιου για να γίνει ο μοναδικός ηγέτης Δύσης και Ανατολής από το 324.
Ως αυτοκράτορας θέσπισε πληθώρα διοικητικών, οικονομικών, κοινωνικών και στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της αυτοκρατορίας. Αναδιάρθρωσε τις κυβερνητικές αρχές και για την καταπολέμηση του πληθωρισμού εισήγαγε τον σόλιδο, ένα νέο χρυσό νόμισμα που έγινε το πρότυπο για τα βυζαντινά και ευρωπαϊκά νομίσματα για περισσότερα από χίλια χρόνια. Ο ρωμαϊκός στρατός αναδιοργανώθηκε ώστε να αποτελείται από κινητές μονάδες πεζικού και μονάδες φρουρών ικανές να αντιμετωπίσουν εσωτερικές απειλές και εισβολές. Η θητεία του Κωνσταντίνου ως καίσαρα συνοδεύτηκε από επιτυχείς εκστρατείες εναντίον των φυλών στα ρωμαϊκά σύνορα, τους Φράγκους, τους Αλαμάνιους, τους Γότθους και τους Σαρμάτες, ακόμη και από την επαναπροσάρτηση των εδαφών που έχασαν οι προκάτοχοί του κατά την Κρίση του Τρίτου Αιώνα.
Επί Κωνσταντίνου, με την εκκοσμίκευση του χριστιανικού ιερατείου και τη συμμετοχή της εκκλησίας στην εξουσία της αυτοκρατορίας νοθεύτηκε κι εκφυλίστηκε η ευαγγελική διδασκαλία με ολέθριες συνέπειες για τον δημόσιο και κοινωνικό βίο και τις δύο μεταχριστιανικές χιλιετίες. Βεβαίως, από κάποιους προκατειλημμένους ιστορικούς αποκλήθηκε «Μέγας», κι έτσι χρειάζεται εξονυχιστική διερεύνηση των πηγών, λεπτομερής ανάλυση και διασταύρωση του ιστορικού υλικού, ώστε να διαγνωσθεί η ιστορική αλήθεια που αφορά το πρόσωπό του. Έτσι, οι χριστιανοί, πέραν της αυτονόητης αναγνώρισης και νομιμοποίησης, κέρδισαν κρατικά αξιώματα, αποκατάσταση περιουσιακών στοιχείων, οικονομικά προνόμια, απόκτηση γης, ο κλήρος φορολογική απαλλαγή, χορηγίες και δικαίωμα ιδιοκτησίας επί ναών των εθνικών. Σε αντάλλαγμα, οι χριστιανοί σταμάτησαν πλέον ν’ αρνούνται την στράτευση (η οποία ήταν και το κυρίως ζητούμενο για τον Κωνσταντίνο) παραχώρησαν στον Κωνσταντίνο δικαιοδοσία πάνω σε θεολογικά ζητήματα, καθώς και στον διορισμό επισκόπων, ενώ τον έχρισαν και ως 13ο απόστολο (ισαπόστολος). Με λίγα λόγια, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε την προστασία και κηδεμονία της χριστιανικής θρησκείας.
Τρία σημαντικά γεγονότα σφράγισαν το χρονικό διάστημα μέχρι την επικράτηση του Κωνσταντίνου στον θρόνο της Ρώμης:η νίκη κατά του Μαξέντιου στη Μουλβία γέφυρα, η συνυπογραφή (με τον Λικίνιο) του διατάγματος των Μεδιολάνων και η τελική ήττα του Λικίνιου στην Ανδριανούπολη.
♦ Ο Κωνσταντίνος νίκησε στη Μουλβία γέφυρα του Τίβερη, κοντά στη Ρώμη, τον αντίπαλο του στη Δύση, Μαξέντιο (312 μ.Χ.).
Άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μάχη που επρόκειτο να δοθεί και που θα έμενε στην ιστορία ως η μάχη της Μουλβίας γέφυρας, είναι το περίφημο "όραμα" του Κωνσταντίνου, την παραμονή της μεγάλης σύγκρουσης: ο φωτεινός σταυρός, που σχηματιζόταν με τα ελληνικά γράμματα Χ-Ρ, με την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» (στα λατινικά: in hoc signo vinces).
Ο Χριστιανός ρήτορας Λακτάντιος, ο οποίος ήταν δάσκαλος του πρωτότοκου γιου του Κωνσταντίνου Κρίσπου και συνεπώς είχε στενές σχέσεις με την αυτοκρατορική οικογένεια, αναφέρει ότι το όραμα του Κωνσταντίνου δεν ήταν παρά ένα όνειρο. Ο Ευσέβιος παρατηρεί μόνο ότι ξεκινώντας ο Κωνσταντίνος να σώσει τη Ρώμη, «προσευχήθηκε στον Θεό του ουρανού και για τον Λόγο του, τον Ιησού Χριστό». Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα, ένα άλλο έργο: «Τα εις βίον Κωνσταντίνου» περιγράφει με ιδιαίτερη έμφαση το γεγονός ως αληθινό όραμα, το οποίο εμφανίστηκε στο μεσημεριάτικο ουρανό και το είδαν και οι στρατιώτες. Μάλιστα συνεχίζει την αφήγησή του λέγοντας ότι το άλλο βράδυ, στη συνέχεια του θείου οράματος, εμφανίστηκε ο Χριστός στον Κωνσταντίνο και τον πρόσταξε να βάλει το σταυροειδές σύμπλεγμα ως έμβλημα στις ασπίδες των λεγεώνων του. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος απέφευγε να μιλάει για την εμπειρία του αυτή, δε δίσταζε όμως να αποδίδει την τελική επικράτησή του στη βούληση του Θεού των Χριστιανών. Η προπαγάνδα πετύχαινε περίφημα με αυτό το παραμύθι. Στην αψίδα που έστησε το 315 σε ανάμνηση τις νίκης του χάραξε ότι η νίκη ήταν, τάχατες, καρπός θείας επιφοιτήσεως.
Τελικά οι δύο αντίπαλοι συναντήθηκαν στις 28 Οκτωβρίου 312 μ.Χ. στη Saxa Rubra, επάνω στη Φλαμινία οδό και κοντά στη Μουλβία γέφυρα του ποταμού Τίβερη. Ο Μαξέντιος αρχικά είχε αποφασίσει να κλειστεί στα ισχυρά τείχη της Ρώμης και να υποχρεώσει τις δυνάμεις του Κωνσταντίνου να αναλωθούν σε πολιορκία. Όμως άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να αντιμετωπίσει ανοιχτά τον αντίπαλό του. Στη μάχη που ακολούθησε οι Πραιτοριανοί του Μαξέντιου προέβαλαν σθεναρή αντίσταση. Όμως η άριστη στρατηγική του Κωνσταντίνου, ο εξαιρετικός προγραμματισμός των κινήσεων του ιππικού και ο ενθουσιασμός των στρατιωτών, κυρίως των χριστιανών, που καταλάβαιναν ότι από τη μάχη αυτή εξαρτάτο το μέλλον της θρησκείας τους, αποδεκάτισαν τον στρατό του Μαξέντιου.
Ο ίδιος ο Μαξέντιος πνίγηκε με πολλούς άλλους στρατιώτες στον Τίβερη. Κατά διαταγή του Κωνσταντίνου το πτώμα του ανασύρθηκε και, αφού αποκεφαλίστηκε, το κεφάλι του καρφώθηκε σε ένα παλούκι και περιφέρθηκε στους δρόμους της Ρώμης. Ο Μαξέντιος ήταν αδελφός της γυναίκας του Κωνσταντίνου, της Φαύστας. Δεν γνωρίζουμε την αντίδραση της Φαύστας στη βίαιη αυτή πράξη του συζύγου της εις βάρος του αδελφού της. Το γεγονός είναι πως από τη μέρα που παντρεύτηκαν ποτέ ο Κωνσταντίνος δεν απόσυρε την εύνοιά του από τη Φαύστα ούτε και ανακάλεσε σε οποιαδήποτε περίσταση τις τιμές που της απέδιδε, μέχρι τουλάχιστον την τραγική κατάληξη του συζυγικού τους βίου.
Η μάχη στη Μoυλβία γέφυρα έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις αποφασιστικότερες μάχες όλων των εποχών. Με τη νίκη του ο Κωνσταντίνος ανακηρύχθηκε ο μοναδικός Αύγουστος της Δύσης. Οι διώξεις κατά του Χριστιανισμού σταμάτησαν και τώρα πια ο ίδιος ο αυτοκράτορας προστάτευε έμπρακτα τη νέα θρησκεία, οι οπαδοί της οποίας μέχρι πριν λίγα χρόνια υφίσταντο διωγμούς. Τα ευνοϊκά μέτρα που έλαβε υπέρ του Χριστιανισμού είχαν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των Χριστιανών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, καθώς σε μια περίοδο είκοσι ετών μετά την έναρξη του 4ου αιώνα, οπότε και επικρατούσαν αριθμητικά οι παγανιστές, οι Χριστιανοί αυξήθηκαν ως το σημείο να αποτελούν πιθανώς το μισό του συνολικού πληθυσμού.
O Κωνσταντίνος, όταν έγινε κυρίαρχος, αιματοκύλησε ολόκληρη την αυτοκρατορία προκαλώντας με τους εμφυλίους σπαραγμούς και τους κατακτητικούς πολέμους σφαγές, καταστροφές πόλεων, διώξεις κι ερήμωση πολυάριθμων περιοχών. Το 335 κατέστρεψε δεκάδες εθνικούς ναούς στη Μικρά Ασία και Παλαιστίνη ενώ διέταξε τη σταύρωση όλων των "μάγων" και "μάντεων", όπως αποκαλούσαν οι φανατικοί Χριστιανοί όλους τους φιλοσόφους και ιερείς του παγανισμού. Τότε είναι που μαρτύρησε και ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Σώπατρος.
♦ Ως Αύγουστος και μόνος κυρίαρχος στη Δύση ήρθε σε συνεννόηση με τον Αύγουστο της Ανατολής Λικίνιο. Οι δύο Αύγουστοι αποφάσισαν στο Μιλάνο να μην προσλάβουν Καίσαρες και να συνεργαστούν από κοινού για τη διοίκηση της αυτοκρατορίας (313 μ.Χ.).
Σύμφωνα με το Διάταγμα των Μεδιολάνων (Μιλάνο), κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία και η θρησκευτική ελευθερία. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε για τον Χριστιανισμό, ο οποίος καθίστατο θρησκεία επιτρεπτή και νόμιμη για τους Ρωμαίους πολίτες και οι χριστιανοί μπορούσαν ελεύθεροι να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Όμως ο Χριστιανισμός δεν αναγνωριζόταν ως επίσημη και προστατευόμενη θρησκεία της αυτοκρατορίας.
Στην πραγματικότητα τα θεσπίσματα αυτά δεν έλαβαν τη μορφή επίσημου αυτοκρατορικού διατάγματος. Η νεότερη έρευνα έχει δείξει ότι οι δύο αυτοκράτορες ουσιαστικά ενεργοποιούσαν παλαιότερες αποφάσεις, οι οποίες δεν είχαν τεθεί σε ισχύ. Το πρωτότυπο του εγγράφου δεν έχει διασωθεί, αλλά έχει διασωθεί ένα λατινικό διάταγμα που έστειλε ο Λικίνιος στον έπαρχο της Νικομήδειας για την εφαρμογή των αποφάσεων, προκειμένου να κερδίσει τη συμπάθεια των χριστιανών υπηκόων του. Το κείμενο αυτό διασώθηκε με το χαρακτηρισμό «διάταγμα των Μεδιολάνων» και ο τίτλος αυτός ταυτίστηκε με το κείμενο των από κοινού ειλημμένων αποφάσεων του Κωνσταντίνου και του Λικίνιου.
Στη Δύση ο Κωνσταντίνος δεν περιορίστηκε στη θεωρητική θεσμοθέτηση του Χριστιανισμού, αλλά προστάτευσε έμπρακτα τις χριστιανικές κοινότητες με οικονομικές επιχορηγήσεις, επιστροφή των δημευμένων τόπων λατρείας και των κτημάτων των χριστιανών πολιτών, την απαλλαγή του κλήρου από τα δημόσια βάρη, κ.ά. Τα μέτρα αυτά κατέστησαν ιδιαίτερα προσφιλή τον Κωνσταντίνο στους χριστιανούς, ακόμη και στην Ανατολή, στην επικράτεια του Λικίνιου.
Αφού υπόγραψαν τις αποφάσεις για τη θρησκευτική πολιτική που θα ακολουθούσαν και τη μεταξύ τους συμμαχία, ο Κωνσταντίνος πάντρεψε τη δεκαοχτάχρονη αδελφή του Κωνσταντία με τον Λικίνιο, που το 313 ήταν 45 χρονών. Έτσι επισφραγίστηκε μια εύθραυστη ειρήνη, στην οποία οι δύο αντίπαλοι οδηγήθηκαν από την ανάγκη των δεδομένων περιστάσεων, και όχι από αμοιβαία καλή θέληση.
Από το 320 οι χριστιανοί υπήκοοι του Λικινίου έδειχναν απροκάλυπτη αφοσίωση στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου. Ο Λικίνιος, φοβούμενος αυτά τα συναισθήματα, εξαπέλυσε επτά χρόνια μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων που ο ίδιος εξέδωσε, ήπιο διωγμό εναντίον τους. Ο διωγμός αυτός βαθύτερο στόχο είχε να εξοργίσει τον Κωνσταντίνο, ώστε να αρχίσει εκείνος πρώτος τις εχθροπραξίες. Ο Λικίνιος γνώριζε ότι ο αυτοκράτορας της Δύσης προστάτευε τον Χριστιανισμό και υποπτευόταν ότι και ο ίδιος είχε ασπασθεί τη νέα θρησκεία, αρνούμενος τις ρωμαϊκές θεότητες.
Με τελική αφορμή τις εξεγέρσεις των Σαρματών και των Γότθων στα 321, ο Κωνσταντίνος εισέβαλε στην επικράτεια του Λικίνιου, προφασιζόμενος την καταστολή των επαναστατών. Ο Λικίνιος δεν ανέχθηκε το γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος παραβίασε τη συνθήκη που είχαν υπογράψει.
Για να τον αντιμετωπίσει, ο Κωνσταντίνος εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 322/3. Ενίσχυσε τα τείχη της πόλης, κατασκεύασε στόλο, αλλά και ένα νέο μεγάλο τεχνητό λιμάνι.
♦ Ο δεύτερος σημαντικός σταθμός στην αναρρίχηση του Κωνσταντίνου στον θρόνο της Ρώμης ήταν το γεγονός ότι νίκησε, κοντά στην Αδριανούπολη, και μετά από λίγο θανάτωσε το μόνο αντίπαλο του Λικίνιο (324 μ.Χ.).
Ο πόλεμος ξέσπασε το 324. Στις 3 Ιουλίου ο Κωνσταντίνος νίκησε τον Λικίνιο σε αποφασιστική μάχη στην Αδριανούπολη. Ο Λικίνιος οχυρώθηκε στην πόλη του Βυζαντίου, όπου πολιορκήθηκε από τον αντίπαλό του. Στη θάλασσα ο στόλος του Κωνσταντίνου με επικεφαλής τον γιο του Κρίσπο νίκησε ολοκληρωτικά στον Ελλήσποντο τον στόλο του Λικινίου, που τελούσε υπό τις εντολές του Άβαντου. Έχοντας χάσει κάθε δυνατότητα ανεφοδιασμού, ο Λικίνιος εγκατέλειψε το Βυζάντιο και πορεύτηκε προς τη Χρυσούπολη της Μικράς Ασίας. Εκεί ηττήθηκε για άλλη μια φορά από τις ενωμένες δυνάμεις του Κωνσταντίνου και του Κρίσπου, στις 18 Σεπτεμβρίου. Ο Λικίνιος, μετά από την οριστική αυτή ήττα, κατέφυγε στη Νικομήδεια, όπου και συνελήφθη.
Προσωρινά, οι ικεσίες της Κωνσταντίας προς τον αδελφό της έσωσαν τη ζωή του Λικίνιου. Ως απλός πολίτης τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό στη Θεσσαλονίκη. Λίγους μήνες αργότερα όμως καταδικάστηκε σε θάνατο, επειδή ο Κωνσταντίνος φοβήθηκε τις φήμες ότι ο Λικίνιος ήρθε σε μυστικές συμφωνίες με τους Γότθους προκειμένου να ανακτήσει τον θρόνο του. Λίγο μετά ο Κωνσταντίνος διέταξε και την εκτέλεση του ενδεκάχρονου Λικινιανού, του γιου του Λικίνιου, αθετώντας τις υποσχέσεις του στην Κωνσταντία. Κάποια χρονική στιγμή μεταξύ 15 Μαΐου και 17 Ιουνίου του 326 συνελήφθη και εκτέλεστηκε, μετά από διαταγή του Κωνσταντίνου, ο μεγαλύτερος γιος του (και γιος της Μινερβίνης), ο Κρίσπος με «ψυχρό δηλητήριο» στην Πούλα της Κροατίας. Τον Ιούλιο ο Κωνσταντίνος εκτέλεσε την σύζυγό του Φαύστα, κατ’ εντολή της μητέρας του Ελένης. Η Φαύστα αφέθηκε να πεθάνει σε ένα υπερθερμασμένο λουτρό.
Ο Κωνσταντίνος, όταν έμεινε μονοκράτορας, έδωσε απολυταρχικότερο χαρακτήρα στο πολίτευμα απ' ό,τι ο Διοκλητιανός.
Ο αυτοκράτορας ήταν απρόσιτος στους υπηκόους του και στη σύγκλητο, περιβαλλόταν από τους ανακτορικούς υπαλλήλους και το ανακτορικό συμβούλιο, το οποίο λειτουργούσε συμβουλευτικά και μόνο όταν το ήθελε ο αυτοκράτορας. Η σύγκλητος, εξάλλου, που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, έμεινε ένα τιμητικό σώμα χωρίς εξουσία, που πλαισίωνε στις δεξιώσεις τον αυτοκράτορα.
Καθοριστική ήταν η στάση του Κωνσταντίνου στο θέμα της αυτοκρατορικής λατρείας. Ο αυτοκράτορας δεν ήταν πλέον ο θεός για τους υπηκόους του αλλά ο εκλεκτός του θεού που κυβερνούσε με τη θεία χάρη. Αν και ο Κωνσταντίνος μέχρι το τέλος της ζωής του κράτησε - όπως, άλλωστε, συνέβη και με τους άμεσους διαδόχους του - τον ειδωλολατρικό τίτλο του "Μεγίστου Αρχιερέως", εντούτοις με μια σειρά από ενέργειες εκδήλωσε την υποστήριξή του στο Χριστιανισμό. Η πολιτική που εφάρμοσε φανερώνει την απόφασή του να ενισχύσει την αυτοκρατορία με τον Χριστιανισμό.
Αποφασιστικό ρόλο στην ιστορία των σχέσεων του κράτους και της νέας θρησκείας έπαιξε το Διάταγμα των Μεδιολάνων. Με κοινή απόφαση του Κωνσταντίνου και του Λικίνιου καθιερώθηκε απόλυτη ελευθερία στην επιλογή λατρείας για τους κατοίκους της αυτοκρατορίας. Το Διάταγμα των Μεδιολάνων, γνωστό και ως Διάταγμα της ανεξιθρησκίας, υπογράφτηκε στην αρχή στο Μιλάνο (Μεδιόλανα) το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ. και είχε ισχύ για τους κατοίκους του δυτικού τμήματος2. Μερικούς μήνες αργότερα έγινε αποδεκτή η ίδια απόφαση και για τους κατοίκους του ανατολικού τμήματος, στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Μ' αυτό το διάταγμα δεν υφίστατο πλέον καμία διάκριση μεταξύ των χριστιανών και μη χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας.
Η έκδοση του Διατάγματος των Μεδιολάνων συνδέεται με το ζήτημα του εκχριστιανισμού της αυτοκρατορίας και πολύ περισσότερο με το πρόβλημα της στάσης του Κωνσταντίνου απέναντι στον Χριστιανισμό.
Είναι γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος με μια σειρά από ενέργειες προέβαλε και ευνόησε το Χριστιανισμό. Μετά από τη νίκη του κατά του Μαξέντιου στη Μουλβία γέφυρα φαίνεται ότι συνειδητά είχε αποδεχτεί τη νέα θρησκεία. Υιοθέτησε ως σύμβολο το χριστόγραμμα (£), το οποίο τοποθέτησε στις ασπίδες των στρατιωτών του και στην αυτοκρατορική σημαία. Προστάτευσε το Χριστιανισμό από τις αιρέσεις καθιερώνοντας το θεσμό των Οικουμενικών συνόδων. Ο ίδιος και η μητέρα του συνέβαλαν στην οικοδόμηση εκκλησιών και τέλος, λίγο πριν πεθάνει, βαφτίστηκε χριστιανός.
Πάντως, οι θρησκευτικές επιλογές του Μ. Κωνσταντίνου και η «μεταστροφή» του προς τομ Χριστιανισμό απασχόλησαν τους ιστορικούς και υπήρξαν θέμα επιστημονικής σύγκρουσης.
Ο Κωνσταντίνος, για να επιτύχει τις πολιτικές του επιδιώξεις, την ισχυροποίηση της απόλυτης μοναρχίας και τον εκχριστιανισμό της αυτοκρατορίας, θέλησε να μεταφέρει το κέντρο των αποφάσεων στην Ανατολή.
Η Νέα Ρώμη, όπως στην αρχή ονομάστηκε η καινούργια πρωτεύουσα, οικοδομήθηκε στο Βυζάντιο, την αρχαία αποικία που είχαν ιδρύσει οι Μεγαρίτες στα μέσα του 7ου αι. π.Χ., με οικιστή το Βύζαντα. Τα εγκαίνια της Νέας Ρώμης, που μετά από λίγο έγινε ευρύτατα γνωστή με το όνομα «Κωνσταντίνου-πόλις», έγιναν στις 11 Μαΐου του 330. Από τότε αρχίζει ουσιαστικά και τυπικά η ιστορία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας της Ανατολής, δηλαδή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η τύχη της ταυτίστηκε απόλυτα με την τύχη της νέας πρωτεύουσας. Στην ιστορική πορεία ένδεκα αιώνων η ανεξαρτησία και μόνο της Κωνσταντινούπολης καθόρισε την ύπαρξη της αυτοκρατορίας.
Η απόφαση της μεταφοράς της πρωτεύουσας από το Μ. Κωνσταντίνο προέκυψε ως διοικητική ανάγκη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούσαν κυρίως οι βαρβαρικές επιδρομές. Η παλαιά πρωτεύουσα δεν ήταν μόνο πόλος έλξης για τους λαούς της Δύσης, αλλά ήταν συγχρόνως ταυτισμένη με τον αρχαίο κόσμο και την αρχαία ρωμαϊκή παράδοση.
Αντίθετα, η νέα πρωτεύουσα, εκτός από την προνομιακή της θέση, που εξασφάλιζε καλύτερη άμυνα και οικονομική ανάπτυξη στην αυτοκρατορία, βρισκόταν κοντά στις περιοχές της Ανατολής, οι οποίες στην πλειοψηφία τους κατοικούνταν από Έλληνες και χριστιανούς.
Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας, το κέντρο βάρους της αυτοκρατορίας μετακινήθηκε από το λατινικό πολιτιστικό χώρο στον ελληνικό. Έτσι η αυτοκρατορία απέκτησε προοδευτικά ελληνικό χαρακτήρα.
Η αυτοκρατορία που άρχισε να διαμορφώνεται με κέντρο την Κωνσταντινούπολη βασίστηκε σε τρία στοιχεία:
♦ τη ρωμαϊκή πολιτική παράδοση
♦ τη χριστιανική πίστη
♦ την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ/ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ (ΙΣΤΟΡΙΑ Α'ΛΥΚΕΙΟΥ)
ΚΕΙΜΕΝΟ 1: Ο αυτοκράτορας ήταν ο τελικός υπεύθυνος για τη χάραξη πολιτικής και τον διορισμό αυτοκρατορικών αξιωματούχων, πριν από τη λήψ...

-
Αντισταθείτε σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει "Καλά είμαι εδώ". Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι στο σ...
-
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός): Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό ...
-
Τρεις είναι οι κορυφαίοι αναγεννησιακοί επιστήμονες που άνοιξαν το δρόμο της νεότερης επιστήμης: Ο Κοπέρνικος, ο Παράκελσος και Ο Βεζά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου