Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 10 Μαΐου 2024

"Ο ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ" του Τάκη Σινόπουλου

(Τάκης Σινόπουλος, Συλλογή Ι. 1951-1964, Ερμής, Αθήνα 31990, σ. 107)
Κοιτάχτε, μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ' αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.
Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.
Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος.
Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο.
Ο Σινόπουλος καταλήγει στη φράση: «Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές / άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε. // Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο», εκθέτοντας, με τον τρόπο αυτό, τον προβληματισμό του για τον ρόλο της ποίησης και του ποιητή στη σύγχρονη εποχή. Το αυτοαναφορικό και προφητικό αυτό ποίημα γράφτηκε το 1957 και είναι χωρισμένο σε δυο στροφικές ενότητες. Στην πρώτη στροφική ενότητα διακρίνονται τρεις αφηγηματικές φωνές και η εναλλαγή μεταξύ τους γίνεται με κινηματογραφικό τρόπο, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται πανοραμικά και κάτω από διαφορετικές οπτικές γωνίες το γεγονός. Η πρώτη αφηγηματική φωνή είναι εκείνη του πλήθους (η λέξη καθόλου τυχαία επιλεγμένη). Ομογενοποιημένο και μαζοποιημένο το πλήθος περιορίζεται, κυρίως σε β’ πρόσωπο, να αναγγέλλει το γεγονός ("«κοιτάξτε, μπήκε στη φωτιά» είπε ένας από το πλήθος") χωρίς να συμμετέχει, να συμβουλεύει ("ήταν αυτός που του μιλήσαμε") και να αποτρέπει ("ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις"). Αισθάνεται έκπληξη και θαυμασμό για την πράξη του καιόμενου, αλλά κατά τα λοιπά είναι αδρανές. Η δεύτερη αφηγηματική φωνή είναι εκείνη του ποιητικού υποκειμένου, μέσω της οποίας ερχόμαστε ως αναγνώστες σε επαφή με το συμβάν. Η οπτική του όμως δεν είναι παγγιωμένη ή σταθερή, καθώς τραμπαλίζεται ανάμεσα στο δέος και τον σεβασμό που αισθάνεται για τον καιόμενο και στην απάθεια του πλήθους. Αρχικά, η ποιητική φωνή ταυτίζεται με το πλήθος και χρησιμοποιείται α' πληθυντικό πρόσωπο («γυρίσαμε», «μιλήσαμε» κ.τ.λ.)
Ο καιόμενος μάς παρουσιάζεται με την χρήση γ' προσώπου έμμεσα, μέσω του πλήθους και της ποιητικής φωνής. Αποστρέφει το πρόσωπο από τις νουθεσίες των άλλων από οργή, από αηδία, από αποφασιστικότητα. Αρνείται τους συμβιβασμούς που έχει κάνει το πλήθος. Δοσμένος ολότελα στο σκοπό του, φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται τον φρικτό σωματικό πόνο που συνεπάγεται η πράξη του και παρομοιάζεται με ήλιο και με όποιον συμβολισμό έχει ο ήλιος, καθώς καίγεται μόνος του. Και η επιτακτική του επανάληψη του "μόνος" (“Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος”)παρουσιάζει γλαφυρά την αντίθεσή του με το πλήθος.
Το ποίημα αυτό ο Σινόπουλος το έγραψε το 1957, εμπνεόμενος από το ψυχροπολεμικό κλίμα του κόσμου και την μετεμφυλιακή κατάσταση στην Ελλάδα, χωρίς να αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο περιστατικό. Ως τότε βέβαια υπήρχαν περιπτώσεις ανθρώπων που είχαν δώσει τη ζωή τους καιόμενοι, αλλά το είχαν κάνει για να μην πιαστούν ζωντανοί από τους εχθρούς τους ή οι εχθροί τους έκαψαν γιατί δεν παραδίδονταν. Τέτοιες περιπτώσεις, για να περιοριστώ στην ελληνική Ιστορία, ήταν εκείνες στο Κούγκι, στο Μελιδόνι ή στην Μονή Σέκου, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, στο Αρκάδι, κατά τη διάρκεια της μεγάλης Κρητικής Επανάστασης, και, σχεδόν ταυτόχρονα με το ποίημα, του Γρηγόρη Αυξεντίου.
Ωστόσο, από την δεκαετία όμως του 1960 και μετά, υπήρξαν πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που αυτοπυρπολήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Την αρχή την έκαναν βουδιστές μοναχοί διαμαρτυρόμενοι για τον τρόπο με τον οποίον αντιμετώπιζε τον βουδισμό η κυβέρνηση του Νοτίου Βιετνάμ και κατόρθωσαν να κοινοποιήσουν διεθνώς το πρόβλημα και απογυμνώσουν ηθικά τον πόλεμο. Προεξάρχουσα περίπτωση μεταξύ της μεγάλης σειράς αυτοπυρπολήσεων ήταν εκείνη του Thich Quang Duc η οποία προξένησε μεγάλη εντύπωση καθώς ο μοναχός καθ' όλη τη διάρκεια της αυτοπυρπόλησης έμεινε ακίνητος.
Ο Τσέχος φοιτητής Γιαν Πάλατς αυτοπυρπολήθηκε το 1969 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επέμβαση των σοβιετικών στρατευμάτων στην Πράγα ένα χρόνο νωρίτερα: κατάφερε έτσι να διατηρήσει ζωντανή κι αμόλυντη την ιδέα ενός σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο, ενάντια στη στρατοκρατική, σοβιετικού τύπου παρέκκλισή του. Το παράδειγμα του Πάλατς ακολούθησαν τουλάχιστον επτά Τσέχοι και Σλοβάκοι φοιτητές, η αυτοθυσία τους όμως δεν έγινε γνωστή εξαιτίας του φιλοσοβιετικού καθεστώτος.
 Το 1970 αυτοπυρπολήθηκε στη Γένοβα ο έλληνας φοιτητής Κώστας Γεωργάκης, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την ελληνική δικτατορία και προκειμένου να διασφαλίσει με την πράξη του ότι δεν θα κινδύνευε η οικογένεια του στην Ελλάδα, μετά την αποκάλυψη της αντιδικτατορικής του δράσης. Χαρακτηριστικά είναι όσα λέει στο σημείωμα που άφησε στον πατέρα του: "Συγχώρεσε με γι' αυτό που έκανα και μην κλάψεις. Ο γιος σου δεν είναι ήρωας. Είναι άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι, ίσως λίγο πιο φοβισμένος (...) Δεν θέλω να μπείτε σε κίνδυνο από τις πράξεις μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, παρά να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν ελεύθερο άτομο". Η πράξη του Γεωργάκη έδωσε μεγάλη ώθηση στον αντιδικτατορικό αγώνα (στο εξωτερικό, γιατί στην Ελλάδα αποσιωπήθηκε από την χουντική λογοκρισία)και αποτέλεσε διεθνώς μεγάλο πλήγμα για τους δικτάτορες. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε το εξής ποίημα αφιερωμένο στον Κώστα Γεωργάκη: 
Ντύθηκες γαμπρός φωταγωγήθηκες σαν έθνος. Έγινες ένα θέαμα ψυχής ξεδιπλωμένης στον ορίζοντα. Είσαι η φωτεινή περίληψη του δράματος μας, τα χέρια μας προς την Ανατολή και τα χέρια μας προς τη Δύση. Είσαι στην ίδια λαμπάδα τη μια τ’ αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας.
Γνωρίσματα της ποιητικής τέχνης του Τάκη Σινόπουλου είναι, μεταξύ άλλων, ο λιτός και απέριττος λόγος, ο πεζολογικός τόνος και η χρήση συμβόλων. Να εντοπίσετε τα χαρακτηριστικά αυτά στο ποίημα «Ο καιόμενος» και να αναφέρετε από ένα παράδειγμα για κάθε περίπτωση. Ο ποιητής εξοβελίζει από την αρχή το κόμμα και είναι, γενικά, φειδωλός στα σημεία στίξης (όπως συμβαίνει και στον «Καιόμενο»), προσφεύγοντας, έτσι, στην ελλειπτική γραφή. Οι λέξεις είναι απογυμνωμένες, τόσο από καλολογικά στοιχεία, όσο και από λυρικά επικαλύμματα. Ο λόγος του ποιητή είναι απλός, κοφτός, ασθματικός, ακαριαίος και με ξεκάθαρη σκοποθεσία. Τα ρήματα και τα επίθετα αποδίδουν με θαυμαστή ενάργεια το δράμα του μάρτυρα και τη βιωματική εμπειρία του αφηγητή–ποιητή. Ο αφανισμός ενός ευαίσθητου ιδεολόγου- Ο ποιητής υπαινίσσεται το καθεστώς αμέσως μετά τον Εμφύλιο- Η αυτοχειρία ως ένσταση έναντι του ανελεύθερου καθεστώτος- Ο Καιόμενος μετουσιώνεται σε φωτεινό οδηγό και πρότυπο αφύπνισης- Ο Καιόμενος έρχεται σε κατάφωρην αντίθεση προς το αδιάφορο πλήθος-Ο ποιητής διακατέχεται από επαναστατική διάθεση, δεν διαθέτει όμως το ψυχικό σθένος ώστε να προβεί σε αυτοπυρπόληση ή άλλη απονενοημένη πράξη αυτοθυσίας- Η οδός της αυτοθυσίας είναι μοναχική και τροφοδοτείται από την ακραία αντικομφορμιστική στάση- Η φωνή του ανθρώπου από το πλήθος ("Κοιτάχτε!") διαφοροποιείται από την τριτοπρόσωπη αφήγηση- Η τριτοπρόσωπη αφήγηση της αυτοθυσίας είναι η συγκεκαλυμμένη οπτική γωνία του Καιόμενου- Η ποιητική "φωνή" σταδιακά αποστασιοποιείται, διαφοροποιείται από τη "φωνή" του πλήθους.
Προσπαθήστε να γράψετε το σημείωμα που υποτίθεται ότι άφησε ο Καιόμενος, ένα σημείωμα που, υποτίθεται, βρέθηκε μετά την αυτοπυρπόλησή του. Σ’ αυτό εξηγεί τους λόγους που τον οδήγησαν στην παράτολμη αυτή πράξη. Το κείμενό σας να στηριχτεί κυρίως σε στοιχεία του ποιήματος. (Μία παράγραφος 100-150 λέξεων).

"Ο ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ" του Τάκη Σινόπουλου

(Τάκης Σινόπουλος, Συλλογή Ι. 1951-1964, Ερμής, Αθήνα 31990, σ. 107) Κοιτάχτε, μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος. Γυρίσαμε...